«Καταλαβαίνω ότι τα πράγματα είναι δύσκολα, αλλά η απεργία δεν λύνει τα προβλήματα. Δεν μπορείς να κάνεις απεργία ενάντια σε έναν ιό».
Με αυτήν τη δήλωση, ο Υπουργός Παιδείας της γαλλικής κυβέρνησης εξέφρασε γλαφυρά και περιεκτικά όσα τα τελευταία δύο χρόνια οι ευρωπαϊκές ελίτ σκέφτονται και πράττουν με μεγάλη αγαλλίαση. Ξαφνικά, τους πρώτους μήνες του 2020 εμφανίστηκε μια τεράστια ευκαιρία γι’ αυτές. Η πανδημία έγινε η συνθήκη που θα όριζε μια κι έξω οποιαδήποτε πολιτική βούληση έθετε στο επίκεντρο το κοινωνικό ζήτημα ως αναχρονιστική και εκτός πραγματικότητας.
Από τη μια στιγμή στην άλλη, ένας ιός από την Ανατολή ήρθε να λύσει τα χέρια του πολιτικού προσωπικού της γηραιάς Ευρώπης. Εν μέσω μιας υπερδεκαετούς δομικής οικονομικής κρίσης, της οποίας ο πρώτος γύρος κοινωνικών αναμετρήσεων απέτυχε μεν να παραγάγει εδραία πολιτικά αποτελέσματα αλλά η απειλή των «αγανακτισμένων» και των «κίτρινων γιλέκων» δεν υπήρξε καθόλου αμελητέα, η πανδημία και ο φόβος θανάτου ήρθαν να μετατοπίσουν τη συζήτηση. Από δω και στο εξής έπρεπε όλοι να γίνουμε ένα για να αντιμετωπίσουμε τον ιό. Η ταξική πάλη όφειλε να μπει στον πάγο για να σωθεί η κοινωνία. Όπως φαίνεται όμως από τις πρόσφατες εξελίξεις στο «πολιτικό εργαστήρι» της Ευρώπης, αυτή η λογική αρχίζει και χάνει έδαφος.
Η σημαίνουσα δήλωση του Ζαν-Μισέλ Μπανκέ έγινε στον απόηχο μιας ιστορικής απεργίας. Την περασμένη Πέμπτη, 13 του Γενάρη, το σύνολο των εκπαιδευτικών σωματείων της Γαλλίας απήργησαν και γέμισαν τους δρόμους όλων των μεγάλων πόλεων της χώρας απαιτώντας να μπει ένα τέλος στις αλλοπρόσαλλες και συνεχώς μεταβαλλόμενες τακτικές διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης από την κυβέρνηση Μακρόν στους χώρους της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Μαζί με τους εκπαιδευτικούς πορεύτηκε το σύνολο των εργαζομένων στην παιδεία, διευθυντές και επιθεωρητές, σχολικές νοσοκόμες, φύλακες και καθαρίστριες, ενώ συμμετείχαν και τα σωματεία εργαζομένων στην ιδιωτική εκπαίδευση. Επιπλέον, μία από τις μεγαλύτερες ενώσεις γονέων και κηδεμόνων σε εθνικό επίπεδο, η FCPE, κάλεσε τους γονείς να μην στείλουν τα παιδιά τους στα σχολεία την Πέμπτη και να συμμετάσχουν στις κινητοποιήσεις. Στην πορεία δεκάδων χιλιάδων στο Παρίσι έδωσαν το παρών ο συμπρόεδρος του Αριστερού Κόμματος Ζαν-Λυκ Μελανσόν αλλά και η πρόεδρος των Σοσιαλιστών Αν Χινταλγκό, που στο πρόγραμμά της για τις προεδρικές εκλογές του Απριλίου υπόσχεται τον διπλασιασμό των μισθών των εκπαιδευτικών.
Για την κυβέρνηση Μακρόν, η διατήρηση των σχολείων ανοιχτών κατά τη διάρκεια της πανδημίας υπήρξε ένας βασικός και αδιαπραγμάτευτος στόχος. Παρότι ο ρυθμός μετάδοσης στα παιδιά είναι πολύ υψηλός (επιβεβαιωμένα κρούσματα στο 6% του μαθητικού πληθυσμού την προηγούμενη βδομάδα) και παρόλο που, με ευθύνη της κυβέρνησης, ο εμβολιασμός στις ηλικίες 5-11 ετών ξεκίνησε μόλις στα τέλη Δεκεμβρίου και προχωράει με πολύ αργούς ρυθμούς, η κυβέρνηση δεν προτίθεται σε καμία περίπτωση να κλείσει τα σχολεία. Με κάθε κόστος, οι Γάλλοι εργαζόμενοι-γονείς θα πρέπει να είναι διαθέσιμοι να κρατήσουν την οικονομία ζωντανή. Επιπλέον, δεν έλειψαν και οι προσπάθειες ενοχοποίησης των εκπαιδευτικών για τη χαοτική κατάσταση στα σχολεία από τον υπουργό Παιδείας. Ενδεικτικό της προχειρότητας, της αδιαφορίας (αρκεί οι γονείς να πηγαίνουν στη δουλειά) και της αλαζονείας του Μπανκέ είναι ότι οι –κάθε βδομάδα διαφορετικές- οδηγίες και τα μέτρα για τη λειτουργία των σχολείων ανακοινώνονταν πρώτα από τον ίδιο στις εφημερίδες που έδινε συνεντεύξεις και από εκεί μάθαιναν οι εκπαιδευτικοί τι πρέπει να κάνουν.
Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν μία ακόμη συνέντευξη του υπουργού στις 2 Ιανουαρίου στη Le Parisien, όπου ανακοίνωσε πως πλέον, με την έναρξη των μαθημάτων, σε κάθε τάξη που θα υπάρχει θετικό κρούσμα, οι υπόλοιποι μαθητές θα πρέπει να κάνουν υποχρεωτικά τρία τεστ τη βδομάδα για να μείνει ανοιχτή η τάξη. Οι ουρές που δημιουργήθηκαν στα φαρμακεία σε όλες τις μεγάλες πόλεις ήταν πρωτοφανείς.
Η απεργία της Πέμπτης χαρακτηρίστηκε «ιστορική» λόγω των ποσοστών συμμετοχής και της αποφασιστικότητας των εργαζομένων. Σύμφωνα με τα σωματεία, απήργησε το 74% των δασκάλων και το 70% των καθηγητών μέσης εκπαίδευσης. Τα αιτήματα των εκπαιδευτικών, τα οποία έχουν τεθεί επανειλημμένα όλη την προηγούμενη περίοδο στην κυβέρνηση χωρίς καμία ανταπόκριση, ήταν, μεταξύ άλλων, η επιστροφή στο πρωτόκολλο που υπήρχε στην αρχή της σχολικής χρονιάς, δηλαδή στο κλείσιμο της τάξης μετά το πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα, η δωρεάν παροχή υψηλής ποιότητας μασκών σε δασκάλους και μαθητές, η παροχή συστημάτων εξαερισμού στις τάξεις, ενώ διάχυτο κατά τη διάρκεια των συγκεντρώσεων ήταν το αίτημα να παραιτηθεί ο υπουργός παιδείας.
Το μέγεθος της κινητοποίησης οδήγησε σε μια πρώτη υποχώρηση την κυβέρνηση. Αμέσως μετά τη μεγάλη πορεία της Πέμπτης, αντιπρόσωποι των σωματείων συναντήθηκαν με τον υπουργό παιδείας, τον πρωθυπουργό Ζαν Καστέξ και τον υπουργό υγείας Ολιβιέ Βεράν. Η κυβέρνηση δεσμεύθηκε για τη διανομή πέντε εκατομμυρίων μασκών FFP2 στους εκπαιδευτικούς και υποσχέθηκε την άμεση πρόσληψη 3.300 συμβασιούχων για να αντικατασταθούν οι εκπαιδευτικοί που νοσούν. Συμφωνήθηκε επίσης η αναβολή της αξιολόγησης των μαθητών της πρώτης δημοτικού που προβλεπόταν για αυτήν την εβδομάδα και πιθανότατα και οι εξετάσεις για το Εθνικό Απολυτήριο που είναι προγραμματισμένες για τον Μάρτιο. Επιπλέον, οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι ανακοίνωσαν πως στο εξής θα διεξάγονται περιοδικά συχνές συναντήσεις του υπουργείου με τους εκπροσώπους των σωματείων, έτσι ώστε να επανεξετάζεται κάθε φορά η κατάσταση στα σχολεία, και να εφαρμόζονται τα αναγκαία μέτρα.
Την Παρασκευή, η Ενιαία Εθνική Ένωση Εκπαιδευτικών (SNUipp-FSU) σχολίασε πως «για πρώτη φορά την τελευταία πενταετία η κυβέρνηση αναγκάστηκε να διαπραγματευτεί» και σημείωσε πως θα πρέπει να δείξει έμπρακτα πως ενδιαφέρεται για την ασφάλεια των εκπαιδευτικών αναγνωρίζοντας την εργασία τους και παρέχοντας μισθολογικές αυξήσεις.
Πέρα από τη σημασία των επιμέρους αιτημάτων που αναγκάστηκε να αποδεχθεί η γαλλική κυβέρνηση, η επιτυχημένη απεργία των Γάλλων εκπαιδευτικών άνοιξε ένα πολιτικό ρήγμα. Αμφισβητήθηκε έμπρακτα η μέχρι τώρα κοινή, «αναγκαστική», πεποίθηση ότι, όπως παλιότερα στον πόλεμο, σε συνθήκες υγειονομικής έκτακτης ανάγκης οι αποφάσεις παίρνονται από το κυβερνητικό επιτελείο και οι εργαζόμενοι τις εφαρμόζουν επί ποινή θανάτου –εν προκειμένω επί τη ενοχή για τον θάνατο του Άλλου. Από τη στιγμή που η κυβέρνηση Μακρόν αποδέχθηκε ότι θα αξιολογεί μαζί με τους εκπροσώπους των εκπαιδευτικών την κατάσταση και θα ενεργεί ανάλογα, η βιτρίνα της «καλώς καμωμένης» διαχείρισης της κρίσης έσπασε. Η εισβολή αυτή των εργαζομένων στο προσκήνιο σε μια συγκυρία μεγάλης ανασφάλειας και αναταραχής, εν μέσω πληθωριστικών πιέσεων και γεωπολιτικών εντάσεων, προμηνύει ενδιαφέρουσες εξελίξεις.