Ο δεύτερος γύρος των εκλογών στη Βραζιλία πλησιάζει. Στις 30 Οκτωβρίου η εκλογική αναμέτρηση μεταξύ Λούλα και Μπολσονάρου θα κρίνει το μέλλον όχι μόνο της Βραζιλίας, αλλά και του δάσους του Αμαζονίου και θα έχει συνέπειες στη δεύτερη αριστερή στροφή της Λατινικής Αμερικής ή στην εδραίωση και ενίσχυση του μεταφασιστικού φαινομένου.
Παρότι οι δημοσκοπήσεις για τον δεύτερο γύρο δείχνουν ένα μικρό προβάδισμα του Λούλα, η διαφορά είναι μικρή και γνωρίζουμε ήδη, από τον πρώτο γύρο, πως πολλοί από τους υποστηρικτές του Μπολσονάρου απλώς δεν εκδηλώνονται δημοσκοπικά (πάντως η μόνη εταιρεία που έπεσε κοντά στα αποτελέσματα του α’ γύρου, η AtlasIntel, εκτιμά πως ο Λούλα θα πάρει μεταξύ 53 και 54% των ψήφων). Ο κορμός της επιρροής του Μπολσονάρου παραμένει το τρίπτυχο Βόλια, Βοοειδή και Βίβλος (Bala, Boi, Bíblia), τα τρία Β: τα λόμπι των όπλων και των αστυνομικών, οι καλλιεργητές και κτηνοτρόφοι που κατακαίνε τον Αμαζόνιο και οι Ευαγγελικοί φονταμενταλιστές χριστιανοί. Όπως θα δούμε όλοι έχουν εισπράξει τα αντίτιμα της επιτυχίας του Μπολσονάρου και ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα, θα διατηρήσουν την επιρροή τους.
Ξέρουμε πάντως σίγουρα πως το εκλογικό αποτέλεσμα θα είναι οριακό. Και στη Βραζιλία, όπως και σε όλο τον κόσμο, έχει επικρατήσει μια πολιτισμική / μιντιακή πόλωση. Αν και η ψήφος των εκλογών έχει σαφή ταξικά χαρακτηριστικά, οι δυνάμεις που συγκροτούνται εκατέρωθεν έχουν ένα διακριτό πολιτισμικό στίγμα. Ο αντιφασισμός του Λούλα έχει απέναντί του το κατασκεύασμα του antipetismo: του «αντι-PT μετώπου» ένα μαζικό πρόγραμμα δαιμονοποίησης του Λούλα και του κόμματός του του PT με κάθε τρόπο, χρησιμοποιώντας ψεύδη και ηθελημένες παρερμηνείες, και αποπολιτικοποιώντας στην ουσία κάθε συζήτηση πολιτικής ώστε να εντάσσεται στο οργανωμένο, μιντιακό και σοσιαλμιντιακό στρατηγικό σχέδιο της ακροδεξιάς της απαξίωσης κάθε αριστερής οπτικής σαν φιλο-PT. (Κάποιοι αναγνώστες ίσως να βρίσκουν αναλογίες με καθ’ημάς φαινόμενα και εξελίξεις). Η δικαστική περιπέτεια του Λούλα, από την οποία βγήκε δικαιωμένος, καθοδηγούμενη και ενισχυόμενη από τις ΗΠΑ, επέτρεψε παρόλα αυτά τον αστήρικτο στιγματισμό του πρώην Προέδρου (26 κατηγορίες, 26 ψέμματα), το οποίο μια εξωφρενικά αποτελεσματική σοσιαλμιντιακή εκστρατεία από τους χειριστές του Μπολσονάρο μεγεθύνει και κάνει γκροτέσκα.
Το αποτέλεσμα είναι πως η Βραζιλία, όλοι, ακόμα και οι γκάνγκστερ των συμμοριών του δρόμου, είναι μοιρασμένοι μεταξύ των δύο υποψηφίων (ενδιαφέρων είναι ο εκπεφρασμένος διχασμός όπως περιγράφεται στον ανώτερο σύνδεσμο- «καλός για τις δουλειές μας»: Μπολσονάρου – «καλός για τη γειτονιά μας» : Λούλα). Και μεταξύ Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης των τριών Β, και των συμμοριών του δρόμου, προκύπτουν εικόνες της αναμέτρησης, τρομακτικές – για διαφορετικούς λόγους η κάθε μία.
Βόλια: Οι μιλίτσιες των φτωχογειτονιών
Οι βραζιλιάνικες μιλίτσιες είναι η λογική κατάληξη της αστυνομικής διαφθοράς. Κάποια στιγμή ο χρηματισμός των αστυνομικών για να κάνουν τα στραβά μάτια ή να συνδράμουν τις συμμορίες, οδήγησε κάποιους διεφθαρμένους αστυνομικούς να αναρωτηθούν: «γιατί να μην αναλάβω εγώ όλες τις εγκληματικές δραστηριότητες και τις δραστηριότητες που θα μπορούσαν να είναι του κράτους και να παίρνω το 100% των προσόδων;». Οι μιλίτσιες λοιπόν στις φαβέλες της Βραζιλίας είναι ένα φαινόμενο ακραίας βίας, διαφθοράς και απώλειας ελέγχου του κράτους. Όπως περιγράφει η Βικιπαίδεια:
Οι αστυνομικές πολιτοφυλακές της Βραζιλίας (πορτογαλικά: Milícias), στο Ρίο ντε Τζανέιρο και σε άλλες πόλεις της Βραζιλίας, είναι εγκληματικές, παράνομες παραστρατιωτικές ομάδες που αποτελούνται από εν ενεργεία και πρώην αστυνομικούς (πολιτικούς και στρατονόμους), καθώς και αξιωματικούς του στρατιωτικού πυροσβεστικού σώματος, εγκληματίες, πολιτικούς και στρατιωτικούς. Στις φαβέλες όπου οι αρχές έχουν ουσιαστικά χάσει τον έλεγχο, συμμορίες ναρκωτικών όπως η ADA και η Comando Vermelho συχνά κυριαρχούν, πουλώντας ανοιχτά ναρκωτικά και μεταφέροντας όπλα, καθώς και ενεργώντας ως de facto αρχές, κατασκευάζοντας υποδομές και επιβάλλοντας τη δική τους εκδοχή του νόμου και της τάξης. Οι πολιτοφυλακές, που υποστηρίζονται από την αστυνομία, εκδιώκουν τους εμπόρους ναρκωτικών, μόνο και μόνο για να δημιουργήσουν τις δικές τους επιχειρήσεις προστασίας, εκβιάζοντας τους κατοίκους και φορολογώντας βασικές υπηρεσίες.
Στον πόλεμο κανονικών συμμοριών εναντίον αστυνομικών συμμοριών νικάνε τελευταία οι δεύτεροι: ένα ρεπορτάζ του βραζιλιάνικου εντύπου Metropoles αναλύει πώς το 22% του πληθυσμού και το 10% της έκτασής του Ρίο ντε Τζανέιρο, ελέγχεται από τις μιλίτσιες, από 2,3% πριν από 16 χρόνια (άλλοι την υπολόγιζαν ήδη στο 57% πρόπερσι). Μάλλον δεν πρόκειται λοιπόν για σύμπτωση πως – παρά την γενική ροπή των φτωχότερων προς τον Λούλα – στο Ρίο ντε Τζανέιρο, οι φτωχογειτονιές όπου κέρδισε εκλογικά ο Μπολσονάρου ελέγχονταν από μιλίτσιες. Για την ακρίβεια ο Μπολσονάρου κέρδισε το 90% των περιοχών όπου κυριαρχούσαν.
Oι καταβολές των εγκληματικών αυτών «πολιτοφυλακών» ανάγονται στις ομάδες θανάτου της στρατιωτικής δικτατορίας της Βραζιλίας τη δεκαετία του 1960, και στηρίχθηκαν από νωρίς στη δράση τους από τον Μπολσονάρου και με του οποίου την οικογένεια διατηρούν σχέσεις. Η δολοφονία της Μαριέλα Φράνκο, αριστερής ακτιβίστριας, πολιτικού και προσωπικότητας στις φαβέλες του Ρίο, έγινε από τέτοιες ομάδας, τις οποίες οι New York Times περιγράφουν ως τμήμα πλέον του κράτους.
Με έναν τελείως διεστραμμένο τρόπο, η αντιπαράθεση μαφιών με τις μιλίτσιες αντικατοπτρίζει και παλαιές ιδεολογικές καταβολές. Ειδικά η Comando Vermelho («Ερυθρά Διοίκηση») έλκει την καταγωγή της από την προσέγγιση στις φυλακές μεταξύ κακοποιών με διωκόμενα μέλη ενόπλων αριστερών οργανώσεων. Το «πολιτικό στιγμα» αυτό δεν κράτησε πάρα πολύ, και ήδη την δεκαετία του ‘80 η CV ήταν μια ακόμα εγκληματική οργάνωση στις φαβέλες του Ρίο και πέραν αυτών. Διατήρησε κατά τα λεγόμενα επαφή και με τους Κολομβιανούς αντάρτες της FARC, αλλά απέκτησε επαφές και με το καρτέλ του Μεντεγίν. Η μεγαλύτερη εγκληματική οργάνωση στη Βραζιλία (Primeiro Comando da Capital), έχει δράσεις που ξεφεύγουν από την απλή εγκληματικότητα και αγγίζουν την πολιτική παρέμβαση (είχαν χτυπήσει πριν τις εκλογές του 2002, για να υποστηρίξουν την υποψηφιότητα του Λούλα).
Η υποχώρηση του οργανωμένου εγκλήματος έναντι του κρατικής προέλευσης εγκλήματος επιβάλλεται με εξαιρετικά αιματηρούς τρόπους, μάρτυρας των οποίων είναι οι αλλεπάλληλες σφαγές στις υπό διεκδίκηση περιοχές του Ρίο. Όπως είπαμε όμως και οι «παραδοσιακές» συμμορίες έχουν κάθε λόγο να χαίρονται με τη διευκόλυνση του εξοπλισμού τους από την κυβέρνηση Μπολσονάρο της οποίας η λατρεάι προς την οπλοφορία είναι στοιχείο ταυτότητάς της.
Βοοειδή: Αποχαιρέτα τον Αμαζόνιο που χάνεις
Η θητεία του Μπολσονάρου σήμανε την επιτάχυνση της καταστροφής του Αμαζονίου. Η καταστροφή του τροπικού δάσους προχωρά σε κάθε γωνιά του. Τα συμφέροντα που στηρίζουν αυτήν την βιβλική καταστροφή ενός από τους κρισιμότερους «πνεύμονες» του πλανήτη δεν είναι μόνο οι μεγάλες αγροβιομηχανίες, οι αγρομαφίες, οι εταιρείες εξόρυξης ή υλοτομίας. Πολλοί φτωχοί και λιγότερο φτωχοί Βραζιλιάνοι σπεύδουν να κάνουν την τύχη τους στις παρθένες εκτάσεις του Αμαζονίου. Οι εισβολείς προχωρούν δολοφονώντας και εκδιώκοντας του ιθαγενείς, καίγοντας και καταστρέφοντας την δυνατότητα του δάσους να αναγεννηθεί.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι φυσικά οι – κάθε κλίμακας – αγρότες, ιδίως όσοι έχουν καταπατήσει ή απλά εγκατασταθεί στον Αμαζόνιο, να είναι φανατικοί οπαδοί του Μπολσονάρου. Και οι μεγάλοι γαιοκτήμονες σταθεροί χορηγοί του. Κάτι το οποίο ενέχει κάποια ειρωνεία καθώς η καταστροφή του Αμαζονίου επιταχύνει την κλιματική κρίση, που ήδη έχει επηρεάσει αρνητικά την παραγωγικότητα της Βραζιλιάνικης γεωργίας, και θα συνεχίσει να την περιορίζει. Εξου και η εκτίμηση πως ενδεχόμενη επικράτηση του Μπολσονάρου θα σημάνει την ανεπίστρεπτη κατάρρευση του αμαζόνιου οικοσυστήματος.
Βίβλος: Ο Ευαγγελικός υπερσυντηρητισμός
Η προτεσταντικές ευαγγελικές εκκλησίες στη Βραζιλία έχουν διευρύνει θεαματικά τις τελευταίες δεκαετίες την απήχησή του στη Βραζιλία. Το ποσοστό των πιστών τους φτάνει το 31% του πληθυσμού σε μια χώρα που μέχρι τη δεκαετία του 1980 ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου Καθολική. Παρότι οι εκκλησίες αυτές δεν είναι ίδιες με τις αντίστοιχες μητρικές στις ΗΠΑ – καθώς η κοινωνική τους σύνθεση είναι διαφορετική – και στην Βραζιλία, όπως και στις ΗΠΑ αποτελούν εφαλτήριο της ακροδεξιάς και εργαλείο «εξατομίκευσης» της θρησκείας. Είναι γνωστό πως οι ευαγγελικές και ιδίως οι πεντηκοστιανές εκκλησίες αποτέλεσαν τον θρησκευτικό βραχίονα της προσπάθειας των ΗΠΑ να τιθασευτεί η “αριστερή στροφή” των καθολικών κληρικών σε όλη τη Λατινική Αμερική, ήδη από την “έκθεση Ροκφέλλερ για την Αμερική” το 1969. Κατά μία έννοια η νεοφιλελεύθερη οικονομικά, υπερσυντηρητική κοινωνικά και συντεταγμένη γύρω από τη δράση των ΗΠΑ στη διεθνή πολιτική εκκλησία, είναι ένα εργαλείο κοινωνικής μηχανικής, που εξαπλώθηκε στρατηγικά και με στόχο να αποτελέσει απάντηση στην αυξανόμενη ριζοσπαστικοποίηση των λαών της Λατινικής Αμερικής.
Η περίπτωση της Βραζιλίας είναι απόλυτα συναφής: παρά την μερική στροφή αρκετών ευαγγελικών χριστιανών προς τον Λούλα (λόγω της ακραίας ίσως και επιδεικτικής ανηθικότητας του Μπολσονάρου και της ταξικής σύνθεσης των πιστών), οι ευαγγελικοί παραμένουν πυλώνας του εκλογικού ακροατηρίου του Μπολσονάρου. Στις εκλογές του 2018, φαίνεται πως σύμφωνα με έρευνες, το 70% των ευαγγελικών ψήφισε υπέρ του Μπολσονάρου. Στον πρώτο γύρο των φετικών εκλογών η φθορά του ήταν πάντως μικρή: 65% ψήφισαν υπέρ του και 31% υπέρ του Λούλα
Ίσως θα πρέπει να επισημάνουμε εδώ το εξής αναπάντεχο φαινόμενο που συνδέει «βόλια» και «βίβλο». Σε φαβέλες του Ρίο που αποκαλούνται «το συγκρότημα του Ισραήλ» (Complexo do Israel) και οριοθετούνται από ισραηλινές σημαίες, έχει συμβεί μια παράδοξη συμμαχία, όπου οι μαφίες και οι μιλίτσιες συνεργάζονται μεταξύ τους και με τους νεοπεντηκοστιανούς ώστε να ελέγχουν την διακίνηση ναρκωτικών, να «φορολογούν» την καθημερινή ζωή και να εκδιώκουν τους πιστούς των Αφρο-βραζιλιάνικων θρησκειών (όπως το Καντομπλέ) που οι προτεστάντες θεωρούν ειδωλολάτρες και σατανιστές (αλλά και καθολικούς ιερείς παράλληλα). Η σύνδεση είναι τέτοια ώστε έχει γεννήσει νεο-πεντηκοστιανές μιλίτσιες, όπου η «άλωση» νέων περιοχών αποτελεί ένα είδος «ιερού πολέμου», ένα επιπλέον κίνητρο κατίσχυσης εναντίον του Comando Vermelho που συμπλέει, κατά τα λεγόμενα στον Βραζιλιάνικο τύπο, με τις Αφροβραζιλιάνικες θρησκείες.
Μέσα Κρατικής Δηλητηρίασης
O Μπολσονάρου είναι ο πρώτος πρόεδρος της Βραζιλίας, μάλλον ένας από τους ελάχιστους ηγέτες στον κόσμο, που κυβερνά μέσω ΜΚΔ, πολύ περισσότερο από ότι το έκανε ποτέ ο Τραμπ
Thomas Traumann, Βραζιλιάνος δημοσιογράφος και πολιτικός αναλυτής πρώην εκπρόσωπος τύπου της Προέδρου Τζίλμα Ρουσέφ
Όλα τα παραπάνω όμως δεν θα μπορούσαν να κατασκευάσουν την απαραίτητη εκλογική απήχηση για έναν Πρόεδρο όπως ο Μπολσονάρου, χωρίς την τεράστια μηχανή παραπληροφόρησης που έχει στήσει στα ΜΚΔ.
Ό,τι και να έχετε ακούσει για τον επηρεασμό των εκλογών μέσω συντονισμένων εκστρατειών παραπληροφόρησης στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, η Βραζιλία είναι ένα σκαλί παραπάνω. Η ακροδεξιά εκεί δεν αρκείται σε αμφίβολης αποτελεσματικότητας ανάγνωση των μεταδεδομένων και των συσχετίσεων. Όχι.
Για παράδειγμα στον πρώτο γύρο των εκλογών του 2018 (στις οποίες δεν επετράπη στον Λούλα να κατέβει, λόγω της γνωστής και πλέον αποδεδειγμένης δικαστικής συνωμοσίας εναντίον του) έχοντας απέναντί του τον Φερνάντο Αντάντζε η πρόσφατη έκθεση του CEPR (The Fake News Machine: How Meta Endangers Brazilian Democracy) για την χρήση του Facebook / Meta στη Βραζιλία λέει τα εξής:
Σε σκάνδαλο που ξέσπασε μετά τον πρώτο γύρο των εκλογών του 2018 στη Βραζιλία, αποκαλύφθηκε ότι πλούσιοι επιχειρηματίες είχαν χρηματοδοτήσει παράνομα μια επιχείρηση με την οποία αντλούσαν εκατομμύρια τηλεφωνικούς αριθμούς από το Facebook και έστελναν πολιτική παραπληροφόρηση στους λογαριασμούς τους στο WhatsApp. Η εφαρμογή είναι ευρύτατα δημοφιλής στη Βραζιλία ως δωρεάν εναλλακτική λύση για την αποστολή γραπτών μηνυμάτων και το 48% των Βραζιλιάνων που είναι online βασίζονται σε αυτήν ως πηγή ειδήσεων.
Η κλίμακα της εκστρατείας του WhatsApp ήταν τεράστια. Μία από τις ψευδείς ειδήσεις που προώθησε – ότι ο αντίπαλος του Μπολσονάρου έστελνε «κιτ για γκέι» σε σχολεία προκειμένου να κατηχήσει τα παιδιά στην ομοφυλοφιλία – προκάλεσε εκτεταμένο αντίκτυπο στη Βραζιλία, μεγάλο μέρος της οποίας παραμένει βαθιά συντηρητικό σε κοινωνικά θέματα. Αυτή την εξόφθαλμα ψεύτικη ιστορία είδε το 74% των ψηφοφόρων και το 56% όσων την είδαν δήλωσαν ότι την πίστεψαν. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, ένα σοκαριστικό 93 % των ψηφοφόρων του Μπολσονάρου ανέφεραν ότι είχαν δει ιστορίες (ψευδώς) που υποστήριζαν ότι οι κάλπες ήταν πειραγμένες. Μια ανάλυση των viral μηνυμάτων WhatsApp που στάλθηκαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας διαπίστωσε ότι τα μηνύματα που διαδόθηκαν από δεξιές πηγές είχαν 14 φορές περισσότερες πιθανότητες να περιέχουν αποδεδειγμένα ψευδείς πληροφορίες από ό,τι εκείνα που προέρχονταν από αριστερές πηγές.
Όπως αναφέρει η έκθεση, το Meta παρά τις καταγγελίες, τις εκκλήσεις και τις δικαστικές προσφυγές, κάνει πολύ λίγα, πολύ αργά. Πέρυσι, ο Μπολσονάρου, είχε προσπαθήσει να προλάβει τους ελέγχους εκδίδοντας προσωρινή διαταγή που απαγόρευε την αφαίρεση αναρτήσεων παραπληροφόρησης. Λίγες μέρες μετά τα βραζιλιάνικα δικαστήρια απέρριψαν αυτή την ιδέα. Προκειμένου να χαλιναγωγήσει τον καλπασμό των πλαστών ειδήσεων (π.χ. «ο Λούλα σκοπεύει αν βγει να κλείσει όλες τις εκκλησίες») η εκλογική επιτροπή της χώρας έδωσε σε έναν ανώτατο δικαστή την προσωπική εξουσία να κόβει ό,τι θεωρεί ύποπτο. Ένα θύμα της προσπάθειας να φανεί ισορροπημένη αυτή η διαδικασία ήταν η περικοπή της καταγγελίας περί παιδοφιλικών τάσεων του Μπολσονάρου, αφού εξομολογήθηκε πως είχε αισθανθεί έλξη για 14χρονες και 15χρονες Βενεζουελάνες που συνάντησε σε μια περιοδεία του.
Παρόμοιες καταγγελίες, για ενίσχυση των βίντεο που στηρίζουν τον Μπολσονάρου και δυσφημούν τους αντιπάλους του, αφορούν και το YouTube. Εικάζει κανείς πως αυτό έχει να κάνει και με την πλουσιοπάροχη οικονομική στήριξη που μεγιστάνες – οι γαιοκτήμονες, αλλά όχι μόνο – από την Βραζιλιάνικη ολιγαρχία προσφέρουν στον Μπολσονάρου.
Σε απόλυτα νούμερα ακολούθων στους λογαριασμούς στα ΜΚΔ ο Μπολσονάρου έχει πολύ περισσότερους (έχει επενδύσει και πολλά λεφτά για να στηρίξει το δίκτυό του). Αλλά όπως περιγράφει στο παρακάτω τουιτερικό νήμα ο διαδικτυακός αναλυτής Χουλιάν Μαθίας Τοβάρ – πρώην υπεύθυνος δικτύων των Podemos στην Ισπανία – δεν είναι όλα τα νούμερα μονοσήμαντα υπέρ του Μπολσονάρο, ιδίως εκεί που υπάρχουν πραγματικές αλληλεπιδράσεις.
Η βραζιλιάνικη ακροδεξιά είναι στην πρωτοπορία της καινοτομίας του αυταρχισμού και στην χρήση των μέσων σαν πολιτικών όπλων. Ο όρος «τεχνοαυταρχισμός» έχει προταθεί για να περιγράψει αυτό το πλέγμα της συνεχούς παραπληροφόρησης με στόχο την ίδια τη δημοκρατία, όπως και «μηχανή παραπληροφόρησης» για την σοσιαλμιντιακή παρουσία της ακροδεξιάς.
Αξίζει να επαναλάβουμε πάντως πως αυτή η συγκροτημένη συνέργεια οικονομικών, πολιτικών και θρησκευτικών παραγόντων, με αέρα στα πανιά της από ένα εξαιρετικά πλούσια χρηματοδοτούμενο σοσιαλμιντιακό και μιντιακό παρακράτος (παρέα με το παρακράτος των δρόμων), δεν θα εξαφανιστεί όποιο και να είναι το αποτέλεσμα των εκλογών. Το είδαμε σε όλη τη Λατινική Αμερική ακόμα και σε χώρες που επικράτησε η (κέντρο)-αριστερά: στη Χιλή, στο Περού, στην Κολομβία: ο αντίπαλος της κεντροαριστεράς ήταν η ακροδεξιά που πέτυχε εξαιρετικά υψηλά ποσοστά παρά την ήττα της. Πρόκειται για φαινόμενο που αγγίζει όλον τον πλανήτη και με αρκετά κοινά γνωρίσματα σε πολύ διαφορετικά μεταξύ τους συμφραζόμενα.