Τα αποτελέσματα και στον δεύτερο γύρο των δημοτικών εκλογών στην Ιταλία είχαν μία υποψία Καμπιονάτο, όπως ονομάζεται το ιταλικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου. Και δεν είναι μόνον, η εκκωφαντική επικράτηση του αριστερού πρώην ποδοσφαιριστή της Ρόμα Ντανίλο Τομάζι, ο οποίος «άλωσε» το φέουδο της Ακροδεξιάς και της Λέγκας στη Βερόνα, κατακτώντας τις καρδιές των ψηφοφόρων με το πολιτικό (που θύμιζε το ποδοσφαιρικό του) fair play. Ένα από τα πιο ισχυρά «γκολ» και μέσα στην έδρα του δέχθηκε ο πρώην πρωθυπουργός και ηγέτης της Forza Itali, Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Ο Καβαλιέρε δεν πρόλαβε να πανηγυρίσει την άνοδο της ομάδας της Μόντσα (που έχει πάρει υπό την αιγίδα του), την είδε στις εκλογές να περνά στην κεντροαριστερά.
Στη δημαρχία της διάσημης για την πίστα Formula 1 πόλης της Λομβαρδίας, ο εκλεκτός της Forza Italia απερχόμενος δήμαρχος Ντάριο Αλέβι δεν θα χαρεί να παρακολουθεί τα παιγνίδια της ομάδας μεταξύ των μεγάλων ομάδων στο πλευρό του Μπερλουσκόνι, όπως έκανε έως σήμερα στη Β΄ Κατηγορία. Εκείνος που θα χαίρεται το θέαμα θα είναι ο κεντροαριστερός Πάολο Πιλότο, που νίκησε «στην παράταση» τον Μπερλουσκόνι, αποδεικνύοντάς του ακόμη μια φορά πως δεν συμβαδίζουν οι επιτυχίες στο ποδόσφαιρο με εκείνες στην πολιτική.
Μάλιστα η σημασία της ήττας του Μπερλουσκόνι γίνεται ακόμη πιο μεγάλη εάν σκεφθεί κανένας πως ο Πιλότο στον πρώτο γύρο υπολειπόταν επτά ποσοστιαίες μονάδες του Αλέβι. Και το χειρότερο για τον Καβαλιέρε είναι πως ανέμενε το πέρας του β΄ γύρου για να οργανώσει τα επινίκια μίας διπλής επιτυχίας. Απεναντίας όμως ο Πιλότο αποδείχθηκε πραγματικός guastafeste (αυτός που χαλάει τη γιορτή) όπως λένε στα ιταλικά. Ένας περίλυπος Μπερλουσκόνι επιρρίπτει τις ευθύνες στους αγνώμονες πολίτες, που πήγαν μόλις οι 4 στους 10 να ψηφίσουν. Βέβαια, κατά τη συνήθη τακτική του, ο πρώην πρωθυπουργός έσπευσε να υποβαθμίσει την ήττα του και την επιτυχία του αντιπάλου: «δεν κέρδισε κανένας, με τέτοια αποχή χάνει μόνο η δημοκρατία», τόνισε.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μπερλουσκόνι θέλησε να συνδυάσει για εκλογικούς στόχους το θέαμα του ποδοσφαίρου με την πολιτική, πασχίζοντας ιδίως μέσα από ηχηρές μεταγραφές στην προεκλογική περίοδο να αντλήσει κομματικά κέρδη από το πρώτο, προσελκύοντας ψήφους από τους ηλεκτρισμένους οπαδούς. Για πρώτη φορά, ο Μπερλουσκόνι επιχείρησε να φενακίσει τους οπαδούς για πολιτικούς λόγους το 1993. Είναι τότε που αποφασίζει για το καλό της πατρίδας να κατέλθει στον πολιτικό στίβο και για το καλό της Μίλαν ανακοινώνει την απόκτηση του Γάλλου άσσου Μαρσέλ Ντεσαγί. Ο Μπερλουσκόνι κερδίζει τις εκλογές το 1994 και γίνεται Πρωθυπουργός. Το επόμενο έτος αγοράζει τους Ρομπέρτο Μπάτζο (18 δισεκατομμύρια) και τον Τζορτζ Γουεά (11 δισεκατομμύρια). Τρανταχτές ποδοσφαιρικές μεταγραφές, που όμως δεν στέκονται ικανές να μαυλίσουν το εκλογικό σώμα, που είχε στο μεταξύ απογοητευθεί από την αλλοπρόσαλλη πολιτική του. Στις εκλογές του 1996, αμέσως μετά την κρίση στο εσωτερικό της κυβέρνησής του, ο Μπερλουσκόνι θα χάσει από τον Ρομάνο Πρόντι. Το 2001 όμως ο Μπερλουσκόνι επανέρχεται δριμύτερος ενόψει εκλογών και αγοράζει τον Μανουέλ Ρούι Κόστα μέσα στην προεκλογική εκστρατεία. Κίνηση που κρίνεται επιτυχής καθώς κερδίζει στο πολιτικό γήπεδο. Το ίδιο καλοκαίρι μαζί με τον Πορτογάλο φτάνουν στους Rossoneri και οι Φιλίπο Ιντζάγκι και Αντρέα Πίρλο.
Το 2002 ήταν η σειρά των περιφερειακών εκλογών: η Μίλαν σπεύδει να αγοράσει τον μεγάλο Βραζιλιάνο άσσο Ριβάλντο. Τον επόμενο Απρίλιο όμως ο Μπερλουσκόνι ηττήθηκε ξανά από τον Πρόντι στις βουλευτικές εκλογές. Μόλις ένα μήνα μετά, όπως συμβαίνει σε πολλά ζευγάρια έπειτα από ένα σοβαρό αρνητικό γεγονός, τελειώνει η ιστορία αγάπης ανάμεσα στη Μίλαν και τον σημαιοφόρο της Αντρέι Σεφτσένκο, ο οποίος πουλήθηκε στην Τσέλσι. Όμως το 2008 επιστρέφει ο καιρός για τις βουλευτικές εκλογές: ο Μπερλουσκόνι τις κερδίζει και το καλοκαίρι φθάνει στο Μιλάνο ο Ροναλντίνιο με υποδοχή μεγαλύτερη κι από αυτές που επεφύλασσε ως πρωθπουργός ο Μπερλουσκόνι στους ομολόγους του.
Τον Ιανουάριο του 2009, μολονότι η Μάντσεστερ Σίτι τον ζητούσε προσφέροντας πακτωλούς χρήματος, ο Μπερλουσκόνι δεν αφήνει να παραχωρηθεί ο Βραζιλιάνος άσσος Κακά. Ο παίκτης παραμένει μέχρι τις Ευρωεκλογές του Ιουνίου και αμέσως μετά πωλείται στη Ρεάλ Μαδρίτης. Τέλος, έχουμε την αγορά του Μάριο Μπαλοτέλι το 2013 που συμπίπτει με τις βουλευτικές εκλογές. Με μία ακόμη μεγαλύτερη σύμπτωση: το βράδυ της 24ης Φεβρουαρίου, ημέρα της εθνικής ψηφοφορίας, παιζόταν και ντέρμπι Ίντερ-Μίλαν στο Σαν Σίρο. Το ντέρμπι ήλθε ισόπαλο 1-1, όμως ο Μπερλουσκόνι έχασε στις εκλογές.
Αλλά και στις παρούσες δημοτικές εκλογές, το colpo grosso του Μπερλουσκόνι μοιάζει να έπεσε στο κενό. Η επιτυχία της ποδοσφαιρικής ομάδας της Μόντσα δεν στάθηκε αρκετή για να του δώσει τον δήμο και επιπλέον αυτό σε συνδυασμό με την γκρίνια που έχει αρχίσει να ξεσπά στο εσωτερικό της κεντρο-ακροδεξιάς συμμαχίας, έχει φέρει τον Μπερλουσκόνι σε δεινή θέση. Ιδίως γιατί η Τζόρτζα Μελόνι των «Αδελφιών της Ιταλίας» η οποία του επιρρίπτει την ευθύνη για την ήττα στη Βερόνα, καθώς η «διχαστική» υποψηφιότητα του Φλάβιο Τόζι που υποστήριζε η Forza Italia κόστισε την επανεκλογή του δικού της, Φεντερίκο Σμποαρίνα.
Στη δεξιά παράταξη, όπου η Μελόνι και δημοσκοπικά, αλλά και μετά τις επιτυχίες των συνδυασμών της στις δημοτικές εκλογές (ακόμη και στον Βορρά) κατέχει αδιαμφισβήτητα την πρωτοκαθεδρία στις εξελίξεις, έχει έλθει η ώρα να κανονισθούν οι εκκρεμότητες. Οι σχέσεις της Μελόνι με τον ηγέτη της Λέγκας, Ματέο Σαλβίνι, έπειτα από την εκλογή του Σέρτζο Ματαρέλα στην προεδρία -που δεν στήριξαν οι FdI και FI αντίθετα από τη Λέγκα- βρίσκονται στο ναδίρ. Η Μελόνι φέρεται μάλιστα λίαν ενοχλημένη για τα σχόλια που έκανε ο Σαλβίνι για τον Σμποαρίνα, ενώ ακόμη οι κάλπες ήταν ανοικτές, λέγοντας πως εκείνος έπρεπε να έχει ενταχθεί στο ψηφοδέλτιο του Τόζι.
Και με πυξίδα τις εθνικές εκλογές, η παράταξη μόνο απώλειες θα έχει όσο διαιωνίζεται αυτή η ψυχρότητα και η εσωτερική διαμάχη αλλά και όσο παρατείνεται η σχιζοφρενική αυτή σχέση: δύο κόμματα να συμμετέχουν στη δοτή κυβέρνηση του Μάριο Ντράγκι κι ένα να ασκεί αντιπολίτευση στα άλλα δύο, ενώ υποτίθεται πως ανήκουν στο ίδιο στρατόπεδο όλοι. Όλοι στέκονται στο θέμα της συνεννόησης και όλοι επιδιώκουν μία νέα συνάντηση κορυφής. Μόνο που τα δεδομένα των παλαιότερων συναντήσεων έχουν αλλάξει. Δεν είναι ο Μπερλουσκόνι ο εκφραστής του πνεύματος των ψηφοφόρων, αλλά η ακροδεξιά Μελόνι.