Η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ βρίσκεται αυτή την εβδομάδα σε περιοδεία στην Ασία και σε αυτό το πλαίσιο επισκέφθηκε το βυθιζόμενο Παλάου (προφέρεται Μπελάου). Η πολιτικός των Πρασίνων, προφανώς, δεν θα υπογράψει κάποια βαρυσήμαντη συμφωνία με το μικρό νησιωτικό κράτος του Ειρηνικού, αλλά πιθανότατα ελπίζει να στρέψει την προσοχή του κόσμου ξανά στην επιτακτική απειλή της κλιματικής αλλαγής και ίσως στο να υπενθυμίσει στο γερμανικό κοινό τη ραχοκοκαλιά της πολιτικής ατζέντας του κόμματός της.
Σε αυτές τις επίσημες περιοδείες, βεβαίως, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Στρατιές συμβούλων κινητοποιούνται: ποιους θα συναντήσει, πού θα σταθεί, τι θα πει, τι θα βάλει. Αυτοί οι σύμβουλοι λοιπόν, μας χάρισαν μια εξαιρετική, οριακά ινσταγκραμική, στιγμή της Γερμανίδας υπουργού Εξωτερικών: χαλαρή, ξυπόλητη με ένα υπέροχο πράσινο φόρεμα να περπατά στις λευκές αμμουδιές του Παλάου, πολύ ανήσυχη σίγουρα για το μέλλον του νησιού.
Το πράσινο φόρεμα της Μπέρμποκ μάλλον είναι ό,τι έχει απομείνει πλέον από την περίφημη περιβαλλοντική πολιτική των Πρασίνων. Το κόμμα αναδείχθηκε σε κυβερνητικό εταίρο μετά τις τελευταίες ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές – για ένα διάστημα μάλιστα φαινόταν και ρεαλιστική η προοπτική στο να αναδειχθεί σε κυβερνητικό κορμό, στη βάση αυτής ακριβώς της πολιτικής πρότασης σε συνδυασμό με φιλελεύθερα οικονομικά μέτρα και δικαιωματική πολιτική στο εσωτερικό της χώρας.
Η φιλελεύθερη και εύρωστη γερμανική μικροαστική τάξη των μεγάλων πόλεων, έχοντας εγκολπωθεί ως ταυτοτικό στοιχείο της την ανακύκλωση, την αγορά βιολογικών προϊόντων και μια γενικόλογη ανησυχία για την πορεία του πλανήτη μας, βρήκε έναν αρκούντως χιπ αλλά όχι και τόσο ριζοσπαστικό πολιτικό εκφραστή, ενώ, ταυτόχρονα εξέφραζε και την όποια δυσαρέσκειά της στα παραδοσιακά κόμματα. Με τους Πράσινους πια ενισχυμένους και παρά τις οικονομικές συνθήκες, οι οποίες οξύνθηκαν με την πανδημία, ήταν αναμενόμενο η κυβερνητική πολιτική στο Βερολίνο να έχει έντονα πράσινο πρόσημο.
Ένα πολύ πετυχημένο παρατσούκλι: η Νατοϊκή Αριστερά
Η «Συμμαχία 90/οι Πράσινοι» πήρε τη σημερινή της μορφή το 1990 αλλά έχει καταβολές στα κινήματα του ’68 καθώς και στα αντιπολεμικά συλλαλητήρια και τα κινήματα κατά της πυρηνικής ενέργειας. Ειδικά τα τελευταία ήταν καθοριστικής σημασίας και είχαν οδηγήσει σε συνεργασία νεολαίων και οργανώσεων μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, αναφορικά με την κατασκευή πυρηνικών σταθμών στα γαλλογερμανικά σύνορα. Η εναντίωση στην πυρηνική ενέργεια και το αίτημα για επένδυση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παραμένουν τα διαχρονικά αιτήματα του κόμματος.
Μέχρι και το 1998, για την πλειοψηφία της γερμανικής κοινωνίας, οι Πράσινοι ήταν λίγο χίπηδες, λίγο γραφικοί, λίγο αριστεροχαρούμενοι, σίγουρα ακραίοι, αλλά όχι τόσο όσο τα μέλη του PDS (πολιτικός πρόγονος του σημερινού Die Linke). To 1998 όμως, ο Σρέντερ τους χρειαζόταν για να σχηματίσει την πρώτη κεντροαριστερή κυβέρνηση της μεταπολεμικής Γερμανίας και οι πρώην χίπηδες φόρεσαν κυβερνητικά κοστούμια.
Η μεταστροφή ήταν τόσο γρήγορη που θα ήταν δύσκολα αντιληπτή αν δεν είχαμε πρόσφατο παράδειγμα στην ελληνική πολιτική ζωή. Το κόμμα θα κερδίσει το διόλου τιμητικό προσωνύμιο «Η Νατοϊκή Αριστερά» όταν θα στηρίξει τον πόλεμο του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο εν μέσω σφοδρών ενδοκομματικών αντιπαραθέσεων, κόντρα στις προεκλογικές του θέσεις. Ταυτόχρονα γινόταν αντιληπτό πως η γρήγορη απεξάρτηση της Γερμανίας από την πυρηνική ενέργεια δεν ήταν στις προτεραιότητες της κυβέρνησης και έτσι, απαλλαγμένο πιά από εξέχουσες μορφές του αντιπολεμικού κινήματος, το κόμμα προχώρησε ξανά σε συνεργασία με το SPD του Σρέντερ το 2002. Η στήριξη που παρείχε στην “Ατζέντα 2010”, ένα πρόγραμμα δραστικών περικοπών, το οποίο κατεδάφισε ουσιαστικά το γερμανικό κοινωνικό κράτος, έκοψε κάθε δεσμό με το πολιτικοϊδεολογικό παρελθόν του και το κόμμα πέρασε οριστικά στη σφαίρα των καθεστωτικών πολιτικών δυνάμεων. Μόνο η επίμονη προσήλωση στις περιβαλλοντικές πολιτικές έμεινε να θυμίζει το κόμμα του 1990 – και αυτή άνευ του ριζοσπαστισμού και της τόλμης που απαιτούν οι προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής.
Οι Πράσινοι ανέλαβαν ξανά κυβερνητικούς θώκους μετά τις εκλογές του 2021 και για ακόμη μια φορά βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια πολεμική σύρραξη, «την πρώτη στην Ευρώπη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο», όπως πολλά μίντια έσπευσαν να μας ενημερώσουν, μια ευγενική υπενθύμιση μάλλον πως τα Βαλκάνια δεν είναι Ευρώπη. Το κόμμα της οικολογίας θα χρειαστεί να βρει μια νέα ισορροπία ανάμεσα στις φιλοδοξίες της πράσινης μετάβασης και των συνεπειών ενός καταστροφικού πολέμου, αποδεικνύοντας πως δεν γίνεται μια πολιτική δύναμη να είναι υπηρέτης πολλών αφεντάδων.
Κλιματική αλλαγή και ΝΑΤΟ, τα δυο βουνά μαλώνουν
Έχοντας ήδη αποδείξει την αφοσίωσή του στο ΝΑΤΟ το 1998, το κόμμα της Μπέρμποκ από την αρχή της πολεμικής σύγκρουσης στην Ουκρανία, τήρησε σκληρή γραμμή έναντι της Ρωσίας και στρατεύτηκε πλήρως με τους σχεδιασμούς της συμμαχίας.
Παραδοσιακά ρωσοφοβικό κόμμα, στήριξε τόσο τις κυρώσεις έναντι της Ρωσίας καθώς και την αποστολή βαρέων οπλικών συστημάτων στο Κίεβο. Ταυτόχρονα, είδε την διαχρονική του θέση για την απεξάρτηση της Γερμανίας από το ρωσικό αέριο να υλοποιείται, μέσω της ακύρωσης του αγωγού North Stream 2, στηρίζει την πρωτοφανή ενίσχυση των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων, ενώ, συνεχίζει και πιέζει για περαιτέρω στήριξη στην Ουκρανία. Με λίγα λόγια, οι Πράσινοι συντάσσονται πλήρως με τους Νατοϊκούς σχεδιασμούς και λειτουργούν ως ο βραχίονας της συμμαχίας στο Βερολίνο.
Το πρόβλημα είναι πως αυτές οι πολιτικές επιλογές κοστίζουν χρήματα, πολλά χρήματα, ακόμα και για τα μεγέθη της γερμανικής οικονομίας. Οι επιπτώσεις των κυρώσεων είναι τεράστιες και ο χειμώνας προβλέπεται αρκετά δυσοίωνος για τις γερμανικές πόλεις και τους κατοίκους τους. Ήδη στο σχέδιο έκτακτης ανάγκης τριών σταδίων, η Γερμανία βρίσκεται στο δεύτερο, με το τρίτο να προβλέπει δελτίο ενέργειας και λειτουργίας κομβικών βιομηχανιών, ενώ τα αυξημένα έξοδα του γερμανικού δημοσίου αρχίζουν και αμβλύνουν τα σχέδια μετάβασης σε πράσινη οικονομία.
Η αιολική ενέργεια από τις αμέτρητες ανεμογεννήτριες που ξεφύτρωσαν στη Γερμανία τα προηγούμενα χρόνια, εκτός του ότι έχουν αντίκτυπο στα κατά τόπους οικοσυστήματα και κοινωνικές επιπτώσεις, με την μετατροπή καλλιεργήσιμης γης σε αιολικά πάρκα, δεν μπορεί επ’ ουδενί να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες της Γερμανίας. Το φιλόδοξο πλάνο της Μέρκελ να κλείσει όλους τους πυρηνικούς σταθμούς της χώρας πιθανότατα θα παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες, ενώ ήδη συζητιέται στους διαδρόμους της Μπούντεσταγκ η επιστροφή στα ορυκτά καύσιμα, για να βγει ο βαρύς γερμανικός χειμώνας (τα ελάχιστα εναπομείναντα ανοιχτά εργοστάσια λιγνίτη θα έκλειναν με ορίζοντα το 2030). Ήδη στις 21 Ιουνίου η κυβέρνηση άσκησε βέτο, με τη σύμφωνη γνώμη των Πρασίνων, σε πρόταση της Κομισιόν για πλήρη απαγόρευση πώλησης αυτοκινήτων με μηχανές εσωτερικής καύσης με ορίζοντα το 2035.
Είναι φανερό πως δεν μπορούν να μπουν πολλά καρπούζια κάτω από την ίδια μασχάλη και είναι πια έκδηλο ποιό καρπούζι προτίμησε η ηγεσία των Πρασίνων. Αν καλοπροαίρετα πιστέψουμε την ρητορική του κόμματος σχετικά με την επιτακτικότητα αντιμετώπισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, ίσως θα έπρεπε να ανησυχήσουμε που η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης απομακρύνεται από τους στόχους της Συμφωνίας των Παρισίων. Ήδη, μόνο για την εβδομάδα την οποία γράφονται αυτές οι γραμμές, ο πλανήτης μας και οι κάτοικοί του αντιμετωπίζουν σφοδρό κύμα καύσωνα στην Ευρώπη, 30 εκατοστά χιόνι στον Καναδά, πρωτοφανείς σφοδρότητας και συχνότητας ανεμοθύελλες στη Μέση Ανατολή. ενώ στα εγχώρια δικά μας, πολλαπλές εστίες πυρκαγιών, όσο η Ελλάδα παρακολουθεί Survivor.
Όσο και αν είναι σοκαριστικό το γεγονός πως η Vonovia, ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης ακινήτων στην Γερμανία, περιορίζει την θέρμανση κατά τις βραδινές ώρες ή πως η Γερμανία θα μειώσει τον φωτισμό των δρόμων της ή θα κλείσει δημόσιες πισίνες, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι βαθιά πιο επικίνδυνες και επώδυνες.
Και σίγουρα είναι πολύ επικίνδυνο που η Πράσινη υπουργός Εξωτερικών, χωρίς καμία πρόθεση να αντιμετωπίσει ουσιαστικά το πρόβλημα αλλάζοντας το παραγωγικό μοντέλο που το προκαλεί, επέλεξε να επισκεφτεί ένα κράτος, το οποίο πιθανότατα δεν θα υπάρχει στο τέλος του αιώνα, να φορέσει το πράσινο φόρεμά της εις άγραν ψήφων και να μας υπενθυμίσει πως οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής γίνονται όλο και πιο κοστοβόρες. Βεβαίως, ξέχασε να μας πει ποιός είναι ο λογαριασμός των ιμπεριαλιστικών πολέμων και ανταγωνισμών. Αλλά δεν χρειάζεται να ανησυχούμε, καθώς και τους δύο λογαριασμούς, εμείς θα τους πληρώσουμε.