Αν υπάρχει ένα πρόσωπο το οποίο ανταγωνίζεται στα ίσια την Χίλαρι Κλίντον ως προσωποποίηση της διαφθοράς και της διαπλοκής του πολιτικού κατεστημένου των ΗΠΑ, από την πλευρά των Δημοκρατικών, αυτό είναι η Νάνσι Πελόζι.
Η 82χρονη, βαθύπλουτη και δεύτερη στην τάξη της διαδοχής του προέδρου Μπάιντεν, έχει αποφασίσει εδώ και καιρό να νικήσει στο διαγωνισμό φιλοπόλεμου γερακιού της Ουάσιγκτον. Και μιας και ο πόλεμος με τη Ρωσία έχει ξεκινήσει, φιλοδοξεί να αναδειχτεί η μεγάλη προβοκάτορας ενός πολέμου με την Κίνα.
Πριν από λίγο καιρό είχε αναγγείλει επίσκεψή της στην Ταϊβάν. Η de facto αλλά και όχι de jure αποσχισθείσα Ταϊβάν, όπου οι εθνικιστικές δυνάμεις του Κουνμιτάνγκ βρήκαν καταφύγιο μετά την ήττα τους από τον Μάο, αποτελεί κατά το διεθνές δίκαιο και σύμφωνα με τη διεθνή κοινότητα, τμήμα της Κίνας.
Ούτε οι ΗΠΑ έχουν αμφισβητήσει επισήμως αυτήν την αρχή. Άλλωστε, η ιδιοφυής ομολογουμένως, αξιοποίηση των διαφορών ΕΣΣΔ και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας από τον Ρίτσαρντ Νίξον ως πρόεδρο των ΗΠΑ, περνούσε μέσα από τη μη αμφισβήτηση της αρχής της “μίας Κίνας”.
Βεβαίως, οι ΗΠΑ εξοπλίζουν εδώ και δεκαετίες την Ταϊβάν, ακόμα περισσότερο δε επί Μπάιντεν, εν μέσω και πολέμου στην Ουκρανία. Ο σχεδιασμός είναι να μετατρέψουν την Ταϊβάν σε εφιάλτη για την Κίνα, στην περίπτωση στρατιωτικών επιχειρήσεων, μέσα από ένα συνδυασμό ικανοτήτων συμβατικού και ασύμμετρου πολέμου ή ακόμα περισσότερο να την καταστήσουν εφαλτήριο αμφισβήτησης του κινεζικού μοντέλου.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν, μάλιστα, στο πλαίσιο των λεκτικών του ακροβασιών, προσφάτως είχε διακηρύξει ότι οι ΗΠΑ, σε περίπτωση κινεζικής προσπάθειας επανένωσης με στρατιωτικά μέσα, θα πολεμούσαν στο πλευρό της Ταϊβάν, μόνο και μόνο για να αναγκάσει τον Λευκό Οίκο να ανασκευάσει, επαναβεβαιώνοντας την στρατηγική ασάφεια σε ό,τι αφορά την αντίδραση των ΗΠΑ μπροστά σε μια τέτοια πιθανότητα.
Οι ΗΠΑ εδώ και μήνες ενεργούν μια σειρά κινήσεων με το πολεμικό τους ναυτικό και με την αεροπορία τους, οι οποίες κάθε άλλο παρά ηρεμούν την Κίνα. Η οριοθέτηση της Κίνας ως αντιπάλου και οι κινήσεις αντιμετώπισής της, από τη συμφωνία AUKUS έως τα τελευταία προαναφερθέντα γεγονότα φέρνουν ολοένα κοντύτερα τον πόλεμο με επίκεντρο την Ταϊβάν.
Η τυχόν μετάβαση της Πελόζι στην Ταϊβάν, αφού προσωρινώς αναβλήθηκε ελέω Covid-19, επανέρχεται στο προσκήνιο. Συνιστά στο πολιτικό επίπεδο μια κορυφαία πρόκληση, ισοδύναμη σχεδόν με αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν. Πρόκειται για οριστική και ολική ανατροπή της πολιτικής Νίξον. Είναι προφανές ότι δεν πρόκειται για ιδιοτροπία μιας γηραιάς κυρίας, αλλά για πολιτική του πλέον πολεμοχαρούς τμήματος του κατεστημένου της Ουάσιγκτον. Εκείνου που θεωρεί ότι τώρα είναι η ώρα ενός γενικού ξεκαθαρίσματος με τους αντιπάλους των ΗΠΑ, προτού αυτοί ισχυροποιηθούν ακόμα περισσότερο. Το ξέσπασμα ενός γενικευμένου πολέμου όπως έχουμε ξαναγράψει αποτελεί έναν αποδεκτό κίνδυνο για το παραπάνω τμήμα του αμερικανικού κατεστημένου.
Όπως ήταν επόμενο, η πρωτοβουλία της Νάνσι Πελόζι απαντήθηκε με πολύ σαφώς ασαφείς προειδοποιήσεις από κινεζικής πλευράς, τόσο δια επισήμων χειλών, όσο και δια των Global Times. Κάθε απάντηση, συμπεριλαμβανομένης της στρατιωτικής είναι πιθανή. Προφανώς, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο μιλούμε για το ξέσπασμα πολέμου μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι κατά τον ένοικο του Λευκού Οίκου, το Πεντάγωνο θεωρεί κακή ιδέα την επίσκεψη της Πελόζι. Εδώ και αρκετό καιρό, οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, επιδεικνύουν μεγαλύτερη συναίσθηση για το τι θα σηματοδοτήσει ένας γενικευμένος πόλεμος. Πρόκειται για μια ευρισκόμενη σε εξέλιξη εσωτερική σύγκρουση στο αμερικανικό κατεστημένο, γύρω από έναν αδύναμο πρόεδρο.
Σε κάθε περίπτωση, η υπόθεση Πελόζι αποτελεί επιπλέον απόδειξη της αστάθειας εντός των ΗΠΑ. Έχουμε μια υπερδύναμη, της οποίας κορυφαίοι πολιτειακοί παράγοντες προβοκάρουν ανοιχτά την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια. Δεν μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε και επίδειξη μεγάλης ωριμότητας. Ακόμα χειρότερα ίσως, η στοιχειώδης ψυχραιμία φαίνεται να εδρεύει στο βαθύ, στρατιωτικό κατεστημένο. Κάποιοι στις ΗΠΑ σκορπίζουν μπαρούτι παντού και έπειτα παίζουν με τα σπίρτα.