H αμείλικτη εικόνα που παρουσιάζουν οι δημοσκοπήσεις, που δείχνει ότι κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα της Ισπανίας, οι Σοσιαλιαστές (PSOE) και το Λαϊκό Κόμμα (PP) δεν θα κέρδιζε αυτοδυναμία σε ενδεχόμενο εκλογών σήμερα, αποκαλύπτει το πολιτικό αδιέξοδο στην χώρα. Γιατί δεν είναι μόνον τα ποσοστά για τους κύριους διεκδικητές της εξουσίας που είναι ανησυχητικά. Εκείνο που περιπλέκει ιδιαίτερα την πολιτική γραφική παράσταση είναι η κατάρρευση των φυσικών συμμάχων τους, χάρις στους οποίους θα κατόρθωναν να σχηματίσουν κυβέρνηση.
Μπορεί οι Σοσιαλιστές του πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ να έχουν ανακτήσει σημαντικό έδαφος από το προπορευόμενο δεξιό Λαϊκό Κόμμα, ωστόσο ακόμη και σε περίπτωση που το προσπεράσει, οι προοπτικές να ξανασχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας μετά τις επόμενες εκλογές μοιάζουν ισχνές.
Ο λόγος είναι ότι τα ποσοστά των συμμάχων του Podemos στην κυβέρνηση, με τη σφυγμομέτρηση εξανεμίζονται. Το αριστερό κόμμα των Podemos βλέπει τον ρόλο του να υποσκελίζεται από την αναγκαστική εξάρτηση της κυβέρνησης από τα αυτονομιστικά κόμματα στο Κοινοβούλιο για να περάσουν κρίσιμα νομοσχέδια. Οι τροποποιήσεις που οι πολλές και διασταυρούμενες, έως αντιφατικές, διαβουλεύσεις που η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να έχει με Καταλανούς, Βάσκους κλπ. καθυστερούν ή ακόμη αποδυναμώνουν την επίπτωση πολλών νομοθετημάτων που έχουν εισηγηθεί οι Podemos. Επιπλέον η νομική θωράκιση που θα περιέβαλε κάποια κρίσιμα κοινωνικά νομοσχέδια είναι αβέβαιη, καθώς η μη ανανέωση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου αφήνει μεγάλο τμήμα της λειτουργίας του κράτους σε αβεβαιότητα.
Όμως εκείνο που καταρρακώνει πολιτικά τους Podemos είναι η εσωτερική διαμάχη εξουσίας, ανάμεσα στην επικεφαλής του και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, υπουργό Εργασίας Γιολάνδα Ντίαθ με τον πρώην ηγέτη της «μαβιάς» παράταξης Πάβλο Ιγκλέσιας. Η ανεξαρτητοποίηση της Ντίαθ και η δημόσια υπερπροβολή της, δημιουργεί δυσαρέσκεια σε ορισμένα στελέχη, που θεωρούν ότι αυτή παραβιάζει την αρχή της συλλογικής λήψης αποφάσεων. Την πρωτοβουλία για να την επαναφέρει στην τάξη, έχει αναλάβει ο πρώην ηγέτης του κόμματος Πάμπλο Ιγκλέσιας που με δριμύτητα σε κάθε ευκαιρία υπενθυμίζει στη Ντίαθ πως «εμείς σε κάναμε αντιπρόεδρο της κυβέρνησης». Μάλιστα, στο κυβερνητικό μέγαρο της Μονκλόα ψιθυρίζεται πως ο κύριος εχθρός του υπουργικού έργου της Ντίαθ είναι ο Ιγκλέσιας και ότι οι υπουργοί της πτέρυγας του είναι αυτοί που συστηματικά την τορπιλίζουν, όπως έγινε σαφές στη ματαίωση της διαπραγμάτευσης για το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.
Η Ντίαθ δεν είχε αντίρρηση στα ονόματα που πρότεινε για διαπραγμάτευση η κυβέρνηση, αφού θα υπήρχε και δικαστής της δικής της τάσης, όχι όμως πολύ “σεσημασμένος”. Τότε ο Ιγκλέσιας παρενέβη με άκαμπτο τρόπο για να προταθεί άλλος και η επιμονή του αποσταθεροποίησε τη γενικότερη διαπραγμάτευση. Η οποία, ούτως ή άλλως, μετά τη συντηρητική στροφή (ελέω του τελεσιγράφου της συντηρητικής περιφερειάρχη Μαδρίτης Ισάβελ Αγιούσο) του ΡΡ κατέληξε πάλι σε αδιέξοδο, παρά την αρχική μετριοπάθεια και διαλλακτικότητά του.
Γενικώς, οι εσωκομματικές προστριβές στο κομμάτι της μη σοσιαλιστικής πτέρυγας της κυβέρνησης (είτε μεταξύ των Podemos, είτε ανάμεσα σε αυτούς και την Ιzquierda Unida) είναι διαρκείς και έχει επιπτώσεις και στη Μονκλόα, όπου είναι πεπεισμένοι πως «ακόμη και τραγούδι να ανεβάσει η Ντίαθ θα την επικρίνουν οι Podemos».
Η ανοικτή αμφισβήτηση από μέρους του Ιγκλέσιας (ως από μηχανής Θεού για τους παραπονούμενος στο κόμμα) τόσο στο πρόσωπο της Ντίαθ, όσο και του επικεφαλής της Izquierda Unida Αλβέρτο Γκαρθόν, κλονίζει την εκλογική συμμαχία με τους Σοσιαλιστές. Οι οποίοι ανησυχούν ιδιαίτερα γιατί μία ρήξη ανάμεσα στην αριστερή σύμπραξη, θα έχει άμεση επίπτωση στις επικείμενες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές. Και ποιος μπορεί να πιστέψει πως εάν οι Unidas Podemos αποτύχουν στις τοπικές εκλογές η ευρύτερη Αριστερά μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα στις βουλευτικές;
Σύμφωνα με την πρόσφατη σφυγμομέτρηση της εφημερίδας El Pais, ο Σάντσεθ κατορθώνει να επανακάμψει από την ελεύθερη πτώση του καλοκαιριού και δείχνει πως μπορεί να συγκεντρώσει 107 έδρες (απέναντι στις 127 του ΡΡ). Βέβαια και με αυτήν την ανοδική τάση, οι εκλογές φαίνονται χαμένες, αν και δεν παραμένει η οικτρή εικόνα πριν από τη συζήτηση για την Κατάσταση του Έθνους και τον προϋπολογισμό. Όμως για να αντισταθεί στην επέλαση του ηγέτη του ΡΡ Αλβέρτο Νούνιεθ Φεϊχόο, ο Σάντσεθ έχει ανάγκη από μία ισχυρή αριστερή πτέρυγα. Ωστόσο, η πολιτική της Ντίαθ, που δεν συμβαδίζει με εκείνη του Ιγκλέσιας, προκαλεί τις αντιδράσεις του. Άλλωστε η Ντίαθ, μία φιγούρα πιο προσιτή στο κοινό και στον επιχειρηματικό κόσμο από την παρορμητική και λαϊκιστική παρουσία του Ιγκλέσιας, επιλέχθηκε για να αμβλύνει την πολωτική εντύπωση που έδινε εκείνος, όντας αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.
Για τον λόγο αυτό, τουλάχιστον προς το παρόν και προκειμένου να περάσουν τα κοινωνικά μέτρα και ο προϋπολογισμός, που ενδεχομένως θα βελτίωναν την εικόνα και τα ποσοστά της κυβέρνησης, ο Σάντσεθ προσπαθεί να προσεταιρισθεί κοινοβουλευτικά τα προοδευτικά αυτονομιστικά κόμματα. Όπως, για παράδειγμα, τους Καταλανούς: οι 13 βουλευτές του σοσιαλδημοκρατικού ERC «ξελάσπωσαν» πολλές φορές την κυβέρνηση. Κλείνοντας το μάτι στην σημαντική τούτη επαρχία, ο Σάντσεθ προανήγγειλε την τροποποίηση του νόμου περί ανταρσίας, που πριν τέσσερα χρόνια είχε στείλει τους Καταλανούς ηγέτες στη φυλακή για το δημοψήφισμα υπέρ της ανεξαρτησίας, που η Μαδρίτη είχε κηρύξει παράνομο.
Αλλά και στο συντηρητικό στρατόπεδο η κατάσταση δεν είναι πιο ρόδινη, καθώς το ΡΡ μοιάζει μεν να κερδίζει τις εκλογές (127 έδρες), όμως η πλειοψηφία των 176 εδρών για μία κυβέρνηση μοιάζει άπιαστο όνειρο. Και τούτο γιατί το συγγενές, ακροδεξιό Vox, έχει πάρει την κατιούσα με τις δημοσκοπήσεις να το φέρνουν από τις 52 στις 39 έδρες. Και φυσικά, πέρα από κάποια ερείσματα σε ελάσσονα συντηρητικά κόμματα στις Περιφέρειες, το ΡΡ δεν μπορεί να στηριχθεί παράλληλα και στους ακροδεξιούς και σε αυτονομιστές (Βάσκους ή Καταλανούς), όταν ο ηγέτης του Vox Σαντιάγο Αμπασκάλ τους θεωρεί ολετήρες του έθνους. Απ’ ότι φαίνεται, η οριστική αποχώρηση της Μακαρένα Ολόνα, που φαίνεται να ανταγωνίζεται πλέον ανοικτά το Vox, αλλά και η ανάκτηση ψήφου από υπερσυντηρητικούς χώρους ένεκα της υπαναχώρησης του Φεϊχόο από τον μετριοπαθή λόγο, πληγώνουν σοβαρά το ακροδεξιό κόμμα.
Είναι αλήθεια βέβαια, ότι ο Φεϊχόο από μιας αρχής διακήρυττε ότι θα τηρήσει αποστάσεις από το Vox και ότι θα αναζητήσει την απόλυτη πλειοψηφία για να κυβερνήσει μόνος του. Όμως, η εικόνα από τις δημοσκοπήσεις δείχνει πως αυτός ο στόχος μοιάζει άπιαστος. Η ανησυχία που εκφράζουν κύκλοι της οδού Χένοβα για το «ξεφούσκωμα» του πιθανού συμπαίκτη τους στην κυβέρνηση είναι εμφανής, καθώς διακυβεύεται ο στόχος για μία επανάληψη αποτελεσμάτων σαν της Ανδαλουσίας στις περιφερειακές εκλογές του Μαΐου. Πλέον, το μοντέλο Μαδρίτης και Καστίλης-Λεόν, ως σύμπραξη με το Vox μοιάζει το μόνο δυνατό, όμως και τούτο εξαρτάται από τις επιδόσεις των ακροδεξιών. Η ενδεχόμενη κάθοδος της Ολόνα στις εκλογές θα φέρει διασπαστικές τάσεις και πλέον το ΡΡ θα πρέπει να αρχίσει να αναζητεί νέες εναλλακτικές στο κοινοβουλευτικό τόξο. Ανοίγματα προς τους συντηρητικούς Βάσκους του PNV, αλλά και σε μία πιθανή κοινοβουλευτική δύναμη των Ciudadanos (κόμμα που όμως σήμερα δημοσκοπικά μοιάζει ανύπαρκτο και απέτυχε να εισέλθει στην τοπική Βουλή της Ανδαλουσίας) ή σε άλλα εθνικόφρονα κόμματα της Περιφέρειας αποτελεί το δεύτερο σενάριο.
Παράλληλα, ο Φεϊχόο πασχίζει να διεμβολίσει, όπως πρόσφατα στο Μπουένος Άιρες, τους ψηφοφόρους του εξωτερικού, κάνοντας έκκληση στα εθνικόφρονα αισθήματά τους «απέναντι στην αλλαγή καθεστώτος που ο Σάντσεθ και οι Podemos απεργάζονται στην Ισπανία». Ο Φεϊχόο, παρά τις αρχικές ενδείξεις πως κινείται σε μία πιο μετριοπαθή ηγεσία, τους τελευταίους μήνες σημειώνει μία «μετάλλαξη». Ολοένα μοιάζει με τον προκάτοχό του Πάβλο Κασάδο, ενώ εμφανώς έχει ασπασθεί τελείως τον άκρατο πολωτισμό της Αγιούσο, σαλπίζοντας «αντισοσιαλιστικό» αγώνα. Απόδειξη η υποχώρησή του στην απαίτηση της Αγιούσο να μην συναινέσει στην ανανέωση του Δικαστικού Συμβουλίου, αλλά και η στάση που τηρεί στην τροποποίηση του νόμου περί ανταρσίας. Ο Φεϊχόο, όπως και η Αγιούσο, θεωρούν πως ο Σάντσεθ οδηγεί τη χώρα σε νέο «Εμφύλιο Πόλεμο» και τον κατηγορούν ότι ενόψει εκλογών προσπαθεί να ελέγξει τις διάφορες στατιστικές υπηρεσίες της χώρας.
Η πολωτική στάση που ακολουθεί το ΡΡ έχει άξονά της τον Νόμο για την Ιστορική Μνήμη, που κατά την ηγεσία του στόχο έχει να καταργήσει τις ιστορικές παραδόσεις του έθνους. Η πρόσφατη εκταφή των σορών των φρανκιστών στρατηγών Κέιπο ντε Λιάνο και Φρανθίσκο Μποόρκεθ και άλλων πραξικοπηματιών από τα τιμητικά μαυσωλεία τους όξυνε για μία φορά ακόμη τα πολιτικά πνεύματα, με το ΡΡ και το Vox να ξιφουλκούν και πάλι.
Ωστόσο, η σκληρή πολιτική των Φεϊχόο και Αγιούσο ναι μεν αποσπούν ψήφους από το Vox, εντούτοις δεν συμβάλλουν και στην πρόσθεση ποσοστού ικανού να δώσει την πλειοψηφία. Απ’ ότι φαίνεται η πολιτική ζωή στην Ισπανία ξαναοδηγείται σε μία σχετική κομματική πόλωση. Μέσα σε αυτό το περίεργο παιχνίδι, τα δύο κόμματα διεκδικούν ακόμη και την προσωπικότητα του πρώην πρωθυπουργού (και πρώην σοσιαλιστή, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε) Φελίπε Γκονθάλεθ, του οποίου πολλές πρόσφατες θέσεις είναι τόσο αμφιλεγόμενες που κάλλιστα θα μπορούσες να χαρακτηρίσεις και νεοφιλελεύθερες ή συντηρητικές. Άλλωστε ο Φεϊχόο είχε αποκαλύψει πως νεότερος είχε ψηφίσει το PSOE του Γκονθάλεθ και ο τελευταίος είχε εγκωμιάσει την φιλοενωτική στάση του ΡΡ. Όμως, παρά την πόλωση, το τοπίο πέρα από τα δύο μεγάλα κόμματα είναι τόσο πολυκερματισμένο που μετατρέπει τον σχηματισμό κυβέρνησης μία πραγματική σπαζοκεφαλιά. Και σε κάθε περίπτωση, εάν τούτη η εικόνα παραμείνει αμετάβλητη, το όποιο κυβερνητικό έργο θα απαιτεί τόσες παραχωρήσεις προς τους κυβερνητικούς συμμάχους που ουσιαστικά θα το αλλοιώνει.