ΑΘΗΝΑ
21:07
|
05.07.2024
Οι δρόμοι άδειασαν και τα καταστήματα έκλεισαν καθώς οι πολίτες αψήφησαν τις εντολές της χούντας.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Οι δρόμοι άδειασαν και τα καταστήματα έκλεισαν σήμερα, επέτειο ενός χρόνου από το πραξικόπημα, σε όλη τη Μιανμάρ, καθώς οι πολίτες αψήφησαν τις εντολές της χούντας να συνεχίσουν τις δουλειές τους πραγματοποιώντας μια σιωπηλή απεργία.

Η Ρανγκούν, η οικονομική πρωτεύουσα της χώρας, ήταν το πρωί έρημη, με πολλά καταστήματα να έχουν μείνει κλειστά παρά τις απειλές του καθεστώτος που έχει διατάξει τα καταστήματα να παραμείνουν και έχει απαγορεύσει κάθε είδους κινητοποίηση. Παρόλες τις απειλές, όμως, οι δρόμοι του εμπορικού κόμβου Γιανγκόν άρχισαν να αδειάζουν στις 10 το πρωί, ανέφεραν ανταποκριτές του Γαλλικού Πρακτορείου, μια σκηνή που επαναλήφθηκε στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας Μανταλάι και σε άλλες πόλεις.

Παρόλες τις απαγορεύσεις, τοπικά μέσα ενημέρωσης έδειξαν μεμονωμένα πλάνα στη Γιανγκόν και στο Μανταλέι, με διαδηλωτές να ανοίγουν πανό υπέρ της δημοκρατίας και να πετούν φωτοβολίδες.

Μετά το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου 2021 εναντίον της Αούνγκ Σαν Σου Τσι έχουν πραγματοποιηθεί πολλές σιωπηλές απεργίες, μία εκ των οποίων τον Δεκέμβριο στη διάρκεια της οποίας άδειασαν οι δρόμοι της χώρας. Οι στρατηγοί είχαν προειδοποιήσει τότε ότι πλέον τέτοιου είδους ενέργειες ενδέχεται να χαρακτηρίζονται εσχάτη προδοσία. Επίσης είχαν απειλήσει να πάρουν τον έλεγχο των καταστημάτων που μένουν κλειστά.

Σε σχόλια που δημοσιεύθηκαν, ο επικεφαλής της χούντας  της χούντας Μιν Αούνγκ Χλάινγκ επανέλαβε τον ισχυρισμό του στρατού ότι αναγκάστηκε να αναλάβει την εξουσία μετά από εκλογική νοθεία στις εκλογές του 2020, που οι διεθνείς παρατηρητές είπαν ότι ήταν σε μεγάλο βαθμό ελεύθερες και δίκαιες, ενώ σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Global New Light, δεσμεύθηκε σε να οργανώσει «ελεύθερες και δίκαιες» εκλογές «μόλις η κατάσταση ηρεμήσει και σταθεροποιηθεί».

Την ώρα που τμήματα της χώρας βρίσκονται υπό τον έλεγχο των αντιπραξικοπηματιών, ο στρατός, στην προσπάθειά του να περιορίσει τις αντιδράσεις και τις καθημερινές διαμαρτυρίες, έχει δολοφονήσει, σύμφωνα με τοπική ομάδα παρακολούθησης των δημοκρατικών δικαιωμάτων, περισσότερους από 1.500 αμάχους, ενώ σχεδόν 9.000 κρατούνται στις φυλακές και σωρεία περιστατικών βασανιστηρίων και εξωδικαστικών εκτελέσεων έχουν δει το φως της δημοσιότητας.

Διεθνείς πιέσεις

Μπροστά στην αύξηση της βίας η διεθνής κοινότητα ενίσχυσε χθες Δευτέρα την πίεση της προς το καθεστώς.

Ο ΟΗΕ ανακοίνωσε ότι θα ερευνήσει αν διαπράχθηκαν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

« Η διεθνής δικαιοσύνη έχει πολύ μακρά μνήμη», προειδοποίησε ο Νίκολας Κούμζιαν επικεφαλής του ανεξάρτητου μηχανισμού έρευνας του ΟΗΕ για τη Μιανμάρ. Ο μηχανισμός αυτός, που συστήθηκε από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2018, συγκεντρώνει στοιχεία προκειμένου να μπορούν να ασκηθούν διώξεις.

Οι ΗΠΑ από την πλευρά τους επέβαλαν, σε συντονισμό με τη Βρετανία και τον Καναδά, νέες οικονομικές κυρώσεις στη Μιανμάρ. Στόχος των κυρώσεων είναι επτά πρόσωπα και δύο οντότητες  «που συνδέονται με το στρατιωτικό καθεστώς στη Μιανμάρ», αλλά και οι πλέον υψηλόβαθμοι δικαστικοί της χώρας, ο γενικός εισαγγελέας, ο πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου και ο επικεφαλής της επιτροπής κατά της διαφθοράς, σύμφωνα με ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών.

Το Λονδίνο «θα υπερασπίζεται πάντα το δικαίωμα στην ελευθερία (…) Θα αναγκάσουμε αυτό το βίαιο και κατασταλτικό καθεστώς να λογοδοτήσει», υποσχέθηκε η Βρετανίδα υπουργός Εξωτερικών Λις Τρας, ενώ σε κοινή τους ανακοίνωση οι υπουργοί Εξωτερικών της Αυστραλίας, της Βρετανίας, της Νότιας Κορέας, των ΗΠΑ, του Καναδά και της ΕΕ κάλεσαν τη διεθνή κοινότητα να σταματήσει τη ροή  όπλων και εξοπλισμού προς τους στρατιωτικούς στη Μιανμάρ.

Πολλές μη κυβερνητικές οργανώσεις χαρακτηρίζουν όλες τις παραπάνω αντιδράσεις «πΠολύ ήπιες και ζητούν από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να επιβάλει διεθνές εμπάργκο στις εξαγωγές όπλων προς τη Μιανμάρ.

Ακόμα μια δίκη για την πρώην ηγέτη της χώρας

Μετά το πραξικόπημα που έβαλε τέλος σε μια δεκαετή δημοκρατική παρένθεση στη χώρα, η 76χρονη Αούνγκ Σαν Σου Τσι βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό σε άγνωστη τοποθεσία.

Εναντίον της βραβευμένης με Νόμπελ Ειρήνης πολιτικού έχουν απαγγελθεί πολλές κατηγορίες (παραβίαση της νομοθεσίας περί κρατικών μυστικών, εκλογική νοθεία, στάση, υποκίνηση σε ταραχές, διαφθορά…). Χθες της απαγγέλθηκαν νέες κατηγορίες, αυτή τη φορά επειδή άσκησε πίεση στην εκλογική επιτροπή στις βουλευτικές εκλογές του 2020, τις οποίες κέρδισε το κόμμα της.

Ήδη η Σου Τσι έχει καταδικαστεί σε έξι χρόνια κάθειρξη και κινδυνεύει να της επιβληθούν και άλλες ποινές.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Χειμάρρα: Στις 4 Αυγούστου εκλογές μετά την καθαίρεση Μπελέρη

Βουλγαρία: Ανακαλύφθηκε μαρμάρινο άγαλμα 2 μ. που απεικονίζει τον θεό Ερμή

Καστοριά: Ιδρύεται σχολή Αστυφυλάκων

Τέξας: Καρχαρίας επιτέθηκε σε τέσσερις ανθρώπους σε παραλία

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα