Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος φιλοδοξεί να γίνει πρωθυπουργός σε συγκυβέρνηση, «χτύπησε» ξανά, με ένα, κατά τα συνήθη γραπτά του, εντελώς αδιάφορο γενικώς άρθρο. Όπως όλα τα «φαινόμενα» της άνυδρης ιδεολογικώς περιόδου του εκσυγχρονισμού, διάλεξε τον τίτλο «ψύχραιμη εθνική στρατηγική» και πέτυχε να μη μιλήσει ούτε για ψύχραιμη, ούτε για εθνική, ούτε για στρατηγική. Αυτό δεν είναι βεβαίως περίεργο για δημόσια πρόσωπα της συνομοταξίας του: η στρατηγική τους ερχόταν πάντα από «έξω» και από «πάνω», επομένως πώς να αναπτύξουν ικανότητες διαμόρφωσης εθνικής στρατηγικής; Ως εκ τούτου το άρθρο αυτό τελειώνει με μια έκκληση για «συμπεριληπτική εθνική στρατηγική, που μπορεί να συγκεντρώσει τη μεγαλύτερη δυνατή κοινωνική και πολιτική συναίνεση», χωρίς φυσικά κανένα ίχνος περί του τι θα προέβλεπε μια τέτοια στρατηγική.
Κανένα; Όχι ακριβώς. Υπάρχει ένα, μόνο που δεν είναι εθνικό. Στην πραγματικότητα δε, αποτελεί και τον λόγο που γράφτηκε αυτό το άρθρο, δηλαδή την ανάγκη του κ. Βενιζέλου να δηλώσει παρών, ξανά και εμφατικώς, στον αμερικανοτσολιαδισμό που κυριαρχεί στην εποχή μας και στην πατρίδα μας: «Η Ελλάδα είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ και στρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ χωρίς αμφιταλαντεύσεις και εξαιρετισμούς». Είναι κατανοητό; Ναι, σε όλα. Πώς ήταν εκείνα τα «ναι σε όλα» στον κ. Σόιμπλε; Τώρα «ναι σε όλα» στον κ. Τσούνη.
Μάλιστα, θα πει κανείς, αλλά η Τουρκία που αμφιταλαντεύεται φαίνεται να κερδίζει σε ισχύ και επιπλέον μας απειλεί. Να μην αγχωνόμαστε μας λέει ο κ. Βενιζέλος και προπαντός ψυχραιμία. Οι ΗΠΑ θα μας σώσουν. Ή όπως έλεγε και ο Ιωαννίδης όταν οι Τούρκοι επιβιβάζονταν στα αποβατικά το ’74: «Άσκηση είναι, μην τους προκαλείτε».
Επιπλέον, επειδή ο κ. Βενιζέλος θέλει να μας πει ότι έτσι ήταν πάντα και επομένως, και αν στραβώσει κάτι με τις συμβουλές του (όπως και συνήθως συμβαίνει), ο ίδιος καμία ευθύνη δεν φέρει, σε μια αποθέωση, δυστυχώς όχι ασυνήθιστη, ανιστόρητου ιστορικού αναθεωρητισμού και γραικυλισμού μας λέει ότι «η Ελλάδα γεννήθηκε ως ανεξάρτητο κράτος πριν από 200 χρόνια, με τη θεωρία ότι μπορεί να συμβάλει, μαζί με την παρακμάζουσα τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία, στην ανακοπή της καθόδου της Ρωσίας στη Μεσόγειο».
Προσέξτε, δεν μας λέει ότι αυτή ήταν η επιδίωξη των Αγγλογάλλων, εξ ου και αναγκάστηκαν να συρθούν προς μια μετριοπαθή υποστήριξή της, μετά και τις θετικές προς την επανάσταση ρωσικές κινήσεις. Δεν μας λέει ότι ήταν ο πόθος και ο αγώνας των Ελλήνων για απελευθέρωση που εδραίωσαν την επανάσταση, ώστε να μην μπορούν να την παραγνωρίσουν οι ξένοι. Μας λέει ο κ. Βενιζέλος ότι ουσιαστικώς μας έκαναν κράτος οι απέξω και επομένως πρέπει να μείνουμε ταγμένοι στον αντιρωσισμό.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι ένας εκλεκτός της αμερικανοκρατίας και της ολιγαρχίας. Πάντα ήταν. Ακόμα και εμείς που αγαπούμε τον Ανδρέα Παπανδρέου και δεν το κρύβουμε, καταλογίζουμε στον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ ότι μέσα στις διάφορες αντιφάσεις του, διέπραξε το μέγιστο λάθος να μην πετάξει εκτός ΠΑΣΟΚ και πολιτικής ζωής, τους δεξιούς, όταν μπορούσε και έπρεπε. Τους πληρώσαμε και θα τους πληρώνουμε για πολύ καιρό ακόμα.
Ο κ. Βενιζέλος όμως είναι και κάτι άλλο: είναι ένας από τους βασικούς θεωρητικούς της υποτέλειας (με το αζημίωτο βεβαίως, δηλαδή την ικανοποίηση ή την προσδοκία ικανοποίησης της αρχομανίας του). Ο λόγος του είναι τοξικός, γιατί επικαλείται την επιστημονική αυθεντία, την ψυχραιμία (την οποία παροιμιωδώς δεν επέδειξε ποτέ ως προτέρημα) και την ιστορική θεμελίωση (ενώ είναι καταφανώς ανιστόρητος). Δεν είναι ο μόνος φυσικά. Οι επενδύσεις των γνωστών ξένων πρεσβειών έχουν κάνει καλά τη δουλειά τους, ώστε να παράγονται γραφίδες ατελείωτες που επαναλαμβάνουν τα παραπάνω. Αυτό άλλωστε είναι και το άγχος του κ. Βενιζέλου. Υπάρχουν τόσοι πολλοί, διαθέσιμοι σε όλο το πολιτικό φάσμα, ώστε σταδιακώς έχει γίνει ένας στο σωρό, εξ ου και το παραπάνω άρθρο. Τι να κάνουμε; Έχει και η υποτέλεια σε υπερπροσφορά τις αντενδείξεις της.