Σε άρθρο του την Τρίτη στον Guardian, ο Μπέρνι Σάντερς κρούει τον «κώδωνα» του κινδύνου για την έκρυθμη κατάσταση στην Ανατολική Ευρώπη, αφήνοντας σοβαρές αιχμές για την εξωτερική πολιτική που ακολουθείται τον τελευταίο καιρό στο ουκρανικό ζήτημα από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Ο Αμερικανός γερουσιαστής επισημαίνει ακόμα και τον κίνδυνο ενός νέου παγκόσμιου πολέμου με καταστροφικές συνέπειες για τον πλανήτη, επισημαίνοντας πως ποτέ στην ιστορία οι πολεμικές συρράξεις δεν είχαν την έκβαση που σχεδίαζαν οι «ειδικοί».
Ειδικότερα για την περίπτωση μιας πολεμικής διαμάχης στην Ουκρανία, ο Μπέρνι Σάντερς σημειώνει: «Κανείς δεν ξέρει ακριβώς ποιο θα ήταν το ανθρώπινο κόστος ενός τέτοιου πολέμου. Ωστόσο, υπάρχουν εκτιμήσεις ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν πάνω από 50.000 θύματα αμάχων στην Ουκρανία και εκατομμύρια πρόσφυγες να πλημμυρίσουν τις γειτονικές χώρες. Επιπλέον, φυσικά, θα υπήρχαν πολλές χιλιάδες θάνατοι Ουκρανών και Ρώσων. Υπάρχει επίσης η πιθανότητα αυτός ο «περιφερειακός» πόλεμος να κλιμακωθεί σε άλλα μέρη της Ευρώπης. Αυτό που μπορεί να συμβεί τότε είναι ακόμα πιο τρομακτικό.»
Το στέλεχος των Δημοκρατικών προειδοποιεί επίσης, στο ίδιο πλαίσιο, πως ενδεχόμενες οικονομικές κυρώσεις απέναντι στη Ρωσία θα μπορούσαν να έχουν αλυσιδωτές καταστροφικές επιδράσεις στην παγκόσμια οικονομία, αλλά και στην προσπάθεια που γίνεται διεθνώς για την αντιμετώπιση της κλιματικής και υγειονομικής κρίσης.
Επιπλέον, την ίδια στιγμή που καταλογίζει στον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν την απόλυτη ευθύνη για την αφετηρία της διαμάχης, ασκεί κριτική στις «πολεμοχαρείς» φωνές στο εσωτερικό των ΗΠΑ, επισημαίνοντας πως θα πρέπει να υπάρξει κατανόηση και στις αιτιάσεις της Ρωσίας αναφορικά με την ασφάλειά της. «Είναι καλό να γνωρίζουμε λίγη ιστορία. Όταν η Ουκρανία έγινε ανεξάρτητη μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, οι Ρώσοι ηγέτες κατέστησαν σαφείς τις ανησυχίες τους σχετικά με την προοπτική των πρώην σοβιετικών κρατών να γίνουν μέρος του ΝΑΤΟ και να τοποθετήσουν εχθρικές στρατιωτικές δυνάμεις κατά μήκος των συνόρων της Ρωσίας. Οι ηγέτες των ΗΠΑ αναγνώρισαν αυτές τις ανησυχίες ως θεμιτές εκείνη την εποχή. Εξακολουθούν και σήμερα να είναι εύλογες ανησυχίες. Η εισβολή στην Ουκρανία δεν μπορεί να είναι η απάντηση. Ούτε όμως και η αδιαλλαξία του ΝΑΤΟ. Είναι επίσης σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η Φινλανδία, μια από τις πιο ανεπτυγμένες και δημοκρατικές χώρες στον κόσμο, συνορεύει με τη Ρωσία και επέλεξε να μην είναι μέλος του ΝΑΤΟ.» Και προσθέτει: «Για να το θέσουμε απλά, ακόμα κι αν η Ρωσία δεν διοικούνταν από έναν διεφθαρμένο αυταρχικό ηγέτη όπως ο Βλαντιμίρ Πούτιν, η Ρωσία, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα εξακολουθούσε να ενδιαφέρεται για τις πολιτικές ασφαλείας των γειτόνων της.»
Ο Σάντερς καταλήγει πως θα πρέπει η αμερικανική εξωτερική πολιτική να πετύχει στο διπλωματικό επίπεδο να αποφευχθεί η σύγκρουση και ταυτόχρονα να διαφυλαχθεί η κυριαρχία και η ακεραιότητα της Ουκρανίας.
ΠΗΓΗ: Τhe Guardian