«Γεννήθηκα κοντά στο Υπρ το 1917 στο δυτικό μέτωπο. Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι πραγματικά στον πατέρα μου ήταν ότι ξυπνούσε ουρλιάζοντας μέσα στη νύχτα, έχοντας έναν από τους επαναλαμβανόμενους εφιάλτες του για τον πόλεμο».
– Τζον Μπέργκερ
Τα αφιερώματα στη Μαντλίν Ολμπράιτ, η οποία πέθανε αυτή την εβδομάδα στα 84 της, είναι αηδιαστικά. Η εισαγωγή για τη νεκρολογία της θα έπρεπε να είναι πολύ απλά: Αρχιτέκτονας ενός καθεστώτος κυρώσεων που σκότωσε 500.000 παιδιά από το Ιράκ, των οποίων οι θάνατοι είπε ότι «άξιζαν τον κόπο».
Στην πολιτική μας κουλτούρα που έχει εμμονή με την ταυτότητα, η Μαντλίν Ολμπράιτ απέδειξε τελικά ότι οι Αμερικανίδες (οι Ισραηλινές και οι Βρετανίδες είχαν επιδείξει αυτή την ποιότητα δεκαετίες νωρίτερα) είναι πλήρως ικανές να επιβλέπουν τον μαζικό θάνατο χωρίς να πτοούνται ή να δείχνουν το παραμικρό σημάδι λύπης ή τύψεις.
Είναι το απόλυτο ηθικό έγκλημα να στοχεύεις για δυστυχία, πόνο και θάνατο εκείνους που είναι λιγότερο υπεύθυνοι για τα αδικήματα των τυραννικών αρχόντων τους. Ωστόσο, αυτή ακριβώς είναι η πολιτική που η Μαντλίν Ολμπράιτ έκανε την Πρότυπη Επιχειρησιακή Διαδικασία για τη διπλωματία των ΗΠΑ.
Η «ήπια δύναμη» των οικονομικών κυρώσεων δεν εμποδίζει τον πόλεμο. Μετά τις κυρώσεις της κυρίας Όλμπράιτ στο Ιράκ που σκότωσαν 1 εκατομμύριο αμάχους, οι μισοί εκ των οποίων παιδιά, οι ΗΠΑ εισέβαλλαν παρ’όλα αυτά στο Ιράκ, ανέτρεψαν την κυβέρνησή τους, κατέλαβαν τη χώρα τους για τα επόμενα 17 χρόνια και συνεχίζουν να τη βομβαρδίζουν κατά βούληση.
Η Ολμπράιτ μπορεί να είναι νεκρή. Όμως, η πολιτική της για την «αποστασιοποιημένη» δολοφονία μέσω κυρώσεων συνεχίζει να λειτουργεί ως το πιο θανατηφόρο όπλο στο οπλοστάσιο των ΗΠΑ. Αρκεί να δει κανείς το Αφγανιστάν όπου πάνω από 175 νεογέννητα πεθαίνουν κάθε μέρα ως συνέπεια των ακρωτηριαστικών κυρώσεων. Η ηθική δυσωδία των πολιτικών της γίνεται πιο φρικιαστική από το γεγονός ότι η Ολμπράιτ δικαιολόγησε για ανθρωπιστικούς λόγους τους θανάτους παιδιών, γυναικών, ηλικιωμένων, αναπήρων και άπορων. Λίγοι άνθρωποι στην ιστορία έχουν επιβλέπει τους θανάτους τόσων πολλών αμάχων που ισχυρίστηκαν ότι ενεργούσαν για να προστατεύσουν.
Τζέισον Μοτζ: «Θα λείψει πολύ… στη Χάγη».
Πηγή: Counterpunch