Σε κρυφά εγκαίνια την Τετάρτη 2 Νοεμβρίου, στο ιδιωτικό Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, δεκαπέντε κυκλαδικών αντικειμένων από τα 161 της «Συλλογής Στερν» προχωρά, σύμφωνα με δημοσιεύματα, η κυβέρνηση, υπό την πίεση των αποκαλύψεων για τον χαρακτήρα της συγκεκριμένης συλλογής.
Η πρωτοφανής αυτή κίνηση να γίνουν εγκαίνια έκθεσης χωρίς να έχουν ανακοινωθεί και χωρίς να έχει εκδοθεί καν ένα δελτίο τύπου, ειδικά μάλιστα για αντικείμενα, για τα οποία η κυβέρνηση και η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη έχουν πανηγυρίσει για τον «επαναπατρισμό» τους, φανερώνουν φόβο για τις αντιδράσεις που έχουν ήδη προαναγγελθεί.
Συγκεκριμένα, πέντε σύλλογοι εργαζομένων στον πολιτισμό (ο Ενιαίος Σύλλογος Υπαλλήλων ΥΠΠΟ Αττικής, Στερεάς και Νήσων, η Πανελλήνια Ένωση Συντηρητών Αρχαιοτήτων, το Πανελλήνιο Σωματείο Εκτάκτου Προσωπικού ΥΠΠΟ, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων και ο Σύλλογος Εκτάκτων Αρχαιολόγων), με κοινή ανακοίνωσή τους, κάνουν λόγο για επιμονή της κυβέρνησης και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Πολιτισμού «στον δρόμο νομιμοποίησης της αρχαιοκαπηλίας και της αναγόρευσης των αποδεκτών προϊόντων εγκλήματος (παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων) σε ‘δωρητές’ και ‘ευεργέτες’», ενώ καλούν σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας την ημέρα των εγκαινίων, στις 7 μ.μ. στη συμβολή της Βασιλίσσης Σοφίας με την Ηροδότου (περιοχή Ρηγίλλης).
Οι σύλλογοι υπενθυμίζουν πως τα αντικείμενα της «Συλλογής Στερν» δεν έχουν ελεγχθεί με τη νόμιμη διαδικασία για το αν είναι αυθεντικά ή κίβδηλα, ούτε για το πώς βρέθηκαν από τις Κυκλάδες στη συλλογή ενός πολυεκατομμυριούχου στη Νέα Υόρκη, ενώ σημειώνουν πως «η διαβόητη ‘Συμφωνία’ για τα 161 κυκλαδικά αντικείμενα αποδεικνύεται σκάνδαλο ολκής».
Ο λόγος είναι για τη συμφωνία που υπέγραψε η υπουργός Λίνα Μενδώνη το περασμένο καλοκαίρι με το Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης και το νεοσύστατο Ινστιτούτο HACI, με έδρα το Ντέλαγουερ των ΗΠΑ, στη διοίκηση του οποίου μετέχει ο γιος του Στερν και ο οικονομικός διευθυντής των επιχειρήσεών του.
Η συμφωνία, που ήδη αποτελεί νόμο του κράτους (Ν. 4968/2022), θα πρέπει, σύμφωνα με τους εργαζόμενους, να ακυρωθεί άμεσα, καθώς «δεν νοείται το ελληνικό δημόσιο να νομιμοποιεί με νόμο προϊόντα αρχαιοκαπηλίας, λαθρανασκαφής και παράνομης διακίνησης».
Άγνοια δηλώνει η Μενδώνη στα ερωτήματα του ΜέΡΑ25
Στο μεταξύ, αλγεινή εντύπωση προκαλεί το περιεχόμενο της απάντησης που έδωσε η υπουργός Λίνα Μενδώνη σε ερώτηση που είχαν καταθέσει στην Βουλή, στις 6 Οκτωβρίου, οι βουλευτές του ΜέΡΑ25 Γιάνης Βαρουφάκης, Μαρία Απατζίδη, Κρίτων Αρσένης, Κλέων Γρηγοριάδης, Γιώργος Λογιάδης, Φωτεινή Μπακαδήμα και Σοφία Σακοράφα.
Οι βουλευτές ζητούσαν την αναπομπή στη Βουλή του νόμου υπ’ αριθμ. 4968/2022, ΦΕΚ 172/Α/9-9-2022 με τίτλο «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης της Αθήνας, του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης και του Ινστιτούτου Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού του Ντέλαγουερ» για επανεξέταση της υπόθεσης και διερεύνηση των πεπραγμένων του Υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο παραχωρεί εθνικούς θησαυρούς άκριτα εκθέτοντας τη χώρα διεθνώς.
Ρωτούσαν, ειδικότερα την υπουργό:
– Γιατί επί δύο χρόνια δεν απευθύνθηκε στις αρμόδιες Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ, στον ειδικό Εισαγγελέα επί θεμάτων αρχαιοκαπηλίας στην Ελλάδα, ούτε στον Εισαγγελέα της Νέας Υόρκης, που μπορούσε να κατάσχει τα αντικείμενα, όπως έκανε και στην περίπτωση του συλλέκτη Μάικλ Στάινχαρντ;
– Γιατί δεν ανέθεσε την υπόθεση στις αρμόδιες ελληνικές Υπηρεσίες (ΔΤΠΠΑ, Εισαγγελέα Αρχαιοκαπηλίας) και να δώσει τα απαραίτητα στοιχεία στην Εισαγγελία Νέας Υόρκης;
– Γιατί δεν έστειλε κλιμάκιο Ελλήνων ειδικών αρχαιολόγων και συντηρητών για να εξετάσουν τη γνησιότητα όλων των αντικειμένων της συλλογής Στερν;
– Γιατί δεν αναζήτησε τα πιστοποιητικά προέλευσης των αντικειμένων του συλλέκτη Λέοναρντ Στερν και να πάψει να καλύπτει τη γκρίζα προέλευση των εν λόγω αντικειμένων;
– Γιατί δεν έλεγξε τα πιστοποιητικά προέλευσης των αντικειμένων, να τεκμηριώσει την προέλευση των αρχαίων της συλλογής και να κάνει όλες τις απαραίτητες συγκρίσεις και ταυτίσεις με τα στοιχεία και τα δεδομένα όλων των σχετικών αρχείων;
– Γιατί δεν προχωρά στις απαραίτητες ενέργειες, ώστε το ελληνικό δημόσιο να διεκδικήσει τα 161 κυκλαδικά αντικείμενα ως προϊόντα αρχαιοκαπηλίας και να τα επαναπατρίσει άμεσα, εκθέτοντάς τα στα δημόσια μουσεία των Κυκλάδων;
– Γιατί δεν ζητά άμεσα τη συνδρομή των ιταλικών αρχών για την ταύτιση αντικειμένων από τα αρχεία των Ιταλών αρχαιοκάπηλων Τζιανφράνκο Μπεκίνα και Τζιάκομο Μέντιτσι;
– Γιατί δεν ακυρώνει τη συμφωνία η οποία παρακάμπτει τον αρχαιολογικό νόμο και η οποία παραχωρεί την κατοχή των 161 κυκλαδικών αρχαιοτήτων στο «Ινστιτούτο» (HACI) με έδρα το Ντέλαγουερ των ΗΠΑ και διοίκηση στην οποία μετέχουν δύο εκπρόσωποι συμφερόντων του Λέοναρντ Στερν, ένας εκ των οποίων είναι ο γιος του;
– Γιατί δεν σέβεται την υπάρχουσα διαδικασία για προϊόντα αρχαιοκαπηλίας, όπως αυτή ορίζεται στον αρχαιολογικό νόμο, τις διεθνείς συμβάσεις και τις διμερείς συμφωνίες της χώρας, τις οποίες ακολουθεί για δεκαετίες το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού;
– Γνωρίζει πόσα άλλα ελληνικά ευρήματα έχει ο κ. Στερν στην συλλογή του και πώς τα έχει αποκτήσει;
– Προτίθεται να ενημερώσει το ελληνικό κοινοβούλιο και τον ελληνικό λαό γιατί απέκρυψε την αλήθεια;
Το πρόβλημα με την απάντηση της κ. Μενδώνη στα παραπάνω δεν είναι πως αφήνει τα περισσότερα αναπάντητα, όπως άλλωστε το συνηθίζει σε θέματα που την δυσκολεύουν. Είναι πως αυτή τη φορά, επικαλείται και… άγνοια για μια σειρά σοβαρών ζητημάτων.
«Το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού», λέει για παράδειγμα, «δεν διαθέτει στοιχεία για να επιβεβαιώσει, αν ο συμμετέχων στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ινστιτούτου, Αμερικανός πολίτης είναι γιος του συλλέκτη. Ούτε εξάλλου είναι αρμοδιότητα των ελληνικών αρχών, η αξιολόγηση της φορολογικής νομοθεσίας της Αμερικής». Η κ. Μενδώνη στην ουσία λέει πως υπέγραψε τον Ιούλιο του 2022 μια συμφωνία με το Ινστιτούτο HACI, του οποίου την σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου δεν γνώριζε. Και, όπως ισχυρίζεται, δεν την γνώριζε ούτε τον Σεπτέμβριο που έφερε τη συμφωνία στη Βουλή για να γίνει νόμος του κράτους, ούτε την γνωρίζει τώρα, αλλά μάλλον δεν την ενδιαφέρει και να την μάθει…
Η Υπουργός, στην ίδια απάντησή της, επιμένει πως «η ύπαρξη των εν λόγω αρχαιοτήτων ήταν εντελώς άγνωστη στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού», και ας έχει γίνει γνωστό πως όλοι οι ειδικοί στα Κυκλαδικά την γνώριζαν, και ας έχει εκτεθεί ένα μέρος της το 1990 στο Μουσείο του Μπρούκλιν από τη Γκαλερί Μέριν και ας υπάρχει και σχετικός κατάλογος, με ιδιαίτερες ευχαριστίες προς τον Στερν, και ας υπάρχει δημοσίευση ειδωλίων από την ίδια συλλογή και στο βιβλίο της Πέγκυς Σωτηρακοπούλου (2005), έκδοση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης…
Σε άλλο σημείο της απάντησή της, η Λίνα Μενδώνη επιχειρεί να ανασκευάσει τα όσα προκύπτουν από πρόσφατη έρευνα του δρ. Χρήστου Τσιρογιάννη, ο οποίος ταύτισε κυκλαδικό ειδώλιο της συλλογής Στερν με φωτογραφίες καταδικασμένου Ιταλού αρχαιοκάπηλου και επίσης επισήμανε το γεγονός πως πριν την υπογραφή της συμφωνίας, δεν προηγήθηκαν οι προβλεπόμενες διαδικασίες ελέγχου από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, ώστε να διαπιστωθεί αν τα αντικείμενα είναι γνήσια και επομένως προϊόντα αρχαιοκαπηλίας ή αν είναι πλαστά.
Τι απαντά για το θέμα αυτό η υπουργός; «Το Υπουργείο Πολιτισμού δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει εάν ο εν λόγω ιδιώτης αρχαιολόγος κατέχει πράγματι το κατεσχημένο αρχείο, με ποιόν τρόπο και υπό ποια ιδιότητα, ούτε αν η φωτογραφία που επικαλείται προέρχεται από το αρχείο αυτό, ούτε εάν είναι αυθεντική. Αυτό που μπορεί να βεβαιώσει είναι ότι το φωτογραφικό αρχείο του αρχαιοπώλη που κατέσχεσε η ιταλική αστυνομία απετέλεσε ανακριτικό υλικό, που δόθηκε επίσημα και θεσμικά προς τις ελληνικές κρατικές αρχές. Στο εν λόγω αρχείο που διαθέτει επίσημα και θεσμικά το Υπουργείο δεν περιλαμβάνεται η φωτογραφία που επικαλείται ο ιδιώτης αρχαιολόγος. Σημειώνεται ότι οι ιταλικές αρχές έχουν κατ’ επανάληψη τονίσει προς το Υπουργείο ότι το φωτογραφικό αρχείο αποτελεί κατεσχημένο υλικό για το οποίο ισχύει το δικαστικό απόρρητο».
Αντί να επικοινωνήσει, λοιπόν, με τον ερευνητή ή, ακόμη καλύτερα και επισημότερα, με τις ιταλικές αρχές, για να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν την αυθεντικότητα της φωτογραφίας και το πόρισμα Τσιρογιάννη, η κ. Μενδώνη, προτίμησε την οδό της… άγνοιας και του απορρήτου!
Αλλά δεν μένει μόνο σε αυτά η κυρία Μενδώνη. Προσπαθεί να θολώσει και τα νερά, σημειώνοντας στην απάντησή της στους βουλευτές του ΜέΡΑ25, πως «η Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του Υπουργείου προέβη σε έλεγχο και των 161 αντικειμένων και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ουδέν από τα αντικείμενα της Συλλογής Στερν ταυτίζεται με αντικείμενο που περιλαμβάνεται στα αρχεία κλαπέντων/ υπεξαιρεθέντων πολιτιστικών αγαθών που τηρούνται στην εν λόγω Διεύθυνση».
Η πονηριά, εν προκειμένω, βρίσκεται στο περιεχόμενο του όρου «κλαπέντα/υπεξαιρεθέντα», που χρησιμοποιεί η υπουργός στην απάντησή της, εννοώντας πως τα αντικείμενα της Συλλογής Στερν δεν έχουν κλαπεί από μουσεία, αποθήκες κ.ο.κ., ώστε να έχουν ταυτοποιηθεί ως «κλαπέντα» από τις αστυνομικές αρχές ή την Interpol.
Μόνο που κλαπέντα είναι και τα προϊόντα λαθρανασκαφών! Και αυτό το γνωρίζει καλά η υπουργός Πολιτισμού, όπως και οι εργαζόμενοι στον πολιτισμό που δικαίως συνεχίζουν να φωνάζουν«Κλεμμένα είναι!».