Είναι εντελώς αδύνατο να καταλάβει κανείς την ουκρανική κρίση, αν θεωρήσει ότι η ιστορία ξεκινάει προχτές, με τη ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία, αν δεν γνωρίζει τα αίτια και το πώς φτάσαμε εδώ.
Ασφαλώς επιθετική, αν κριθεί με «τοπικά» κριτήρια, η επέμβαση της Μόσχας έχει αμυντικά χαρακτηριστικά στην πραγματικότητα, αν εξετασθεί από ιστορική και διεθνή άποψη. Δεν το γράφουμε για να τη δικαιολογήσουμε, αλλά για να καταλάβουμε και να ερμηνεύσουμε το τι συμβαίνει και τι μπορεί να συμβεί. Αλλιώς θα καταλήξουμε στις αρλούμπες διάφορων δημοσιογράφων, όπως μία στο ΣΚΑΪ, που μιλούσε για «τρέλα» του Πούτιν, ή διαφόρων «διεθνολόγων» της πυρκαγιάς, όπως αυτός που μας έλεγε από το MEGA ότι ο Πούτιν είναι «Χίτλερ», καυτηριάζοντας μάλιστα τη Δύση γιατί δεν κάνει ό,τι έκανε και στον Χίτλερ (κάτι που κυριολεκτικά σημαίνει τον τρίτο παγκόσμιο πόλεμο, δηλαδή την καταστροφή της ανθρωπότητας!). Με αυτά που ακούνε και διαβάζουν από τα ΜΜΕ οι Έλληνες, απορώ πώς εξακολουθεί και δεν έχει βαθιά διαταραχθεί η πνευματική μας υγεία.
Ούτε η Ρωσία θέλει βέβαια την Ουκρανία για αγορά και για αυτό επενέβη. Η Ουκρανία είναι ήδη μια απολύτως κατεστραμμένη χώρα, βάρος και όχι όφελος για τη Μόσχα αν την ελέγξει. Δεν την κατέστρεψε άλλωστε η Ρωσία, προηγήθηκε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, πολύ αποτελεσματικότερο οποιασδήποτε εισβολής.
Επειδή μερικοί μπορεί να πουν τώρα ότι δεν ξέρω τι λέω, θα τους απαντήσω ότι η παρούσα ουκρανική κρίση ήταν και απολύτως προβλέψιμη και απολύτως αποτρέψιμη. Και μάλιστα δεν θα το κάνω βασισμένος στις δικές μου ιδέες και συλλογισμούς, ή κανέναν ριζοσπάστη περιθωριακό, αλλά στο τι λένε διακεκριμένες προσωπικότητες του δυτικού κόσμου, όπως για παράδειγμα ο ίδιος ο τωρινός αρχηγός της CIA, ο Χένρι Κίσινγκερ ή ο Τζορτζ Κέναν.
Και θα μπορούσε ακόμα και τώρα να περιοριστεί τουλάχιστον η ουκρανική τραγωδία, να ανοίξει ο δρόμος για μια ειρηνική λύση. Για παράδειγμα χτες Σάββατο, τα μέλη του ΝΑΤΟ, περιλαμβανομένης της Γερμανίας, ιστορικής κοιτίδας του Ναζισμού, που χρωστάει στη Μόσχα το ότι είναι ενωμένη σήμερα, αποφάσισαν την αποστολή όπλων στην Ουκρανία. Οι Ουκρανοί όμως δεν μπορούν να νικήσουν τον ρωσικό στρατό. Το μόνο που μπορούν να κάνουν αυτά τα όπλα είναι να διευρύνουν την αιματοχυσία στην Ουκρανία. Αν πράγματι ενδιαφέρονταν για την ειρήνη τα μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ θα έπρεπε, αντί για όπλα να σκοτωθούν Ουκρανοί και Ρώσοι, να στείλουν μάλλον μεσολαβητές στο Κίεβο και τη Μόσχα και να δηλώσουν ότι δεν πρέπει να ενταχθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ (κάτι που ούτως ή άλλως δεν θα γίνει) και ότι η χώρα μπορεί να διατηρήσει ένα ουδέτερο καθεστώς. Δεν πρόκειται για καμιά ριζοσπαστική πρόταση. Την έκανε και ο ίδιος ο Χένρι Κίσινγκερ το 2014, προτείνοντας τη «φινλανδοποίηση» της Ουκρανίας. . Φαίνεται όμως ότι τα πραγματικά αφεντικά της Δύσης, που δεν είναι βέβαια τα μάλλον γελοία ανθρωπάκια, οι διάφοροι Σολτς και Μακρόν, δεν επιτρέπουν στις κατ’ όνομα ηγεσίες των ευρωπαϊκών κρατών τέτοιες πρωτοβουλίες. Κι όχι μόνο ρίχνουν λάδι στη φωτιά της Ουκρανίας, για την οποία δήθεν κόπτονται, αλλά και παίρνουν μέτρα που απειλούν να οδηγήσουν σε μεγάλο Οικονομικό Κραχ την ανθρωπότητα και την ίδια την Ευρώπη, αλλά και να μας φέρνουν κοντύτερα στην καταστροφή του ανθρώπινου είδους μέσα από τον τρίτο, πυρηνικό παγκόσμιο πόλεμο.
Τι έγραφε ο αρχηγός της CIA
Το ότι η παρούσα ουκρανική κρίση ήταν και προβλέψιμη και αποτρέψιμη δεν το λέω εγώ. Ο νυν αρχηγός της CIA Ουίλιαμ Μπερνς, γράφει στην κυβέρνησή του, ήδη από το 1995, ότι «η εχθρότητα προς την επέκταση του ΝΑΤΟ είναι αισθητή σχεδόν καθολικά σε όλο το πολιτικό φάσμα εδώ». Δεν υπάρχει ακόμα κανένας Πούτιν, ο φιλοαμερικανός Γέλτσιν κυβερνά μια Ρωσία – Μπανανία το 1995. Ο Μπερνς χαρακτηρίζει την απόφαση της κυβέρνησης Κλίντον να εντάξει την Πολωνία, την Ουγγαρία και την Τσεχία στο ΝΑΤΟ, «πρόωρη στην καλύτερη περίπτωση και αχρείαστα προκλητική στη χειρότερη» και προειδοποιεί για σύννεφα καταιγίδας που μαζεύονται σιγά – σιγά και θα αφήσουν το αποτύπωμά τους για δεκαετίες στις αμερικανορωσικές σχέσεις. Και σε ένα άλλο υπόμνημά του, από το 2008, παρατηρεί: «Δεν έχω βρει ούτε έναν Ρώσο, ούτε καν ανάμεσα στους πιο σκληρούς φιλελεύθερους επικριτές του Πούτιν που να θεωρεί την ένταξη της Ουκρανίας τίποτα λιγότερο από μια ευθεία πρόκληση στα ρωσικά συμφέροντα».
Κέναν και Μάτλοκ
«Πατριάρχης» της αμερικανικής διπλωματίας και ο διαμορφωτής της
αμερικανικής στρατηγικής της ανάσχεσης απέναντι στην ΕΣΣΔ μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Τζορτζ Κέναν χαρακτηρίζει τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ (στην Ανατολική Ευρώπη, όχι στις πρώην σοβιετικές Δημοκρατίες της Ουκρανίας και της Γεωργίας) ως «αρχή ενός νέου Ψυχρού Πολέμου» και ένα «τραγικό σφάλμα». Προσθέτει ότι «δεν υπήρχε ο παραμικρός λόγος για να γίνει αυτό. Κανένας δεν απειλούσε κανένα. Αυτή η επέκταση (του ΝΑΤΟ) θα κάνει τους Πατέρες Ιδρυτές (του αμερικανικού έθνους) να γυρνάνε στους τάφους τους».
Ειδικός στα θέματα της ΕΣΣΔ και Πρέσβης των ΗΠΑ στη Μόσχα στην πιο κρίσιμη περίοδο του ύστερου 20ού αιώνα (1987-91), ο Τζακ Μάτλοκ κατέθεσε το 1997 ενώπιον της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας: «Θεωρώ την πρόταση της κυβέρνησης να δεχτούμε νέα μέλη στο ΝΑΤΟ εσφαλμένη αυτή τη στιγμή. Αν γίνει δεκτή από τη Γερουσία μπορεί κάλλιστα να μείνει στην ιστορία ως η πιο βαθιά στρατηγική γκάφα μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Μακράν του να βελτιώσει την ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών, των συμμάχων τους και των εθνών που επιθυμούν να ενταχθούν στην συμμαχία θα μπορούσε να ενθαρρύνει μια αλυσίδα γεγονότων που θα μπορούσαν να παράγουν τη πιο σοβαρή απειλή ασφάλειας προς αυτό το έθνος (τις ΗΠΑ) από τότε που κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση». Αυτά σημειωτέον ειπώθηκαν σε μια εποχή που δεν διανοούνταν ακόμα κανένας να φανταστεί ότι το ΝΑΤΟ θα ήθελε να φτάσει βαθειά στο έδαφος της πρώην ΕΣΣΔ.
Θα μπορούσαμε να πολλαπλασιάσουμε τις αναφορές, αλλά δεν νομίζουμε ότι χρειάζεται. Το βέβαιο είναι ότι τα «αφεντικά» είχαν σαφέστατη συνείδηση ότι βαδίζοντας στο δρόμο αυτό πήγαιναν σε σύγκρουση με τη Ρωσία, σύγκρουση που τώρα λαμβάνει χώρα στην Ουκρανία. Υποθέτουμε ότι το έκαναν γιατί το ήθελαν, όχι γιατί δεν το περίμεναν.
Και υπέρ αυτής της άποψης συνηγορεί το γεγονός ότι ο Ντέιβιντ Ιγκνάτιους, επικεφαλής των «σκληρών», άτυπος εκπρόσωπος της CIA, που θέλει να εμφανίζεται ως ο «νέος Μπρζεζίνσκι» έγραψε ένα άρθρο στην «Ουάσιγκτον Ποστ», εξηγώντας περίπου που θα μπορούσε η Αμερική να μπλέξει τη Ρωσία σε ένα νέο «Ιράκ ή Αφγανιστάν» στο κέντρο της Ευρώπης.
Οι υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν και η διαρκής περικύκλωση
Όπως έχουμε εξηγήσει επανειλημμένα, η Ρωσία και όλη η πρώην Σοβιετική Ένωση ήταν η πιο φιλοαμερικανική χώρα στον κόσμο το 1990-91. Για να φτάσουμε στο σημείο που φτάσαμε τώρα προηγήθηκαν πολλά πράγματα, αρχής γενομένης από τη μη τήρηση των ρητών υποσχέσεων των Δυτικών ότι δεν θα επεκταθεί ούτε ίντσα το ΝΑΤΟ προς Ανατολάς. Τα γεγονότα έχουν συζητηθεί αρκετά και τεκμηριωθεί απολύτως και δεν υπάρχει λόγος να επανέλθουμε εδώ. Τελευταία προστέθηκε και ο Γάλλος πρώην υπουργός Εξωτερικών του Μιτεράν, ο Ρολάν Ντιμάς, που επιβεβαίωσε το αληθές των υποσχέσεων που δόθηκαν τότε σε αντάλλαγμα της γερμανικής ενοποίησης.
Όχι μόνο οι υποσχέσεις δεν τηρήθηκαν, όχι μόνο το ΝΑΤΟ κοντεύει τώρα να φτάσει στα περίχωρα της Μόσχας αλλά και:
- Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους επετέθησαν και κατέστρεψαν, παραβιάζοντας ωμά το διεθνές δίκαιο και περιφρονώντας το ΣΑ του ΟΗΕ, μια σειρά χωρών – συμμάχων ή φιλικών προς τη Ρωσία (Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Συρία, Λιβύη).
- Οι ΗΠΑ κατήγγειλαν μονομερώς και αποχώρησαν από τις πιο θεμελιώδεις συμφωνίες για τον έλεγχο των εξοπλισμών όπως η συμφωνία απαγόρευσης των αντιβαλλιστικών όπλων (ΑΒΜ), η συμφωνία για την απαγόρευση των όπλων μέσου βεληνεκούς (INF) και η συμφωνία των Ανοιχτών Ουρανών, που επέτρεπε πτήσεις επαλήθευσης πάνω από τις χώρες. Τίθεται το ερώτημα αναπόφευκτα, γιατί παραιτήθηκαν από όλους τους περιορισμούς και τους ελέγχους, που οι ίδιοι μάλιστα είχαν προτείνει, αν δεν επιθυμούν μια αιφνιδιαστική πυρηνική επίθεση κατά της Ρωσίας;
- Η Ουάσιγκτον οργάνωσε πραξικόπημα στο Κίεβο το 2014, εγκαθιστώντας ένα ακροδεξιό εθνικιστικό καθεστώς, με τη βοήθεια νεοναζιστικών πολιτοφυλακών, και τορπιλίζοντας την ειρηνευτική συμφωνία που έκλεισαν οι Ευρωπαίοι Υπουργοί Εξωτερικών. Το καθεστώς που πήρε την εξουσία στο Κίεβο ανέλαβε εκστρατεία τρόμου εναντίον των ρωσικών πληθυσμών στην ανατολική Ουκρανία και κάθε αντιφρονούντα σε όλη τη χώρα, περιλαμβανομένων μαζικών σφαγών, όπως στην Οδησσό. Δείτε για την Ουκρανία το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του μεγάλου Αμερικανού κινηματογραφιστή Όλιβερ Στόουν.
- Γαλλία και Γερμανία μεσολάβησαν για να υπογραφούν οι συμφωνίες του Μινσκ για τη λύση του ουκρανικού, συμφωνίες που όμως δεν εφάρμοσε ποτέ η ουκρανική κυβέρνηση.
- Οι Ηνωμένες Πολιτείες βομβάρδισαν το 2017 και το 2018 τη Συρία παρά την ύπαρξη εκεί ρωσικών στρατευμάτων, δημιουργώντας τόσο στο Κρεμλίνο όσο και στην ηγεσία των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων την πεποίθηση ότι είναι πολύ πιθανή μια πυρηνική στρατιωτική επίθεση των ΗΠΑ εναντίον της Ρωσίας. Ταυτόχρονα με αυτούς τους βομβαρδισμούς, η κυβέρνηση Τραμπ υιοθέτησε ένα νέο στρατηγικό δόγμα που αναγορεύει τη Ρωσία και την Κίνα, ως τους κύριους αντιπάλους της Αμερικής.
- Το «κερασάκι στην τούρτα» (και αποφασιστικός παράγων, αν τουλάχιστον πιστέψουμε την εκπρόσωπο του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών) ήταν η δήλωση του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι ότι θέλει να αποκτήσει η χώρα του πυρηνικά όπλα.
Φαίνεται ότι το Κρεμλίνο θεώρησε ότι η παγίωση ενός εχθρικού καθεστώτος στα σύνορά του, σε μια χώρα με 2.000 χλμ, σύνορα με τη Ρωσία και από όπου οι πύραυλοι μπορούν να πλήξουν τη Μόσχα σε τέσσερα λεπτά ήταν «casus belli», και δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή. Έτσι φτάσαμε στη ρωσική στρατιωτική επέμβαση.
Αυτά όλα μας επιτρέπουν να καταλάβουμε καλύτερα τι και γιατί συμβαίνει τώρα στην Ουκρανία. Δεν σημαίνει αυτό ότι η ρωσική επέμβαση δεν παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, ούτε ότι ήταν αναγκαστικά η καλύτερη απάντηση που μπορούσε να δώσει η Μόσχα στην πραγματική απειλή εθνικής ασφαλείας που υφίσταται, ακόμα και από την άποψη των συμφερόντων του ουκρανικού, του ρωσικού και των υπολοίπων λαών της πρώην ΕΣΣΔ.
Το διεθνές δίκαιο
Είναι προφανές ότι η ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Πρέπει όμως να κάνουμε εδώ δύο κρίσιμες επισημάνσεις. Ο δυτικός κόσμος έχει χάσει προ πολλού το δικαίωμα να επικρίνει άλλους για παραβίαση του διεθνούς δικαίου, επί τη βάσει του τερατώδους απολογισμού της δικής του δράσης κατά τον 20ο αιώνα (οι ΗΠΑ έκαναν 191 μικρές ή μεγάλες επεμβάσεις ανά την υφήλιο για να ανατρέψουν ή να επιβάλλουν κυβερνήσεις της αρεσκείας του, μεταξύ των οποίων η επέμβαση στην Ελλάδα το 1967 για την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας, το πραξικόπημα και οι απόπειρες δολοφονίας του Προέδρου της Κύπρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και η ενθάρρυνση στην Τουρκία να απειλήσει επανειλημμένως την Ελλάδα, να οργανώσει τα πογκρόμ των Ελλήνων της Πόλης και να εισβάλλει στην Κύπρο. Μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, το 1991, οι ΗΠΑ διέλυσαν τη Γιουγκοσλαβία και ισοπέδωσαν κυριολεκτικά τη μισή Μέση Ανατολή και πέραν αυτής.
Στην πραγματικότητα, οι αναφορές της Δύσης στο διεθνές δίκαιο, τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα συνιστούν μια εξαιρετικά κυνική άσκηση ψευδολογίας, που έρχεται σε αντίθεση ακόμα και με τις ίδιες τις αρχές που είναι στο θεμέλιο της επίσημης ιδεολογίας της Δύσης, όσο καιρό δεν πάμε σε ανοιχτό Φασισμό, κάτι που δεν πρέπει καθόλου να αποκλείουμε πλέον. Και αποτελούν χείριστη υπηρεσία προς το διεθνές δίκαιο, τον ανθρωπισμό και τη δημοκρατία, γιατί μεγάλες μάζες ανθρώπων ανά την υφήλιο αρχίζουν να πιστεύουν ότι δεν πρόκειται παρά για απάτες που κρύβουν επικίνδυνα σχέδια και εγκληματικές προθέσεις.
Αν κάποιος ενδιαφέρεται πραγματικά και όχι εικονικά να διασφαλίσει την παγκόσμια ειρήνη και την τήρηση του διεθνούς δικαίου, οφείλει με την πολιτική του να δημιουργεί τις συνθήκες που καμία δύναμη να μη νοιώθει στριμωγμένη στον τοίχο και υποχρεωμένη (γιατί έτσι η ίδια αντιλαμβάνεται την κατάσταση) να προχωρά σε απονενοημένα διαβήματα, όπως αυτό της Ρωσίας στην Ουκρανία. ‘Όταν σε απειλώ με κάθε τρόπο χρόνια και χρόνια, είναι μάλλον υποκριτικό να σου ζητήσω να σεβαστείς όλους τους κανόνες του «σαβουάρ βιβρ» που έχω ο ίδιος μαζικά καταπατήσει επί τρεις δεκαετίες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ρωσική επέμβαση είναι μια υψηλού ρίσκου κίνηση. Μην έχοντας όλα τα δεδομένα της υπόθεσης, μη γνωρίζοντας αν εξαντλήθηκαν προηγουμένως όλα τα περιθώρια μιας διαφορετικής αντιμετώπισης και αν έγινε πλήρης εκμετάλλευση της ευκαιρίας που συνιστούσε η εμφάνιση μιας έστω δειλής μεταρρυθμιστικής κίνησης στο ίδιο του κέντρο του καπιταλιστικού κόσμου, δεν είμαι σε θέση να έχω μια αποφασιστική γνώμη για την αποτελεσματικότητα των επιλογών της Μόσχας. Αν πάντως η ρωσική ηγεσία υποτιμήσει τη δύναμη του ουκρανικού εθνισμού θα επαναλάβει το σφάλμα (αν ήταν σφάλμα) που έκαναν οι Αμερικανοί όταν υποτίμησαν τη δύναμη του ρωσικού εθνισμού. Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος η επιχείρηση αυτή να δημιουργήσει ένα δύσκολα γεφυρώσιμο χάσμα ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα σλαβικά και σοβιετικά έθνη. Το πρόβλημα με αυτού του είδους τις επεμβάσεις είναι ότι μπορείς μεν να νικήσεις, αλλά μετά έρχεται η επόμενη ημέρα (day after) και εκεί είναι οι μεγάλες δυσκολίες.
Αλλά όπως είπαμε δεν μπορούμε να κάνουμε προβλέψεις, ούτε έχουμε όλα τα στοιχεία για τους λόγους που ώθησαν την παρούσα ρωσική ηγεσία να διαβεί τον Ρουβίκωνα. Επ’ αυτών η Ιστορία θα μιλήσει κάποια στιγμή.
Οι λαοί της πρώην Σοβιετικής ‘Ένωσης (και εμμέσως η ανθρωπότητα) κατέβαλαν ένα φοβερό τίμημα για την απόφαση της διοικούσας νομενκλατούρας τους να προσχωρήσει και να υποταγεί στη Δύση το 1989-91, με τη μορφή της μεγαλύτερης κοινωνικής, οικονομικής, δημογραφικής και πολιτιστικής καταστροφής όλης της βιομηχανικής εποχής. Είναι κρίμα να οδηγηθούν τώρα και στον αλληλοσπαραγμό. Είναι πολύ λυπηρό εξάλλου ότι, 30 χρόνια μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, και με δεδομένο τον περισσότερο από τραγικό απολογισμό της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στον πρώην σοβιετικό χώρο, δεν έχει εμφανισθεί ένα αξιόπιστο κίνημα που να επιχειρήσει να ενώσει τους λαούς αυτών των χωρών γύρω από την ανάγκη συνεργασίας τους και αντιμετώπισης των προβλημάτων τους, μακριά από τις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού και του ΔΝΤ, με παράλληλο σεβασμό των εθνοτήτων που τον συναποτελούν.
Ας ελπίσουμε ότι η τραγωδία που τώρα εξελίσσεται θα σπρώξει σε αυτή την κατεύθυνση, που φαίνεται τρομερά δύσκολη, αλλά είναι εντούτοις η μόνη που μπορεί να ανοίξει μια προοπτική για τους λαούς αυτούς, αλλά και για την παγκόσμια ειρήνη.