Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απείλησε σήμερα το Ηνωμένο Βασίλειο με τέσσερις νέες νομικές ενέργειες σε μια διαμάχη σχετικά με τους εμπορικούς κανόνες για τη Βόρεια Ιρλανδία μετά το Brexit.
Η δικαστική απειλή αποτελεί απάντηση στην αποτυχία του Λονδίνου να επιβάλει τους απαιτούμενους από την Ευρωπαϊκή Ένωση ελέγχους στα βρετανικά αγαθά που εισέρχονται στη Βόρεια Ιρλανδία και στο σχέδιο του Μπόρις Τζόνσον να αγνοήσει ένα βασικό μέρος της συμφωνίας για το Brexit που υπέγραψε.
Η ανακοίνωση της Επιτροπής ήρθε δύο ημέρες μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου για το πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας, το οποίο θα έδινε στους υπουργούς της βρετανικής κυβέρνησης νέες μονομερείς εξουσίες για να αλλάξουν ή να παραμερίσουν τους ελέγχους που είχαν συμφωνηθεί προηγουμένως με την ΕΕ για τα αγαθά που εισέρχονται στη Βόρεια Ιρλανδία από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο. Το νομοσχέδιο θα γίνει αντικείμενο περαιτέρω συζητήσεων και πιθανών τροποποιήσεων τον Σεπτέμβριο στη Βουλή των Λόρδων, όπου ορισμένοι μέλη έχουν υποσχεθεί να καθυστερήσουν την ψήφισή του έως το 2023.
Οι έλεγχοι αυτοί συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της συμφωνίας αποχώρησης του 2019 και του εμπορικού της πρωτοκόλλου, σύμφωνα με το οποίο η Βόρεια Ιρλανδία παραμένει εντός της ενιαίας αγοράς αγαθών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε τον Ιανουάριο του 2021. Αυτός ο συμβιβασμός σχεδιάστηκε για να αποφευχθούν οι έλεγχοι των εμπορευμάτων που διακινούνται μεταξύ του βορρά και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, μιας χώρας-μέλους της ΕΕ.
Έκτοτε, ωστόσο, οι βρετανικές αρχές αρνήθηκαν να εφαρμόσουν πολλούς από τους προβλεπόμενους ελέγχους στα λιμάνια της Βόρειας Ιρλανδίας παρά την έντονη αντίθεση των ενωτικών πολιτικών της περιοχής του Ηνωμένου Βασιλείου, οι οποίοι επικρίνουν τα λεγόμενα σύνορα της Θάλασσας της Ιρλανδίας ως επίθεση στη δική τους βρετανική ταυτότητα.
Η Επιτροπή – η οποία αναβίωσε τη νομική δράση εναντίον του Ηνωμένου Βασιλείου τον Ιούνιο ως απάντηση στην εισαγωγή του νομοσχεδίου που τροποποιεί το πρωτόκολλο – δήλωσε ότι η εντεινόμενη απειλή της για δικαστικές διαμάχες σχεδιάστηκε «για να εξασφαλίσει την συμμόρφωση με το πρωτόκολλο σε διάφορους βασικούς τομείς».
«Η συμμόρφωση αυτή είναι ουσιαστικής σημασίας προκειμένου η Βόρεια Ιρλανδία να συνεχίσει να επωφελείται από την προνομιακή της πρόσβαση στην ευρωπαϊκή ενιαία αγορά και είναι απαραίτητη για την προστασία της υγείας, της ασφάλειας και της προστασίας των πολιτών της ΕΕ, καθώς και της ακεραιότητας της ενιαίας αγοράς», ανέφερε η Επιτροπή σε ανακοίνωσή της.
Οι Βρυξέλλες δήλωσαν ότι απέφυγαν αυτό το βήμα για περισσότερο από ένα χρόνο ώστε «να δημιουργήσουν τον χώρο για την αναζήτηση κοινών λύσεων με το Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, η απροθυμία του Ηνωμένου Βασιλείου να συμμετάσχει σε ουσιαστική συζήτηση από τον περασμένο Φεβρουάριο και η συνεχιζόμενη ψήφιση του νομοσχεδίου για το Πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας μέσω του Κοινοβουλίου του Ηνωμένου Βασιλείου έρχονται σε άμεση αντίθεση με αυτό το πνεύμα».
Οι Βρυξέλλες κατηγόρησαν τις βρετανικές αρχές ότι δεν τήρησαν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την συνθήκη, οι οποίες θα ενεργοποιούσαν δυνητικά τέσσερις ξεχωριστές διαδικασίες, ανάλογα με το αν η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου θα απαντήσει θετικά για την επίλυση κάθε καταγγελίας εντός δύο μηνών.
Η Κομισιόν δήλωσε ότι η αποτυχία του Ηνωμένου Βασιλείου να επιβάλει κατάλληλους τελωνειακούς ελέγχους στα εμπορεύματα που μετακινούνται από τη Βρετανία «αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο λαθρεμπορίου μέσω της Βόρειας Ιρλανδίας» στην Ευρωπαϊκή Ένωση και διευκολύνει τους εμπόρους «να παρακάμψουν τους κανόνες της ΕΕ σχετικά με τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς στην εξαγωγή αγαθών σε τρίτες χώρες».
Κατηγόρησε επίσης το Ηνωμένο Βασίλειο ότι δεν μετέφερε στο εθνικό δίκαιο ή δεν θέσπισε τη νομοθεσία της ΕΕ που διέπει τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τους συντελεστές ΦΠΑ στο ηλεκτρονικό εμπόριο στη Βόρεια Ιρλανδία, πράγμα που σημαίνει ότι οι εξαγωγικές επιχειρήσεις εκεί θα μπορούσαν ενδεχομένως να ανταγωνιστούν αθέμιτα εντός της ενιαίας αγοράς της ΕΕ.