Σημαντικές είναι οι επιπτώσεις που έχουν προκληθεί στο ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων της χώρας εξαιτίας της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Η αύξηση στη τιμή των καυσίμων, στην ενέργεια και γενικά στο κόστος παραγωγής έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής στα αγροτικά προϊόντα.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ τα οποία έχει επεξεργαστεί ο Σύνδεσμος Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής, Διακίνησης Φρούτων Λαχανικών και Χυμών INCOFRUIT-HELLAS, το πρώτο πεντάμηνο του 2022 υπάρχει έλλειμμα στο ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων κατά 39,6 εκατ. ευρώ, όταν το ίδιο διάστημα το 2020 υπήρχε πλεόνασμα 510,953 εκατ. ευρώ και το 2021 κατά 459,332 ευρώ.
Οι εξαγωγές νωπών φρούτων και λαχανικών το πεντάμηνο του τρέχοντος έτους ήταν μειωμένες 11,2% σε όγκο, σε σύγκριση με το ίδιο διάστημα του προηγούμενου έτους, συνολικού ύψους 643,28 χιλιάδων τόνων και ελαφρώς αυξημένες σε αξία 1,3% (587,56 εκατομμυρίων ευρώ).
Οι αποστολές λαχανικών ήταν μειωμένες κατά 12,2% σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2021, ανερχόμενες σε 132.902 τόνους (151.419 τόνοι/2021), ενώ μειώθηκαν σε αξία μόνο κατά 2,4%, φτάνοντας τα 118,306.079 ευρώ (121.259.453/2021). Μειωμένες εμφανίζονται και οι εξαγωγές φρούτων σε όγκο οι οποίες έφτασαν τους 510.373 τόνους (573.013 τόνοι/2021), ενώ η αξία τους αυξήθηκε κατά 2,2%, σε 469.252.545 ευρώ (458.995.296 ευρώ/2021).
Επίσης, σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία αναγγελιών εξαγωγών προερχόμενα από το Μητρώο Εμπόρων Νωπών Οπωροκηπευτικών (ΜΕΝΟ) που τηρείται στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, διαπιστώνεται μια μείωση των εξαγωγών σε καλοκαιρινά φρούτα και λαχανικά 5,2% από την αρχή του χρόνου μέχρι 15/7/2022 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021.
Όπως δήλωσε στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Ειδικός Σύμβουλος του Συνδέσμου, Γιώργος Πολυχρονάκης «λαμβάνοντας υπόψη την μειωμένη λόγω ζημιών παραγωγή των πυρηνόκαρπων – εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών που επικράτησαν το 2021 – οι εξαγωγές του 2022, εξελίσσονται αρνητικά σε σχέση με το 2020 κατά 20,4% σε όγκο οφειλόμενη αφενός στην παρατηρούμενη υποκατανάλωση στις καταναλωτικές αγορές, την απώλεια τριών χωρών προορισμού των προϊόντων μας και αφετέρου στην έλλειψη εργατών γης για την συγκομιδή τους» υπογραμμίζοντας ότι «το μόνο αισιόδοξο είναι η μεσοσταθμική αύξηση στην τιμή πώλησής τους που φτάνει το 14%-15% που όμως δεν καλύπτουν το κόστος παραγωγής και εμπορίου που κατ’ ελάχιστο ανέρχεται σε +35%».
Αντίθετα, αύξηση καταγράφηκε στις εισαγωγές οπωροκηπευτικών το α’ πεντάμηνο του 2022 έναντι της ίδιας περσινής περιόδου, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ.
Πιο αναλυτικά, οι εισαγωγές οπωροκηπευτικών από τη χώρα μας μεγεθύνθηκαν κατά 13,6% σε όγκο (365.495 τόνοι/2022 – 321.860 τόνοι/2021) και κατά 25,7% σε άξια (308.217.976 ευρώ/2022 – 245.185.052 ευρώ/2021). Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε κυρίως σε λαχανικά (+20%) σε όγκο και κατά 41,7% σε αξία, ενώ στα φρούτα η αύξηση σε όγκο ανήλθε σε 5,2% και σε αξία 14,4%.
«Αυτή η συνεχώς αυξητική τάση των εισαγωγών με παράλληλη αύξηση κατά 39% της μεσοσταθμικής τους τιμής το πεντάμηνο που σε συνδυασμό με την μικρότερη αύξηση της μεσοσταθμικής τιμής των εξαγωγών του πενταμήνου κατά +14%, είναι ανησυχητική ένδειξη με προοπτικές στο τέλος του χρόνου καταγραφή ελλειμματικού προσήμου στο ισοζύγιο των αγροτικών μας προϊόντων» τόνισε ο κ. Πολυχρονάκης διευκρινίζοντας ότι «ενώ οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων το πεντάμηνο αυξήθηκαν σε αξία κατά +33,6% (από 2,9 δισ. ευρώ σε 3,9 δισ. ευρώ) οι εξαγωγές μεγεθύνθηκαν μόνο κατά 15,1% (από 3,4 δισ. ευρώ σε 3,9 δισ. ευρώ)».
«Αυτή η αρνητική εξέλιξη» είπε «έρχεται μετά από δύο χρονιές του 2020 και 2021 που το ισοζύγιο αγροτικών μας προϊόντων είχε καταγράψει μετά από 36 χρόνια πλεόνασμα 510,953 εκατ. ευρώ και 459,332 ευρώ αντίστοιχα».