Σε ηλικία 84 ετών πέθανε ο Ιάπωνας σχεδιαστής Ισέι Μιγιάκε. Ο Μιγιάκε ξεχώρισε μέσα από το πτυχωτό στυλ ρούχων του και το χαρακτηριστικό μαύρο ζιβάγκο, που τίμησε ο φίλος του και ιδρυτής της Apple Inc, Στιβ Τζομπς.
Ο Μιγιάκε, το όνομα του οποίου αποτέλεσε σύμβολο της Ιαπωνικής μόδας και της εθνικής οικονομίας το 1980, πέθανε στις 5 Αυγούστου από καρκίνο στο ήπαρ, σύμφωνα με όσα μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων Kyodo.
Με χαρακτηριστικό γνώρισμα την πρακτικότητά του, ο Μιγιάκε φημολογείται ότι επιθυμούσε να γίνει είτε χορευτής είτε αθλητής προτού έρθει σε επαφή με περιοδικά μόδας της αδερφής του, τα οποία τον ενέπνευσαν να αλλάξει επαγγελματικό προσανατολισμό.
Γεννημένος στη Χιροσίμα, ο Μιγιάκε ήταν μόλις επτά ετών, όταν έπεσε η ατομική βόμβα στην πόλη, ενώ βρισκόταν σε μια τάξη. Ήταν απρόθυμος να μιλήσει για το γεγονός στη μετέπειτα ζωή του.
«Όταν κλείνω τα μάτια μου, εξακολουθώ να βλέπω πράγματα που κανείς δεν πρέπει να ζήσει ποτέ», έχει δηλώσει στους New York Times, προσθέτοντας ότι μέσα σε τρία χρόνια, η μητέρα του πέθανε από έκθεση στην ακτινοβολία.
«Προσπάθησα, αν και ανεπιτυχώς, να τα αφήσω όλα πίσω μου, προτιμώντας να σκέφτομαι πράγματα που μπορούν να δημιουργηθούν, όχι να καταστραφούν, που φέρνουν ομορφιά και χαρά. Κυνήγησα το σχέδιο μόδας, εν μέρει επειδή είναι μια δημιουργική μορφή, κάτι σύγχρονο και αισιόδοξο».
Αφού σπούδασε γραφιστική σε ένα πανεπιστήμιο τέχνης του Τόκιο, διδάχτηκε σχέδιο μόδας στο Παρίσι, όπου συνεργάστηκε με τους διάσημους σχεδιαστές μόδας Γκάι Λαρός και Ούμπερτ ντε Τζιβένσι, προτού κατευθυνθεί στη Νέα Υόρκη. Το 1970 επέστρεψε στο Τόκιο και ίδρυσε το Miyake Design Studio.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ανέπτυξε μια νέα πλισέ τεχνοτροπία, τυλίγοντας τα υφάσματα ανάμεσα σε στρώματα χαρτιού και τοποθετώντας τα σε πρέσα θερμότητας, με τα ρούχα να διατηρούν το πτυχωτό σχήμα τους. Δοκιμασμένο για την ελευθερία κινήσεών του από χορευτές, αυτό οδήγησε στην διαμόρφωση της συλλογής που έφερε την υπογραφή του, «Pleats, Please».
Τελικά υπέγραψε περισσότερες από δώδεκα σειρές, για άνδρες και γυναίκες. Από ενδύματα μέχρι τσάντες, ρολόγια και αρώματα. Τελικά αποσύρθηκε το 1997 για να αφοσιωθεί στην έρευνα.
Το 2016, όταν ρωτήθηκε ποιες πιστεύει ότι ήταν οι προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν οι μελλοντικοί σχεδιαστές, ανέφερε στη βρετανική εφημερίδα Guardian ότι οι άνθρωποι ήταν πιθανό να κληθούν να εργαστούν καταναλώνοντας λιγότερους πόρους. «Ίσως χρειαστεί να περάσουμε από μια διαδικασία αφαίρεσης», ανέφερε.
«Στο Παρίσι, λέμε τους ανθρώπους που φτιάχνουν ρούχα couturiers – αναπτύσσουν νέα είδη ένδυσης – αλλά στην πραγματικότητα η δουλειά του σχεδιασμού είναι να φτιάξεις κάτι που να λειτουργεί στην πραγματική ζωή», συμπλήρωσε.