Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν μεταβαίνει, σήμερα Τρίτη, στην Ουάσιγκτον για να συζητήσει με τον Αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν, μια σειρά ζητημάτων που κυμαίνονται από την ευθυγράμμιση της πολιτικής για την κατάσταση στην Ουκρανία, μέχρι την άμβλυνση των εμπορικών διαφορών μεταξύ των δύο χωρών.
Παρότι ο Μακρόν έχει την σπάνια ευκαιρία να είναι από τους λίγους Γάλλους προέδρους που προσκαλούνται για δεύτερη φορά στη θητεία τους στις ΗΠΑ -μετά τη συνάντησή του με τον Ντόναλντ Τραμπ το 2018 – και η συνοδεία του που αποτελείται από τους υπουργούς Εξωτερικών, Άμυνας και Οικονομικών προδιαθέτει για το εύρος το εύρος της διατλαντικής συνεργασίας που ελπίζει να προωθήσει το Παρίσι, τα μηνύματα και από τις δύο πλευρές παραμένουν διφορούμενα.
«Υπάρχουν τεράστιες ευκαιρίες συνεργασίας μεταξύ της κυβέρνησης Μπάιντεν και της κυβέρνησης Μακρόν», δήλωσε ο Μάρτιν Κουένς, αναπληρωτής διευθυντής του γραφείου στο Παρίσι της δεξαμενής σκέψης GMF. «Αλλά για διάφορους λόγους, η συνεργασία και ο συντονισμός δεν έχουν φτάσει τόσο μακριά όσο θα μπορούσε κανείς να φανταστεί», πρόσθεσε.
Οι τόνοι μεταξύ Παρισιού και Ουάσιγκτον ανέβηκαν πριν από ένα χρόνο, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες άρπαξαν μια προσοδοφόρα σύμβαση για την προμήθεια υποβρυχίων στην Αυστραλία κάτω από τη μύτη της Γαλλίας — και εγκαινίασαν μια νέα συμμαχία ΗΠΑ – Ηνωμένου Βασιλείου – Αυστραλίας στον Ειρηνικό, που ονομάστηκε AUKUS, που εξαιρεί τη Γαλλία.
Η επίσκεψη αυτής της εβδομάδας θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η κορυφή των προσπαθειών των ΗΠΑ να κατευνάσουν τον ΝΑΤΟϊκό τους σύμμαχο που αποτελεί μια από τις ισχυρότερες φωνές που ζητούν ευρωπαϊκή «στρατηγική αυτονομία», δήλωσε η Σίλια Μπελίν, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Μπρούκινγκς. «Οι Γάλλοι δεν είναι πάντα εύκολα διαχειρίσιμοι, αλλά όταν οι Γάλλοι και οι Αμερικανοί συμφωνούν, αυτό προωθεί τα πράγματα πολύ μπροστά», πρόσθεσε
Όπως έχουν τα πράγματα, ωστόσο, «δεν είμαστε σύμμαχοι στην ίδια σελίδα», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ένας σύμβουλος του Μακρόν, υποσχόμενος «προκλητικές» συνομιλίες με τον Μπάιντεν.
Παρά την υποστήριξή του προς το Κίεβο, η επιμονή του Μακρόν να συνεχίσει να συνομιλεί με τη Μόσχα καθ’ όλη τη διάρκεια της ουκρανικής κρίσης, δεν φαίνεται να ικανοποιεί την αμερικανική πλευρά, την ίδια ώρα που οι τεράστιες παραδόσεις όπλων των ΗΠΑ στην Ουκρανία έχουν αναδείξει την υπεροχή της χώρας ως παραγωγού όπλων, ανησυχώντας τις γαλλικές όσο και τις γερμανικές εταιρείες του κλάδου.
Την ίδια στιγμή, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες σχεδιάζουν τεράστιες επενδύσεις και επιδοτήσεις στο πλαίσιο του νόμου τους για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA), οι Γάλλοι – όπως και όλοι οι Ευρωπαίοι φοβούνται στρεβλωτικές επιπτώσεις στον ανταγωνισμό με τις δικές τους επιχειρήσεις σε τομείς όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, οι μπαταρίες και η καθαρή ενέργεια.
Στα αγκάθια της επίσκεψης Μακρόν, συμπεριλαμβάνεται, τέλος το ζήτημα των υψηλών τιμών που καταβάλει η Ευρώπη για την εισαγωγή αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίο (LNG) που μεταφέρεται από πλοία – προκειμένου να αντικαταστήσει το φθηνότερο ρωσικό φυσικό αέριο.
Η Γαλλία, ειδικότερα, έχει υποστεί διπλό ενεργειακό πλήγμα, καθώς μεγάλο μέρος του στόλου των πυρηνικών σταθμών της είναι εκτός σύνδεσης για συντήρηση ή λόγω βλαβών στα συστήματα ψύξης τους.
Με τον Λυκ Ρεμόντ, τον πρόσφατα εγκατεστημένο επικεφαλής της κρατικά ελεγχόμενης εταιρείας ενέργειας EDF, στο αεροπλάνο του Μακρόν για την Ουάσιγκτον, κάποια υποστήριξη για την πολιτική πυρηνική βιομηχανία θα μπορούσε να είναι στα χαρτιά.
Με πληροφορίες από AFP