Το εμφατικό 61,8% που απέσπασε το «Όχι» δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολιών. Η λαϊκή βούληση των Χιλιανών ήταν ενάντια στο εξαιρετικά προοδευτικό και καινοτόμο σχέδιο Συντάγματος που προοριζόταν να αντικαταστήσει την πιο ζωντανή κληρονομιά του Πινοσετικού καθεστώτος. Τo αποτέλεσμα διακόπτει τη νικηφόρα πορεία των κοινωνικών κινημάτων και της αριστεράς κατά την τελευταία τριετία, στο διάστημα της οποίας εξελέγη η αριστερή κυβέρνηση του Γκάμπριελ Μπόριτς και αποφασίστηκε η σύνταξη νέου Συντάγματος.
Ο θρίαμβος της Δεξιάς και γενικότερα του στρατοπέδου της απόρριψης οφείλεται εν πολλοίς στα παρακάτω σημεία:
- Τα ΜΜΕ της Χιλής ελέγχονται από μεγάλες οικογένειες επιχειρηματιών που αντιτίθενται στο σύνολο των προτεινόμενων συνταγματικών αλλαγών. Κατέχουν τις ιδιωτικές κοινοπραξίες που θησαυρίζουν από την έκδοση συντάξεων και την παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Παραδοσιακά, αυτές οι οικογένειες αναπτύσσουν σχέσεις αλληλοβοήθειας με τη συντηρητική καθολική εκκλησία ώστε να οικοδομήσουν ένα κοινωνικό πρόσωπο που λειτουργεί ως ασπίδα και νομιμοποιητικός μηχανισμός στις δραστηριότητές τους. Το προτεινόμενο Σύνταγμα είχε στον πυρήνα του μεταρρυθμίσεις που θα καθιστούσαν την ασφάλιση και την υγεία δημόσια αγαθά, θα υποχρέωναν το κράτος να αναλάβει ηγεμονικό ρόλο στην παροχή τους και θα έπλητταν αποφασιστικά την ιδιωτική δραστηριότητα στους συγκεκριμένους τομείς. Ταυτόχρονα, η νομιμοποίηση των αμβλώσεων και η γενική φιλελευθεροποίηση του οικογενειακού δικαίου είχαν ασφαλώς φέρει την εκκλησία σε θέση μάχης απέναντι στην έγκριση ενός τόσο ουσιαστικού μετασχηματισμού της οικογενειακής ζωής. Άνω του 80% των ΜΜΕ της χώρας επιδόθηκαν σε μία εκτεταμένη εκστρατεία παραπληροφόρησης και εκφοβισμού που απέδωσε καρπούς. Οι πολίτες άκουγαν νυχθημερόν τους παρουσιαστές των δελτίων να τους εξηγούν πως το κράτος θα ληστέψει τις εισφορές που έδιναν επί χρόνια σε ιδιωτικούς φορείς στερώντας τους το δικαίωμα στη σύνταξη που με κόπο θεμελίωναν. Άκουγαν, επίσης, την πρόθεση της Συντακτικής Συνέλευσης να νομιμοποιήσει την άμβλωση ακόμα και στον 9ο μήνα της εγκυμοσύνης. Τίποτα από αυτά δεν εμπεριέχεται στο νέο σχέδιο του Συντάγματος, όμως αυτό δεν εμπόδισε τα κυρίαρχα μέσα να προβάλλουν δεκάδες τέτοιες διαστρεβλωμένες πληροφορίες για κάθε άρθρο ώστε να ερεθίσουν τα φοβικά αντανακλαστικά της κοινωνίας. Ιδιαίτερα πετυχημένη ήταν και η διασπορά φόβου (από κοινού με την δεξιά, την ακροδεξιά, και μερίδα της κεντροαριστεράς) για τον απειλούμενο τεμαχισμό του χιλιανικού κράτους ως αποτέλεσμα της παραχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων και αυτονομίας στους αυτόχθονες λαούς της χώρας.
- Η διαδικασία της Συντακτικής Συνέλευσης δεν κατάφερε να εμπνεύσει πολιτική εμπιστοσύνη στην κοινωνία. Τα κοινωνικά κινήματα στην Χιλή έχουν μακρά παράδοση αντίστασης και αγώνα απέναντι στην κεντρική κυβέρνηση. Ήταν πολύ αποτελεσματικά στην οικοδόμηση συμμαχιών που κινητοποιούσαν ευρείες δυνάμεις υπεράσπισης κεκτημένων δικαιωμάτων. Στη διαδικασία διαμόρφωσης του νέου Συντάγματος όμως οι απαιτήσεις ήταν πιο πολιτικές στην ουσία τους. Ο στόχος ήταν να πείσουν έναν ολόκληρο λαό να μετασχηματίσει ριζικά το πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο της ζωής του. Η απειρία των εκλεγμένων στη Συντακτική φάνηκε να παίζει καταλυτικό ρόλο στην αποξένωση μερίδας της κοινωνίας από την ίδια τη διαδικασία σύνταξης του κειμένου. Η πλειοψηφία άλλωστε των εκλεγμένων αφορούσε προσωπικότητες που είχαν ξεπηδήσει από κοινωνικές διεργασίες χωρίς την πολιτική πείρα που εισέφεραν οι εκλεγμένοι της αριστεράς και της κεντροαριστεράς. Το τελικό σχέδιο του νέου Συντάγματος ήταν μία ειλικρινής απόπειρα αναδιατύπωσης μιας σειράς δομών της κοινωνίας σε πρωτοφανή δημοκρατική και συμπεριληπτική κατεύθυνση. Η επικοινωνιακή στρατηγική της Συντακτικής όμως απέτυχε να διεισδύσει σε μεγάλη μερίδα των πιο πληβειακών στρωμάτων της επαρχίας και των πόλεων, εκεί όπου η επιβίωση ιεραρχείται έναντι των δικαιωμάτων και των ελευθεριών.
- Το δημοψήφισμα λειτούργησε και ως ευκαιρία αποδοκιμασίας της κυβερνητικής πολιτικής. Λίγους μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, η κυβέρνηση Μπόριτς έχει υποχωρήσει σε ποσοστά αποδοχής της τάξεως του 35-38%. Η αναιμική εφαρμογή του προγράμματός της και η συνεχιζόμενη ένταση με τους ιθαγενείς Μαπούτσε (την εβδομάδα του δημοψηφίσματος η κυβέρνηση συνέλαβε τον ηγέτη του κινήματος με βαριές κατηγορίες) φανέρωσαν σημαντικές αντιθέσεις στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Ακόμη πιο σημαντικά προβλήματα στην κυβερνητική πλειοψηφία δημιουργεί ο καλπάζων πληθωρισμός, που από έναν μέσο όρο 3% τα προηγούμενα χρόνια έφτασε το 13% τους τελευταίους μήνες συμπιέζοντας τους όρους διαβίωσης του πληθυσμού. Το στρατόπεδο του «Ναι» δεν ευνοήθηκε από την εκτόξευση της συμμετοχής στο 80%. Η υποχρεωτική συμμετοχή στο δημοψήφισμα έφερε στην κάλπη πάνω από 4 εκατομμύρια ψηφοφόρους που δεν είχαν συμμετάσχει στον δεύτερο γύρο των Προεδρικών εκλογών. Σημαντική μερίδα αυτών των πολιτών κινητοποιήθηκε από την ανάγκη να στείλει ένα μήνυμα δυσαρέσκειας στην κυβέρνηση που σχετίζεται με την αδυναμία υλοποίησης του κυβερνητικού έργου.
Η επόμενη μέρα
Η αντιπολίτευση βγαίνει σημαντικά ενισχυμένη από τον θρίαμβο του «Όχι». Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια έχει τη συντριπτική λαϊκή ψήφο να ενθαρρύνει τον λόγο της και να βάζει φραγμό στην προοδευτική μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού. Η κυβερνητική μειοψηφία σε Γερουσία και Βουλή των Αντιπροσώπων θα βρει απέναντι της μία πλειοψηφία αποφασισμένη να μπλοκάρει τα πιο προοδευτικά νομοσχέδια. Το επόμενο διάστημα αναμένεται να αυξήσει την πολιτική και επικοινωνιακή πίεση απέναντι στον Μπόριτς και τη συμμαχία του επιδιώκοντας ξεδοντιάσει το κυβερνητικό έργο από μεταρρυθμίσεις που θα κλονίσουν την νεοφιλελεύθερη και συντηρητική τάξη πραγμάτων. Απώτερος σκοπός της είναι η πτώση της κυβέρνησης και το κλείσιμο της αριστερής παρένθεσης.
Η κυβέρνηση έχει μπροστά της έναν νομοθετικό και πολιτειακό γολγοθά. Βασική της προτεραιότητα τώρα είναι η εύρεση ενός εναλλακτικού δρόμου σύνταξης νέου Συντάγματος. Ο ίδιος ο Πρόεδρος δήλωσε πως αποδέχεται με ταπεινότητα το αποτέλεσμα, υπενθύμισε ωστόσο ότι ο λαός απέρριψε ένα κείμενο, όχι την ίδια την επιθυμία για νέο Σύνταγμα. Ήδη, μερίδα της αντιπολίτευσης αντιτίθεται στην σύγκληση νέας συνέλευσης και προβάλλει μία συντακτική διαδικασία που θα βασιστεί σε «ειδικούς», στην ακαδημαϊκή κοινότητα και στους κοινοβουλευτικούς θεσμούς.
Για τα κοινωνικά κινήματα των γυναικών, των αγροτών και των ιθαγενών ο αποκλεισμός από τη χάραξη του νέου θεμελιώδους νόμου της χώρας εκλαμβάνεται ως εγγύηση για την διαιώνιση του αποκλεισμού και της καταπίεσής τους. Είναι σαφές ότι σε μία πανεθνική εκλογική αναμέτρηση απέτυχαν να πείσουν την πλειοψηφία της κοινωνίας. Οφείλουμε να σημειώσουμε όμως ότι η συσπείρωση τους παραμένει υψηλή. Αποτέλεσαν τον κεντρικό φορέα εκστρατείας του «Ναι» αντιπαλεύοντας την κυριαρχία της δεξιάς στα ΜΜΕ με καμπάνιες πόρτα-πόρτα που προσέφεραν πολύτιμη και πρωτογενή πολιτική εμπειρία. Η ικανότητά τους να κινητοποιούν λαϊκές μάζες παραμένει. Τουλάχιστον πεντακόσιες χιλιάδες πολίτες συμμετείχαν στην κεντρική προεκλογική συγκέντρωση του «Ναι», σε αντιδιαστολή με τους 500 που παρακολούθησαν την αντίστοιχη συγκέντρωση του «Όχι». Τα ποιοτικά στοιχεία της ψήφου δείχνουν σχεδόν απόλυτη ταύτιση ψηφοφόρων μεταξύ αυτών που στήριξαν τον Μπόριτς στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών και αυτών που ενέκριναν το σχέδιο νέου Συντάγματος. Η ήττα δεν οφείλεται σε υποχώρηση της επιρροής τους ή σε κάμψη της δυναμικής τους, οφείλεται στην ποιοτική αναβάθμιση της πρόκλησης που έχουν μπροστά τους: να αρθρώσουν πειστικό και ηγεμονικό λόγο στο σύνολο πλέον της χιλιανικής κοινωνίας.