Οι μεγάλες διαδηλώσεις και τα επεισόδια με την αστυνομία στο Μόντρεαλ αποτέλεσαν τα προεόρτια των κινητοποιήσεων που αναμένεται να πλαισιώσουν τη διεξαγωγή της COP15, της συνόδου των 196 χωρών του ΟΗΕ που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα και την προστασία της, στις 3 με 19 Δεκεμβρίου στο Συνεδριακό Κέντρο της καναδικής μητρόπολης.
Πάνω από 15.000 αντιπρόσωποι από τις χώρες της Σύμβασης, επιστήμονες και ειδικοί είναι προσκεκλημένοι να συμμετάσχουν και να συνεισφέρουν στον στόχο να επιτευχθεί μία κοινή στρατηγική, που θα σταματήσει την επί θύραις καταστροφή του περιβάλλοντος. Η πρωτεύουσα του Κεμπέκ οχυρώνεται, με περιμετρικούς φράκτες -όπως κάποτε στο Σιάτλ ή τη Γένοβα – να τοποθετούνται για να αποκλείσουν την πρόσβαση στο σημείο της συνόδου και χιλιάδες αστυνομικούς να αναπτύσσονται για να σταματήσουν τα πλήθη, που αναμένονται να φθάσουν από τις τέσσερεις γωνιές του πλανήτη για να αρθρώσουν τη δική τους φωνή για την προστασία και το μέλλον του.
Οι αναμενόμενες κινητοποιήσεις, στις οποίες προβλέπεται να συρρεύσουν πολλοί ευαισθητοποιημένοι πολίτες, οργανώσεις για το περιβάλλον και ριζοσπαστικές ενώσεις κάθε είδους, στοχεύουν αφ’ ενός να ανασυστήσουν ένα περιβαλλοντικό και συνάμα πολιτικό κίνημα, που βρίσκεται εν υπνώσει μετά την πανδημία και αφ’ ετέρου να αποδείξουν πως η προστασία του περιβάλλοντος δεν μπορεί να είναι υπόθεση όσων την υποσκάπτουν και εκμεταλλεύονται τον φυσικό πλούτο του πλανήτη. Φιλοδοξεί να είναι ένα σάλπισμα για κοινωνική δράση και μία πραγματική απάντηση στην αδιαφορία των ισχυρών και την ακηδία των κυβερνήσεων, που μόνο με μασκαράτες κι επιφάσεις «ευαισθητοποίησης» -όπως αποδείχθηκε στη σύνοδο στο Σαρμ ελ Σέιχ – απλά περιορίζονται σε ρηματικές ανακοινώσεις και αναβάλλουν στο όνομα της ανάπτυξης να βάλουν φρένο στην υπερεκμετάλλευση και καταστροφή του περιβάλλοντος.
Η ειρωνεία είναι πως ακριβώς στην πόλη, όπου διεξάγεται η πολυδιαφημιζόμενη τούτη εκδήλωση, η κατασκευή ενός τεράστιου εμπορικού λιμένα απειλεί το φυσικό περιβάλλον και τη διατροφική περιοχή ενός ήδη απειλούμενου τοπικού είδους ψαριού, που αποτελεί σημαντικό στοιχείο στις διατροφικές συνήθειες του πληθυσμού επί αιώνες. Η επικαλούμενη ανάπτυξη, που υποτιθέμενα θα φέρει ευημερία στην περιοχή και τον πληθυσμό παρακάμπτει εξόφθαλμα τον χαρακτήρα και τους σκοπούς της συνόδου. Μίας συνόδου που πολλοί προεξοφλούν ότι πάλι πέρα από τα ευχολόγια δεν πρόκειται να καταλήξει σε ριζοσπαστικές κι αποτελεσματικές δεσμεύσεις. Απεναντίας, φοβούνται αρκετοί πως θα δεσμεύσει την εκστρατεία για την προστασία της βιοποικιλότητας και του περιβάλλοντος στους μεγάλους υπερκρατικο-θεσμικούς φορείς, που επί χρόνια κερδοσκοπούν, είτε καταστρέφοντας, είτε διαχειρίζονται αρπακτικά και μονοπωλιακά συχνά τις φυσικές πηγές πλούτου στο περιβάλλον. Όπως συμβαίνει σε όλα τα fora για το περιβάλλον, όπου τις αποφάσεις τις λαμβάνουν οι ισχυροί, οι ίδιοι στόχοι επιβάλλουν και την ίδια ρητορεία: η προστασία του περιβάλλοντος γίνεται συνώνυμη με την εκχώρηση του ελέγχου του και τη «χρηματιστικοποίησή του», με στόχο την κερδοφορία με «πράσινο πρόσημο».
Γιατί, πέρα από τον κίνδυνο που προέρχεται από τις εμφανείς πηγές της ρύπανσης και της υπερεκμετάλλευσης, ελλοχεύει επίσης ο κίνδυνος του ελέγχου στη διαχείριση, προστασία και πρόσβαση στις φυσικές πηγές και το ίδιο το habitat του περιβάλλοντος από εταιρείες, που εξασφαλίζουν τον έλεγχό τους. Δεν είναι μακριά, μοιάζει όμως σχεδόν ξεχασμένος εκείνος ο Δεκέμβρης του 2020, όταν το Χρηματιστήριο του Σικάγου άνοιξε μία καινούργια κατηγορία τίτλων για το νερό στην Καλιφόρνια. Η τιτλοποίηση ενός τέτοιου κοινωνικού και φυσικού αγαθού σε εμπορικό αγαθό δεν είναι και τόσο διαφορετική από την όλο και εκτενέστερη ιδιωτικοποίησή του σε πολλές χώρες του κόσμου. Είτε με τη μορφή παραχώρησης εξολοκλήρου της χρήσης και παροχής του (όπως συνέβη στη Χιλή ή τη Βολιβία), είτε (όπως γίνεται και στη χώρα μας) δια της κερκόπορτας της διαχείρισής του -ώστε να αποφεύγονται οι συγκρούσεις με τους «αποκλεισμένους» και να δικαιολογείται η ύψωση των τιμών και η ελάττωση της παροχής με την «προστασία» του αγαθού αυτού. Προκειμένου βέβαια, όποιος έχει λεφτά να μπορεί να το ξοδεύει πχ για την πισίνα του, αλλά ο φτωχός αγρότης να μην μπορεί να ποτίσει το μποστάνι του.
Δεδομένου ότι το καλής ποιότητας νερό για ανθρώπινες χρήσεις θεωρείται πλέον ένα ολοένα και πιο σπάνιο ζωτικό φυσικό στοιχείο, η τιτλοποίηση του νερού -όπως διατείνονται οι εμπνευστές της- θα διασφαλίζει τη «σοφή διαχείρισή του». Πώς; Μέσα από τη χρηματοδότηση έχει παρέμβει με στόχο, όπως είπαν, να «ελέγξει» τη λειψυδρία, αναγκάζοντας τις μεγάλες εταιρείες που χρησιμοποιούν νερό (αγροτικές εταιρείες, αμπελουργίες, γλυκά/ανθρακούχα, μεταλλεία κλπ) να κάνουν λελογισμένη χρήση του νερού, καθώς αυτό θα διατίθεται με βάση την τιμή που θα καθορίζεται από την χρηματιστηριακή κερδοσκοπία (όπως στην περίπτωση του λαδιού, του χρυσού, του σιταριού και πρόσφατα της ενέργειας).
Αλλά και στα μέσα Οκτωβρίου 2021, οι διαχειριστές του Χρηματιστηρίου της Wall Street στη Νέα Υόρκη εγκαινίασαν μια νέα κατηγορία χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για όλα τα στοιχεία της φύσης. Κι εδώ το πρόσχημα είναι το ίδιο: δεδομένου ότι η βιοποικιλότητα μειώνεται, σπανίζουν οι φυσικοί πόροι κι οι κυβερνήσεις είναι ανήμπορες, ποιος μένει; Μόνο η «καλή» ιδιωτική πρωτοβουλία μπορεί να αναλάβει τον ρόλο του «σωτήρα» με αποτελεσματικό και βιώσιμο τρόπο τη διαχείριση του φυσικού κόσμου μέσω της ιδιοποίησης/νομισματοποίησής του! Οι εταιρείες αναλαμβάνουν μέσω της «εταιρικής ευθύνης» και «υιοθετώντας» περιοχές και δράσεις να τις και μας «προστατεύσουν», οροθετώντας και την πρόσβαση και τις δραστηριότητες, που ελέγχουν, διαχειρίζονται και κεφαλαιοποιούν, με βιτρίνα την «αειφόρο ανάπτυξη», τη «βιωσιμότητα» κλπ.
Δεν είναι τυχαίο πως τέτοιες πρωτοβουλίες σε παγκόσμιο επίπεδο προωθούν επενδυτικοί κολοσσοί, όπως η BlackRock. Η εταιρεία του Λάρι Φινκ διαχειρίζεται 9,5 τρισεκατομμύρια δολάρια, έχει γίνει η τρίτη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στον κόσμο μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. Μαζί, τα τρία πιο ισχυρά επενδυτικά ταμεία στον κόσμο, η BlackRock, η Vanguard (της οποίας η BlackRock είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος) και η State Street, θα μπορούσαν, αν μείνουν μόνα τους, να γίνουν οι μεγαλύτεροι ιδιοκτήτες στον κόσμο ή να ενισχύσουν τη σημερινή τους θέση ως «άρχοντες» του πλανήτη. Η BlackRock έχει προτείνει να μετατραπεί έως το 2030 το 30% του φυσικού περιβάλλοντος σε «προστατευμένες φυσικές περιοχές ονόματι NAC (Natural Asset Company), που θα μπορούν να τις αγοράζουν και να διαχειρίζονται εταιρείες και οργανισμοί. Δηλ. η εταιρεία τούτη, χάρις στην τεράστια οικονομικο-πολιτική της δύναμη προωθεί μία κολοσσιαία εκστρατεία για τη νομιμοποίηση της αρπαγής γης στον πλανήτη.
Φυσικά, μόνο στόχο έχουν να αποκομίσουν απεριόριστα κέρδη από τις δράσεις για το περιβάλλον. Η BlackRock έχει υπολογίσει ότι ο φυσικός κόσμος αξίζει 4 τρισεκατομμύρια δολάρια, όταν το συνολικό ετήσιο παγκόσμιο προϊόν αποτιμάται σε περίπου 125 τρισεκατομμύρια δολ. Σκεφθείτε κέρδος! Και όπως είναι ορατό, πάλι τα κύρια θύματα από την «προστασία», όπως πριν με την (αποικιακή) εκμετάλλευση θα είναι οι αυτόχθονες πληθυσμοί των οποίων τα εδάφη θεωρούνται μη μεταβιβάσιμη προγονική κληρονομιά. Η παραδοσιακή οικογενειακή καλλιέργεια πατροπαράδοτων σπόρων μάλιστα, απειλείται άμεσα και όπως συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις (πχ στο Περού με το κινόα) κινδυνεύουν και οι παραδοσιακές μέθοδοι λόγω της υπερπαραγωγής και τη χρήση χημικών λιπασμάτων, που καταστρέφουν και τα εδάφη. Όταν δε, μία εταιρεία αποκτήσει τις «προστατευόμενες» περιοχές, τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα στη ζωή και στην καλλιέργεια κλπ. θα καταπατούνται παντού απεριόριστα -όπως ήδη συμβαίνει στην Αφρική ή την Ασία, αλλά και σε χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης, όπως φυσικά έχουμε δείξει της Ουκρανίας περιλαμβανομένης.
Η ολοένα και εκτενέστερη νομισματοποίηση της φύσης από το λόμπι του Big Money (μεγάλες τράπεζες και, κυρίως, επενδυτικά κεφάλαια), είναι μοιραίο στο όνομα της προστασίας (των συμφερόντων τους, όχι της φύσης) να αποκτήσουν μονοπωλιακό έλεγχο σε κάθε πλουτοπαραγωγική πηγή μέσα στις «προστατευόμενες» περιοχές. Ολάκερος ο πλανήτης κινδυνεύει να μετατραπεί σε ατελείωτο ορυχείο εξόρυξης και συσσώρευσης κεφαλαίου που θα καταστρέφει τον φυσικό πλούτο της κάθε έμβιας ζωής στον πλανήτη . Επιπλέον, οι εταιρείες τούτες και σε συνδυασμό με την αλματική τεχνολογική ανάπτυξη στο πλαίσιο της κοινωνίας της επιτήρησης και του επικοινωνιακού ελέγχου, θα επεκτείνουν τη εξουσία τους, μέσα από την κάθε είδους κυριάρχηση κι εάν χρειασθεί τη βία και τον πόλεμο, σε όλη την έκταση της ανθρώπινης οικονομίας. Μια οικονομία που ολοένα θα γίνεται όλο και πιο εκτεχνικευμένη και θα κυριαρχείται από τη λογική του άνισου πλουτισμού και του αποκλεισμού σε πλανητικό επίπεδο.
Και όλα τούτα με τις κυβερνήσεις και τις δημόσιες αρχές ή τους παγκόσμιους οργανισμούς να είναι συνένοχοι. Άλλωστε, η συντριπτική πλειονότητα, είτε των δημοκρατικά εκλεγμένων, είτε των ολιγαρχικών κυβερνήσεων είναι υποταγμένες στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και σε καμία περίπτωση δεν αντιδρούν στις καταστροφικές επενδυτικές επελάσεις τους. Η νομισματοποίηση της φύσης, άλλωστε είναι επικυρωμένη από το 2012 στη Διάσκεψη Κορυφής του ΟΗΕ στον Τρίτο Κόσμο. Αυτό εξάλλου, όπως και τα ημίμετρα σαν την εξαγορά ρύπων, είναι ένας από τους κύριους παράγοντες που εμποδίζουν τις διάφορες συνόδους Κορυφής, όπως έγινε και στο Σαρμ ελ Σέιχ, να καταλήξουν σε μία πραγματική λύση η προς το συμφέρον όλων των κατοίκων της γης και των έμβιων οργανισμών. (όλα τα ζωντανά είδη). Πρόκειται για μια πολιτικά και ηθικά ανεπίτρεπτη, άσεμνη θέση εκ μέρους των εκλεγμένων εκπροσώπων των λαών και είναι απαραίτητο αναστηθεί ένα κίνημα ισάξιο εκείνο του Πόρτο Αλέγκρε ή του Σιάτλ.
Ένα κίνημα που όμως δεν θα μείνει μόνο σε μία αφηρημένη αντίσταση για το περιβάλλον, γιατί όπως έλεγε και ο μεγάλος προασπιστής της οικολογίας Σίκου Μέντες, «εάν δεν νοείται πολιτικά, μοιάζει με κηπουρική». Είναι αλήθεια, όπως θα παρατηρούσε κι ο Πάολο Βίρνο, πως κινήματα όπως το Σιάτλ, το Πόρτο Αλέγκρε, το Occupy Wall Street, γεννήθηκαν μέσα και με τον σκοπό τους και δεν υπήρξαν το αποτέλεσμά του. Τα κινήματα τούτα παρέλυσαν γρήγορα γιατί φέρουν (γενετικά και μορφολογικά) τα χαρακτηριστικά που τα γέννησαν και είναι τα ίδια, όπως και το λεξιλόγιό τους, ομοειδή και απαντούν σε μία just in time αντίθεση (ακολουθώντας στο κινηματικό επίπεδο το μοντέλο παραγωγής του καπιταλισμού), με μία εξειδικευμένη και όχι γενικευμένη στους στόχους τους αναπαράσταση και αντιπροσώπευση. Τα εν λόγω κινήματα, ως μόνοι ανανεωτικοί φορείς μίας pouvouir constituant από τα κάτω για την αλλαγή του κόσμου, δεν πρέπει να μείνουν στις ευκαιριακές διεκδικήσεις, αλλά οργανωμένα να δημιουργήσουν νέα «ταξική (με την ευρεία και διατεμνόμενη έννοια του όρου) αλληλεγγύη», που θα δημιουργήσει συνθήκες διαπάλης με τα ισχυρά συμφέροντα που επιβουλεύονται λαούς και το περιβάλλον του καθημερινού τους βίου και τα μέσα επιβίωσής τους.