Πολλά έχουν γραφτεί κατά καιρούς και πολλές μελέτες εκπονήθηκαν για τις αρνητικές πτυχές του μαζικού τουρισμού, τον οποίον με το πρόσχημα του συγκεκριμένου μοντέλου ανάπτυξης οι διάφορες κυβερνήσεις εξιδανικεύουν ως πανάκεια για την οικονομία της κάθε χώρας, αδιαφορώντας για τα δευτερογενή προβλήματα που αυτός δημιουργεί στον πληθυσμό των περιοχών που υποδέχονται, συχνά χωρίς κανέναν προσχεδιασμό, τα αυξημένα κύματα των παραθεριστών.
Αν και έχουν υποδειχθεί έως τώρα οι βλαβερές συνέπειες του τουρισμού σε ενοίκια, παροχή υπηρεσιών, περιβαλλοντική επιβάρυνση, θόρυβο, υποβάθμιση επιπέδου ζωής, άδειασμα αστικής ζώνης, η επέκταση της ζώνης τουριστικής εκμετάλλευσης σε περιαστικές και καθαρά αγροτικές περιοχές αρχίζουν πλέον σε πολλές χώρες, ιδίως στην Ισπανία, να δημιουργούν νέα προβλήματα. Τραγελαφικά σε πρώτη ανάγνωση, αλλά που αν τα εξετάσουμε στο βάθος τους βλέπουμε πως είναι πολύ σοβαρά.
Γιατί, η παράξενη αυτή ράτσα, που λέγεται τουρίστας, μολονότι αυτοπροβάλλεται ως εραστής της φυσικής ζωής και του πολιτισμού ενός τόπου, στην ουσία δεν αποβάλλει τον ατομισμό του καταναλωτή, που θέλει να ικανοποιείται από το προϊόν που αγοράζει. Έτσι, και οι τουρίστες που δηλώνουν πως αναζητούν την επαφή με το αγροτικό περιβάλλον δεν φαίνεται να συγκινούνται από την πραγματικότητα της ζωής στην ύπαιθρο.
Στην Καντάβρια της Ισπανίας τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί πως οι επισκέπτες, που είτε αγοράζουν εξοχική κατοικία ή απλώς διαμένουν σποραδικά συμπεριφέρονται αλαζονικά και δεν επιδιώκουν να ενσωματωθούν στον τοπικό πολιτισμό και τα έθιμά του. Απεναντίας, πληθαίνουν διαρκώς τα περιστατικά όπου αυτοί απαιτούν από τις τοπικές κοινωνίες να αλλάξουν τα έθιμα και τις συνήθειές της.
Πρόσφατα, θυμηδία αρχικά, αλλά μετέπειτα σκεπτικισμό, προκάλεσε η είδηση πως ιδιοκτήτης μίας αγροικίας στο Ερέρα ντε Ίβιο απαίτησε από τον ιερέα της πόλης να μην ηχούν οι καμπάνες της εκκλησίας, που σημαίνουν την αλλαγή της ώρας, μεταξύ 23:00 και 8:00 π.μ., ώστε οι ενοικιαστές του να μην ενοχλούνται από τους θορύβους. Έπειτα από μία προστριβή τριών εβδομάδων με τους κατοίκους, που βρήκε μεγάλη απήχηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η τοπική κοινότητα κατόρθωσε να ανακτήσει τον χαρακτηριστικό ήχο της καμπάνας, που πέρα από τη θρησκευτική σημασία του, αποτελούσε αναπόσπαστη όψη της ταυτότητάς της.
Το περιστατικό αυτό ήταν ενδεικτικό, ώστε να υπάρξει μία περαιτέρω μελέτη του πόσο έχουν πολλαπλασιαστεί οι διαμάχες αυτού του είδους τα τελευταία χρόνια και το πόσο η βαρύτητα της βούλησης των «επήλυδων ξένων» (και η επιρροή που έχουν) έχει καθορίσει αποφάσεις δημοτικών συμβουλίων που έρχονται σε αντίθεση με τον ρου και τις συνήθειες της ζωής των γηγενών.
Για παράδειγμα, μία από τις πρώτες πόλεις που ήταν πρόθυμες να αλλάξουν τρόπο ζωής ήταν το Μπαγιέρο, που το 2014 θέσπισε υποχρεωτική διάταξη για τους κτηνοτρόφους να μην ρίχνουν κοπριά στις φάρμες τους μεταξύ 1 Ιουλίου και 31 Αυγούστου. Μόνη δικαιολογία για την αλλαγή ήταν «η καλοκαιρινή περίοδος». Οι επικριτικές φωνές δεν επέτρεψαν την εφαρμογή του μέτρου. Όμως άλλοι δήμοι, στη συνέχεια παρέκαμψαν τέτοια εμπόδια -όχι φέρνοντάς τα στο δημοτικό συμβούλιο, αλλά με ηπιότερα απευθείας διατάγματα – απαγορεύοντας το πότισμα σε περιόδους ξηρασίας (δηλ. καλοκαίρι, δηλ. τουριστική περίοδος) «προκειμένου να αποφευχθούν οι άσχημες οσμές που προέρχονται από την κτηνοτροφική δραστηριότητα».
Σε μία άλλη κοινότητα, στο Κομίγιας, το τοπικό συμβούλιο απαγόρευσε το 2019 «τα κουδούνια των αγελάδων» στο προάστιο Εστράδα, γιατί ταλαιπωρούσαν την ευαίσθητη ακοή των κατοίκων που έρχονται από την πόλη, οι οποίοι διατείνονταν ότι «τα κουδούνια έχουν νόημα στα βουνά ή στην ύπαιθρο, αλλά όχι σε μια αστική περιοχή με κοντινά σπίτια». Βέβαια, το Κομίγιας είναι ένα από τα τουριστικότερα θέρετρα της Κανταβρίας με το μεγαλύτερο ποσοστό ιδιοκτητών παραθεριστικής, δεύτερης κατοικίας. Και ιδίως το προάστιο Εστράδα προσελκύει πληθυσμό από τη Μαδρίτη. Τόσο πολύ που έχουν ιδρύσει δικό τους ιδιωτικό κλαμπ, όπου συναντιούνται μεγαλοεπιχειρηματίες και πολιτικοί ηγέτες, όπως οι Ιβάν Εσπινόσα ντε λος Μοντέρος και η Ροθίο Μοναστέριο του ακροδεξιού Vox.
Μάλιστα, η τοπική αστυνομία του Κομίγιας έφτασε στο σημείο να αναρτήσει πρόσφατα στο Facebook παράκληση στους κατοίκους να μην σπαταλούν τον χρόνο της κάνοντας παράπονα για τους θορύβους ή τις μυρωδιές από δραστηριότητες που προϋπήρχαν αυτών και ασκούνται όλη τη χρονιά. Για να γλυκάνει το χάπι, η τοπική αστυνομία τονίζει πως αυτά τα μειονεκτήματα είναι μέρος της «γοητείας αυτής της γης».
Όμως δεν είναι όλοι οι δήμοι τόσο υποστηρικτικοί στις τοπικές συνήθειες. Για παράδειγμα, ο δήμος της Σόμπα απαγόρευσε το 2018 την ελεύθερη βοσκή των βοοειδών, έπειτα από καταγγελία οικογένεια οικογένειας που συνάντησε ένα κοπάδι στον δρόμο της.
Εκτός από τα ζώα υπάρχουν και άλλες πτυχές της κοινωνικής ζωής των περιοχών αυτών που ανατρέπονται λόγω του μαζικού τουρισμού. Το δημοτικό συμβούλιο του Μιένγκο βρέθηκε με τις αποφάσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καθώς επέτρεψε ο ποδηλατόδρομος του δήμου να χρησιμοποιείται ως χώρος στάθμευσης από 15 Ιουνίου έως 15 Σεπτεμβρίου. Ένα άλλο επαναλαμβανόμενο παράπονο των κατοίκων, όπως μάλιστα το καταγράφει ο ιστότοπος Postureo Cántabro, αφορά την απαγόρευση να απλώνονται ρούχα για στέγνωμα σε παραδοσιακές κατοικίες, που οι τουρίστες θέλουν να φωτογραφίζουν και να αναπαράγουν στα κοινωνικά δίκτυα. Ο ιστότοπος Postureo Cántabro φέρνει ως παράδειγμα τη Μπάρθενα Μαγιόρ, με τη σημείωση ότι στα ωραία λιθόκτιστα ορεινά σπίτια ζουν άνθρωποι που πρέπει να απλώσουν τα ρούχα τους, «ακόμα και αν αυτό κάνει τη φωτογράφησή τους λιγότερο άξια για το Instagram».
Παρόμοια ανέκδοτα έχουν συμβεί και σε άλλες περιοχές, όπως η περίπτωση της Αστούριας, όπου ξενοδοχείο αγροτοτουρισμού προσπάθησε να κλείσει ένα κοτέτσι επειδή το λάλημα των πετεινών ενοχλούσε τους τουρίστες. Ωστόσο, η περίπτωση της Κανταβρίας είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή γιατί οι τουρίστες αλλοιώνουν με πολλούς τρόπους το περιβάλλον και τον ρυθμό της ζωής διοργανώνοντας μεγάλα «τουριστικά» πάρτι, όπως αυτά στο Πουέντε Βιέσγο.
Από την άλλη, όλο και περισσότερο παρατηρείται φυγή των κατοίκων και άδειασμα περιοχών, παύση δραστηριοτήτων, αυξήσεις στα προϊόντα και ενοίκια σε αγροτικές ζώνες που «ανακαλύπτονται» από τον τουρισμό. Περιοχές που βλέπουν τον πληθυσμό τους να αυξάνεται κατακόρυφα το καλοκαίρι και αδειάζουν σχεδόν απόλυτα μετά το τέλος της παραθεριστικής περιόδου. Το ίδιο το Κομίγιας αποτελεί το γοερό παράδειγμα της μαγικής εικόνας του τουριστικού φαινομένου: το να έχεις περισσότερα καταλύματα και σπίτια, δεν συνεπάγεται πως έχεις περισσότερο πληθυσμό. Στην πόλη αυτή, οι δεύτερες κατοικίες και τα ενοικιαζόμενα διαμερίσματα αποτελούν την πλειονότητα των κτιρίων. Η ψευδαίσθηση του Σαββατοκύριακου και των αργιών, ή του καλοκαιριού «δεν αντανακλάται στις δημόσιες υπηρεσίες, τη συγκοινωνία, τα ιατρικά κέντρα. Η πόλη δεν είναι προετοιμασμένη για τόσον πληθυσμό και όσοι την επισκέπτονται δεν αφήνουν στον Δήμο καθαυτό τόσους πόρους ώστε να μπορεί να παρέχει τις αναγκαίες υπηρεσίες», τονίζουν εκπρόσωποι της οργάνωσης «Η Καντάβρια δεν πουλιέται» (CNSV). Αυτή η πλατφόρμα ξεκίνησε μία εκστρατεία για να μελετηθούν οι «μη βιώσιμες» συνέπειες του τουρισμού, που συνήθως αγνοούνται. «Η επικράτειά μας και οι πόροι μας είναι περιορισμένοι και δεν πρέπει να δίνεται η αίσθηση ότι δεν είναι», τονίζουν οι υπεύθυνοι, δίνοντας ως παράδειγμα τη φυγή των νέων που δεν έχουν επιλογές να νοικιάσουν ή να αγοράσουν σπίτι. Στην πρώτη περίπτωση, υπάρχουν πρόθυμοι ιδιοκτήτες να τους νοικιάσουν σπίτι εκτός υψηλής περιόδου, όμως μεταξύ Ιουνίου-Οκτωβρίου τους διώχνουν. Αλλά και στην περίπτωση αγοράς το πρόβλημα είναι ακόμη πιο έντονο, καθώς η αύξηση της ζήτησης που δημιουργείται από δευτερεύουσες κατοικίες έχει προκαλέσει αύξηση στις τιμές της γης και των ήδη κτισμένων σπιτιών που οι νέοι δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά με τους σημερινούς χαμηλούς μισθούς.
Το θέμα της προοδευτικής απώλειας πληθυσμού που, όπως προβλέπεται από τους αυξητικούς ρυθμούς, θα οξυνθεί, μπορεί να αναστραφεί μόνον με γενναίες κοινωνικές πολιτικές. Όχι μόνον με πρόγραμμα κατασκευής λαϊκών κατοικιών, αλλά και με μητρώο ενοικιαζόμενων κατοικιών για να ενθαρρύνει τους ανθρώπους να νοικιάζουν όλο τον χρόνο. Και αυτό με εξασφαλισμένη καταβολή ενοικίου ή βοήθειας για την ασφάλιση της κατοικίας, ώστε οι ιδιοκτήτες να μην ανησυχούν για το εισόδημα και για την επισκευή του σπιτιού.
Άλλη μία πτυχή του μαζικού τουρισμού, που τείνουν να συγκαλύπτουν οι αρχές που θέλουν να τον προωθήσουν ως μοχλό ανάπτυξης για τις τοπικές κοινωνίες (κρύβοντας ότι τα κέρδη τα καρπώνονται μόνον οι μεγάλοι παίκτες και επενδυτές στον τουρισμό) είναι η αύξηση της εγκληματικότητας στις περιοχές που δέχονται μεγάλα κύματα τουριστών. Από το 2012, έχουν δημοσιευθεί μελέτες που αναλύουν πόσο η αύξηση του τουρισμού επηρεάζει την εγκληματικότητα και καταρρίπτουν τα επιχειρήματα δημάρχων όπως ο Κώστας Μπακογιάννης για την «εξυγίανση» μέσω του gentrification, το άδειασμα περιοχών από κατοίκους και την αλλαγή χρήσης τους. Ένα από τα συμπεράσματα των ερευνών ήταν ότι για κάθε 100.000 τουρίστες σε μια ισπανική επαρχία, παρατηρήθηκε αύξηση περίπου 1,8% στα ποσοστά εγκλημάτων κατά ανθρώπων. Επιπλέον, η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτή η αύξηση ήταν μεγαλύτερη «όσο πιο εποχιακός ή χαμηλότερης ποιότητας ήταν ο τουρισμός που δεχόταν μία περιοχή».
Για την Ισπανία, η πόλη της Βαρκελώνης είναι ιστορικά αυτή που συγκεντρώνει τα περισσότερα εγκλήματα ανά εγγεγραμμένο πολίτη μεταξύ των πόλεων με περισσότερους από 100.000 κατοίκους. Έναν αριθμό που οι αρχές τείνουν να εξηγούν με τον μετακινούμενο πληθυσμό, δηλαδή όλους τους ανθρώπους που, παρότι δεν είναι εγγεγραμμένοι, περνούν από την πόλη είτε ως τουρίστες είτε για επαγγελματικούς ή ακαδημαϊκούς λόγους. Εξάλλου, η μαζικοποίηση του τουρισμού, με τη φθηνή προσφορά καταλύματος και εισιτηρίων, διευρύνει και συντηρεί μορφές παραβατικότητας όπως η διακίνηση ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών. Ως επί το πλείστον νέοι ή «χαμηλότερου επιπέδου» τουρίστες, πολλοί προερχόμενοι από χώρες όπου η κατοχή ναρκωτικών, όπως η μαριχουάνα, σε μικρές ποσότητες είναι νόμιμη, αναζητούν ουσίες που αυξάνουν τη διασκέδασή τους στις ντισκοτέκ, τα μπαρ κλπ.
Λαμβάνοντας ως βάση το 2019, καθώς είναι το έτος που κατέχει το ρεκόρ τόσο για ταξιδιώτες, όσο συνολικά και για τα εγκλήματα κατά το πρώτο εξάμηνο, το ποσοστό εγκληματικότητας στη Βαρκελώνη άρχισε να αυξάνεται από το 2017. Μια εξέλιξη που σταμάτησε το 2020, με την έναρξη της πανδημίας. Η πτώση των διανυκτερεύσεων μεταξύ 2020 και 2021 ήταν ιστορική, γεγονός που παρέσυρε τη μείωση της εγκληματικότητας, η οποία μειώθηκε κατά 36 και 44% τα δύο χρόνια της πανδημίας.
Η κοινωνικοποίηση του τουρισμού, όπως ακριβώς έγινε και με την κοινωνικοποίηση της εργασίας στις μεγάλες πόλεις συμβαδίζει με το μοντέλο παραγωγής και συσσώρευσης του κέρδους. Η διαρκής επέκταση της ανθρώπινης παρουσίας μέσα σε όποια παρθένα Φύση, έστω και χωρίς τους αμιγώς τουριστικο-αναπλαστικούς όρους και τη βιαιότητά τους, πάντα προϋποθέτει μία διευθέτηση, δηλ, μία αλλαγή, του αμόλυντου φυσικού περιβάλλοντος, πάντοτε διαταράσσει ισορροπίες. Μονοπάτια, χώροι κατασκήνωσης, διαδρομές σε ποτάμια και διαβάσεις χαράσσονται σε συμφωνία με το περιβάλλον, αλλά πάντα αποτελούν «ξέφωτα» τεχνητά και συντελούν στην απορρύθμιση, την αλλοίωση και φιλοσοφικά στην«απομάγευση» του απάτητου, αμιγώς άγριου και εν τέλει ολοκληρωτικά φυσικού χαρακτήρα.