Η νέα αποκάλυψη για τη δικαστική έρευνα για εκμετάλλευση εργαζομένων, το γνωστό caporalato, που ήλθε να ταρακουνήσει το Βένετο, ήλθε πρώτα πρώτα να υπενθυμίσει πως η τακτική της ανθρώπινης δουλείας δεν γνωρίζει γεωγραφικούς προσδιορισμούς. Δεν είναι εντοπισμένη μόνον στα αγροκτήματα του Νότου, όπου εργάζονται υπό απάνθρωπες συνθήκες μετανάστες -παράνομοι και μη. Η δίωξη που άσκησε η Εισαγγελία της Βιτσέντσα ενάντια σε τρία διευθυντικά στελέχη σε εταιρεία εμφιάλωσης νερών με χαμηλή περιεκτικότητα σε μεταλλικά στοιχεία στην Ποζίνα, καταρρίπτει επίσης και τον μύθο του «ενάρετου Βορρά».
Αυτόν ακριβώς που ξεκίνησε 40 χρόνια πριν, το 1982 με τη Liga Veneta, που διασάλπιζε την ανεξαρτησία (πρώτα της Βενετίας, μετά -καθώς ο Ουμπέρτο Μπόσι άρχιζε να ανατέλλει με τη Λέγκα στο Μιλάνο- ολάκερου του ιταλικού Βορρά) από την «ηγεμονία» της διεφθαρμένης Ρώμης, κραυγάζοντας: «Το Βένετο στους Βενετούς, έξω η Ρώμη». Η θρυλούμενη εντιμότητα των βορείων έναντι της οκνηρίας και των τεχνασμάτων των νότιων, αποτελεί και σήμερα το κυρίαρχο επιχείρημα για τη συγκέντρωση των πόρων και των ευκαιριών.
Το νέο κρούσμα του «caporalato» στην περιοχή, με επίκεντρο τη γνωστή για την εμπορική επωνυμία εταιρεία Acqua Lissa που συνδέεται με τον όμιλο Fonti di Posina spa και με κύριους εμπλεκόμενους τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου, τον διευθυντή του εργοστασίου και τον υπεύθυνο αποθήκης δείχνει επίσης πως το οικονομικό θαύμα του Βορρά στηρίζεται αποκλειστικά στην εκμετάλλευση και την παρανομία. Και όπως αποδεικνύουν κι άλλα δημοσιεύματα στον τοπικό Τύπο, δεν είναι το μόνο περιστατικό. Οι κατηγορίες ενάντια στους τρεις πρωταίτιους, όπως επίσης και κατά άλλων τεσσάρων συνεργατών τους είναι ιδιαίτερα βαριές: παράνομη, μεσιτεία και διακεκριμένη εκμετάλλευση εργαζομένων, σεξουαλική βία, υποβοήθηση στην παράνομη είσοδο και παραμονή στη χώρα ξένων εργατών, χρήση λαθραίας εργασίας, κατοχή και κατασκευή πλαστών εγγράφων ταυτότητας και παραχάραξη από ιδιώτες.
Τα ευρήματα των ερευνών είναι αποτροπιαστικά: Μολδαβοί εργαζόμενοι, που εισάγονταν με ψεύτικα έγγραφα ως «κοινοτικοί» Ρουμάνοι, ήταν αναγκασμένοι να υπομείνουν βάρδιες έως και 15 ώρες συνεχόμενα και κακομεταχείριση από «τα χέρια ανθρώπου» της εταιρείας, με τρόπο παράνομο στην Ιταλία (caporalato). Και το χειρότερο, ο ψυχολογικός και σεξουαλικός εκβιασμός των γυναικών εργατριών, αλλά και η απασχόληση ακόμη κι ανηλίκων υπό αυτές τις συνθήκες. Οι έρευνες ξεκίνησαν μετά την καταγγελία που υπέβαλαν τρεις εργαζόμενοι με μολδαβική υπηκοότητα, που, τυπικά, λογίζονταν ως εξωτερικοί συνεργάτες που ανήκαν σε έναν υπεργολαβικού συνεταιρισμού -με έδρα τη Λομβαρδία. Όμως σύμφωνα με την έρευνα, ο συνεταιρισμός ανήκε στην εταιρεία από τη Βιτσέντσα, που εδρεύει στην Κοιλάδα της Ποζίνα.
Οι έρευνες από την εισαγγελία στα «θολά νερά» της εταιρείας φαίνεται να έχουν αποκαλύψει κι άλλες παρανομίες. Αφορούν τον τόπο διαμονής των «εξωτερικών» συνεργατών της, όπως και για τους οδηγούς των περονοφόρων οχημάτων μεταφοράς (clark) που τα οδηγούσαν χωρίς να έχουν σχετική άδεια και δίπλωμα. Το πιο ανατριχιαστικό σημείο στην έρευνα είναι τα δύο επεισόδια σεξουαλικής βίας εκ μέρους του υπευθύνου του «caporalato», που υπέβαλε σε «σωματική δοκιμασία» νέοπροσληφθείσες. Ενώ αίσθηση προκαλεί και η «πρόσληψη» ανηλίκου -γεννημένου το 2003- την εποχή που αναφέρονται τα γεγονότα, για τον οποίο είχαν δηλωθεί ψευδή στοιχεία κι ηλικία, ώστε να δικαιολογηθεί η άδεια παραμονής κι εργασίας στην Ιταλία.
Φυσικά, η εταιρεία της Ποζίνα δηλώνει «άσχετη» κι άσπιλη και φορτώνει την ευθύνη στην «υπεργολαβική» εταιρεία με την οποία συνεργαζόταν. Ωστόσο, τα τοπικά γραφεία των συνδικάτων από τον Δεκέμβριο είχαν συστήσει τη γραμμή Sos Caporalato, γνωρίζοντας το φαινόμενο και τη διάδοσή του στην ιδιαίτερα βιομηχανική αυτή περιοχή και προτρέπει όλους όσοι υφίστανται τις απάνθρωπες τούτες πρακτικές εκμετάλλευσης να το καταγγέλλουν στις εργατικές ενώσεις.
Η εν λόγω υπόθεση έρχεται να επικυρώσει τη διαπιστωμένη εκμετάλλευση ξένων εργαζομένων, μέσα από πρακτικές που είτε αγγίζουν την παρανομία -όπως στο Βένετο- είτε ακροβατούν στη μεθόριο (borderline) της νομιμότητας των «αυτοαπασχολούμενων». Όπως η εκκωφαντική περίπτωση των διανομέων κατά την οποία είχαν καταδικασθεί δύο εταιρείες για τακτικές ισοδύναμες του «caporalato» στις 15 Οκτωβρίου, καθώς η δικαστής αναγνώρισε την επίφαση του σχήματος της «διανομής» της εργασίας στους διανομείς, με τα εξαντλητικά ωράρια για να φθάσουν τα πενιχρά μεροκάματα, που προσομοιάζει με τη δουλοπαροικία των μεταναστών στα αγροκτήματα του Νότου.
Την ίδια στιγμή, η αποκάλυψη τούτη μπορεί κάλλιστα επίσης να συνδυασθεί με τις επιδεινούμενες συνθήκες της εργασίας και την αδυναμία μίας εγγυημένης προστασίας των «αυτοαπασχολούμενων» ή των «εξωτερικών» και πρόσκαιρων εργαζομένων – του επικρατούντος δηλαδή μοντέλου απασχόλησης που αρχίζει να γίνεται γενικός κανόνας στη μετά-covid αγορά εργασίας στην Ιταλία. Και μάλιστα, αναδεικνύει τις δομικές ανισότητες στο πεδίο της εργασίας, τόσο στις προσλήψεις, όσο και στις αμοιβές, μεταξύ ανδρών και γυναικών. Η εκμετάλλευση των Μολδαβών γυναικών στο Βένετο δεν μπορεί να εξετασθεί ανεξάρτητα από τη γενικότερη εκμετάλλευση και τις διακρίσεις απέναντι στις γυναίκες που καταγράφονται στις ειδικές έρευνες.
Είναι ενδεικτικό πως στην πρώτη χρονιά της πανδημίας, που αποδείχθηκε καταστροφική για την αγορά εργασίας, από τις 440.000 θέσεις εργασίας που χάθηκαν ολοκληρωτικά, οι 312.000 αφορούσαν γυναίκες. Μάλιστα για τον Νότο ήταν πανεύκολο να «διαγραφούν» μονοκοντυλιά 200.000 γυναίκες από τις θέσεις εργασίας, χάρις στο εκτεταμένο μοντέλο της προσωρινής εργασίας ή με σύμβαση έργου απασχόληση, που δεν εγγυάται τίποτε στον εργαζόμενο.
Ενώ και το 2021, οπότε και θρυλείται πως επανήλθε η «ανάπτυξη» (η γνωστή σοφιστεία του δοτού πρωθυπουργού Μάριο Ντράγκι για 6,5%, χάρις στην αποσιώπηση του γεγονότος ότι η ύφεση τον προηγούμενο χρόνο ήταν 9,5%!) το ισοζύγιο των προσλήψεων ήταν δυσμενές για τις γυναίκες. Από τις 3.330.000 νέες θέσεις εργασίας, μόλις το 39,6% εξ αυτών αφορούσαν γυναίκες. Αλλά και σήμερα ο δείκτης απασχόλησης για τους άνδρες ανέρχεται στο 68% ενώ το ίδιο ποσοστό για τις γυναίκες δεν πλησιάζει το 50%. Μία κατάσταση, που ούτε το νέο ευρωπαϊκό Σχέδιο για την Ισότητα δύναται να αντιμετωπίσει, όσο παραμένει αυτό το μοντέλο εργασίας, με βάση την πρόσκαιρη απασχόληση (precariato) κι όχι μόνον για τις γυναίκες, αλλά κυρίως γι’ αυτές.
Η βαρβαρότητα, με την οποία η παρούσα κρίση έπληξε και συνεχίζει να επηρεάζει το πεδίο της εργασίας, ιδίως των γυναικών, καταδεικνύει την ανεπάρκεια ή την εγγενή αδιαφορία στις πολιτικές που εφαρμόζουν τα τελευταία χρόνια οι διάφορες κυβερνήσεις. Ιδίως από τον σημερινό, επιβεβλημένο, πρωθυπουργό και ίσως μελλοντικό πρόεδρο Ντράγκι, με τον στοχευόμενο υπέρ της εργοδοσίας προϋπολογισμού του, που συνεχίζει την πολιτική του ταξικού και περιφερειακού διαχωρισμού, παρά τις διακηρύξεις για την επαναβιομηχάνιση του Νότου. Μία πολιτική του «άρατε πύλας» στις απολύσεις, την απορρύθμιση του συνταξιοδοτικού – με αύξηση των ορίων, δυσκολεύοντας, έως της παραίτησης, ιδίως την μελλοντική κατοχύρωση των νέων, ευέλικτα εργαζόμενων και ανασφάλιστων. Μια πολιτική που περικόπτει το εισόδημα των πολιτών (μικρότερο κατώτατο εγγυημένο εισόδημα, ταμεία ανεργίας) και που ευνοεί τις ιδιωτικοποιήσεις ως μέτρο για την ενίσχυση του ανταγωνισμού, που όμως οδήγησαν σε αθρόες απολύσεις και μετεγκαταστάσεις πολυεθνικών σε άλλες χώρες.
Κι αυτές οι διακρίσεις στην εργασία επιδεινώνονται με τους θεσπισμένους περιορισμούς στις γονικές άδειες και τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος, που θεσπίζει ετεροβαρείς μειώσεις φόρου που ωφελούν τα μεγάλα εισοδήματα. Την ίδια στιγμή που το υψηλό κόστος ζωής φτωχοποιεί όλο και μεγαλύτερα κλάσματα του ιταλικού πληθυσμού.
*Το έργο στην κεντρική φωτογραφία ανήκει στον Αλεσάντρο Κολονέτα από το Τορίνο (2016)