Πέθανε σε ηλικία 97 χρόνων ο σπουδαίος, πολυβραβευμένος Βρετανός σκηνοθέτης Πίτερ Μπρουκ.
Ο Πίτερ Μπρουκ που έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως ο μεγαλύτερος εν ζωή θεατρικός σκηνοθέτης, άφησε την τελευταία του πνοή το Σάββατο.
«Με τον θάνατο του Μπρουκ φτάνει στο τέλος της και μία από τις σημαντικότερες θεατρικές περιπέτειες του 20ου αιώνα, η οποία έκανε το θέατρο ένα υπέροχο όργανο για την εξερεύνηση του ανθρώπου, σε όλες του τις διαστάσεις του» αναφέρει το δημοσίευμα για τον θάνατο του θρυλικού ηθοποιού της Le Monde.
Ο οραματιστής Πίτερ Μπρουκ είναι για το ευρωπαϊκό – αν όχι για το παγκόσμιο θέατρο – ο άνθρωπος των δύο αιώνων.
Γεννημένος το 1925, σπούδασε θέατρο στις στάχτες που άφησε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, και κατάφερε να το ανανεώσει στον πυρήνα του. Σπουδαίος ανανεωτής του σαιξπηρικού θεάτρου στη Βρετανία για πάνω από 20 χρόνια, θα αφήσει το στίγμα του στο μεταπολεμικό θέατρο όσο λίγοι στον χώρο των τεχνών.
Η παράσταση του Πίτερ Μπρουκ «Marat/Sade» συνάρπασε το κοινό στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη και του χάρισε το βραβείο Τόνι το 1966.
Μετά τη δεκαετία του 1960, όταν ανέβαζε έργα του Σαίξπηρ με πρωταγωνιστές θρύλους (Όρσον Γουέλς, Λόρενς Ολίβιε κ.α.), αυτός ο γιος λιθουανών εβραίων μεταναστών στη Βρετανία που διάλεξε τη Γαλλία ως χώρο δράσης, θα άρχιζε μια περίοδο πειραματισμού, εφαρμόζοντας τη θεωρία του για τον «κενό χώρο», μετατρέποντας τον κόσμο στο σκηνικό – όταν δεν αφαιρούσε τελείως το σκηνικό.
Όπως είχε υποστηρίξει ο ίδιος ο σπουδαίος ηθοποιός «Μπορώ να πάρω οποιονδήποτε κενό χώρο και να τον ονομάσω γυμνή σκηνή. Ένας άνθρωπος περπατάει σε αυτόν τον κενό χώρο, ενώ κάποιος άλλος τον παρακολουθεί, και αυτό είναι το μόνο που χρειάζεται για να ξεκινήσει μία θεατρική πράξη».
Τα δημιουργικά του ταξίδια τον οδήγησαν από τους δρόμους του Μπρονξ σε χωριά της Αφρικής, από το Ιράν στη Σαχάρα, περνώντας από προάστια του Παρισιού.
Μνημειώδης θα μείνει στην ιστορία του θεάτρου και η μεταφορά του επικού ινδικού ποιήματος «Μαχαμπαράτα» το 1985 στο θεατρικό σανίδι, με δική του σκηνοθεσία και σενάριο του Ζαν Κλοντ Καριέρ. Η παράσταση είχε τόση επιτυχία που το 1989 μεταφέρθηκε και στην κινηματογραφική οθόνη.
Η Royal Shakespeare Company εξέφρασε «τη βαθιά της θλίψη για την είδηση του θανάτου του οραματιστή σκηνοθέτη», χαιρετίζοντας τη συμβολή του σε αυτήν για 20 χρόνια που «σημαδεύτηκαν από υψηλή τέχνη και πειραματισμό».
«Είμαι ο πιο τυχερός τύπος στον κόσμο που είχα έναν τόσο καταπληκτικό πατέρα που προσέφερε τόση αγάπη», ήταν το σχόλιο του γιου του σκηνοθέτη, του Σάιμον Μπρουκ, που ακολουθεί τα βήματα του πατέρα του.
Παρότι ο Πίτερ Μπρουκ, γίγαντας του παγκόσμιου θεάτρου, συνέχισε να δουλεύει ακόμα κι αφού πάτησε τα 90, παρέμεινε – συγκριτικά – άγνωστος στο ευρύ κοινό, καθώς ουδέποτε καταπιάστηκε με εμπορικά έργα. Αρνήθηκε εξάλλου να κάνει στρατευμένο θέατρο, προτιμώντας έργα που έδιναν τροφή στη σκέψη ή στην πνευματικότητα, ή τα σαιξπηρικά κείμενα. «Ορισμένοι δημοσιογράφοι ήρθαν και με ρώτησαν ‘λοιπόν, θεωρείς πως μπορείς ν’ αλλάξεις τον κόσμο;’ Μ’ έκαναν να γελάω. Δεν είχα ποτέ τέτοια πρόθεση, είναι γελοίο», δήλωνε το 2018 στο Γαλλικό Πρακτορείο αυτός που τρία χρόνια νωρίτερα θρηνούσε τον θάνατο της συζύγου του, της ηθοποιού Νατάσας Παρί.
Το 2019, ο Πίτερ Μπρουκ απέτινε φόρο τιμής με την παράσταση «Why?» στον Βσέβολοντ Μέγερχολντ, μορφή του ρωσικού θεάτρου που έπεσε θύμα των σταλινικών διωγμών, υπενθυμίζοντας μια από τις ρήσεις του: «το θέατρο είναι επικίνδυνο όπλο».
Η Μισέλ Τέρι, καλλιτεχνική διευθύντρια του Shakespeare’s Globe, ήταν μεταξύ εκείνων που απέτισαν φόρο τιμής στον Μπρουκ.
«Χάσαμε έναν φάρο», τόνισε. «Δεν πίστευε απλώς στη βαθιά ανθρωπιά και τη μεταμορφωτική δύναμη του θεάτρου και του Σαίξπηρ, αλλά το έκανε πράξη. Ήταν ένας αληθινός και σπάνιος καλλιτέχνης και η κληρονομιά του πρέπει να ζει σε όσους από εμάς ακολουθούμε ταπεινά στο αιώνιο καλοκαίρι του».