Εδώ και λίγες μέρες το «Δαμάζοντας τα κύματα» δεν είναι πλέον μόνον τίτλος της πασίγνωστης ταινίας του Λαρς Φον Τρίερ του 1996. Είναι και η κωδική ονομασία της νέας επιχείρησης των ισραηλινών δυνάμεων σε παλαιστινιακά εδάφη της Δυτικής Όχθης και αραβικών κοινοτήτων του Ισραήλ με στόχο υποτίθεται την ανάσχεση των πιο αιματηρών ένοπλων επιθέσεων που σαρώνουν από τα μέσα Μαρτίου τη χώρα και είχαν να καταγραφούν με τέτοια συχνότητα από το 2006.
Από τις 22 Μαρτίου ως σήμερα έχει καταγραφεί ο θάνατος 14 Ισραηλινών σε σειρά επιθέσεων που σημειώθηκαν κυρίως από μεμονωμένους δράστες Παλαιστίνιους ή Άραβες του Ισραήλ σε Χαντέρα, Μπερ Σεβά, Τελ Αβίβ, Μπνέι Μπρακ με τη διαφορά μόνον μίας περίπτωσης στην οποία ενεπλάκησαν υποστηρικτές του Ισλαμικού Κράτους.
Περίπου το ίδιο διάστημα από πυρά ισραηλινών δυνάμεων έχουν σκοτωθεί τουλάχιστον 15 Παλαιστίνιοι (ανάμεσά τους μία 45χρονη μητέρα έξι παιδιών και έφηβοι 16 ή 17 ετών). Επιπλέον, από τα τέλη της περασμένης βδομάδας ως σήμερα οι ισραηλινές κατοχικές δυνάμεις συγκρούονται καθημερινά με νεαρούς Παλαιστίνιους κυρίως κοντά σε προσφυγικούς καταυλισμούς της Τζενίν και της Ναμπλούς της Δυτικής Όχθης καθώς εκεί έχουν πυκνώσει οι έφοδοι και οι έρευνες των κατοχικών δυνάμεων για τον εντοπισμό «ομάδων ή δικτύων τρομοκρατίας».
Βανδαλισμοί και στον τάφο του Ιωσήφ
Απαρατήρητες δεν θα πρέπει ωστόσο να περάσουν το ίδιο διάστημα οι προσπάθειες δεκάδων Παλαιστινίων της Δυτικής Όχθης να κάψουν και να κάνουν βανδαλισμούς και ζημιές δύο φορές (περασμένη Κυριακή και Δευτέρα) στον τάφο του Ιωσήφ που βρίσκεται κοντά στη Ναμπλούς κατηγορώντας τις παλαιστινιακές δυνάμεις ασφαλείας…για προδοσία και συμπόρευση με τον εχθρό!
Όπως όλα δείχνουν, και αυτή η άνοιξη, είναι βουτηγμένη στο αίμα, στην ένταση και στον αναβρασμό όπως και η περσινή που κατέληξε στην 11ήμερη ισραηλινή επίθεση στη Λωρίδα της Γάζας με εκατοντάδες νεκρούς και χιλιάδες τραυματίες και άστεγους και αντανακλάστηκε, για πρώτη φορά με τόση σφοδρότητα, σε πόλεις του κεντρικού Ισραήλ με αραβικές κοινότητες που εξεγέρθηκαν κατά των επιδρομών στα παλαιστινιακά εδάφη.
Σίγουρα η έκρηξη της βίας δεν είναι ασυνήθιστη σε αυτή την περιοχή. Ωστόσο αυτή τη φορά τα πράγματα δείχνουν σοβαρότερα καθώς φαίνεται πως δεν είναι «ανατροφοδοτούμενα» αλλά συνδέονται με αντιθέσεις και ένταση που σχετίζονται με το παράλληλο ρευστό πολιτικό σκηνικό σε Ισραήλ και κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη.
Όταν μία κυβέρνηση κρέμεται από μία κλωστή…
Στην πραγματικότητα, το σπιράλ της βίας ένθεν κακείθεν δείχνει να «ξεφεύγει» ιδιαίτερα μετά από την απώλεια της εύθραυστης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας μίας έδρας που απολάμβανε μέχρι την περασμένη βδομάδα η οκτακομματική κυβέρνηση συνασπισμού του Ισραηλινού πρωθυπουργού Ναφτάλι Μπένετ, ώσπου αποχώρησε (5/4) από το δεξιό πρωθυπουργικό κόμμα Γιαμίνα η βουλευτής Ιντίτ Σίλμαν καθαρά για προσχηματικούς λόγους.
Η αποχώρηση της Σίλμαν «ισοφάρισε» τις 60 έδρες βουλευτών του κυβερνητικού συνασπισμού με τις 60 έδρες της αντιπολίτευσης της 120μελού Κνέσετ δυσκολεύοντας και περιπλέκοντας τα πολιτικά παζάρια αλλά και τις πιθανότητες επιβίωσης της κυβέρνησης του Μπένετ και του υπουργού Εξωτερικών Γιαίρ Λαπίντ.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που προβλέπουν νέες πρόωρες εκλογές πριν το τέλος αυτής της χρονιάς, πριν προλάβει ο Λαπίντ να διαδεχθεί στον πρωθυπουργικό θώκο τον Μπένετ, όπως ορίζει η συμφωνία που έκλεισαν πέρσι μετά τις διαδοχικές εκλογές της περασμένης χρονιάς, με στόχο την διακυβέρνηση της χώρας και την αποτροπή του Μπέντζαμιν Νετανιάχου από την εξουσία.
Οι «λύσεις» του Μπένετ
Σε αυτή τη φάση ο νυν Ισραηλινός πρωθυπουργός επιλέγει ξεκάθαρα την στρατιωτική κλιμάκωση της βίας και τις πολεμοχαρείς ιαχές για «πάταξη της τρομοκρατίας» από και προς τα παλαιστινιακά εδάφη κατηγορώντας τον Παλαιστίνιο πρόεδρο Μαχμούτ Αμπάς (όπως χτες βράδυ σε ισραηλινό τηλεοπτικό σταθμό) για «διπλό ταμπλό». Κατά τον Μπένετ, ο Αμπάς φταίει γιατί, υποτίθεται, πως ενθαρρύνει την τρομοκρατία μέσα από το «εκπαιδευτικό σύστημα και τις κρατικές αποζημιώσεις σε τρομοκράτες» δράστες επιθέσεων σε βάρος κατοχικών δυνάμεων. Και ας έσπευσε να καταδικάσει αμέσως τις φονικές επιθέσεις Αράβων και Παλαιστινίων στο Ισραήλ, ενισχύοντας περαιτέρω την επιρροή της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ στην Δυτική Όχθη που τον κατηγορούν για συνεχείς υποχωρήσεις στις κατοχικές δυνάμεις.
Παράλληλα ο Μπένετ σε μία προσπάθεια να εξασφαλίσει την πολιτική του επιβίωση και την ετερόκλητη κυβέρνησή του (την οποία στηρίζει, ας μην ξεχνάμε, και το ισλαμικό κόμμα Ρά’αμ του Ισραηλινού Άραβα Μανσούρ Αμπάς) ανοίγει και άλλο τη βεντάλια των σχεδίων για αύξηση των εβραϊκών εποικισμών σε Ανατολική Ιερουσαλήμ, Νεγκέβ και Γκολάν.
Ταυτόχρονα αποφάσισε και την κρατική χρηματοδότηση για ενίσχυση του τεράστιου τείχους Απαρτχάιντ που έχει δημιουργηθεί πάνω σε παλαιστινιακά εδάφη με πρόσχημα την αποτροπή επιθέσεων και πραγματικό λόγο την εμβάθυνση της κατοχής και την δημιουργία τετελεσμένων. Το βράδυ της 11ης Απρίλη η κυβέρνηση Μπένετ ενέκρινε τη χρηματοδότηση της «αναβάθμισης» του τείχους Απαρτχάιντ, μήκους δεκάδων χλμ, με 93 εκατ. δολάρια ενώ λίγο πριν είχε εγκρίνει τις προσλήψεις χιλιάδων ατόμων σε αστυνομία, και τις δυνάμεις «εσωτερικής ασφάλειας» Shin Bet και της αναβάθμισης του εξοπλισμού τους με περίπου 45 εκατομμύρια δολάρια.
Η «πεπατημένη» είναι ολισθηρός δρόμος…
Όπως αποδεικνύεται, οι βασικές επιλογές του Μπένετ δεν διαφέρουν πολύ από εκείνες των προκατόχων του.
Επικεντρώνεται στην αύξηση των μέσων και του ανθρώπινου δυναμικού των δυνάμεων κατοχής, στον πολλαπλασιασμό εβραϊκών εποικισμών, στις συχνότερες και πιο εντατικές τρομοκρατικές εφόδους σε προσφυγικούς καταυλισμούς της Δυτικής Όχθης όπου οι συνθήκες ζωής είναι τουλάχιστον «τριτοκοσμικές» ενώ αναζητεί πολιτικά στηρίγματα ή κατανοήσει σε Ιορδανία και Παλαιστινιακή Αρχή, μολονότι και εκεί το «καζάνι» λαϊκών αντιδράσεων έχει αρχίσει να βράζει από καιρό σε βάρος των κυβερνώντων…
Μολονότι τέτοιες τακτικές βρίσκουν ως σήμερα ένα σχετικό «εσωτερικό» ακροατήριο στο Ισραήλ, είναι φανερό πως καταλήγουν σε αδιέξοδα και φαύλους κύκλους βίας που επιτείνουν τις εντάσεις, τα λουτρά αίματος, τον αυταρχισμό και την μακροπρόθεσμη αβεβαιότητα.
Με αυτά τα δεδομένα και τέτοιες πολιτικές, η πραγματική ειρήνη και ανάπτυξη σε Ισραήλ και κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη θα παραμείνουν άπιαστο όνειρο.
Είναι δε σαφές πως όσο και να καθυστερούν ορισμένοι την επανάληψη της διαπραγματευτικής διαδικασίας για τον τερματισμό της ισραηλινο-παλαιστινιακής διένεξης που έχει «παγώσει» επίσημα από την άνοιξη του 2014, τόσο το ζήτημα θα επανέρχεται στο προσκήνιο.
Οι αντικειμενικές ανάγκες, όσο χρονίζουν, πολλαπλασιάζονται και περιπλέκονται διογκώνοντας τα προβλήματα και επιτάσσοντας ακραίες λύσεις. Πολύ απλά, δεν εξαφανίζονται επειδή κάνουμε πως δεν τις βλέπουμε…