Στις 10 Απριλίου 2022, ένα ινδουιστικό φεστιβάλ για την επέτειο της γέννησης του Ράμα Ναβάμι εξελίχθηκε βίαια στην πόλη Khargone του κρατιδίου Madhya Pradesh, αφού ινδουιστικός όχλος που κρατούσε σπαθιά και ξύλα διέσχισε μουσουλμανικές γειτονιές και τζαμιά, με εκατοντάδες από αυτούς να χορεύουν και να ζητωκραυγάζουν εν χορώ με τραγούδια που ακούγονταν από μεγάφωνα και περιλάμβαναν εκκλήσεις για βία κατά των μουσουλμάνων, όπως φαίνεται σε σχετικά βίντεο που δημοσιεύτηκαν.
Σύντομα ομάδες ινδουιστών και μουσουλμάνων άρχισαν να πετούν πέτρες η μία στην άλλη, σύμφωνα με την αστυνομία, ενώ όταν η βία υποχώρησε, οι μουσουλμάνοι είχαν επηρεαστεί δυσανάλογα. Τα καταστήματα και τα σπίτια τους λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν. Τα τζαμιά βεβηλώθηκαν και κάηκαν. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, δεκάδες οικογένειες εκτοπίστηκαν.
«Οι ζωές μας καταστράφηκαν μέσα σε μία μόνο ημέρα», δήλωσε ο Χινταγιατουλάχ Μανσούρι (Hidayatullah Mansuri), αξιωματούχος τζαμιού.
Πρόκειται για την πιο πρόσφατη από μια σειρά επιθέσεων κατά μουσουλμάνων στην Ινδία, όπου οι σκληροπυρηνικοί ινδουιστές εθνικιστές υποστηρίζουν εδώ και καιρό μια άκαμπτη αντιμουσουλμανική στάση και κηρύττουν τη βία εναντίον τους. Αλλά όλο και περισσότερο, τα εμπρηστικά τραγούδια που απευθύνονται στους μουσουλμάνους έχουν γίνει προάγγελος αυτών των επιθέσεων.
Αποτελούν μέρος αυτού που είναι γνωστό ως «σαφράν ποπ», μια αναφορά στο χρώμα που συνδέεται με την ινδουιστική θρησκεία και προωθείται από τους ινδουιστές εθνικιστές. Πολλά αντίστοιχα τραγούδια καλούν ανοιχτά στη δολοφονία των μουσουλμάνων και όσων δεν υποστηρίζουν την «Hindutva», ένα ινδουιστικό εθνικιστικό κίνημα που επιδιώκει να μετατρέψει την κοσμική Ινδία σε ένα δηλωμένα ινδουιστικό έθνος.
Για ορισμένα από τα εκατομμύρια των Ινδών μουσουλμάνων, οι οποίοι αποτελούν το 14% των 1,4 δισεκατομμυρίων ανθρώπων της χώρας, τα τραγούδια αυτά αποτελούν το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα της αύξησης των αντιμουσουλμανικών αισθημάτων σε ολόκληρη τη χώρα. Φοβούνται ότι η μουσική μίσους είναι ένα ακόμη εργαλείο στα χέρια των ινδουιστών εθνικιστών για να τους στοχοποιήσουν.
«Αυτά τα τραγούδια απευθύνουν ανοιχτές εκκλήσεις για τη δολοφονία μας και κανείς δεν τους κάνει να σταματήσουν» δήλωσε ο Μανσούρι.
Τα βίαια επεισόδια στο Khargone άφησαν πίσω τους έναν μουσουλμάνο νεκρό και το πτώμα του βρέθηκε επτά ημέρες αργότερα, σύμφωνα με τον ανώτερο αξιωματικό της αστυνομίας Anugraha. P. Ο ίδιος είπε ότι η αστυνομία συνέλαβε αρκετά άτομα για πρόκληση ταραχών, χωρίς να διευκρινίσει αν ανάμεσά τους βρίσκεται κάποιος από αυτούς που έπαιζαν τα προκλητικά τραγούδια.
Η ιστορία της Ινδίας είναι στιγματισμένη από την αιματηρή ενδοκοινοτική βία που χρονολογείται από τον βρετανικό διαμελισμό της ινδικής υποηπείρου το 1947. Όμως η θρησκευτική πόλωση έχει αυξηθεί σημαντικά υπό την ινδουιστική εθνικιστική κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι, με τους μουσουλμάνους της μειονότητας να γίνονται συχνά στόχος για τα πάντα, από το στυλ του φαγητού και του ρουχισμού τους μέχρι τους διαθρησκευτικούς γάμους.
Τα γεμάτα μίσος soundtracks έχουν εντείνει περαιτέρω τις εντάσεις, αλλά οι δημιουργοί αυτών των τραγουδιών τα βλέπουν ως μια μορφή αφοσίωσης στην πίστη τους και ως μια απλή διαβεβαίωση ότι είναι «περήφανοι Ινδουιστές».
«Η Ινδία είναι ένα ινδουιστικό έθνος και τα τραγούδια μου γιορτάζουν τη θρησκεία μας. Τι κακό έχει αυτό;», δήλωσε ο τραγουδιστής Sandeep Chaturvedi προσθέτοντας ότι «σε κάθε Ινδουιστή αρέσουν τα τραγούδια μου. Τους φέρνουν πιο κοντά στη θρησκεία τους».
Μεταξύ των πολλών τραγουδιών που έπαιζαν στο Khargone πριν από το ξέσπασμα της βίας, αυτό του Chaturvedi ήταν το πιο προκλητικό. Το εν λόγω τραγούδι προτρέπει τους ινδουιστές να ξεσηκωθούν ώστε «όσοι φορούν σκούφους να υποκλιθούν στον Κύριο Ράμα», αναφερόμενος στους μουσουλμάνους. Συνεχίζει λέγοντας ότι «όταν το αίμα των Ινδουιστών βράσει» θα δείξει στους Μουσουλμάνους τη θέση που τους αξίζει «με το σπαθί τους».
Για τον Chaturvedi, έναν δηλωμένο ινδουιστή εθνικιστή, οι στίχοι δεν είναι γεμάτοι μίσος ή προκλητικοί, αλλά σηματοδοτούν «τη διάθεση του λαού».
Η εκτίμηση του Chaturvedi είναι εν μέρει αληθινή. Παρά την κακόγουστη ποιότητα παραγωγής, το κακώς ταιριασμένο lip-synching και τους επαναλαμβανόμενους techno ρυθμούς, πολλά από τα μουσικά βίντεο για αυτά τα τραγούδια έχουν εκατομμύρια προβολές στο YouTube και αποτελούν επιτυχία μεταξύ της ινδουιστικής νεολαίας της χώρας.
Η μουσική σε διάφορες γλώσσες, και συχνά σε ύμνο διαφόρων ινδουιστικών θεοτήτων, υπήρξε ιστορικά σημαντικό μέρος του ινδουισμού. Το Bhajan, ένα στυλ λατρευτικής μουσικής που εκτελείται σε ναούς και σπίτια, παραμένει βασικό μέρος αυτής της παράδοσης. Αλλά παρατηρητές σημειώνουν ότι η σταδιακή άνοδος του ινδουιστικού εθνικισμού ενθάρρυνε μια πιο επιθετική μορφή μουσικής που γεννά αντιμουσουλμανικά αισθήματα.
Ο Nilanjan Mukhopadhyay, ένας δημοσιογράφος με έδρα το Νέο Δελχί που έχει γράψει μια βιογραφία για τον Μόντι, δήλωσε ότι τα τραγούδια μίσους αξιοποιήθηκαν για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του 1990 από τους ινδουιστές εθνικιστές μέσω κασετών ήχου που είχαν τοποθετηθεί στο ρυθμό της δημοφιλούς μουσικής του Μπόλιγουντ, βοηθώντας τους να προσελκύσουν νεότερους ακροατές. Στις αρχές εκείνης της δεκαετίας ξεκίνησε μια βίαιη εκστρατεία από τη δεξιά πτέρυγα της Ινδίας, η οποία το 1992 οδήγησε στην κατεδάφιση ενός τζαμιού του 16ου αιώνα στην κεντρική Ινδία από έναν ινδουιστικό όχλο, με το κόμμα του Μόντι να κατακτά εθνική προβολή.
Ο Mukhopadhyay δήλωσε ότι τα τραγούδια έχουν γίνει έκτοτε ένα «δοκιμασμένο από το χρόνο τροπάριο» των ινδουιστών εθνικιστών για να «προσβάλλουν τους μουσουλμάνους, να υποτιμούν τη θρησκεία τους και να τους προκαλούν να αντιδράσουν».
«Οι περισσότερες επιθέσεις του όχλου κατά μουσουλμάνων ακολουθούν παρόμοιο μοτίβο. Μια μεγάλη πομπή Ινδουιστών εισέρχεται σε μουσουλμανικές γειτονιές και αναπαράγει ρητορική μίσους και εμπρηστικά τραγούδια, τα οποία αναπόφευκτα κλιμακώνονται σε ενδοκοινοτική βία. Τα τραγούδια παίζονται, μάλιστα, με ακόμη μεγαλύτερη ένταση μπροστά από τα τζαμιά για να προκαλέσουν την αντίδραση των μουσουλμάνων», δήλωσε ο Mukhopadhyay, ο οποίος έχει επίσης γράψει για μεγάλες ταραχές στην Ινδία.
Με την πάροδο των ετών, τα τραγούδια έχουν γίνει συνηθισμένα κατά τη διάρκεια ινδουιστικών φεστιβάλ και δεν περιορίζονται μόνο στο περιθώριο.
Την ημέρα που η βία χτύπησε το Khargone, ο T. Raja Singh, βουλευτής του κόμματος Bharatiya Janata του Μόντι, ηγήθηκε μιας παρόμοιας πομπής Ινδουιστών πιστών στη νότια πόλη Hyderabad και αυτοσχεδίασε, δημιουργώντας ένα τραγούδι που έκανε συγκαλυμμένες αναφορές στην απομάκρυνση των μουσουλμάνων από τη χώρα. Η αστυνομία του απήγγειλε κατηγορίες για «προσβολή των θρησκευτικών συναισθημάτων των ανθρώπων».
Παρόμοια τραγούδια που καλούσαν τους ινδουιστές να σκοτώσουν όσους δεν ψέλνουν το «Jai Shri Ram!» ή το «Hail Lord Ram», ένα σύνθημα που έχει εξελιχθεί σε πολεμική κραυγή για τους ινδουιστές εθνικιστές, ακούστηκαν επίσης μπροστά από τζαμιά σε πολλές ινδικές πόλεις την ίδια ημέρα. Ακολούθησε ένα κύμα βίας, με τουλάχιστον έναν νεκρό στην πολιτεία Γκουτζαράτ.
Εν τω μεταξύ, η ζήτηση για τα τραγούδια αυτά συνεχίζει να αυξάνεται.
Την περασμένη εβδομάδα, η τραγουδίστρια Laxmi Dubey ερμήνευσε μερικές από τις επιτυχίες της στο πλαίσιο μιας ινδουιστικής συγκέντρωσης στην πόλη Bhopal της κεντρικής Ινδίας. Σε ένα τραγούδι, παρότρυνε το πλήθος των Ινδουιστών που ζητωκραύγαζε να «κόψουν τις γλώσσες των εχθρών που μιλούν εναντίον του Κύριου Ράμα», όπως φαίνεται σε βίντεο από την εκδήλωση που αναρτήθηκαν
Το Σάββατο, το ίδιο τραγούδι παίχτηκε στο Νέο Δελχί κατά τη διάρκεια πομπής για μια άλλη ινδουιστική γιορτή. Σε τηλεοπτικές μεταδόσεις εκατοντάδες Ινδουιστές νέους, που κρατούσαν σπαθιά και αυτοσχέδια πιστόλια, φαίνονται να παρελαύνουν μέσα από μια μουσουλμανική γειτονιά, ενώ από τα μεγάφωνα ακουγόταν η γεμάτη μίσος μουσική.
Σε τηλεφωνική συνέντευξη, η Dubey δήλωσε ότι αυτό δείχνει ότι η μουσική της είναι ευρέως αποδεκτή. «Είναι αυτό που θέλει ο κόσμος», είπε.
Η ξέφρενη μανία κατά των μουσουλμάνων ξεκίνησε με προκλητικά τραγούδια που έπαιζαν ινδουιστικοί όχλοι και καλούσαν σε βία. Ωστόσο, καταλήγει επικίνδυνα, με τις μουσουλμανικές γειτονιές να μοιάζουν με εμπόλεμη ζώνη, με πεζοδρόμια γεμάτα σπασμένα γυαλιά, απανθρακωμένα οχήματα και καμένα τζαμιά.
Το κείμενο μεταφράστηκε από το Αssociated Press, όπου δημοσιεύτηκε αρχικά, από την Χριστίνα Χελά.