Στις 15 Δεκέμβρη οι διανομείς της Wolt στη Λευκωσία κατέβηκαν από τα μηχανάκιά τους και προχώρησαν σε μία σπάνιας αποφασιστικότητας απεργιακή κινητοποίηση που κράτησε 9 μέρες και φώτισε (όχι και τόσο) αθέατες πλευρές της σκληρής εργασιακής πραγματικότητας που βιώνουν χιλιάδες εργαζόμενοι μετανάστες στην Κύπρο. Είχε προηγηθεί ακόμα μία απροειδοποίητη μείωση στις αμοιβές τους από την εταιρία που έριξε την πληρωμή ανά παραγγελία στα 2,26 ευρώ.
Η Wolt εισήλθε στην αγορά της Κύπρου το 2020 και οι πρώτες αμοιβές αφορούσαν αποζημίωση 3 ευρώ ανά παραγγελία. Έκτοτε ακολούθησαν διαδοχικές μειώσεις στα 2,60, 2,40 και εσχάτως στα 2,26. Η τελευταία υποχώρηση στις αμοιβές τους ήταν και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Όπως σημείωναν οι εργαζόμενοι ,με τον πληθωρισμό στο 8.7% και την αύξηση του κόστους εργασίας, που οι ίδιοι επωμίζονται, η απασχόληση τους με τις παρούσες συνθήκες καθίσταται σχεδόν ασύμφορη.
Η απεργία ξεκίνησε από τη Λευκωσία και εξαπλώθηκε γρήγορα σε Λάρνακα, Λεμεσό και Πάφο με την συμμετοχή στην Λευκωσία να αγγίζει το 80% και εκατοντάδες οδηγούς να συγκεντρώνονται σε κεντρικά σημεία των πόλεων. Η Wolt με ανακοίνωση της πέταξε το μπαλάκι επί της ουσίας στις εταιρείες που λειτουργούν ως μεσάζοντες και είναι υπεύθυνες για την διαχείριση των οδηγών. Αυτές οι εταιρίες υπενοικιάζουν τους οδηγούς στην Wolt παρακρατώντας ένα ποσοστό 41% από την συνολική αμοιβή των εργαζομένων χωρίς επί της ουσίας να προσφέρουν καμία υπηρεσία. Η Wolt έτσι απαλλάσσεται πλήρως από οποιαδήποτε ευθύνη απέναντι στους εργαζόμενους της, οι οποίοι ενώ είναι σε καθεστώς εξαρτημένης σχέσης εργασίας «απολαμβάνουν» κουτσουρεμένα δικαιώματα και επωμίζονται το σύνολο των εξόδων που περιλαμβάνουν καύσιμα, αγορά και συντήρηση οχήματος και εξοπλισμού, ακόμα και έξοδα ασφάλισης.
Η κατάσταση γίνεται ακόμα χειρότερη για τους οδηγούς που κατάγονται από τρίτες χώρες εκτός Ε.Ε., που αποτελούν και τη συντριπτική πλειοψηφία του κλάδου. Σε σχέση με τους Ευρωπαίους ή Κύπριους συναδέλφους τους, αυτοί οι εργαζόμενοι έχουν ψαλιδισμένες αποδοχές κατά 20-30% και υποχρεώνονται ανά 3 ή 4 μήνες να καταβάλλουν 75 ευρώ για την ανανέωση της σύμβασης εργασίας τους στις εταιρείες-ατζέντηδες που πλουτίζουν σε βάρος τους.
Από τις πρώτες μέρες της απεργίας η εργοδοσία προχώρησε σε πιέσεις ώστε να διαιρέσει τους εργάτες και να τους εξαναγκάσει να επιστρέψουν στην δουλειά. Υποσχέθηκε διπλή αμοιβή στους απεργοσπάστες ενώ πολλοί απεργοί είδαν την πρόσβαση τους στο σύστημα παραγγελιών να αναστέλλεται. Με δημοσιεύματα στον έντυπο τύπο οι οδηγοί παρουσιάστηκαν ως ανίκανοι, τεμπέληδες και κακομαθημένοι ενώ στα κοινωνικά δίκτυα εκδηλώθηκε – περιορισμένα σε σχέση με το κύμα αλληλεγγύης – και ρατσιστικό μίσος απέναντι στους απεργούς. Εξάλλου, διευθυντικά στελέχη των εταιριών που το ΑΚΕΛ κατήγγειλε ότι μεταχειρίζονται πρακτικές σκλαβοπάζαρου φέρονται να είναι στελέχη του ΕΛΑΜ, του μεγαλύτερου ακροδεξιού πολιτικού φορέα της Κύπρου. Οι μεθοδεύσεις των μεσαζόντων είχαν περιορισμένο αποτέλεσμα καθώς πολλοί οδηγοί, ιδιαίτερα στην επαρχία, επέστρεψαν σταδιακά στις δουλειές τους. Στην Λευκωσία η οργάνωση της απεργίας αποδείχτηκε πιο ανθεκτική με την πλειοψηφία των εργαζομένων να παραμένουν αμετακίνητοι στα αιτήματα τους μέχρι και τις 21/12 οπότε και έληξε η απεργία.
Στο πλευρό των απεργών βρέθηκε από την αρχή και το οργανωμένο συνδικαλιστικό κίνημα της Κύπρου. Η Παγκύπρια Εργατική Ομοσπονδία(Π.Ε.Ο) εξέδωσε ανακοινώσεις που ενίσχυσαν την ορατότητα του αγώνα και βρέθηκε στις συγκεντρώσεις τους συνδράμοντας στις συναντήσεις με την εργοδοσία και τους θεσμικούς φορείς. Σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στις 21/12 στο Υπουργείο Εργασίας, με την συμμετοχή της Π.Ε.Ο, της Ομοσπονδίας Μεταφορών, Πετρελαιοειδών και Γεωργίας, εκπροσώπων των απεργών και των μεσαζόντων εταιρειών συμφωνήθηκε η έναρξη διαλόγου με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα που θα επιχειρήσει να θέσει τέρμα στον εργασιακό μεσαίωνα που βιώνουν οι οδηγοί και να ρυθμίσει το νεφελώδες εργασιακό τοπίο στις ψηφιακές πλατφόρμες εν γένει. Η δέσμευση του υπουργείου Εργασίας και των εκπροσώπων των εταιρειών για ικανοποίηση των βασικότερων αιτημάτων των απεργών αποτελεί μία σημαντική νίκη των μεταναστών εργατών που μπορεί να δώσει ώθηση και σε άλλους κλάδους που απασχολούν αιτούντες άσυλο και μετανάστες από τρίτες χώρες.
Οι δεκάδες χιλιάδες μετανάστες από την Ασία και την Αφρική που ζουν και εργάζονται στην Κύπρο αντιμετωπίζουν συχνά τον ρατσισμό στην καθημερινότητα τους. Απασχολούνται στις πιο βαριές χειρωνακτικές εργασίες ως οικιακοί/ες βοηθοί, εργάτριες/ες καθαριότητας, ανειδίκευτοι βιομηχανικοί εργάτες και οδηγοί δικύκλων. Το ιδιότυπο καθεστώς εξαίρεσης δικαιωμάτων μέσα στο οποίο διαβιούν διευκολύνει την εργασιακή τους υπερεκμετάλλευση στερώντας τους τα δικαιώματα που απολαμβάνουν οι Κύπριοι και Ευρωπαίοι εργαζόμενοι. Ακόμα και οι γυναικοκτονίες στο νησί είναι πιο πιθανό να διαπραχθούν εναντίον γυναικών τρίτων χωρών.
Η κινητοποίηση του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος της Κύπρου, η δέσμευση του Υπουργείου Εργασίας για εξεύρεση λύσης και το σύρσιμο των εταιρειών – ατζέντηδων σε διάλογο με τους εργαζόμενους τους είναι απότοκα της οργανωμένης και αποφασιστικής πάλης των απεργών διανομέων. Φωτίζουν έναν δρόμο που μπορούν να ακολουθήσουν και άλλοι κλάδοι για να βγουν από την αφάνεια και να σπάσουν τον αποκλεισμό που τους έχει επιβληθεί στην Κύπρο και στην Ευρώπη. Τα ντόπια εργατικά κινήματα οφείλουν να έχουν ευήκοα ώτα και στις μελλοντικές διεκδικήσεις αυτών των τμημάτων των εργαζομένων. Είναι, άλλωστε, προς το συμφέρον και των ίδιων.