Τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Σοβιετική Ένωση κατασκεύασαν πυρηνική βόμβα. Επίσης, η εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία έφτασε πολύ κοντά στην ανάπτυξη θερμοβαρικής βόμβας προς το τέλος του πολέμου. Οι φορείς και των τριών αυτών ιδεολογικών συστημάτων ανέπτυξαν παρεμφερή υψηλή τεχνολογία μαζικής καταστροφής. Επιπλέον, η Γερμανία του Χίτλερ ήταν το πρώτο κράτος που έκανε χρήση του κινητήρα αεριώθησης/τζετ, ενώ οι Σοβιετικοί ήταν οι πρώτοι που έστειλαν άνθρωπο σε τροχιά γύρω από τον πλανήτη.
Πολλά ιστορικά παραδείγματα διαψεύδουν το ιδεολόγημα ότι μόνο οι ιδιωτικές εταιρείες στο πλαίσιο των φιλελεύθερων δημοκρατιών έχουν τη δυνατότητα να εφευρίσκουν και να καινοτομούν (κατ’ αρχάς μια τέτοια θέση, πέρα του ότι εδράζεται στο διαχωρισμό ανάμεσα σε κακή πολιτική και καλή οικονομία, προϋποθέτει ότι εμπόδιο για την καινοτομία είναι μόνο η γραφειοκρατία, ενώ εξίσου παρεμποδιστικά μπορούν να λειτουργήσουν ο προστατευτισμός, τα μονοπώλια και τα ολιγοπώλια, που πλέον σχεδόν κυριαρχούν και στην αμερικανική οικονομία). Υπό αυτή την έννοια, όταν η Κίνα καινοτομεί τεχνολογικά δεν καταφέρνει κάτι ιδιαίτερα εντυπωσιακό, πέρα από το να ακυρώνει μια σίγουρα εσφαλμένη, αν όχι αφελή ή ιδιοτελή, λιμπεραλιστική, οικονομιστική αμερικανογενή υπόθεση, η οποία συνεχίζει να κυριαρχεί στις συνειδήσεις πολλών ανθρώπων παρά την κατ’ εξακολούθηση διάψευσή της.
Ανάλογα πράγματα ισχύουν και όταν η Μόσχα παρουσιάζεται ως περισσότερο τεχνολογικά ανεπτυγμένη από την Ουάσιγκτον ή το Πεκίνο σε συγκεκριμένους στρατιωτικούς τομείς, από τη στιγμή που η ηγεσία του Κρεμλίνου αποφάσισε να επιδιώξει καινοτομίες σε συγκεκριμένες στρατιωτικές τεχνολογίες, προκειμένου να αποκτήσει πλεονέκτημα έναντι μιας προσλαμβανόμενης αμερικανικής και κινεζικής συμβατικής στρατιωτικής υπεροχής, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού μεταξύ μεγάλων δυνάμεων.
Όμως δεν χρειάζεται να εξετάσουμε τις ομοιότητες, τις διαφορές και τις σχέσεις μόνο μεταξύ κρατών ή «ιδεολογικών συστημάτων» προκειμένου να καταρρεύσει μια τέτοια αμερικανογενής λιμπεραλιστική υπόθεση. Αρκεί να εξετάσουμε τεχνολογικές εξελίξεις, καινοτομίες και εφευρέσεις, στο εσωτερικό του αμερικανικού κράτους, και τον τρόπο που γίνεται προσπάθεια οικειοποίησης τεχνολογικών καινοτομιών από οικονομιστική σκοπιά.
Ας δούμε το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η πορεία των ανθρώπων προς την πυρηνική ισχύ και τεχνολογία υπήρξε εξαιρετικά σημαντική, όχι μόνο γιατί σηματοδότησε μια νέα περίοδο για την ανθρώπινη ιστορία, αλλά και γιατί την ακολούθησε, ή ορθότερα διαπλέχθηκε μαζί της, μια ακόμη τεχνολογική εξέλιξη που στις μέρες μας διαπερνά σχεδόν όλους τους τομείς της συλλογικά οργανωμένης ανθρώπινης ζωής. Αναφερόμαστε στη δημιουργία του διαδικτύου. Του κυβερνοχώρου. Υπάρχει εσωτερική λογική συνάφεια και συσχέτιση ανάμεσα σε πυρηνικά και διαδίκτυο.
Το διαδίκτυο δεν το εφηύρε ούτε το κατασκεύασε «η οικονομία» ή «ο καπιταλισμός» και όσο το νόημα της μεταπολεμικής εποχής ήταν ο «ανταγωνισμός καπιταλισμού-σοσιαλισμού», άλλο τόσο ο υποτιθέμενος «ανταγωνισμός δημοκρατιών-αυταρχιών» είναι το νόημα της τρέχουσας εποχής: δηλαδή καθόλου.
Σε αυτό το σημείο, βέβαια, χρειάζονται αποσαφηνίσεις για την επιχειρούμενη ταύτιση μεταξύ φιλελευθερισμού και δημοκρατίας, δηλαδή τη σμίκρυνση και το στένεμα του ορισμού της δημοκρατίας και τη συνεχή διεύρυνση της έννοιας του φιλελευθερισμού, για την αντιστροφή της φοράς νομιμοποίησης από bottom-up σε top-down και το ζήτημα πλειοψηφισμού και μειοψηφισμού, για την κρίση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και μιας ολόκληρης κοσμικής παράδοσης κ.λπ (αποσαφηνίσεις, όμως, που δεν αποτελούν αντικείμενο του παρόντος κειμένου). Επιπλέον, εάν σταθμίσει κανείς την πρόσφατη ομιλία του Τζο Μπάιντεν, ηγέτη των Δημοκρατικών, εναντίον των MAGA Republicans, τους οποίους χαρακτήρισε ως απειλή για την αμερικανική δημοκρατία, αντιλαμβάνεται πως η επιχειρούμενη προσπάθεια ιδεολογικής επιβολής του ψεύτικου δίπολου «Δημοκρατίες-Αυταρχίες» στον υπόλοιπο πλανήτη, όπου το «εμείς» είναι «Δημοκρατίες» και το «αυτοί/άλλοι» είναι «Αυταρχίες», δεν αποτελεί τίποτε περισσότερο από την εξωτερική όψη και την εξαγωγή σε πλανητική κλίμακα αυτής της εσωτερικής ιδεολογίας σε εθνικό επίπεδο. Όμως το νόημα μιας εποχής δεν καθορίζεται ούτε από την εσωτερική ιδεολογία ενός κόμματος, στην προκειμένη περίπτωση του Δημοκρατικού, ούτε από την εξωτερική ιδεολογία ενός κράτους, στην προκειμένη περίπτωση του Αμερικανικού.
Το διαδίκτυο, λοιπόν, για να επιστρέψουμε στο κύριο θέμα μας, το δημιούργησαν φυσικοί επιστήμονες υπό την καθοδήγηση, την επίβλεψη και τη χρηματοδότηση του Πενταγώνου: ήταν ένα κρυφό ιεραρχικό σύστημα που στόχευε στην κυριαρχία των Ηνωμένων Πολιτειών επί της Σοβιετικής Ένωσης (η τελευταία από την πλευρά της προσπάθησε να αναπτύξει τα δικά της συστήματα υπό τις ονομασίες OGAS/ОГАС και Akademset/Академсеть). Το internet δεν δημιουργήθηκε για να στέλνετε και να λαμβάνετε email από τους φίλους και τις φίλες σας, να κάνετε like σε κοινωνικά δίκτυα ή να μοιράζεστε φωτογραφίες, βιντεάκια και να ανεβάζετε selfies (και σίγουρα δεν δημιουργήθηκε για να διαβάζετε αυτά εδώ τα πράγματα). Το διαδίκτυο δημιουργήθηκε για να επικρατήσουν οι ΗΠΑ σε έναν πιθανό πυρηνικό πόλεμο με τη Ρωσία. Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να υπάρξει επανεκκίνηση μετά από μια πιθανή καταστροφή, και να μπορέσουν να ανοικοδομηθούν και να επικοινωνήσουν μεταξύ τους μια ισοπεδωμένη Νέα Υόρκη και ένα Λος Άντζελες, μέσα από τις στάχτες, μετά από το πέρας ενός παγκόσμιου πυρηνικού πολέμου.
Οι φυσικοί πρακτικά «χάρισαν» το διαδίκτυο, το παραχώρησαν δωρεάν. Και ήρθαν άνθρωποι τα ονόματα των οποίων σχεδόν όλοι γνωρίζουν, καθώς είναι αυτοί που προωθούνται ως «εφευρέτες» του διαδικτύου, να το «κοινωνικοποιήσουν» βγάζοντας κέρδος και παίρνοντας τη δόξα.
Ουσιαστικά έχουμε τη σύγκρουση δύο αμερικανικών αφηγήσεων για τη δημιουργία του διαδικτύου στις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες: από τη μια μεριά έχουμε μια φιλελεύθερη οικονομιστική που είναι περισσότερο κεντρισμένη στην αγορά και την ιδιωτική πρωτοβουλία μέσω της οικειοποίησης τεχνολογικών καινοτομιών (αυτή γνωρίζουν οι περισσότεροι), και από την άλλη μια ρεαλιστική που κινείται γύρω από τον άξονα της πολιτικά καθοδηγούμενης επιστήμης, των φυσικομαθηματικών και του στρατού.
Η διαφορά ανάμεσα στην σοβιετική πυρηνική τεχνολογία, τον κινητήρα τζετ εθνικοσοσιαλιστικής κατασκευής και στο διαδίκτυο των φυσικομαθηματικών υπό την καθοδήγηση του αμερικανικού στρατού από τη μια μεριά, και στην θέση ότι είναι μόνο εταιρείες, ιδιωτικές πρωτοβουλίες και περσόνες που καινοτομούν σε ένα φιλελεύθερο περιβάλλον από την άλλη, έγκειται στον τρόπο χρήσης και «κοινωνικοποίησης» της τεχνολογίας στην τελευταία περίπτωση, και όχι στην τεχνολογία per se, ή στον τρόπο παραγωγής της.
Πιο συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά το σύστημα του λιμπεραλισμού, η διαφορά έγκειται στη χρήση και στον τρόπο κοινωνικοποίησης και εμπορευματοποίησης της τεχνολογίας, καθώς και στον μετέπειτα συντονισμό ολόκληρης της κοινωνικής ζωής με αυτήν, και τις συνεπακόλουθες νέες εφευρέσεις, προκειμένου να υπάρχει συνεχές κίνητρο και ανάγκη, και άρα οι προϋποθέσεις, για την τελειοποίησή της.
Η διαφορά όλων των υπολοίπων πολιτισμών σε σχέση με τον «πολιτισμό» του λιμπεραλισμού, σε ό,τι αφορά συγκεκριμένα τη χρήση της τεχνολογίας, έγκειται ακριβώς σε αυτό το σημείο.
Οι πολιτισμοί του παρελθόντος που ανέπτυξαν διαφόρων ειδών τεχνολογίες, διατηρούσαν μια επιφυλακτικότητα ως προς τους τρόπους χρήσης και κοινωνικοποίησης των τεχνολογιών. Δεν τους ενδιέφερε να ικανοποιήσουν τα πιο ευτελή στοιχεία και κίνητρα της φύσης του ανθρώπου, π.χ την επιδίωξη κέρδους. Ο πολιτισμός τους χρησιμοποιούσε την τεχνολογία για να ανοίγουν οι πύλες των ναών και την ίδια στιγμή να καίνε φωτιές σε τρίποδες, ή για να υψώνονται θρόνοι αυτοκρατόρων υπό τη συνοδεία κελαϊδισμάτων και φωνών πουλιών ― και όταν προέκυπτε ανάγκη, για ορύγματα και υγρό πυρ. Όχι για να ικανοποιούνται τα κατώτερα ανθρώπινα ένστικτα και να αποκομίζει κάποιος «κέρδος». Βέβαια, ακριβώς αυτά τα ευτελή στοιχεία είναι που έχουν μια τρομακτική δύναμη και δυναμική, γεγονός που έχουν αντιληφθεί καλύτερα απ’ όλους διάφοροι οικονομιστές. Ωστόσο, το κίνητρο του Αϊνστάιν και του Νιλς Μπορ δεν ήταν το κέρδος. Ούτε της εφεύρεσης του διαδικτύου κίνητρο υπήρξε η επιδίωξη κέρδους.
Είναι φανερό πως η πυρηνική ισχύς και τεχνολογία είναι σοβαρό και επικίνδυνο πράγμα, εξ ου και «κοινωνικοποιείται» και εμπορευματοποιείται δυσκολότερα. Και για λόγους καθαρά πολιτικούς.
Μια μορφή εφαρμογής της πυρηνικής τεχνολογίας για τις ανάγκες της κοινωνίας είναι τα πυρηνικά εργοστάσια και οι σταθμοί παραγωγής ενέργειας. Η πυρηνική ισχύς μπορεί να μην είναι τόσο «δαιμονική» όσο παρουσιάζεται. Το αιματοκύλισμα της πιο καταστροφικής περιόδου στην καταγεγραμμένη ανθρώπινη ιστορία, από απόψεως ανθρώπινων απωλειών και διάλυσης κρατικών δομών, δηλαδή η περίοδος 1914-1945, όχι μόνο έλαβε χώρα δίχως πυρηνικά όπλα, αλλά ολοκληρώθηκε με την ανάπτυξη των πυρηνικών οπλοστασίων. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος της μείωσης των διακρατικών πολέμων υψηλής έντασης και μεγάλης κλίμακας, και της εξαγωγής τους στην περιφέρεια του συστήματος, καθώς και της υπο-κρατικοποίησης τους: η πυρηνική αποτροπή.
Το «ξεπέρασμα» της στρατιωτικής χρήσης της πυρηνικής ισχύος είναι δυνατόν να επιτευχθεί μέσω της κυβερνοτεχνολογίας, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο αποτροπής των αποτελεσμάτων της πρώτης, και εξισορρόπησης της απειλής χρήσής της. Ωστόσο, ένα τέτοιο «ξεπέρασμα», ή μια τέτοια «υπέρβαση», δεν ισχύει για το επίπεδο της παραγωγής ενέργειας, δηλαδή για τη μη στρατιωτική χρήση της πυρηνικής ισχύος και τεχνολογίας.
Οποιαδήποτε αφήγηση και ερμηνεία για το νόημα της μεταπολεμικής εποχής που παραμένει καθηλωμένη στο πεδίο του οικονομισμού, του ανταγωνισμού ιδεολογικών συστημάτων και του τρόπου παραγωγής, είναι μερική και ελλιπής.
Η στροφή του ανθρώπου στον εσωτερικό κόσμο της ύλης (πυρηνικά, μοριακή βιολογία), το άνοιγμά του στον εξωπλανητικό χώρο του διαστήματος,
και η σύλληψη και δημιουργία ενός νέου ψηφιακού αφυλοποιημένου κόσμου / χώρου (κυβερνοχώρος), η κοινωνικοποίηση του οποίου χαρακτηρίζεται από την εξόχως ύποπτη προσπάθεια εξαΰλωσης του φυσικού στο εικονικό, και τα τρία προηγούμενα, θα πρέπει να έχουν χαρακτήρα θεμελίου για κάθε λόγο που αξιώνει να περιγράψει και να εξηγήσει το νόημα της μεταπολεμικής εποχής.