Την οργισμένη αντίδραση των εταιρειών διαχείρισης ακινήτων που διατίθενται προς βραχυχρόνια μίσθωση έχει προκαλέσει η απόφαση του Δήμου Αθηναίων να επιβάλει τέλος παρεπιδημούντων στις επιχειρήσεις του κλάδου από φέτος.
«Με τον μανδύα της δήθεν νομιμότητας που δημιουργεί από μόνος του, ο Δήμος Αθηναίων καταλογίζει πρόστιμα τέλους παρεπιδημούντων 0,5% στους τζίρους επιχειρήσεων βραχυχρόνιας μίσθωσης, εξυπηρετώντας συμφέροντα που θέλουν να στραγγαλίσουν τη δραστηριότητάς μας. Παράλληλα καλεί συνεχώς μέλη μας να παρουσιάσουν τα στοιχεία τους ώστε να επιβάλει το ανάλογο τέλος αλλά και πρόστιμα επί αυτού από το 2017. Επιδιώκεται, δε, να βεβαιωθούν αυτά τα ποσά, εγκλωβίζοντας τις εταιρείες σε δικαστικούς αγώνες», αναφέρει, σε ανακοίνωσή του, ο Σύνδεσμος Βραχυχρόνιας Μίσθωσης (ΣΤΑΜΑ) και σημειώνει: «Σε τέλος 0,5% διαμονής παρεπιδημούντων υπόκεινται όλες οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κάθε λειτουργικής μορφής και κατηγορίας, όπως ξενοδοχεία, motels, bungalows, ξενώνες, επιπλωμένα διαμερίσματα, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 23 του Ν. 339/1976 που αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 1 του Ν. 1080/80 και με το άρθρο 27 παρ. 10 του Ν. 2130/93».
«Το τέλος παρεπιδημούντων 0,5% επί του ακαθάριστου κύκλου εργασιών σε ιδιώτες και εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη βραχυχρόνια μίσθωση και φορολογούνται βάσει των κείμενων διατάξεων δεν καταλογίζεται», σύμφωνα με τον Σύνδεσμο.
Την ίδια στιγμή, «καταλογίζεται μόνο όταν το κατάλυμα διαθέτει Ειδικό Σήμα Λειτουργίας (ΕΣΛ) ή σήμα ΕΟΤ και προσφέρει υπηρεσίες, όπως καθαρισμό κατά τη διαμονή, ξεναγήσεις, παροχή πρωινού, transfers κ.λπ., που το καθιστούν τουριστικό κατάλυμα. Τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης δεν είναι τουριστικά καταλύματα. Πρόκειται για αστικές μισθώσεις που δεν έχουν ΦΠΑ και φορολογούνται ως έσοδα από ακίνητη περιουσία βάσει του Ν. 4172/2013. Ως εκ τούτου, το τέλος παρεπιδημούντων 0,5% στα ακαθάριστα έσοδα ιδιωτών και εταιρειών διαχείρισης ακινήτων δεν μπορεί να καταλογιστεί βάσει νόμου», προσθέτει ο ΣΤΑΜΑ.
«Με λίγα λόγια, αυτό επιβάλλεται σε τουριστικές επιχειρήσεις και όχι σε αστικές μισθώσεις, όπως είναι οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, που δεν έχουν ΦΠΑ (αλλά και δεν εκπίπτουν του ΦΠΑ στα έξοδα τους)», εξηγεί ο Σύνδεσμος και συμπληρώνει: «Ο Δήμος Αθηναίων με εμμονή υποστηρίζει ότι οι ΚΑΔ είναι ο νόμος και όχι οι ισχύοντες φορολογικοί νόμοι».
Επιπλέον, σύμφωνα με τον ΣΤΑΜΑ, «την Πέμπτη 3 Νοεμβρίου ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) κατέθεσε τις προτάσεις του προς το υπουργείο Τουρισμού και κάθε αρμόδιο υπουργείο μέσω ανοιχτής επιστολής, όπου, μεταξύ άλλων, ζητά αυτολεξεί: ‘Επιβολή δημοτικού φόρου: Προτείνεται στις βραχυχρόνιες μισθώσεις που συνάπτονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών να επιβάλλεται φόρος υπέρ των ΟΤΑ Α’ βαθμού, ο οποίος θα ισούται με ποσοστό 0,5% επί του αντιτίμου της μίσθωσης και θα αξιοποιείται από τους ΟΤΑ στην κάλυψη των αυξημένων δαπανών καθαριότητας, φωτισμού κ.λπ., που προκαλείται από τη λειτουργία των βραχυχρόνιων μισθώσεων’».
Όπως τονίζει ο Σύνδεσμος Βραχυχρόνιας Μίσθωσης, αυτό «σημαίνει ότι ο φόρος που ζητά ο Δήμος Αθηναίων είναι παράνομος και δεν ισχύει. Σε κάθε περίπτωση, ο Σύνδεσμος, επιθυμώντας, όπως λέει, να συμβάλει στην καλή συνεργασία προτείνει:
1) Για κάθε άλλη επιχείρηση που υπόκειται στο τέλος παρεπιδημούντων 0,5% ο υπολογισμός του τέλους προκύπτει από τις Περιοδικές Δηλώσεις στο πεδίο του ΦΠΑ.
2) Ομοίως, και οι εταιρείες με ΚΑΔ 55201901, 55201103, και ΚΑΔ 68201000, 68201200,1 & 2 θα πρέπει να προσκομίσουν τις Περιοδικές Δηλώσεις τους.
3) Εκεί θα φανεί αν διαχειρίζονται και τουριστικά καταλύματα που υπόκεινται σε ΦΠΑ 13%, άρα είναι υποχρεωμένες να αποδίδουν και το τέλος παρεπιδημούντων 0,5%. Εάν δεν έχουν ΦΠΑ, δεν υποχρεούνται στο τέλος παρεπιδημούντων.