Όπως πληροφορηθήκαμε, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αποφάσισε να δεχτεί στις τάξεις του την πρώην βουλεύτρια του ΜέΡΑ25, Αγγελική Αδαμοπούλου. Η κυρία Αδαμοπούλου εκλέχτηκε χάρη στο γεγονός ότι το επίθετό της ξεκινά από «Α» και ότι στο ΜέΡΑ25 το 2019 μπορούσες να εκλεγείς στη Βουλή ακόμα και με ελάχιστες ψήφους. Προφανώς, η ηγεσία του εν λόγω κόμματος όπως έστρωσε θα κοιμηθεί. Όταν ο οποιοσδήποτε σχεδόν μπορεί να είναι υποψήφιος, θα υποστείς και αρκετές αρνητικές εκπλήξεις.
Το πρόβλημα όμως δεν είναι εκεί. Τα μικρότερα κόμματα έτσι και αλλιώς δεν έχουν πολλά πράγματα με τα οποία μπορούν να δελεάσουν εκείνες και εκείνους που γλυκαίνονται από την εξουσία, όποιου είδους. Το ζήτημα είναι με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Μια από τις θεμελιώδεις αρχές του (όποιου τύπου) προοδευτικού χώρου ήταν να μη δέχεται απευθείας μετακινήσεις βουλευτών προς τις τάξεις του. Αν ήθελες να αλλάξεις κόμμα έπρεπε να παραιτηθείς από τη βουλευτική σου έδρα και να είσαι εκ νέου υποψήφιος. Η ανάμνηση της αποστασίας του ‘65 ήταν ισχυρή και συλλογική. Προφανώς, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διατηρεί τέτοιες ευαισθησίες (όπως ούτε και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ. πλέον).
Η αύξηση κατά ένα μέλος επιπλέον, της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, μάλλον δεν έχει πολλά να του προσφέρει, σε ό,τι αφορά το έργο του στη Βουλή. Εμπεδώνει μόνο το στίγμα του συλλογικού αρπακτικού: από τη λεηλασία των ΑΝΕΛ έως αυτήν του ΜέΡΑ25, «ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει». Από λαϊκή ή και φιλοβασιλική δεξιά, έως οπορτουνίστριες και οπορτουνιστές άνευ λοιπών πολιτικών χρωματισμών. Νομίζει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, ότι με αυτόν τον τρόπο θα πείσει περισσοτέρους ψηφοφόρους; Μάλλον πρέπει να το ξανασκεφτεί.
Δεν είναι τυχαίο ότι παρόλες τις υποκλοπές, τον μαυραγοριτισμό, τις απευθείας αναθέσεις, τον πληθωρισμό, τα άλλα σκάνδαλα και την ακρίβεια (για να αναφέρουμε μόνο μερικά από τα κατορθώματα του υπαρκτού μητσοτακισμού), ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει πίσω από τη ΝΔ σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Αλλά και για όσους δεν πιστεύουν ιδιαιτέρως σε αυτές, ρεύμα νίκης υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, μάλλον κανείς εξ όσων διατηρούν σώας τας φρένας δεν μπορεί να δει.
Δεν είναι ότι η πλειοψηφία συμπαθεί τον Μητσοτάκη και όσα πρεσβεύει. Είναι ότι δεν αντέχει τον τυχοδιωκτισμό που εκπέμπει ο ΣΥΡΙΖΑ σε θέματα αρχών, σε συνδυασμό με την πλήρη του υποταγή σε όλες τις συστημικές επιταγές. Λίγες μέρες πέρασαν από τότε που η τοποθέτηση του Αλέξη Τσίπρα στο συνέδριο του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Σερβίας ήταν τόσο φιλοαμερικανική (δηλαδή μητσοτακική), ώστε ανάγκασε τον πρεσβευτή της Ρωσίας να αποχωρήσει από το συνέδριο. Λίγα χρόνια παρήλθαν από τότε που ο νόμος Παππά νομιμοποίησε τους ολιγάρχες στην ελληνική τηλεόραση. Για να μη μιλήσουμε για τα ιδιωτικά χρέη, τις ιδιωτικοποιήσεις και άλλα, ων ουκ έστιν αριθμός.
Με κινήσεις λεηλασίας άλλων κομμάτων, το μόνο το οποίο πετυχαίνει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η εμπέδωση της εικόνας του τυχοδιωκτισμού. Πώς θα μιλήσει για αρχές, ένα κόμμα το οποίο εξαγοράζει βουλευτές; Γιατί και η προοπτική συμμετοχής σε μια μελλοντική (συγ)κυβέρνηση, εξαγορά είναι. Σε μια περίοδο, παρατεταμένη μάλιστα, κατά την οποία το πολιτικό σύστημα μοιάζει με ανοιχτό βόθρο, ο ΣΥΡΙΖΑ ζει με τη φαντασίωση ότι ο Μητσοτάκης ως πρόσωπο είναι ένα χαλί κάτω από το οποίο μπορεί να θαφτεί κάθε συμβιβασμός και κάθε τυχοδιωκτισμός. Πλανάται πλάνη οικτρά. Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ πορεύεται με πρακτικές Μητσοτάκη (πατρός), τόσο θα οι ψηφοφόροι θα του συμπεριφέρονται σαν να είναι ένα κακέκτυπο του μητσοτακισμού.