Η πρώτη ενέργεια του προέδρου της Βραζιλίας Λούλα, μετά την αποτυχία και καταστολή του εναντίον του «πραξικοπήματος» (ακριβέστερα μιας εξέγερσης με σκοπό την υποκίνηση του στρατού σε πραξικόπημα), ήταν να ανακαλέσει τους πρέσβεις της χώρας του από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ.
Όχι τυχαία. Οι Πρέσβεις ήταν και «σύνδεσμοι» του Μπολσονάρου με την ισραηλινή και αμερικανική άκρα δεξιά, τα δύο δηλαδή κατ’ εξοχήν διεθνή στηρίγματα του «μπολσοναρισμού». Τα άλλα δύο είναι οι Ευαγγελιστές, που δρουν πολιτικά διεθνώς ως είδος «Χριστιανικής Σιωνιστικής Διεθνούς», και, εν μέρει, και οι γίγαντες του Ίντερνετ που κατηγορούνται ότι δεν λογόκριναν και προώθησαν τα μηνύματα που καλούσαν σε εξέγερση. Ήδη το 2018, ο Μπολσονάρου είχε εκλεγεί μετά από μια σειρά νομικών και δικαστικών πραξικοπημάτων, αποκλείοντας τον Λούλα και με ευρύτατη χρήση των social media, που υποκατέστησαν ουσιαστικά την προεκλογική εκστρατεία, διασπείροντας ασυναρτησίες και ψευδείς ειδήσεις κατά του τότε αντιπάλου του.
Στη γειτονική Βενεζουέλα, αντιδρώντας και ενθαρρυμένος από τις εξελίξεις στη Βραζιλία, ο πρόεδρος Μαδούρο, κάλεσε την περασμένη Παρασκευή, κατά την καθιερωμένη ομιλία του στο κοινοβούλιο, σε σχηματισμό ενός συνασπισμού κρατών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, που θα αναπτύξουν στρατηγικές σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα. Όπως εξήγησε, συζήτησε το σχέδιό του με τους Προέδρους της Βραζιλίας, της Αργεντινής και της Κολομβίας.
Τόσο οι εκλογές, όσο και η ήττα της εναντίον του εξέγερσης είναι δύο πρώτες σημαντικές νίκες του Λούλα και της βραζιλιάνικης αριστεράς της οποίας ηγείται, σε μια σύγκρουση όμως που προμηνύεται μακρόχρονη, δύσκολη και τεράστιων περιφερειακών και παγκόσμιων συνεπειών.
Στη Βραζιλία βλέπουμε σήμερα ανάγλυφα τη δράση όλων των διεθνών δυνάμεων που συγκρούονται για την κατεύθυνση της Λατινικής Αμερικής αλλά και του κόσμου μας στο σύνολό του. Στα πρόσφατα γεγονότα είδαμε για παράδειγμα πάλι τη σύγκρουση δύο στρατοπέδων και εντός του δυτικού αυτοκρατορικού πυρήνα: από τη μια οι σκληροί Αμερικανοί ακροδεξιοί γύρω από τον Στιβ Μπάνον, τον στρατηγιστή του Τραμπ και «καθοδηγητή» της εξέγερσης στη Βραζιλία (που είναι επίσης και σύμμαχοι με την άκρα δεξιά του Ισραήλ του Νετανιάχου, άκρα δεξιά με παγκόσμιες φιλοδοξίες), από την άλλη ο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί που δεν ενέκριναν το πραξικόπημα Μπολσονάρου. Από τη στιγμή που η Ουάσινγκτον δεν άναψε «πράσινο φως» το κίνημα ήταν καταδικασμένο προκαταβολικά σε αποτυχία, δεδομένων των ισχυρών δεσμών των βραζιλιάνικων ενόπλων δυνάμεων με τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις και με τη CIA.
Η Βραζιλία είναι σχεδόν μια ήπειρος από μόνη της, αποφασιστικής σημασίας για το που πάει όλη η Λατινική Αμερική, αλλά και ευρύτερα, πως θα κινηθεί το «εναλλακτικό» στρατόπεδο των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότιος Αφρική προς το παρόν, αλλά με πολλούς υποψηφίους για να μπουν στον οργανισμό).
Ακριβώς λόγω της μεγάλης σημασίας που έχει αυτή η χώρα, εδώ εκδηλώνονται με ιδιαίτερη δριμύτητα και οι συγκρούσεις, που υποβόσκουν σε όλη τη Δύση, και εμφανίζονται εν δράσει οι δυνάμεις, που επιχειρούν να καθορίσουν το μέλλον της, τον δρόμο που θα πάρει. Το τι θα συμβεί σε αυτή τη πολύ μεγάλη χώρα-ήπειρο θα επηρεάσει ασφαλώς την πορεία όλου του ανερχόμενου τώρα Νότου της ανθρωπότητας, που παλαιότερα ονομάζαμε Τρίτο Κόσμο.
Τρεις δρόμοι μπροστά στη Δύση
Υπό μία έννοια, αν και μη ανήκουσα στον δυτικό πυρήνα αλλά μάλλον στην περιφέρεια της Δύσης, η Βραζιλία είναι και ένα πείραμα που θα επηρεάσει το πού θα πάει η ίδια η Δύση. Θα εξακολουθήσουν άραγε να κυριαρχούν οι δυνάμεις που τώρα κυριαρχούν, το «ακραίο κέντρο» δηλαδή, διατηρώντας, έστω και υπό διαρκή πίεση, βασικές πολιτικές ελευθερίες που χαρακτήρισαν τον μεταπολεμικό καπιταλισμό; Ή θα πάμε σε αυταρχικές λύσεις «πρωτο-φασιστικές» ή και καθαρά νεοφασιστικές; Ή μπορεί να υπάρξει ένα άνοιγμα προς πιο προοδευτικές, κοινωνικές, δημοκρατικές και οικολογικές λύσεις;
Ο πνεύμονας του πλανήτη
Σημειωτέον ότι το ποιος κυβερνάει τη Βραζιλία μπορεί να επηρεάσει, κατά πολύ κρίσιμο τρόπο, την «υγεία» όλου του πλανήτη. Γιατί το μεγάλο τροπικό δάσος της Αμαζονίας, θεωρούμενο και ως «πνεύμονας» όλης της Γης, καταστρέφεται με ταχύτατο ρυθμό, όπως συνέβη ιδίως επί Μπολσονάρου, και είναι τώρα στα πρόθυρα της ανεπίστρεπτης μεταβολής του από δάσος σε σαβάνα, με ανυπολόγιστες, παγκόσμιες οικολογικές συνέπειες.
Το ενδιαφέρον του Λούλα και του Κόμματος Εργατών
Ο Λούλα και το ρεύμα του έχουν επίσης σημασία για δύο λόγους. Σε αντίθεση με τη δυτική αριστερά, δεν έχουν συμβιβαστεί με τον δυτικό ιμπεριαλισμό, δεν υποστηρίζουν τις κυρώσεις και τον πόλεμο του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας και, όλο και πιο πολύ, κατά της Κίνας, ούτε και την πολιτική του Ισραήλ κατά των Παλαιστινίων.
Ταυτόχρονα, εκπροσωπούν μια μορφή προοδευτικού εθνικισμού που θέλει να εκφράσει τα έθνη μιας μαρτυρικής ηπείρου εναντίον του δυνάστη τους, των Γιάνκηδων και του μεγάλου αμερικανικού Κεφαλαίου συνδυάζοντας το κοινωνικό με το εθνικό στοιχείο.
Μάλιστα, ο Λούλα έρχεται τώρα με μεγαλύτερη συνείδηση της ανάγκης περιφερειακής συνεργασίας για την αντίσταση στο Ιμπέριουμ. Έκανε πρόσφατα την αυτοκριτική του λέγοντας ότι δεν είχε καταλάβει στο παρελθόν τη σημασία της πρότασης του Τσάβες για καθιέρωση λατινοαμερικανικού νομίσματος.
Αντίθετα, ο εθνικισμός του Μπολσονάρου είναι σαν την «Ελλάδα των Ελλήνων Χριστιανών» των δικών μας συνταγματαρχών, την ψευτο-εθνικοφροσύνη της μετεμφυλιακής Ελλάδας, που κάλυψε πίσω από μια δήθεν «εθνική» ιδεολογία την υποταγή της Ελλάδας στη Δύση, το αποτέλεσμα της οποίας ήταν η διπλή προδοσία της Κύπρου. Το ίδιο είναι και ο «εθνικισμός» του Μπολσονάρου που αποβλέπει να προσφέρει ένα ιδεολογικό επίχρισμα στην κυριαρχία μιας από τις απεχθέστερες ολιγαρχίες της Νοτίου Αμερικής ενώ οργανώνει την υποταγή της Βραζιλίας και όλης της Λατινικής Αμερικής στις ΗΠΑ και το μεγάλο διεθνές Κεφάλαιο.
Έχει στρατηγική σημασία να υπάρξει μια δύναμη διεθνώς που να συνδυάζει κατά τρόπο γνήσιο τις κοινωνικές, τις εθνικές και τις οικολογικές διεκδικήσεις και να μην αφήνει το πεδίο ελεύθερο ούτε στον δυτικό ολοκληρωτικό ιμπεριαλισμό (όπως κάνει η μεγάλη πλειοψηφία της δυτικής αριστεράς), ούτε όμως και στο sui generis νεοφασισμό της εποχής μας, που εμφανίζεται ως δήθεν αντίπαλος της «παγκοσμιοποίησης», αυτόν δηλαδή που εκφράζει ο Τραμπ στις ΗΠΑ και ο Μπολσονάρου στη Βραζιλία, ένα νεοφασισμό που είναι τουλάχιστον όσο απάτη ήταν και οι διακηρύξεις περί σοσιαλισμού του Χίτλερ.
Μεγάλες δυσκολίες μπροστά στον Λούλα
Η αποτυχία της εξέγερσης κατά του εκλεγμένου Προέδρου δίνει στο στρατόπεδο Λούλα ένα σημαντικό πλεονέκτημα, πόσο μάλλον που την αποδοκιμάζει πάνω από το 90% των Βραζιλιάνων σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Δεν είμαστε όμως σίγουροι για το πως ο Λούλα θα χρησιμοποιήσει το πλεονέκτημά του κι αν θα μπορέσει/θελήσει να λάβει τα μέτρα που απαιτούνται για να ξεδοντιάσει τους ισχυρότατους φασιστικής ιδεολογίας μηχανισμούς που, σε μεγάλο βαθμό, κυριαρχούν στο βραζιλιάνικο κράτος και τις ένοπλες δυνάμεις του. Να θυμίσουμε άλλωστε ότι ο μπολσοναρισμός, ειδικά η «φαμίλια» του τέως Προέδρου, όπως τη λένε οι Βραζιλιάνοι, στηρίζεται επίσης και από τις ένοπλες συμμορίες των ναρκεμπόρων, που κυριαρχούν (σε συνεργασία με την αστυνομία), στις απέραντες παραγκουπόλεις των πάμφτωχων, τις φαβέλες, τις οποίες και διοικούν με σιδερένιο χέρι.
Δεν ξέρουμε αν ο νέος πρόεδρος της Βραζιλίας θα θελήσει να στηριχτεί στην δύναμη των λαϊκών μαζών που, αυθόρμητα κινητοποιούμενες μεταξύ των δύο γύρων και αναγκάζοντας και τους γραφειοκράτες του Κόμματος Εργατών να βγουν από τα γραφεία τους, του επέτρεψε να κερδίσει τις εκλογές. Είναι οι ίδιες αυτές μάζες που, παρά τις εκκλήσεις για μετριοπάθεια, αντιστάθηκαν εν συνεχεία κινητοποιούμενες στις μετεκλογικές απειλές της βραζιλιάνικης άκρας δεξιάς.
Ο Λούλα παραλαμβάνει εξάλλου από τον προκάτοχό του μια Βραζιλία σε μια πολύ άσχημη κατάσταση, με 30 εκατομμύρια από τον πληθυσμό της να μην μπορεί να φάει τρεις φορές τη μέρα και 60 εκατομμύρια σε συνθήκες μεγάλης φτώχειας, μια κατάσταση που υπενθύμισε ο ίδιος στην ομιλία που έκανε αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά του.
Σε επόμενο άρθρο θα αναλύσουμε περισσότερο τον «καμβά» των διεθνών δυνάμεων που συγκρούονται τώρα στη Βραζιλία.