Το τουρνουά διεκδικητών της Μαδρίτης ανέδειξε τις αμηχανίες και τα αδιέξοδα της σκακιστικής κοινότητας των ημερών. Με τις συνέπειες της πανδημίας παρούσες, με τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας να προοικονομούν τις αντιδράσεις των οργανωτών και με τις επαμφοτερίζουσες δηλώσεις του Κάρλσεν για το αν θα ξαναϋπερασπιστεί τον τίτλο του, μοιάζει πως οι οκτώ μονομάχοι πάλεψαν για ένα πουκάμισο που μοιάζει όλο και πιο ντεμοντέ.
Στο σκάκι το παγκόσμιο πρωτάθλημα δεν είναι πράγμα αλλά ιδιότητα: υπάρχει ο παγκόσμιος πρωταθλητής. Αυτός δεν κατέχει το παγκόσμιο πρωτάθλημα, όπως φερ’ ειπείν η Βραζιλία κατέχει το παγκόσμιο κύπελλο στο ποδόσφαιρο. Εάν αποκτήσει την ιδιότητα τη διατηρεί μέχρι κάποιος να του την διεκδικήσει και να την αποσπάσει επιτυχώς. Αυτό σημαίνει πως ο παγκόσμιος πρωταθλητής συμμετέχει στο παγκόσμιο πρωτάθλημα μόνο στο τέλος μιας διαδικασίας ανάδειξης του ενός μονομάχου που θα κληθεί να προσπαθήσει να τον εκθρονίσει.
Ποιος θέλει να γίνει παγκόσμιος πρωταθλητής;
Φαίνεται απλό, αλλά το πράγμα περιπλέκεται ιστορικά όταν καλούμαστε να δούμε τον τρόπο της επιλογής αυτού του διεκδικητή. Μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο πρωταθλητής είχε το προνόμιο να επιλέγει ο ίδιος, χωρίς περιορισμούς στον τρόπο ή στον χρόνο, τον διεκδικητή του. Σύμφωνα με τους άγραφους κανόνες, που διασφάλιζαν το κύρος που είναι απαραίτητο για να έχει νόημα η ιδιότητα του παγκόσμιου πρωταθλητή, η επιλογή έπρεπε προφανώς να αφορά κάποιον που να είναι μιας δεδομένης δυναμικότητας. Επειδή όμως βασικό ρόλο παίζει και η χρηματοδότηση της διοργάνωσης, ο διεκδικητής θα έπρεπε να είναι ικανός να βρει και χορηγούς που θα διασφάλιζαν την κάλυψη των εξόδων του ματς, όπως και τα έπαθλα των δύο μονομάχων. Ο Στάινιτς, ο Λάσκερ, ο Καπαμπλάνκα, ο Αλιέχιν και ο Όιβε, οι πέντε πρώτοι από τους συνολικά δεκαέξι αδιαμφισβήτητους πρωταθλητές στην ιστορία του αθλήματος, προέκυψαν μέσα από αυτόν τον ανεπίσημο τρόπο. Ο Λάσκερ για παράδειγμα υπήρξε παγκόσμιος πρωταθλητής είκοσι επτά ολόκληρα χρόνια, καθώς σ’ αυτά έπαιξε μόλις 7 ματς για τον τίτλο, και με αντιπάλους που δεν ήταν πάντα οι καλύτεροι της περιόδου. Ο δε Όιβε επιλέχθηκε από τον Αλιέχιν ως μια μάλλον εύκολη περίπτωση, με τις ολλανδικές χορηγίες να είναι επίσης άκρως γενναιόδωρες.
To τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου συνέπεσε με τον θάνατο του Αλεξάντερ Αλιέχιν, ενώ διατελούσε παγκόσμιος πρωταθλητής. H ανάγκη να καλυφθεί εκ νέου η θέση, σε συνδυασμό με τη νέα κατάσταση πραγμάτων, μια παγκόσμια ομοσπονδία που δυναμώνει και μια Σοβιετική Ένωση που παίζει ενεργό πια ρόλο στα σκακιστικά πράγματα, οδήγησαν στον καθορισμό ενός στάνταρ στη λογική του τρόπου διεξαγωγής της διαδικασίας, που με ελάχιστες παραλλαγές δούλεψε ως και την πτώση της ΕΣΣΔ. Ο πρώτος μεταπολεμικός πρωταθλητής, ο Μιχαΐλ Μποτβίνικ, προέκυψε από ένα τουρνουά των ισχυρότερων παικτών της εποχής, που διεξήχθη στη Χάγη και τη Μόσχα το 1948. Έκτοτε, και ανά τρία χρόνια, ένας νέος διεκδικητής προέκυπτε μέσα από μια σειρά προκριματικών τουρνουά που, ανάλογα με τις εκάστοτε τάσεις των καιρών, κατέληγαν είτε σε ένα μεγάλο τουρνουά διεκδικητών ή σε μια σειρά ματς νοκ άουτ που κατέληγαν στον έναν διεκδικητή. Το περιβόητο τουρνουά της Ζυρίχης το 1953, π.χ., υπήρξε ένα τέτοιο τουρνουά διεκδικητών, το οποίο κέρδισε ο Βασίλι Σμίσλοβ. Διάσημο είναι το αντίστοιχο τουρνουά του Κουρασάο το 1962, όπου θριάμβευσε ο Τίγκραν Πετροσιάν. Το τουρνουά χαρακτηρίστηκε από την πρώιμη αποχώρηση για λόγους υγείας του Μιχαΐλ Ταλ και από τα παράπονα του νεαρού Μπόμπι Φίσερ ότι οι Σοβιετικοί «στήνουν» μεταξύ τους ισοπαλίες για να έχουν πιο ξεκούραστο πρόγραμμα. Το γεγονός ότι οι 4 Σοβιετικοί, πλην Ταλ, έκαναν ισοπαλία σε όλες τις μεταξύ τους παρτίδες υπήρξε καθοριστικό για την επικράτηση εντέλει του Πετροσιάν.
Έτσι, τα επόμενα χρόνια το σύστημα ωθήθηκε προς τα ματς στο τελευταίο στάδιο της διαδικασίας. Πολλά περιφερειακά τουρνουά (ζόναλς) οδηγούσαν σε λίγα μεγάλα (ιντερζόναλς) από τα οποία προέκυπταν οι οκτώ καλύτεροι. Με ματς νοκ άουτ που ακολουθούσαν προέκυπτε ο τελικός διεκδικητής. Μ’ αυτόν τον τρόπο έγιναν πρωταθλητές ο Φίσερ, ο Κάρποβ και ο Κασπάροβ.
Μέσα σ’ αυτήν την περίοδο ο πρωταθλητής διατηρούσε το δικαίωμα του ματς-ρεβάνς: έτσι και έχανε από έναν διεκδικητή μπορούσε να επανέλθει σε ένα χρόνο και να ανακτήσει τον τίτλο. Ο Μιχαΐλ Μποτβίνικ για παράδειγμα, το έκανε δύο φορές, μία το 1958 εναντίον του Σμίσλοβ και μία το 1961 εναντίον του Ταλ. Ο Καρπόβ, από την άλλη, απέτυχε να ανακτήσει τον τίτλο από τον Κασπάροβ το 1986, αλλά επειδή ο κύκλος των διεκδικητών προχωρά κανονικά, χωρίς να υπολογίζει το ενδιάμεσο των ματς-ρεβανς, είχε άλλη μία ευκαιρία το 1987: μαζί με το ημιτελές ματς του 1984, 4 ματς σε 3 χρόνια!
Η αποχώρηση του Κασπάροβ από τη FIDE το 19993 οδήγησε στη δημιουργία δύο παράλληλων πρωταθλημάτων, ένα επίσημο, που είχε τη μορφή είτε τουρνουά είτε σύντομων νοκ άουτ ματς, και αυτό της ένωσης που δημιούργησε ο Κασπάροβ και ο Σορτ (Professional Chess Association [PCA]) και διατήρησε το ίδιο σύστημα με το παρελθόν. Το σύστημα της FIDE παρήγαγε αρκετούς πρωταθλητές που όμως δεν κέρδισαν την κοινή αποδοχή, λόγω του ασυνήθιστου για την ιστορία του παιχνιδιού φορμά. Από τη μεριά του, το σύστημα Κασπάροβ διολίσθηνε στην αυθαιρεσία του πρωταθλητή –ενδεικτική είναι η περίπτωση της μη τέλεσης του ματς Κασπάροβ- Σίροβ επειδή ο δεύτερος δεν μπορούσε να βρει τους κατάλληλους πόρους για χρηματοδότηση. Αυτό συνέβη όταν λόγω της αποχώρησης της Intel ως βασικού χορηγού, ουσιαστικά η PCA διαλύθηκε.
Μετά την αποκατάσταση της FIDE ως μοναδικής αρχής απονομής του τίτλου, αποκατάσταση που επικυρώθηκε από το ματς των δύο πρωταθλητών Κράμνικ και Τοπάλοβ, και ύστερα από μια πολύ σύντομη περίοδο αναζήτησης, σήμερα έχει επανέλθει πλήρως το παλαιό σύστημα, απλώς συντομευμένο: ο πρωταθλητής ανά δύο χρόνια αντιμετωπίζει τον διεκδικητή, ο οποίος προκύπτει από ένα τουρνουά διεκδικητών που απαρτίζεται από τους κορυφαίους σκακιστές της εποχής: το γεγονός το διασφαλίζει η επιτυχία τους σε συγκεκριμένες διοργανώσεις που οδηγούν σ’ αυτό το τοπ τουρνουά.
Όπως ωστόσο θα κατέστησε σαφές η μακρά εισαγωγή περί του τρόπου επιλογής και των πολιτικών –τόσο των ομοσπονδιών όσο και του εκάστοτε πρωταθλητή- που διαπλέκονται στις διαδικασίες, καταλαβαίνει κανείς ότι και το φετινό τουρνουά των διεκδικητών που τέλειωσε στις 4 Ιουλίου στη Μαδρίτη δεν ήταν χωρίς εντάσεις κι ευρύτερο γεωπολιτικό ενδιαφέρον – ειδικά μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Οι παρενέργειες του «λονγκ κόβιντ»
Για να καταλάβουμε ωστόσο καλύτερα το φετινό τουρνουά των διεκδικητών θα πρέπει να ξεκινήσουμε με το προηγούμενο, αυτό του 2020 και του 2021. Μοιάζει περίεργο ένα τουρνουά να διαρκεί 2 χρόνια, αλλά εδώ βρίσκεται το όλο «ζουμί» της υπόθεσης: το τουρνουά ξεκίνησε στο Γεκατερίνμπουργκ της Ρωσίας στις 17 Μαρτίου του 2020 και συνέπεσε με το πρώτο κύμα της πανδημίας του κορονοϊού. Παρά τον σκεπτικισμό για τη δυνατότητα ομαλής διεξαγωγής του ή όχι, οι διοργανωτές δεν προχώρησαν σε κάποια αναβολή: το τουρνουά άρχισε κανονικά. Κατά τη διάρκειά του ωστόσο έγινε σαφές ότι τα επερχόμενα λοκ ντάουν θα απέκλειαν στη Ρωσία σκακιστές από τέσσερα σημεία του ορίζοντα Αναγκαστικά λοιπόν το τουρνουά διακόπηκε για να συνεχιστεί ένα χρόνο αργότερα, και να φέρει τον Γιαν Νεπόμνιατσι στη θέση του αντιπάλου του Μάγκνους Κάρλσεν.
Το θέμα όμως δεν συνοψίζεται τόσο απλά. Ένας από τους συμμετέχοντες στο τουρνουά, ο Αζέρος Τιμούρ Ραντζάμποβ αρνήθηκε να συμμετάσχει εξαρχής στο τουρνουά, επικαλούμενος ακριβώς τους φόβους περί πανδημίας και προβλέποντας τη μη ολοκλήρωσή του. Λογικό κι επόμενο ήταν η δυσαρέσκειά του με την εξέλιξη της ιστορίας να οδηγήσει σε ανοιχτή διαμάχη με την ομοσπονδία, όπου η τελική συμβιβαστική λύση ήταν η συμμετοχή του, χωρίς περαιτέρω προκριματικά, στο επόμενο τουρνουά. Η απόφαση προκάλεσε επιπλέον σκεπτικισμό, με τη λογική ότι η εκ των υστέρων συμμετοχή του παίκτη σε ένα τουρνουά δεν αντικατοπτρίζει την αντικειμενική του αξία κατά το διάστημα που καλύπτει το τουρνουά.
Η δε επικράτηση του Νεπόμνιατσι (εν συντομία Νέπο) αποδόθηκε επίσης στη διακοπή. Τόσο γιατί ο Ρώσος παίκτης θεωρείται ότι στερείται αντοχών, σημειώνοντας πτώση στους τελευταίους γύρους των τουρνουά –άρα η σε «δύο δόσεις» διεξαγωγή του τον βοηθάει- όσο και γιατί η συνθήκη των λοκ ντάουν επηρέασε την αγωνιστική απόδοση άλλων παικτών –παράδειγμα εδώ ο Κινέζος Ντινγκ Λίρεν, που αποκλεισμένος στην Κίνα είχε μικρότερη επαφή με τον σκακιστικό κόσμο από τους υπόλοιπους.
Σε κάθε περίπτωση, ο εξωτερικός παράγοντας της πανδημίας αποτέλεσε την αιτία για την πρώτη, μετά από χρόνια, οργανωτική δυσλειτουργία σε τόσο μεγάλη διοργάνωση της FIDE, με απτές συνέπειες για τον τρόπο που παίζεται το παιχνίδι. Αξίζει να κρατήσουμε ως σημαίνουσα εξέλιξη λόγω πανδημίας, πέρα από το τουρνουά διεκδικητών και την ιδιόμορφη διεξαγωγή του, την επικράτηση τα τελευταία δύο χρόνια των διαδικτυακών διοργανώσεων. Με τη φυσική παρουσία να τελεί υπό αναστολή, η ανάγκη της συνέχισης της σκακιστικής ζωής ώθησε στην επινόηση νέων τρόπων αναμέτρησης των σκακιστών της ελίτ. Οι διαδικτυακές σκακιστικές πλατφόρμες, που είδαν ταυτόχρονα το κοινό τους να εκτοξεύεται μετά την επιτυχία του Γκαμπί της Βασίλισσας, άλλο που δεν ήθελαν από το να φιλοξενήσουν αυτές τις διοργανώσεις. Στις εξελίξεις αυτές πρωτοστάτησε ο παγκόσμιος πρωταθλητής, Μάγκνους Κάρλσεν, με τη διοργάνωση του «The 2020 Magnus Carlsen Chess Tour», μιας σειράς rapid και blitz (δηλαδή με λιγότερο χρόνο σκέψης από του κλασικού σκακιού) διαδικτυακών τουρνουά για παίκτες της ελίτ με συνολικά έπαθλα του 1 εκατομμυρίου δολαρίων.
Η κατάσταση μετά την πανδημία λοιπόν χαρακτηρίζεται από μια σταδιακή μετατόπιση του σκακιστικού μοντέλου από τη φυσική στην εικονική αναμέτρηση, που αναπόδραστα οδηγεί σε πιο γρήγορα όρια χρόνου σκέψης, και αναζητά νέα χρηματοδότηση από πηγές άγνωστες ως τότε. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τον Φλεβάρη του 2022, ήρθε για να αναστατώσει κι άλλο τις σκακιστικές τεκτονικές πλάκες.
Από τον θερμό πόλεμο στο θερμός του Νέπο
Οι δυτικές κυρώσεις απέναντι στη Δύση δεν θα μπορούσαν να εξαιρέσουν το σκάκι. Ο αποκλεισμός των ομοσπονδιών της Ρωσίας και της Λευκορωσίας από τις διοργανώσεις της FIDE υπήρξε ούτως ή άλλως ένα γεγονός ολκής –μιλάμε για μια από τις μεγαλύτερες δυνάμεις στον χώρο. Η ταυτόχρονη όμως αποδέσμευση από τους ρωσικούς χορηγούς, που αντιπροσωπεύουν ένα μεγάλο κομμάτι των εσόδων της, θα προκαλέσει τριγμούς o αντίκτυπος των οποίων μένει να φανεί. Ταυτόχρονα, η αντιμετώπιση μεμονωμένων σκακιστών είχε επίδραση και στο βασικό μας θέμα, το τουρνουά των διεκδικητών του 2022.
Οι αρχικοί προκριθέντες για το τουρνουά διεκδικητών του 2022 ήταν ο Γιαν Νεπόμνιατσι, ως φιναλίστ του προηγούμενου ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα, ο Τιμούρ Ραντζάμποβ, ως επανορθωτική επιλογή για το πανδημικό φιάσκο, οι Γιαν-Κριστόφ Ντούντα και Σεργκέι Καργιάκιν, ως οι δύο φιναλίστ του Παγκόσμιου Κυπέλλου 2021, ο Αλιρέζα Φιρούζα και ο Φαμπιάνο Καρουάνα, ως οι δύο πρώτοι του FIDE Grand Swiss Tournament 2021, και οι Χικάρου Νακαμούρα και Ρίτσαρντ Ράπορτ, ως οι δύο πρώτοι του FIDE Grand Prix 2022.
Όμως, οι δημόσιες δηλώσεις του Σεργκέι Καργιάνικ, Ρώσου που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ουκρανία, υπέρ της επέμβασης της Ρωσίας στην Ουκρανία, δηλώσεις οι οποίες προκάλεσαν την αντίδραση του δυτικού σκακιστικού κόσμου, τον έφεραν αντιμέτωπο με την Επιτροπή Δεοντολογίας της FIDE. Αυτή, βασιζόμενη σε διάταξη περί προσβολής της φήμης του αθλήματος, η οποία προκλήθηκε, κατά το σκεπτικό, από την ευρεία δημοσιότητα που έλαβαν οι απόψεις του, αποφάσισε τον εξάμηνο αποκλεισμό του σκακιστή από όλες τις εκδηλώσεις της ομοσπονδίας.
Με τη θέση να έχει χηρεύσει ενεργοποιήθηκε η διάταξη περί της αντικατάστασης. Σύμφωνα με αυτή δικαίωμα θα είχε ο παίκτης με το υψηλότερο ΕΛΟ στις λίστες του Μαΐου, με την προϋπόθεση να έχει παίξει το τελευταίο διάστημα 30 επίσημες παρτίδες κανονικού χρόνου σκέψης. Κι εδώ αρχίζει άλλο ένα επεισόδιο του παραλόγου. Ο παίκτης αυτός ήταν ο Ντινγκ Λίρεν, μόνο που του έλειπε το όριο των παρτίδων, έχοντας παίξει μόνο τις 4 από τις 30 απαραίτητες. Εκεί επενέβη η κινεζική ομοσπονδία, διοργανώνοντας τρία τουρνουά όπου ο Ντινγκ θα μπορούσε να συμπληρώσει το απαραίτητο όριο παρτίδων στο χρονικό διάστημα του Μάρτη και του Απρίλη. Το γεγονός ότι οι αντίπαλοι ήταν επί το πλείστον αρκετά χαμηλότερου επιπέδου θα εξασφάλιζε στον Ντινγκ μια άνετη διατήρηση του ΕΛΟ του.
Και σαν να μην ήταν αυτά αρκετά, όλο το διάστημα της προετοιμασίας προς το τουρνουά ο Μάγκνους Κάρλσεν σε σειρά δηλώσεών του άφηνε ανοικτό το αν θα παίξει στο επόμενο ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Ήδη μετά τη διατήρηση του τίτλου του, τον Δεκέμβρη του 2021, εξέφραζε τη διάθεση να παίξει μόνο αν ο διεκδικητής εκπροσωπεί την επόμενη γενιά – ήγουν, αν είναι ο νεαρός Φιρούζα. Παρόμοιες δηλώσεις στη συνέχεια εναλλάχθηκαν με άλλες όπου εξέφραζε ενδοιασμούς για το φορμά της διοργάνωσης, εκφράζοντας την επιθυμία να ενσωματωθούν πιο γρήγορα όρια σκέψης στη διαδικασία. Η ραπιντοποίηση της ιντερνετικής πανδημικής περιόδου ως κανόνας του κλασικού σκακιού. Πέρα από το τι τελικά θα αποφασίσει ο Κάρλσεν, αυτή η αμφιθυμία επηρέασε τον ορίζοντα προσδοκιών των συμμετεχόντων στο τουρνουά της Μαδρίτης, καθώς η ενδεχόμενη άρνηση του Κάρλσεν να παίξει με τον διεκδικητή θα αναβάθμιζε αυτομάτως τον δεύτερο της βαθμολογίας σε φιναλίστ του παγκόσμιου τίτλου.
Σ’ αυτό το πλαίσιο είναι που ξεκίνησε το τουρνουά. Ο Καρουάνα, ο Ντινγκ και ο Νέπο αποτελούσαν φαβορί, μαζί με τον 18χρονο Φιρούζα, ο οποίος λίγο καιρό πριν είχε βρεθεί μέχρι και το Νο 2 της παγκόσμιας κατάταξης σε ΕΛΟ. Η εξέλιξη του τουρνουά ωστόσο υπήρξε κάπως απογοητευτική από την άποψη της αγωνίας για μια αμφίρροπη εξέλιξη. Ο Νέπο από την αρχή ως το τέλος επέδειξε μια αξιοσημείωτη σταθερότητα και με τον σωστό χειρισμό των γρήγορων ισοπαλιών, που εξασφαλίζουν ξεκούραση, κατάφερε να κερδίσει το τουρνουά με 9,5 βαθμούς σε 14 αγώνες. Ο Καρουάνα και ο Ντινγκ είχαν συμμετρικά αντίστροφη επίδοση στα δύο μισά του τουρνουά, με τον Αμερικανό να ξεκινά δυνατά αλλά να μένει από δυνάμεις, και τον Κινέζο να ξεκινά απογοητευτικά για να καταφέρει εντέλει να πλασαριστεί στη δεύτερη θέση. Ο δε Φιρούζα, στην πρώτη του συμμετοχή σε τέτοια διοργάνωση, δεν άντεξε την πίεση και σημείωσε μια μάλλον άνευρη και χλιαρή επίδοση. Την ίδια στιγμή ο Χικάρου Νακαμούρα, με μια αξιόλογη επίδοση –έχασε τη δεύτερη θέση στο νήμα- στην πραγματικότητα έκανε στο τουρνουά δύο δουλειές, καθώς με τη λήξη των παρτίδων του έσπευδε να στριμάρει την ανάλυσή τους στο κανάλι του στο YouTube.
Η ποιότητα των παρτίδων συνολικά σχολιάστηκε αρνητικά με δηκτικό τρόπο από τον πρώην παγκόσμιο πρωταθλητή, Βλαντιμίρ Κράμνικ. Ο Κράμνικ στάθηκε στα πολλά λάθη των παικτών -«Δεν έχω ξαναδεί τόσες πολλές κακές παρτίδες σε τουρνουά επιπέδου της ελίτ»- και επισήμανε ως πιθανές αιτίες γι’ αυτά την κατάσταση που δημιουργήθηκε λόγω της πανδημίας. Συγκεκριμένα, η καθιέρωση του γρήγορου σκακιού ως κυρίαρχης μορφής επέδρασε στην ικανότητα των παικτών να συγκεντρωθούν σοβαρά στο σκάκι κανονικού χρόνου σκέψης. Με το λάθος να συγχωρείται στο γρήγορο σκάκι ο νους δημιουργεί ένα διαφορετικό σετάρισμα που από την αναζήτηση της ακρίβειας συμβιβάζεται με το περίπου. Το γεγονός ότι ο Νέπο είχε πρόσφατο το απαιτητικό ματς με τον Κάρλσεν προφανώς έδρασε υπέρ του στον βαθμό που του προσέφερε μεγαλύτερη ικανότητα προσαρμογής στις απαιτήσεις της συνθήκης.
Γεωπολιτικά μιλώντας η νίκη ενός Ρώσου και η δεύτερη θέση ενός Κινέζου αναστατώνουν τον δυτικό κόσμο. Ασχέτως της μετριοπάθειας που έχει επιδείξει ο Νέπο αναφορικά με τη θέση του στον πόλεμο στην Ουκρανία, η οποία του κόστισε και τη δριμεία κριτική του Καριάκιν, η πιθανότητα να παίξει ένας Ρώσος σε συνθήκες πολέμου αποτελούν ένα επικοινωνιακό χαρτί που σίγουρα η ρώσικη πλευρά θα χρησιμοποιήσει. Ως ενδεικτική, καίτοι γκροτέσκα, στιγμή που μας προετοιμάζει για το παιχνίδι εντυπώσεων που θα ακολουθήσει υπήρξε η διαμάχη για το θερμός του Νέπο. Ο Ρώσος σκακιστής κουβαλά μαζί του ένα θερμός, το οποίο παρασκευάζει η εταιρεία Norilsk Nickel. Δεν είναι περίεργο ένας κορυφαίος σκακιστής να έχει χορηγό, αλλά εδώ είναι που τα πράγματα περιπλέκονται. Γιατί η Norilsk Nickel είναι ρωσική – και μάλιστα ιδιοκτησίας του Πούτιν. Αν και ο Νέπο δεν εμφανίζει το θερμός παρά μόνο για να συμπληρώσει ποτό στο ποτήρι του, κάποιοι επεσήμαναν την εμφάνιση της απαγορευμένης από τις δυτικές κυρώσεις εταιρείας, διά του λογότυπού της, στις οθόνες των θεατών των παρτίδων. Ο Πήτερ Χάινε Νίλσεν, για παράδειγμα, «δεύτερος» του Κάρλσεν και από τους πρωτοστατούντες μιας κίνησης απορωσοποίησης του σκακιού μίλησε για «sportswashing», καλώντας την ομοσπονδία να παρέμβει.
Το γεγονός είναι ενδεικτικό του διχασμένου κλίματος που επικρατεί στον σκακιστικό κόσμο, με κάθε θέμα, όσο ήσσονος σημασίας και αν είναι, να αναδεικνύεται ως αφορμή για την έκφραση της κύριας αντίθεσης στο σκάκι αυτή τη στιγμή: μπορούμε να φανταστούμε ένα μέλλον με λιγότερη Ρωσία, και σε ρόλο παρία; Με τις εκλογές στη FIDE να έρχονται μετά την Ολυμπιάδα του Αυγούστου στην Ινδία οι σχολιασμοί και οι εξελίξεις στο τουρνουά των διεκδικητών εντάσσονται ενεργά στο προεκλογικό κλίμα, δημιουργώντας ένα εναργές ενδιαφέρον για τη νέα κατάσταση ισορροπίας που θα προκύψει. Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες τα τετραγωνίδια εκτός της σκακιέρας προκαλούν περίπλοκες θέσεις, όπου ο ακριβής υπολογισμός των «βαριαντών» μοιάζει άσκηση για πολύ καλούς παίκτες.