Σε ολετήρα για τα στοιχειώδη εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα εξελίσσεται η αγορά εργασίας.
Μπορεί ο υπουργός Εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης, να ευαγγελιζόταν τη στήριξη των εργαζομένων μέσω του πρόσφατου εργασιακού νόμου, όμως αποδεικνύεται περίτρανα ότι οι εργαζόμενοι τελικά δεν πηγαίνουν για ελιές εκμεταλλευόμενοι την τετραήμερη εβδομαδιαία εργασία, αλλά για… βρούβες.
Σύμφωνα με έμπειρους συνδικαλιστές, στην «πρώτη γραμμή» της αγοράς εργασίας βρίσκονται:
– Η απεργοσπασία είτε ευθέως με την συνδρομή των ΜΑΤ είτε διά της τεθλασμένης.
– Η υποδηλωμένη και η αδήλωτη εργασία
– Οι διακρίσεις είτε λόγω φύλου είτε λόγω καθεστώτος εργασίας (συμβασιούχοι, μερικώς απασχολούμενοι κ.ά.)
– Η παραβίαση των κανόνων υγείας και ασφάλειας, με την τελευταία διετία να έχουν σημειωθεί τα περισσότερα εργατικά δυστυχήματα τουλάχιστον της τελευταίας 10ετίας.
– Οι απολύσεις, οι οποίες σε κάποιες περιπτώσεις παρουσιάζονται στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ ως παραιτήσεις.
Το πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους κατεγράφη από το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, έκρηξη «αποχωρήσεων» (απολύσεις, παραιτήσεις και «παραιτήσεις») καθώς ανήλθαν στις 302.366 αντί 165.725 την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Τα συνδικαλιστικά δικαιώματα βρίσκονται στα τάρταρα, με απολύσεις συνδικαλιστών (βάση του νόμου για την προστασία του συνδικαλισμού, βεβαίως -βεβαίως).
Το πιο πρόσφατο κρούσμα δημιουργίας απεργοσπαστικού μηχανισμού, αφορά την – κατά τα άλλα βραβευμένη ως «κορυφαίος εργοδότης» από τον φορέα «TOP EMPLOYERS»- εταιρεία LIDL.
Σύμφωνα με τους συνδικαλιστές, η πολυεθνική εταιρεία επιχείρησε να σπάσει τον απεργιακό αγώνα των εργαζομένων στις κεντρικές αποθήκες Θεσσαλονίκης και Τρικάλων, μεταφέροντας απεργοσπαστικό μηχανισμό από άλλες πόλεις (Πάτρα, Καλύβια, Θήβα).
Μάλιστα, ακόμα και οι μεταφερόμενοι εργαζόμενοι δεν είχαν γνώση της απεργοσπασίας την οποία διαπράττουν, αφού η εταιρεία τους απέκρυψε τους λόγους μετακίνησης στις κεντρικές αποθήκες, ισχυριζόμενη ότι τάχα κάποιοι συνάδελφοί τους έχουν ασθενήσει με COVID-19 και πρόκειται να τους αντικαταστήσουν.
Δεν είναι εύκολο να προσδιορίσει κανείς αν βρισκόμαστε στον «πάτο του βαρελιού», όπως ορισμένοι υποστηρίζουν. Αν πλέον ξύνουμε τον πάτο του βαρελιού, σύμφωνα με κάποιους άλλους ή αν τελικά πρέπει να… κοιτάξουμε ψηλά για να τον δούμε.
Το βέβαιο είναι ότι από το 2010 οι εργαζόμενοι βυθίζονται σταθερά στην κινούμενη άμμο των εργασιακών νομοθετημάτων με την εκάστοτε κυβέρνηση να τους διαβεβαιώνει ότι τους στηρίζει.
Τόση η στήριξη και τα στηρίγματα, ώστε οι εργαζόμενοι βρίσκονται πλέον καθηλωμένοι.
Το εξαιρετικά ενισχυμένο νομικό οπλοστάσιο των εργοδοτών, σε συνδυασμό με την υψηλή ανεργία και το κύμα ανατιμήσεων, δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ για κάθε εργαζόμενο, ο οποίος μοιάζει σαν να καπνίζει ενώ κάθεται πάνω σε ένα βαρέλι γεμάτο δυναμίτιδα.
Πόσα περιθώρια αντίδρασης απομένουν, άραγε, σε έναν εργαζόμενο ο οποίος γίνεται αποδέκτης λογαριασμών τόσο υψηλών, ώστε του δημιουργούν την εντύπωση της λανθασμένης αποστολής διότι παραλήπτης θα έπρεπε να είναι κάποια εταιρεία αντί για έναν χαμηλόμισθο;
Και πώς μπορεί, άραγε, ο εργαζόμενος αυτός να ενισχύσει το εισόδημά του, όταν από το 2010 τουλάχιστον το 50% των νέων προσλήψεων αφορά σε «ελαστικές» σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου και περιορισμένου μισθού;
Παροχή υπηρεσιών ή έργου, Μερική απασχόληση, Εκ περιτροπής εργασία, Συμβάσεις ορισμένου χρόνου, Διαθεσιμότητα, Δανεισμός εργαζομένου, Τηλεργασία (κυρίως άτυπη), Αυξημένες υπερωρίες με μειωμένο κόστος και Ωράρια- λάστιχο σε συνδυασμό με πιέσεις εκ μέρους εργοδοτών για την καταστρατήγηση των προβλέψεων ακόμη και αυτών των μορφών απασχόλησης, συνθέτουν την εικόνα της ελληνικής αγοράς εργασίας, η οποία στον παραμορφωτικό πολιτικό καθρέφτη των αρμοδίων, φαντάζει «στήριξη της εργασίας».
Αφού, λοιπόν, δεν παίρνουμε ανάσα, ας πάρουμε τα βουνά, σύντροφοι.
Ίσως, εκεί, συναντήσουμε τις ελιές του Κωστή .