ΑΘΗΝΑ
22:40
|
19.04.2024
Η Γερμανία, η σημαντικότερη εστία διαφθορέων της ηπείρου, δεν αρέσκεται στο να κοιτάει την καμπούρα της.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις εκφράσεις με τις οποίες στόλισε ο γερμανικός τύπος συλλογικά τον ελληνικό λαό κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους την προηγούμενη δεκαετία; Ανίκανοι, διεφθαρμένοι, τεμπέληδες, που τρώνε τα λεφτά του τιμίου ευρωπαϊκού Βορρά σε γυναίκες και ούζα. Δεν θα μπούμε εδώ σε διαδικασία να καταρρίψουμε κατηγορίες, τις οποίες έχει καταρρίψει η ίδια η ζωή. Θα αρκεστούμε μόνο σε μία υπενθύμιση. Όπως το τανγκό, έτσι και η διαφθορά χρειάζεται δύο για να λειτουργήσει. Ο διαφθορέας έχει το μερίδιο ευθύνης του. Ειδικά όταν η συνήθης θέση εντοπισμού του, είναι βορείως του Δούναβη.

Η Γερμανία, η σημαντικότερη εστία διαφθορέων της ηπείρου, δεν αρέσκεται στο να κοιτάει την καμπούρα της. Για την ακρίβεια, κάνει ό,τι μπορεί για να προστατεύσει τις μεγάλες επιχειρήσεις της (εντελώς τυχαία παραδείγματα η Siemens και η Volkswagen) από τις επιπτώσεις των μεθόδων τους. Όταν λοιπόν, το όνομα του Γερμανού υπουργού Οικονομικών εμπλέκεται σε μια ιστορία διαφθοράς, πέρα από το σαρκαστικό χαμόγελο που σχηματίζεται στα χείλη του ευρωπαϊκού Νότου, θα πρέπει και να αναρωτηθούμε και για το βάθος αυτής της υπόθεσης. Τα συστήματα εξουσίας έχουν τη τάση να προστατεύουν τα μέλη τους από τέτοιες ενοχλητικές ιστορίες και όταν αυτό δεν συμβαίνει, ειδικά στα μεγέθη ενός Γερμανού υπουργού Οικονομικών, μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι η υπόθεση είναι ζουμερή.

Ο Κρίστιαν Λίντνερ, υπουργός Οικονομικών και ηγέτης του Ελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (FDP), βρέθηκε στο στόχαστρο αυτήν την εβδομάδα για μια διαδικασία δανειοδότησης, συνολικού ποσού σχεδόν τριών εκατομμυρίων ευρώ από μια μικρή τράπεζα, με έδρα την Καρλσρούη, την BBBank. Σκοπός του δανείου ήταν η αγορά μιας βίλας, σε ακριβό προάστιο του Βερολίνου, κόστους ενός εκατομμυρίου. Μόνο που αυτής της συναλλαγής, προηγήθηκε ένας χαιρετισμός του υπουργού, σε εταιρική εκδήλωση της συγκεκριμένης τράπεζας, όπου εκφράστηκε με τα πλέον θερμά λόγια. «Η BBBank, μου αρέσει από την κορυφή ως τα νύχια» φέρεται να είπε, σε μια ελεύθερη μετάφραση. Αλλά, πριν πούμε κάτι περαιτέρω εμείς, ας γνωριστούμε με τον κύριο Λίντνερ και το κόμμα του.

Η φωνή της εργοδοσίας

Το FDP ιδρύθηκε το 1948 και έκτοτε, λειτουργεί ως ρυθμιστικός παράγοντας στο γερμανικό πολιτικό σύστημα, στο οποίο οι μονοκομματικές κυβερνήσεις δεν ευνοούνται. Βασικός πολιτικός εταίρος του μεγαλύτερου Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), προσέφερε μια πιο κοσμική προσέγγιση στα κοινωνικά ζητήματα και έναν φιλελεύθερο προσανατολισμό στα οικονομικά. Η αφετηρία όμως του κόμματος είναι ελαφρώς πιο πολύπλοκη. Οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, το κατέτασσαν στο μπλοκ των ακραίων πολιτικών ομάδων τη δεκαετία του ‘50, καθώς όχι μόνο καταψήφισε νόμους αποναζιστικοποίησης του γερμανικού κράτους, αλλά μέχρι τα μέσα της δεκαετίας ήταν στοίχημα αν ναζιστικά στοιχεία θα ηγεμόνευσαν στο εσωτερικό του. Τελικά οι φιλελεύθεροι της νότιας Γερμανίας κέρδισαν την εσωκομματική μάχη, αλλά το FDP συνέχισε για αρκετά χρόνια να ζητά την απελευθέρωση των «λεγόμενων εγκληματιών πολέμου». Αξίζει να σημειωθεί πως σε αυτή την κατηγορία εκείνα τα χρόνια δεν συναντούσε κανείς μόνο ναζί στρατιωτικούς και αξιωματούχους, αλλά και πολυάριθμους επιχειρηματίες των οποίων οι βιομηχανίες χρηματοδότησαν και διευκόλυναν τη ναζιστική φρίκη. Η στενή σύνδεση του κόμματος με την αγορά και τους εργοδότες ξεκινά.

Κυβερνητικός εταίρος για το CDU αλλά και το SPD (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα), το FDP είδε κατακόρυφη αύξηση των μελών του στα τέλη της δεκαετίας του ‘80, με τη σταδιακή επέλαση του νεοφιλελευθερισμού, οικονομικό δόγμα το οποίο θα είναι και η πυξίδα του εφεξής. Κυβερνητικός εταίρος στη δεύτερη θητεία Μέρκελ το 2009, βρέθηκε για πρώτη φορά εκτός Βουλής το 2013, υπό την ηγεσία του βιετναμέζικης καταγωγής Philipp Rösler. Μετά το αποκαρδιωτικό αποτέλεσμα υπήρξε αλλαγή ηγεσίας, με τον Λίντνερ να αναλαμβάνει και να το οδηγεί σταθερά σε ποσοστά άνω του 10% στις επόμενες δύο εκλογικές αναμετρήσεις (2017 και 2021).

Μετά τη δυναμική επιστροφή του κόμματος, ο Λίντνερ αποφάσισε να κρατήσει το FDP στην αντιπολίτευση και να μην συνεργαστεί με τη Μέρκελ, η οποία εξαναγκάστηκε σε έναν ακόμη μεγάλο συνασπισμό με το SPD. Το αποτέλεσμα του 2021 ανέδειξε ως κυβερνητικό κορμό τους Σοσιαλδημοκράτες του Σολτς, αλλά καθώς τα κουκιά δεν έβγαιναν για μια συγκυβέρνηση μόνο με τους Πράσινους, το FDP εξαναγκάστηκε σε συμμετοχή, λειτουργώντας ως το «μάτι» των αγορών και των γερμανικών βιομηχανιών εντός της κυβέρνησης. Ο Λίντνερ ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών, υποσχόμενος τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και την οριοθέτηση της ατζέντας των Πράσινων, των οποίων η πολιτική πράσινης μετάβασης έχει αρνητικές επιπτώσεις στη γερμανική βιομηχανία.

Ο Κρίστιαν Λίντνερ, γεννημένος πριν από 44 χρόνια στο Βούπερταλ της Δυτικής Γερμανίας, μέλος του FDP από τα 16 του, δραστηριοποιούνταν στο χώρο των επιχειρήσεων πριν εκλεγεί στο τοπικό κοινοβούλιο της Βόρειας-Ρηνανίας Βεστφαλίας το 2000, σε ηλικία 21 ετών. Από το 1997 εργάστηκε ως σύμβουλος επιχειρήσεων, ενώ το 2000 ιδρύει και διαχειρίζεται μια εταιρεία ίντερνετ, τη Moomax Ghb, την οποία και χρεοκοπεί έναν χρόνο αργότερα, χάνοντας 1,2 εκατομμύρια ευρώ που είχε επενδύσει η EnjoyVenture, επενδυτική εταιρεία με διασυνδέσεις στο κόμμα του Λίντνερ. Από τότε μπορούμε να τον βρούμε είτε σε θέση συμβούλου σε μια σειρά επιχειρήσεων, είτε χρησιμοποιώντας το πολιτικό του προφίλ, να δίνει μια σειρά ομιλιών επί πληρωμή ή να προωθεί συγκεκριμένες εταιρείες, δραστηριότητα καθ’ όλα νόμιμη μέχρι το 2021 για τα μέλη του κοινοβουλίου και αρκούντως κερδοφόρα, με τζίρο συνολικά άνω των 53 εκατομμυρίων ευρώ για την πενταετία 2017-2021, με τον Λίντνερ να είναι από τους πιο ακριβοπληρωμένους της σχετικής λίστας, σύμφωνα με την Deutsche Welle.

Θιασώτης των πολιτικών λιτότητας, οι οποίες επιβλήθηκαν στον ευρωπαϊκό χώρο με την κρίση χρέους, είχε στο παρελθόν επικρίνει τον Σόιμπλε, καθώς, κατά τη γνώμη του, ο τότε υπουργός Οικονομικών δεν υπήρξε αρκετά αυστηρός έναντι της Ελλάδας. Ο περιορισμός των κρατικών εξόδων και οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί, είναι προμετωπίδα του Λίντνερ και του κόμματός του, αν και η υπουργοποίησή του ήρθε σε μια περίοδο στην οποία το Βερολίνο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τους χρυσούς κανόνες του. Στόχος του Λίντνερ είναι η επαναφορά στην τάξη, φιλοδοξία με πολλές πολιτικές, και όχι μόνο, προεκτάσεις.

Ένα σκάνδαλο σε τεταμένο πολιτικό πλαίσιο

Όπως αναφέραμε ήδη, το σκάνδαλο συνοψίζεται στο ερώτημα αν η υποστήριξη του Γερμανού υπουργού προς την BBBank, συνδέεται με προνομιούχα μεταχείριση στη διαδικασία δανειοδότησης του. Όπως είδαμε ήδη όμως, ο Λίντνερ είχε αρκετά πάρε-δώσε με αρκετές επιχειρήσεις της Γερμανίας, σχέσεις οι οποίες του επέφεραν άμεσα εισόδημα αλλά, όσο και αν ηθικά δημιουργούν πολλά ερωτήματα, δεν έχουν ποινικές προεκτάσεις. Αν θα διακινδυνεύαμε μια πρόβλεψη για την έρευνα που ξεκίνησε η εισαγγελία, θα ήταν λέγαμε πως ο υπουργός Οικονομικών θα βρεθεί αθώος. Όπως έχει ειπωθεί, τα συστήματα εξουσίας προστατεύουν τα μέλη τους και το γερμανικό όχι απλά δεν αποτελεί εξαίρεση, αλλά έχει γαλουχηθεί στην αυτοπροστασία, καθώς σχηματοποιήθηκε στα χρόνια μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, χρόνια που σχεδόν καθολικά η ελίτ της χώρας, έκρυβε πολλούς σκελετούς στην ντουλάπα της. Άλλωστε, ο κύριος Λίντνερ, έχει προηγούμενο.

Ήταν Ιούνιος του 2022, όταν ο CEO της αυτοκινητοβιομηχανίας Porsche, κόμπασε κατά τη διάρκεια εταιρικής συνάντησης, μπροστά στους έκπληκτους υπαλλήλους του, πως ο Λίντνερ όχι απλά δεν θα υποκύψει στις πιέσεις των Πράσινων για κατάργηση του ρυπαρού καυστήρα εσωτερικής καύσης, αλλά πως κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για το σχηματισμό κυβέρνησης, ο ηγέτης του FDP, τον ενημέρωνε σε ωριαία βάση για την πορεία τους. Ο Λίντνερ το αρνήθηκε και το σκάνδαλο έληξε με τον CEO να δηλώνει σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Bild, πως διάλεξε λάθος λόγια και εν ολίγοις πως ήθελε να καμωθεί τον σπουδαίο. Με αυτόν τον εξαιρετικά απλό τρόπο, η υπόθεση μπήκε στο συρτάρι.

Ο λόγος που μας ενδιαφέρει πολύ λοιπόν αυτό τρέχον σκάνδαλο δεν είναι ούτε οι διασυνδέσεις πολιτικής-οικονομικών συμφερόντων, καθότι είναι πασίγνωστες, ούτε οι μηδαμινές πιθανότητες ο Λίντνερ να χάσει τη θέση του. Αλλά το πώς αυτό το σκάνδαλο θα μπορούσε να επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις στο Βερολίνο αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη, υπονομεύοντας τις διαπραγματευτικές ικανότητες του ΥΠΟΙΚ.

Ο Λίντνερ έγινε υπουργός σε μια κακή στιγμή για οποιονδήποτε θέλει να ακολουθεί σφιχτή δημοσιονομική πολιτική. Η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία, με τη συνεπακόλουθη ενεργειακή κρίση, εξανάγκασαν τον πρόεδρο του FDP να ανοίξει τα σεντούκια του γερμανικού κράτους και να αυξήσει το χρέος του, κίνηση αντίθετη με κάθε προεκλογική του δέσμευση. Μήνες τώρα, ο Λίντνερ καλεί για επιστροφή σε μια δημοσιονομική πειθαρχία το Βερολίνο (και συνεπαγόμενα και την Ε.Ε.), φοβούμενος τόσο την οικονομική εκτροπή, την επίδραση της ανεξέλεγκτης ροής κρατικών χρημάτων στον πληθωρισμό, αλλά πιθανόν, και για το ίδιο το πολιτικό του μέλλον, καθώς σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, το FDP μετά βίας καταγράφει το απαιτούμενο 5% για την είσοδο στο Κοινοβούλιο.

Η υλοποίηση όμως των πολιτικών του Λίντνερ θα έβαζε ξεκάθαρο όριο στη δυνατότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συνεχίσει τον ανταγωνισμό με τη Ρωσία. Το γερμανικό κράτος δεν θα είχε τη δυνατότητα ούτε να αυξήσει τις στρατιωτικές του δαπάνες, αλλά ούτε και να προστατεύσει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες από τις οικονομικές συνέπειες του πολέμου. Άνθρωπος των αγορών ο Λίντνερ, και έτσι η πριμοδότηση σύγκρουσης με τη Μόσχα, δεν ήταν ποτέ η πρώτη του επιλογή. Αντιθέτως, το 2017 πρόκρινε μια πιο συγκαταβατική προσέγγιση στο Ουκρανικό ζήτημα και θεωρούσε πως πρέπει να λαμβάνεται ως δεδομένη βάση συζήτησης η προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία. Με το ξέσπασμα του πολέμου, στηρίζει μαζί με την υπόλοιπη γερμανική κυβέρνηση την Ουκρανία και ενώ, διακηρυκτικά, παρέχει τη στηριξή του άνευ όρων, πάντοτε υπογραμμίζει πως η γερμανική ευμάρεια και οικονομική σταθερότητα, δεν πρέπει να τεθεί σε κίνδυνο. Σε μια τελευταία απόκλιση από την επίσημη κυβερνητική γραμμή, το FDP, διστάζει να εγκρίνει την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του ρωσικού κράτους και ρώσων ολιγαρχών ύψους 2,2 δις ευρώ, και την απόδοση αυτών στην Ουκρανία, ως τμήμα πολεμικών αποζημιώσεων.

Με τη σκιά ενός σκανδάλου να τον βαραίνει, είναι πιθανό ο αποδυναμωμένος Λίντνερ να μην καταφέρει να επιβάλλει τις κόκκινες γραμμές του εντός του κυβερνητικού συνασπισμού. Και καθώς οι κόκκινες γραμμές του αφορούν σε μεγάλο βαθμό την οικονομική πολιτική, όχι μόνο της Γερμανίας, αλλά συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επιτυχία επιβολής τους ή όχι, θα είχε άμεσες συνέπειες και στη χώρα μας. Μένει να δούμε πως θα εξελιχθεί το πολιτικό bras de fer ανάμεσα στους κυβερνητικούς εταίρους στο Βερολίνο, αλλά πολύ φοβόμαστε, πως κανένα από τα αποτελέσματα, δεν θα μας είναι ιδιαιτέρως αρεστό. 

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Στο Ντονιέτσκ βρέθηκε νεκρός ο Ράσελ Μπέντλεϊ

Άδεια για την ιδιωτική σχολή ιατρικής στην Αθήνα από την Επιτροπή Ανταγωνισμού

Δύο χρόνια με αναστολή σε κατηγορούμενο για τη φωτιά στο Μάτι

Νεαρός αυτοπυρπολύθηκε έξω από το δικαστήριο που δικάζει τον Τραμπ

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα