Το πρώτο κεράκι στην τούρτα της τετραετούς προεδρικής θητείας του σβήνει σήμερα ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν. Ωστόσο, δεν έχει πολλούς λόγους για πανηγυρισμούς.
Όπως διαπιστώνει μάλλον και ο ίδιος με πίκρα, οι «φύλακες άγγελοι ενότητας της Αμερικής», που είχε επικαλεστεί πέρσι μνημονεύοντας τον Λίνκολν, δεν στάθηκαν στο πλευρό του. Τον πρόλαβαν οι «δαίμονες της Αμερικής» ιδιαίτερα στο εσωτερικό μέτωπο, όπως:
- Οι σφοδροί ανταγωνισμοί μεταξύ πανίσχυρων λόμπι που συνεργάζονται με τους πολιτικούς «καριέρας» Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών στο κογκρέσο σε βάρος των δικαιωμάτων του λαού που υποτίθεται πως θα υπερασπιζόταν ο Μπάιντεν. Έτσι έμεινε στον αέρα η ψήφιση του λεγόμενου νομοσχεδίου περί κοινωνικών δαπανών 1,85 τρις. δολαρίων (όχι μόνον λόγω αντίδρασης των Ρεπουμπλικάνων αλλά και λόγω αντίδρασης Δημοκρατικών με πρώτο τον γερουσιαστή Μάντσιν) με αποτέλεσμα να μην δικαιούνται ως σήμερα όλοι οι Αμερικανοί εργαζόμενοι μερικά βασικά πράγματα, όπως: γονική άδεια μετά αποδοχών, δωρεάν και πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, δωρεάν προ-νηπιακή αγωγή για τα παιδιά τους, επιδόματα ασθενείας μετ’ αποδοχών, ή αύξηση του κατώτατου ωρομίσθιου για όλους τους εργαζόμενους στην επικράτεια των ΗΠΑ. Όχι μόνον δεν κατέκτησαν οι Αμερικανοί επί Μπάιντεν περισσότερα βασικά δικαιώματα αλλά τέλος περασμένου Δεκέμβρη περίπου 35 εκατομμύρια φτωχοί Αμερικανοί είδαν να τους κόβονται τα επιδόματα πρόνοιας που τους είχαν δοθεί για την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας.
- Η μεγάλη πόλωση που εξακολουθεί να ταλανίζει ένα μεγάλο μέρος της αμερικανικής κοινωνίας αποδεικνύοντας στην πράξη πως το φαινόμενο Τραμπ δεν ήταν παροδικό, ούτε «πυροτέχνημα στον αέρα» αλλά θα επιστρέψει με μεγαλύτερη ορμή τόσο κατά τις ενδιάμεσες εκλογές του 2022 όσο και κατά τις επόμενες προεδρικές του 2024. Στις 12 Ιανουαρίου έρευνα του πανεπιστημίου Quinnipiac κατέγραψε πως σχεδόν έξι στους 10 Αμερικανούς θεωρούν πως η δημοκρατία στη χώρα αντιμετωπίζει «κίνδυνο κατάρρευσης». Το 61% (ανεξαρτήτως κόμματος) θεωρεί πως ο κίνδυνος πολιτικής αστάθειας στις ΗΠΑ είναι μεγαλύτερος από τους αντιπάλους της χώρας. Το 53% των Αμερικανών περιμένει επιδείνωση της πόλωσης και των πολιτικών αντιπαραθέσεων τα επόμενα χρόνια. Το ίδιο ποσοστό θεωρεί πως είναι πιθανό να ξανασυμβεί στις ΗΠΑ μία επίθεση ανάλογη με τα έκτροπα της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο, ενώ οι Αμερικανοί φαίνονται διχασμένοι (50%) σχετικά με το εάν η περσινή επίθεση στο Καπιτώλιο ήταν «επίθεση στη δημοκρατία που δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχαστεί». Μέσα σε όλα αυτά, μόλις το 42% των Αμερικανών έχει θετική άποψη για τον Μπάιντεν.
- Ο πληθωρισμός που τον Δεκέμβρη του 2021 έφθασε το 7% (ο υψηλότερος από τον Ιούνιο του 1982) κατατρώει τους μισθούς και τις μικρές αυξήσεις που κατάφεραν να κατακτήσουν ορισμένοι κλάδοι εργαζομένων, ακόμη και με πολυήμερες απεργίες όπως στη βιομηχανία Kellogg’s (5 Οκτωβρίου-21 Δεκεμβρίου 2021).
- Όχι μόνον δεν βελτιώθηκε η μεταναστευτική πολιτική αλλά υπήρξαν διαστήματα που εξαπολύθηκε κυριολεκτικά πογκρόμ που θύμιζε καουμπόηδες άγριας Δύσης εναντίον Λατίνων μεταναστών που παρέμεναν στα νότια σύνορα με το Μεξικό. Σε αρκετά σημεία διατηρήθηκε η ίδια σκληρή αντιμεταναστευτική πολιτική συγκέντρωσης χιλιάδων μεταναστών σε άθλιες συνθήκες στο «κατώφλι της Αμερικής» στα σύνορα με το Μεξικό, ακριβώς όπως και επί προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
- Απέτυχαν, σχεδόν με το «καλημέρα» του προέδρου Μπάιντεν στην εξουσία, οι προσπάθειες μεταρρύθμισης των αστυνομικών δυνάμεων και αλλαγής του τρόπου της (στρατιωτικής σε πολλές περιπτώσεις) εκπαίδευσης και εξοπλισμού τους που εξηγεί σε ένα βαθμό τα συνεχιζόμενα θύματα αστυνομικής ρατσιστικής βίας σε βάρος Αφροαμερικανών και άλλων μειονοτήτων.
Τα παραπάνω εξηγούν , λίγο – πολύ, τι κατάλαβαν οι εκατομμύρια Αμερικανοί που έβαλαν πλάτες για να σωθεί «η οικονομία της Αμερικής» μέσα στον ένα χρόνο προεδρίας Μπάιντεν και στον δεύτερο χρόνο αντιμετώπισης της πανδημίας.
Κατάλαβαν ότι δουλεύοντας σκληρότερα, με ασταμάτητες υπερωρίες επτά μέρες τη βδομάδα και κίνδυνο της ζωής τους έκαναν ακόμη πιο πλούσιους τους ήδη πάμπλουτους «συμπατριώτες» τους, που συγκαταλέγονται στους 10 πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη.
Δεν είναι μυστικό πως άνθρωποι όπως ο Τζεφ Μπέζος της Άμαζον ή ο Ίλον Μασκ της Τέσλα υπερδιπλασίασαν τα πλούτη τους στη διάρκεια της πανδημίας σε μία περίοδο που οι απλοί εργαζόμενοι ειδικά στην εφοδιαστική αλυσίδα και στις μεγάλες επιχειρήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου ή διαδικτυακές πλατφόρμες υπηρεσιών, έπαιζαν τη ζωή τους κορώνα-γράμματα.
Ας πάμε όμως και στο μέτωπο της εξωτερικής πολιτικής.
Και εκεί ο πρόεδρος Μπάιντεν δεν έχει πολλούς λόγους να χαμογελάει.
- Τον Αύγουστο η κυβέρνηση Μπάιντεν προχώρησε μέχρις τέλους αυτό που είχε ξεκινήσει η προηγούμενη του Ντόναλντ Τραμπ: Απέσυρε όλα τα αμερικανικά στρατεύματα από το Αφγανιστάν σε συνθήκες χάους μετά από 20 χρόνια ακριβοπληρωμένου και αιματηρού πολέμου, προδίδοντας ένα τμήμα του αφγανικού λαού που είχε πιστέψει αφελώς πως ο 20ετής πόλεμος γινόταν τάχα για το καλό του.
- Αρχές Σεπτέμβρη, ο Μπάιντεν προχώρησε στην τριμερή στρατηγική συμφωνία με την Αυστραλία και τη Βρετανία (γνωστή ως AUKUS) προκαλώντας την έντονη ενόχληση δυτικών συμμάχων του με πρώτους τους Γάλλους που έχασαν δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια από την συμφωνία για την κατασκευή συμβατικών υποβρυχίων για το αυστραλιανό πολεμικό ναυτικό.
- Σε ό,τι αφορά τον γερμανο-ρωσικό αγωγό South Stream 2 η κυβέρνηση Μπάιντεν ακολουθεί την τακτική του σκωτσέζικου ντους αφού τη μία προχωρά σε προσωρινούς συμβιβασμούς μέσω της άρσης κυρώσεων σε δυτικές εταιρίες που συμμετείχαν στην κατασκευή του και την άλλη χρησιμοποιεί τις αντιρρήσεις των Ρεπουμπλικάνων στο κογκρέσο για να απειλήσει με νέες κυρώσεις.
- Οξύνεται η κρίση τόσο στις σχέσεις με την Κίνα, δεδομένων των προειδοποιήσεων Μπάιντεν τον περασμένο Νοέμβρη στον Κινέζο ομόλογό του πως «παίζει με τη φωτιά» σε ό,τι αφορά την Ταϊβάν. Στο πλαίσιο αυτής της αντιπαράθεσης ο Μπάιντεν δεν διστάζει να παίξει ακόμη και το ρόλο του υποτιθέμενου «προστάτη» των δικαιωμάτων «των Αμερικανών εργαζομένων και επιχειρήσεων από τις ανήθικες εμπορικές πρακτικές της Κίνας» ή να κουνήσει το δάκτυλο για τα «ανθρώπινα δικαιώματα» Ουιγούρων αυτονομιστών στην βορειοδυτική επαρχία Σιντζιάνγκ.
- Την τακτική κλιμάκωσης της έντασης επιδιώκει ο Μπάιντεν και σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με τη Ρωσία ειδικά στο φόντο της επιδεινούμενης κρίσης στην Ουκρανία στο πλαίσιο μακροπρόθεσμης στρατηγικής διεύρυνσης του ΝΑΤΟ στην ανατολική Ευρώπη στο μαλακό υπογάστριο της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Οι ΗΠΑ είναι αποφασισμένες να κλιμακώσουν την αντιπαράθεση με τη Ρωσία παρά την εκπεφρασμένη επιθυμία του προέδρου Μπάιντεν για «σταθερές, προβλέψιμες σχέσεις» Ουάσιγκτον-Μόσχας. Αυτό αποδείχθηκε και κατά την συνέντευξη Τύπου που έδωσε ο Αμερικανός ηγέτης το βράδυ της 19ης Ιανουαρίου, με αφορμή τον ένα χρόνο στον προεδρικό θώκο των ΗΠΑ, αφενός προβλέποντας ως πιθανή μία νέα (έστω περιορισμένη) ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία, αφετέρου απειλώντας τη Μόσχα με πρωτοφανείς οικονομικές επιπτώσεις και «εξοστρακισμό» των ρωσικών τραπεζών από τις συναλλαγές με δολάρια.
Εάν μετά από όλα αυτά κάποιοι νομίζουν πως ο πρόεδρος «έχει καιρό μπροστά του» επειδή στο κάτω-κάτω αυτό που πέρασε είναι μόλις ο πρώτος χρόνος μίας τετραετούς θητείας, ας θυμηθούν τις επικείμενες ενδιάμεσες εκλογές του 2022.
Με δεδομένα τα παραπάνω «βαρίδια» εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, και την αναμενόμενα μεγαλύτερη φθορά της κυβέρνησής του, είναι πολύ πιθανή μία αλλαγή στο συσχετισμό δυνάμεων του κογκρέσου, τα δύο σώματα του οποίου (Βουλή Αντιπροσώπων και Γερουσία) τελούν σήμερα υπό τον έλεγχο των Δημοκρατικών.
Δεδομένου ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν δυσκολεύεται σήμερα πάρα πολύ να περάσει μία σειρά από σημαντικά νομοσχέδια, που υποτίθεται πως θα έκαναν τη διαφορά σε σχέση με τον προκάτοχό του, τότε δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε από νέα πιθανά αδιέξοδα και την υπόλοιπη τετραετία.
Δεν θα πρέπει δε να αποκλείουμε, πολύ περισσότερο, ούτε μία επαναφορά του Ντόναλντ Τραμπ στο προσκήνιο, δεδομένης της πολύ ισχυρής επιρροής που εξακολουθεί να διατηρεί σήμερα σε ένα μεγάλο κομμάτι του ρεπουμπλικανικού κόμματος.