Γρήγορη ανακεφαλαίωση: στις 26 Σεπτεμβρίου αγωγός μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου κάπου στη Βαλτική Θάλασσα εκρήγνυται με θεαματικό τρόπο, χιλιόμετρα σωλήνων γεμίζουν θαλασσινό νερό και η ήδη ευαίσθητη ενεργειακή κάλυψη της Ευρώπης δέχεται ένα ακόμη χτύπημα. Περαιτέρω πρόβλημα: κανείς δεν έχει αναλάβει την ευθύνη της ενέργειας, ούτε και έχει όμως κατονομάσει τον υπεύθυνο. Οι αρχικές εύκολες κατηγορίες στον Τύπο των δυτικών μέσων ενημέρωσης ότι για κάποιον μυστηριώδη λόγο η ρωσική πλευρά κατέστρεψε ένα δικό της πρότζεκτ δισεκατομμυρίων έδωσαν τη θέση τους σε μιαν ενδιαφέρουσα σιωπή.
Αν κάποιος δεν έχει καταλάβει πλήρως τι γίνεται σίγουρα είμαστε εμείς και η, ίσως πιο πονηρεμένη, Sahra Wagenknecht (Ζάρα Βάγκενκνεχτ) , η οποία έθεσε το θέμα ευθέως ενώπιον της γερμανικής Βουλής. Τρεις εβδομάδες πέρασαν από την έκρηξη και δεν έχουμε μάθει κάτι, ισχυρίζεται η πολιτικός του Die Linke (Η Αριστερά), δεν ξέρουμε καν ποιοι συμμετέχουν στις έρευνες.
Η Γερμανοϊρανή πολιτικός είναι σίγουρα μια από τις αμφιλεγόμενες μορφές της γερμανικής κεντρικής πολιτικής σκηνής. Γεννημένη στην Ανατολική Γερμανία, από το 2007 μέλος του κόμματος της Αριστεράς και τοποθετούμενη πάντα στην αριστερή του πτέρυγα, δεν διεκδίκησε την ηγεσία του, καθώς η συμπάθειά της για την πατρίδα της, την Ανατολική Γερμανία προκαλούσε αντιδράσεις στο εσωτερικό του πολυσυλλεκτικού κόμματος. Η ριζοσπαστική και μαχητική ρητορική της, όμως, την κάνει εξαιρετικά δημοφιλή και το 2015 συμπροεδρεύει επί της κοινοβουλευτικής ομάδας και αναδεικνύεται έτσι ως αρχηγός της αντιπολίτευσης έναντι του Μεγάλου Συνασπισμού. Έντονη επικριτής της πολιτικής του Ισραήλ έναντι των Παλαιστινίων, no go για τη γερμανική πολιτική σκηνή, δέχθηκε επίθεση με τούρτα από αντιφασιστική οργάνωση. (Να σημειωθεί πως ολόκληρη η αντιφασιστική σκηνή της χώρας στηρίζει αμέριστα το Ισραήλ, μια θέση που σχετίζεται προφανώς με την ιστορική ευθύνη της Γερμανίας έναντι των Εβραίων).
Το 2015 με την προσφυγική κρίση και ύστερα από ένα κύμα σεξουαλικών επιθέσεων κατά τη διάρκεια της Πρωτοχρονιάς με θύτες αιτούντες άσυλο, η Ζάρα Βάγκενκνεχτ υποστήριξε μια σύνδεση ανάμεσα στη συμπεριφορά των προσφύγων και την προσφυγική τους ιδιότητα, προκαλώντας θυελλώδεις αντιδράσεις στο εσωτερικό του κόμματος, από το οποίο αρχίζει και αυτονομείται όλο και περισσότερο. Αφού κατακρίνει ανοιχτά την προσφυγική πολιτική της κυβέρνησης Μέρκελ, γράφει βιβλίο, στο οποίο υπερασπίζεται τις θέσεις της και αναδεικνύει τις επιπτώσεις αυτής της πολιτικής επί του βιοτικού επιπέδου της γερμανικής εργατικής τάξης. Με το ξέσπασμα της πανδημίας αμφισβητεί τη χρησιμότητα της καθολικής εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού, προκαλώντας εκ νέου αντιδράσεις. Για τις τελευταίες δύο θέσεις της είχε λάβει και τα εύσημα του ακροδεξιού κόμματος Afd (Εναλλακτική για τη Γερμανία).
Η θέση της Βάγκενκνεχτ, η οποία μας ενδιαφέρει όμως σήμερα, είναι κάποια άλλη και πολύ πιο επίκαιρη. Είναι η σφοδρή κριτική την οποία ασκεί στη γερμανική κυβέρνηση για τη στάση της επί του Ουκρανικού Πολέμου. «Η ηλιθιότερη κυβέρνηση της Ευρώπης», είπε για το Βερολίνο η πολιτικός, η οποία είναι γνωστή από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 για τις αντινατοϊκές θέσεις της. Εντελώς αντίθετη με την πολιτική των κυρώσεων και τον στρατιωτικό επανεξοπλισμό της Γερμανίας, η φωνή της Βάγκενκνεχτ είναι μια από τις ελάχιστες οι οποίες καλούν τη χώρα σε μια άλλη κατεύθυνση και σίγουρα είναι μια φωνή την οποία το κόμμα της θα ήθελε να βάλει στη σίγαση.
Ένα κόμμα στα πρόθυρα της διάλυσης
Τα διλήμματα της γερμανικής κοινωνίας είναι πολλά και το κόμματης Αριστεράς φάνηκε ανίκανο να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις στις τελευταίες εκλογές, υποφέροντας από εσωστρέφεια, αντιφάσεις και έλλειψη στρατηγικής. Το αποτέλεσμα ήταν πανωλεθρία για το κόμμα. Έχασε 4,3 μονάδες και κατάφερε οριακά να μπει στο κοινοβούλιο το οποίο θέτει ως όριο εισόδου το 5%.
Το γερμανικό πολιτικό σύστημα είναι έτσι σχεδιασμένο ώστε να πολώνει τα άκρα προς το κέντρο. Ο γερμανικός λαός, ιδίως στο δυτικό κομμάτι της χώρας, δεν καλοβλέπει ριζοσπαστικά πολιτικά προγράμματα, έχοντας κάψει τη γούνα του στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Αυτή είναι και η κρατική κατεύθυνση, μέσω του πανίσχυρου Γραφείου Προστασίας του Συντάγματος (Bundesverfassungsschutz), το οποίο παρακολουθεί ακροδεξιές και ακροαριστερές ομάδες, ώστε η χώρα που γέννησε τον Ναζισμό αλλά και μαχητικές μαρξιστικές ένοπλες οργανώσεις μεταπολεμικά, να μην βρεθεί ξανά προ εκπλήξεως.
Επισήμως, το Γραφείο παρακολουθεί σχεδόν το σύνολο των μελών της κοινοβουλευτικής ομάδας της Αριστεράς. Υπό αυτές τις συνθήκες, το βασικό κοινό του κόμματος βρίσκεται στο ανατολικό κομμάτι της χώρας. Η παλαιά ποτέ Λαοκρατική Γερμανία έχει ακόμη ζωντανές μνήμες από τον σοσιαλισμό, αλλά και πλήρωσε βαρύτατο τίμημα για την επανένωση, με την οικονομία της κυριολεκτικά να καταπίνεται και να διαλύεται από τις δυτικογερμανικές βιομηχανίες. Σίγουρα ένα πολύ πιο φιλικό κοινό για το κόμμα της Αριστεράς, τόσο φιλικό που ανέδειξε το κόμμα ως κυβέρνηση στο κρατίδιο της Θουριγγίας.
Ενώ προσπαθεί με αγωνία να διατηρηθεί στα όρια της νομιμότητας, τόσο υπό την αυστηρή έννοια του όρου όσο και με την κοινωνικοπολιτική, και με κυβερνητικό κουστούμι πλέον το οποίο και προσπάθησε να τιμήσει, η πολυσυλλεκτική Αριστερά θέλησε να μετριάσει το ριζοσπαστικό της προφίλ. Τέτοιος είναι ο ζήλος της προσπάθειας της που ίσως τελικά και να το πέταξε στα σκουπίδια.
Από το 2016, η Ζάρα Βάγκενκνεχτ ίδρυσε την ομάδα «Aufstehen», με μέλη τόσο από το κόμμα της Αριστεράς, όσο και προοδευτικά τμήματα των Πρασίνων και των Σοσιαλδημοκρατών. Στόχος η οριοθέτηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Η κίνηση αυτή επέφερε ακόμη μεγαλύτερη ρήξη της Βάγκενκνεχτ με το κόμμα της, το οποίο αρχίζει και την αντιμετωπίζει ως βαρίδι. Η απάντησή της δόθηκε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της: «Αριστεροφιλελεύθεροι» είναι ο τίτλος που απέδωσε στους επικριτές της και η αλήθεια είναι πως αποτελεί έναν χρήσιμο όρο περιγραφής της νέας ταυτότητας της Αριστεράς.
«Αριστεροφιλελεύθεροι» λοιπόν, άνευ πολιτικού προγράμματος. Διότι αν τα χρόνια της οικονομικής κρίσης η Αριστερά προσπάθησε να σπάσει τα δεσμά της με το μοντέλο του υπαρκτού σοσιαλισμού, τα τελευταία χρόνια αρχίζει και φοράει κυβερνητικά ρούχα. Και ο κυβερνητικός ρόλος, ειδικά στα πλαίσια συνεργασιών, είναι ένα στενό κοστούμι. Η «Αντικαπιταλιστική Αριστερά» και το «Δίκτυο Αριστερής Ανασύνθεσης», βασικές οργανώσεις του κόμματος, είναι οι πιο ενθουσιώδεις υποστηρικτές της πολιτικής αυτής. Με ένα μίνιμουμ κόκκινων γραμμών, αυτονόητων για κόμματα αριστερά του κέντρου, όπως το πάγωμα των ιδιωτικοποιήσεων και των περικοπών στο κράτος δικαίου, οι οργανώσεις σπρώχνουν δυναμικά το κόμμα στην ανάληψη κυβερνητικών πόστων με μια λογική άμυνας και υπεράσπισης των ήδη κεκτημένων. Η Αριστερά συμμετέχει ήδη σε κυβερνήσεις συνεργασιών σε μια σειρά κρατιδίων: Θουριγγία, όπου αποτελεί και τον κυβερνητικό κορμό, Βερολίνο, Βρέμη και Μεκλεμβούργο. Οι εσωκομματικοί αντίπαλοι αυτής της τάσης, όπως η «Κομμουνιστική Πλατφόρμα» (με προεξέχων στέλεχος την Βάγκενκνεχτ) και η «Σοσιαλιστική Νεολαία», έχουν χαρακτηριστεί από το Γραφείο Προστασίας του Συντάγματος ως εξτρεμιστικές οργανώσεις και παρακολουθούνται ανοιχτά και επισήμως.
Και αν αυτή είναι η τάση των τελευταίων ετών, το ξέσπασμα του Ουκρανικού Πολέμου ήρθε να προκαλέσει βαθιές ρήξεις στο εσωτερικό του κόμματος, οι οποίες πλέον φαίνονται αγεφύρωτες. Το πασιφιστικό κόμμα της Αριστεράς βρέθηκε σε μια εξαιρετικά δυσχερής θέση, όπως και πολλά αριστερά κόμματα και μορφώματα στην Ευρώπη. Σε ένα σενάριο δίχως μια ικανοποιητικά καλή έξοδο από αυτό, τη διάθεση μιας κοινής γνώμης συντριπτικά υπέρ της Ουκρανίας και τη μεταφορά πολεμικών συρράξεων εντός του ευρωπαϊκού χώρου, το κόμμα της Αριστεράς δεν κατόρθωσε ούτε να συμφωνήσει σε μια ενιαία, συγκροτημένη ανάλυση της κατάστασης, αλλά ούτε και να παρουσιάσει στο πολιτικό της ακροατήριο μια πρόταση. Αποτέλεσμα ήταν η υπερψήφιση, εν μέσω σφοδρών εσωκομματικών συγκρούσεων, των κυρώσεων, υιοθετώντας μια ανάλυση που παρουσίαζε την Ρωσία ως ένα ακόμη καπιταλιστικό κράτος με αυτοκρατορικές βλέψεις και εξισώνοντας την έτσι με τη συμμαχία του ΝΑΤΟ. Η δυσαρέσκεια στο εσωτερικό του κόμματος εξανάγκασε την Αριστερά να μην υπερψηφίσει τον στρατιωτικό επανεξοπλισμό της Γερμανίας και να βάζει αστερίσκους στην αποστολή στρατιωτικού υλικού στο Ουκρανικό μέτωπο.
Στο συνέδριο τον Ιούνιο του 2022, το δίδυμο της εξουσίας επανεκλέχθηκε με ένα ποσοστό γύρω στο 60% και ένας εύθραυστος συμβιβασμός επετεύχθη με το 40% της μειοψηφίας. Το πρόβλημα αυτής της, επιφανειακού χαρακτήρα, ενότητας όμως είναι η έλλειψη κοινής στρατηγικής για το πιο κομβικό ζήτημα της εποχής μας, το ζήτημα του πολέμου. Τον Σεπτέμβριο, η Βάγκενκνεχτ σε κοινοβουλευτική της ομιλία, επιτέθηκε στην πολιτική των κυρώσεων, κάλεσε για ανατροπή τους και δημοσίως πια, έσπασε την κομματική πειθαρχία και άνοιξε τον δρόμο για οριστική διάσπαση της συμμαχίας της Αριστεράς. Ένα κόμμα, ειδικά ένα αριστερό, δεν γίνεται να μην έχει ξεκάθαρη θέση για μια κατάσταση η οποία δυνητικά μπορεί να οδηγήσει σε μια πολύ πιο ευρείας κλίμακας σύγκρουση. Και ιστορικά έχει αποδειχθεί πως πολιτικά μορφώματα άνευ ξεκάθαρης στρατηγικής πρότασης δεν μακροημερεύουν. Ήδη, το τελευταίο εξάμηνο 3.000 μέλη αποχώρησαν.
Το μόνο σίγουρο είναι πως σε αυτή την κρίσιμη καμπή, η συμμαχία της Αριστεράς βρίσκεται σε εσωστρέφεια, με τις διεργασίες της να αφορούν μόνο τον στενό κομματικό σωλήνα, προσφιλής τακτική του κόμματος τα τελευταία χρόνια.
Ο αγωγός και τα τύμπανα του πολέμου
Όσο η αντιπολίτευση εκ των αριστερών κάνει μια γενικόλογη επίκληση για ειρήνη, ο κυβερνητικός συνασπισμός στο Βερολίνο βρίσκεται αντιμέτωπος με σωρεία προβλημάτων-τουλάχιστον, η συγκροτημένη αντιπολίτευση δεν είναι ένα από αυτά.
Η έκρηξη στους αγωγούς του Nord Stream είναι ολοφάνερα προϊόν δολιοφθοράς. Το πρόβλημα είναι πως δεν γνωρίζουμε επισήμως τους υπαίτιους και το πιο πιθανό είναι πως θα αργήσουμε να τους μάθουμε. Πολλοί αναλυτές κατευθείαν κοίταξαν προς την Μόσχα ως υπεύθυνη της επίθεσης, αλλά η αλήθεια είναι πως πολλοί άλλοι θα είχαν κίνητρα εξίσου ισχυρά, αν όχι ισχυρότερα, με το Κρεμλίνο. Όποιος και να ευθύνεται όμως, σίγουρα έχει τοποθετήσει το Βερολίνο σε μια εξαιρετικά δύσκολη θέση.
Η Ρωσία, λέει η μια αφήγηση, έκανε μια επίδειξη δύναμης. «Κοιτάξτε, είμαστε ικανοί να χτυπήσουμε τις υποδομές σας, να στοχοποιήσουμε τις υποθαλάσσιες συνδέσεις σας και καλή τύχη όταν θα κληθείτε να προστατέψετε αντίστοιχες υποδομές στον αχανή Ατλαντικό ωκεανό» λέει η λογική αυτή. Και αν σε μια εμπόλεμη κατάσταση, οι επιδείξεις δύναμης είναι μια χρήσιμη τακτική, το κόστος της συγκεκριμένης είναι υψηλό. Αφενός, καίει γέφυρες μεταφοράς αερίου προς την Ευρώπη και άρα κάνει πιο δύσκολη την επιστροφή της Ε.Ε. στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και αφετέρου είναι κίνηση υψηλού ρίσκου, καθώς, η επίθεση σε ενεργειακές υποδομές της Γερμανίας συνιστά εχθρική πράξη και μπορεί να σύρει τη χώρα στη σύγκρουση. Και αυτοί οι δύο λόγοι, δίνουν τα κίνητρα σε άλλες δυνάμεις.
Σύμμαχοι της Γερμανίας θα είχαν λόγους στο να εξαναγκάσουν τη χώρα στο να διατηρήσει μια σκληρή γραμμή έναντι της Ρωσίας. Η επίθεση θα ενίσχυε τα αντιρωσικά αισθήματα του γερμανικού λαού, τα οποία ο δύσκολος χειμώνας που έρχεται θα μπορούσε να κάμψει, η Γερμανία θα απέκλειε ειρηνευτικές συνομιλίες και θα προχωρούσε σε περαιτέρω απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο (αίτημα της Ουάσινγκτον εδώ και χρόνια), ενώ ταυτόχρονα, νομιμοποιείται ο στρατιωτικός επανεξοπλισμός της χώρας. Η Γερμανία δεν βοηθάει απλώς την Ουκρανία, βρίσκεται και η ίδια σε κίνδυνο. Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Junge Welt, οι Αμερικάνοι παρουσίασαν τεχνολογία υποβρύχιων drones τον Ιούνιο της τρέχουσας χρονιάς στην Σουηδία, ενώ στρατιωτικά πλοία της συμμαχίας, συμπεριλαμβανομένων και γερμανικών, υπήρχαν στην περιοχή την στιγμή των εκρήξεων.
Για την ώρα η γερμανική πλευρά δεν δίνει καμία πληροφορία, για «λόγους δημοσίου συμφέροντος», αλλά καθώς η ήπειρος μπαίνει σε μια νέα φάση του πολέμου, σαφώς αναβαθμισμένη, είναι χρήσιμο να θυμόμαστε πως οι πληροφορίες που λαμβάνουμε είναι ελλιπείς και πως σε τέτοιες συνθήκες, δίχως διάθεση συνωμοσιολογίας, ο κίνδυνος στημένων γεγονότων τα οποία θα πυροδοτήσουν περαιτέρω την κατάσταση, είναι πολύ υπαρκτός.