ΑΘΗΝΑ
20:35
|
29.05.2023
Εδώ και λίγο καιρό, εμφανίζονται κάποιες ρωγμές στο αφήγημα, που λέει «εμείς κερδίζουμε, οι Ρώσοι χάνουν».
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Είτε συμφωνείτε είτε διαφωνείτε (μάλλον το δεύτερο) με τα λεγόμενα του στρατηγού Μίλι, επικεφαλής του Μικτού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ, πάντως πρέπει να παραδεχτείτε ότι τα λέει τσεκουράτα και χωρίς περιττές φιοριτούρες. Για παράδειγμα, να μία δήλωσή του στις 14 Φεβρουαρίου: «Το NATO ποτέ δεν ήταν δυνατότερο. Η Ρωσία είναι ένας διεθνής παρίας. Η Ρωσία έχει χάσει στρατηγικά, λειτουργικά και τακτικά στην Ουκρανία». Πάει και τέλειωσε.

Ή το άλλο που είπε δύο μέρες μετά σε συνέντευξη στους Financial Times. «Είναι πρακτικά αδύνατο για τους Ρώσους να επιτύχουν τους πολιτικούς τους στόχους με στρατιωτικά μέσα. [H αναφορά στον Κλαούζεβιτς δείχνει πόσο διανοούμενος είναι ο επικεφαλής του Μικτού Επιτελείου κλπ.]. Είναι απίθανο η Ρωσία να καταλάβει την Ουκρανία. Απλώς δεν πρόκειται να συμβεί». Τελεία και παύλα.

Λοιπόν, ξέρουμε με σιγουριά ότι όταν ο Αρχηγός έκανε αυτές τις σκληρές, αποφασιστικές, τσεκουράτες δηλώσεις, δεν πίστευε ούτε τα κόμματα και τις τελείες από αυτές. Πού το ξέρουμε; Μόλις τον Νοέμβριο, απευθυνόμενος στους Ουκρανούς, είχε δηλώσει ότι τον επερχόμενο χειμώνα, ίσως είναι καλό να κοιτάξουν να «εκμεταλλευτούν το παράθυρο ευκαιρίας για να διαπραγματευτούν με τους Ρώσους». Και συνέχισε, χρησιμοποιώντας μια γλώσσα συμβιβαστική και γεμάτη με «πιθανόν» και «μάλλον»: «Πρέπει να υπάρξει μια αμοιβαία αναγνώριση του ότι πιθανότατα μια καθαρή στρατιωτική νίκη, με την πλήρη έννοια του όρου, είναι μάλλον μη εφικτή μέσω στρατιωτικών μέσων [αμάν πια αυτός ο Κλαούζεβιτς!] και άρα θα πρέπει να στραφείτε σε άλλα μέσα». Και έκλεισε με μια ποιητική προτροπή: «Όταν η ειρήνη μπορεί να επιτευχθεί, αδράξτε την, αδράξτε τη στιγμή» (seize the moment), σε μια λυρική κορύφωση – αναφορά στον Λατίνο ποιητή Οράτιο και το Carpe diem του. Φαίνεται όμως ότι η δήλωση αυτή ήταν κάπως λιγότερο αποφασιστική από όσο έπρεπε, οπότε η πολιτική ηγεσία του τράβηξε το αυτί και έτσι ο κακόμοιρος ο στρατηγός αναγκάστηκε να το γυρίσει στο πιο «τσεκουράτο» στιλ. Τι να κάνει κι αυτός, το ψωμάκι του πάει να βγάλει.

Όμως γενικότερα, εδώ και λίγο καιρό, εμφανίζονται κάποιες ρωγμές στο αφήγημα, που λέει «εμείς κερδίζουμε, οι Ρώσοι χάνουν». Υπάρχουν φωνές, που προέρχονται από τα κεντρικά των ΗΠΑ που αφήνουν κάπως έμμεσα να εννοηθεί ότι θα πρέπει, ίσως, να αρχίσει να υπάρχει εναλλακτική στρατηγική στο ζήτημα, επειδή η όλη κατάσταση τείνει να εμφανίζει, δευτερευόντως πάντως και όχι πολύ καθαρά, χαρακτηριστικά τέτοια που δείχνουν ότι η Αμερική έχει μπλέξει για τα καλά, με ευθύνη της γελοίας ηγεσίας που έχει καθίσει στον σβέρκο μας και ότι πρόκειται για μια άθλια αλλά προβλέψιμη αποτυχία με μακροπρόθεσμα αρνητικές συνέπειες, από την οποία δεν υπάρχει εύκολος δρόμος απεγκλωβισμού. Με σιγανούς τόνους πάντα και χωρίς ιδιαίτερη φασαρία.

Η δεξιά πτέρυγα των Ρεπουμπλικανών βέβαια, το λέει καθαρά εδώ και καιρό, ενώ και ο νυν πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, ο Ρεπουμπλικανός, αλλά «κεντρώος» Κέβιν Μακάρθι έχει πει, κάτω από τη σκληρή πίεση της δεξιάς πτέρυγας, ότι δεν θέλει να συνεχίσει να υπογράφει επιταγές προς την Ουκρανία. Αλλά ακόμα και ανάμεσα στους επιθετικότερους ρωσοφάγους Δημοκρατικούς, το κλίμα τείνει να αλλάξει. Η ναυαρχίδα των νεοσυντηρητικών, η Washington Post, βλέπει το τέλος να έρχεται και, αφήνοντας για λίγο τις ειδήσεις για τις ήττες των Ρώσων, πιάνει τις προειδοποιήσεις. «Η κρίσιμη φύση των επόμενων μηνών έχει ήδη μεταφερθεί στο Κίεβο με ευθύ (blunt) τρόπο από υψηλά ιστάμενους αξιωματούχους της κυβέρνησης Μπάιντεν, μεταξύ των οποίων ο αναπληρωτής Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας Τζον Φάινερ, η αναπληρώτρια υπουργός Εξωτερικών Γουέντι Σέρμαν κ.ά. που επισκέφτηκαν την Ουκρανία τον περασμένο μήνα». Είχε προηγηθεί η επίσκεψη του διευθυντή της CIA, Μπιλ Μπερνς. «Κρίσιμη φάση» σημαίνει «Σας έχουμε πνίξει στο δολάριο. Γιατί δεν κερδίζουμε;».

Καλό και χρυσό παιδί ο Ζελένσκι, αλλά αν δεν φέρει αποτελέσματα άμεσα, θα αντιμετωπίσει τις συνέπειες…

Ο Μπάιντεν παίρνει το Κίεβο

Όλα αυτά κορυφώθηκαν στις 20 Φεβρουαρίου με την «αιφνιδιαστική» έφοδο του Μπάιντεν στο Κίεβο, η οποία, σύμφωνα με τα πάντα καλά πληροφορημένα έγκυρα μέσα μας, ήταν χωρίς προηγούμενο, «ταπείνωσε τον Πούτιν», ήταν μια εντελώς απρόσμενη έκπληξη κ.ο.κ..

Τα μέσα ενημέρωσης αιφνιδιάστηκαν ίσως, αλλά μόνον αυτά: ο πρώτος που ήξερε το πρόγραμμα της επίσκεψης του προέδρου των ΗΠΑ στο Κίεβο ήταν φυσικά ο «ταπεινωμένος» και «έκπληκτος» Πούτιν και οι ρώσικες αρχές. Δεν είναι κάτι που δεν το ξέραμε: είναι αδύνατο οι δυτικοί ηγέτες που έχουν επισκεφτεί το Κίεβο να το έχουν κάνει κινδυνεύοντας να τους έρθει στο κεφάλι κανένας πύραυλος κατά λάθος. Πάντα υπάρχουν οι σχετικές συνεννοήσεις σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά έχει άλλη χάρη να το μαθαίνει κανείς από το στόμα του Τζέικ Σάλιβαν, του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου και μεγάλου ρωσοφάγου.

Όπως και αν έχει, εκτός από τις όποιες συνομιλίες μεταξύ του Μπάιντεν και του Ζελένσκι, που όπως είναι προφανές μικρή σημασία έχουν καθαυτές, η επίσκεψη είχε πολλαπλούς συμβολισμούς και μηνύματα τα οποία όμως κυρίως απευθύνονταν προς το εσωτερικό των ΗΠΑ, σε μια προσπάθεια να μειωθούν οι όλο και περισσότερες αντιδράσεις. Δεν είναι μόνο η όλο και μικρότερη υποστήριξη των Αμερικανών στον πόλεμο ούτε η τραγικά χαμηλή δημοφιλία του Μπάιντεν στις δημοσκοπήσεις. Είναι και το ότι δεν έχει διαφύγει της προσοχής κανενός πως η κυβέρνηση διαχειρίστηκε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα εντελώς ερασιτεχνικά. Από την αρχή η ρητορική της αμερικανικής κυβέρνησης ήταν αλλοπρόσαλλη και οι ισχυρισμοί της πρόχειροι και εξωπραγματικοί. Για παράδειγμα, ο Μπάιντεν δήλωσε: «Θα μετατρέψουμε το ρούβλι σε συντρίμμια». Το ρούβλι, ένα χρόνο μετά, έχει περίεργη συμπεριφορά για συντρίμμι: έχει ενισχυθεί από τα 130 ανά δολάριο πέρσι, στα 75 τώρα, σχεδόν διπλασιάζοντας την ισοτιμία του.

Ομοίως, οι σχεδιασμοί της υπερδύναμης ήταν χωρίς βάθος, χωρίς υπολογισμό των κινήσεων του αντιπάλου. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ υποστηρίζουν εδώ και χρόνια την επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία και υποδαύλισαν την ουκρανική επιθετικότητα στις ανατολικές επαρχίες της χώρας. «Ο πόλεμος δεν ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022. Ο πόλεμος ξεκίνησε το 2014», δηλαδή με το πέρας του ευρω-Μαϊντάν. Να σημειώσουμε ότι αυτά δεν είναι θεωρίες συνωμοσίας που διαδίδουν τα ιντερνετικά bots του Πούτιν, αλλά οι δηλώσεις του γραμματέα του ΝΑΤΟ που βρίσκονται στο επίσημο σάιτ της συμμαχίας και οι οποίες συνεχίζουν: «Και απο το 2014 οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ παρέχουν υποστήριξη στην Ουκρανία, με στρατιωτική εκπαίδευση, με εξοπλισμό, ώστε οι ουκρανικές δυνάμεις το 2022 ήταν πολύ πιο δυνατές από το 2014. Και φυσικά αυτό έκανε τεράστια διαφορά όταν ο πρόεδρος Πούτιν αποφάσισε να επιτεθεί». Η εισβολή της Ρωσίας είναι αναμφισβήτητα μια επιθετική κίνηση, αλλά από την άλλη δεν τη λες και εντελώς μα εντελώς απρόκλητη…

Το μεγάλο σχέδιο που δεν ήταν εκεί

Οι ΗΠΑ επομένως ακολούθησαν μια μακροπρόθεσμη στρατηγική, που φαίνεται σχεδιασμένη. Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι προφανώς παρακολουθούσαν ταυτόχρονα και τον αντίπαλο, ο οποίος μάλιστα είχε κάνει από νωρίς γνωστές τις κόκκινες γραμμές του και το είδος των αντιδράσεων που θα έπρεπε να αναμένονται. Η διαρκής κλιμάκωση από μέρους του ΝΑΤΟ άφηνε να εννοηθεί ότι η Ουάσινγκτον περίμενε πως οι ρώσικες κόκκινες γραμμές θα αποδεικνύονταν μπλόφα και οι αντιδράσεις της θα ήταν μικρής κλίμακας. Επιπλέον, είναι γνωστό ότι στις ΗΠΑ θεωρούσαν πολύ πιθανό το ενδεχόμενο η αντιπαράθεση να οξύνει τις αντιθέσεις στην Μόσχα σε τέτοιο βαθμό που όχι μόνο αντίδραση δεν θα υπήρχε, αλλά θα συνέβαινε και μια «έγχρωμη» επανάσταση και αντικατάσταση του Πούτιν από κάποιο από τα πολλά ανύπαρκτα μηδενικά τύπου Γουαϊδό που εκτρέφουν οι ανά τον κόσμο αμερικανικές πρεσβείες, λ.χ. τον απίθανο τύπο που λέγεται Ναβάλνι, ή κάποιο παρόμοιο ανδρείκελο.

Φυσικά, τέτοιου τύπου «επαναστάσεις» μπορούν να συμβούν σε κοινωνικούς σχηματισμούς βαθιά διχασμένους και σε κρισιακή δυναμική. Σε αυτούς υπάρχει ήδη έτοιμη μια αυταρχική, αντιδραστική εξουσιαστική δομή, που έχει συμμαχήσει με την Δύση, η οποία, κατόπιν ενός πραξικοπήματος που βαφτίζεται «επανάσταση», αναλαμβάνει, υπό την καθοδήγηση της πρεσβείας, την κυβέρνηση και διαχειρίζεται την αλλαγή καθεστώτος. Τέτοιες προϋποθέσεις όμως δεν υφίστανται στην αυταρχική και αντιδραστική μεν, αλλά σταθερή, σε αυτή τη συγκυρία τουλάχιστον, Ρωσία. (Αντίθετα, χώρος για επαναστάσεις τέτοιου είδους υπάρχει στην Αμερική, αλλά αυτό είναι άλλο ζήτημα…).

Αν όλα πήγαιναν κατ’ ευχήν, τότε οι ΗΠΑ θα κατέγραφαν μια μεγάλη και άκοπη νίκη. Από την άλλη μεριά, η πάντα ψύχραιμη αναγνώστρια του «Κοσμοδρομίου» ήταν βέβαιη ότι οι ΗΠΑ, ως μεγάλος παίκτης, ακολουθούσαν μεν αυτήν την πολιτική υψηλού ρίσκου έχοντας όμως έτοιμο το plan B στην περίπτωση που οι Ρώσοι δεν μπλοφάρουν. Εξάλλου, υποθέταμε όλοι λογικά σκεπτόμενοι, μετά από τόσα χρόνια διαρκούς κλιμάκωσης και καθημερινής τριβής με τους Ρώσους, οι ΗΠΑ ήταν σε θέση να ξέρουν με λεπτομέρειες την κατάσταση του ρώσικου στρατού και ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν τις κινήσεις του. Λοιπόν, προς έκπληξή της η αναγνώστριά μας, διαπίστωσε εκ των υστέρων ότι οι ΗΠΑ όχι μόνο δεν είχαν έτοιμο κάποιον εναλλακτικό σχεδιασμό, αλλά πίστευαν στα σοβαρά ότι όλα θα κυλήσουν «ομαλά». Ένιωσαν μεγάλη έκπληξη τις τελευταίες μέρες πριν την εισβολή, όταν ήταν φανερές πια οι προθέσεις των Ρώσων.

Αμέσως μετά την εισβολή και οι δύο πλευρές έκαναν λάθος εκτιμήσεις. Και οι μεν και οι δε πίστευαν ότι η ουκρανική κυβέρνηση θα καταρρεύσει άμεσα (αυτό ήταν το ρωσικό σχέδιο). Μάλιστα, οι Δυτικοί ήταν έτοιμοι να μεταφέρουν τον Ζελένσκι στο εξωτερικό για να κάνει από εκεί «αντίσταση». Οι Ρώσοι έβαλαν τα τανκς να προωθηθούν προς το Κίεβο αναμένοντας το ίδιο πράγμα. Η κατάρρευση δεν προέκυψε, κάτι που δείχνει ότι μεγάλα τμήματα του ουκρανικού λαού [ή μήπως των ουκρανικών λαών, ενός στα δυτικά, ενός στα ανατολικά;] δεν συμφωνούσαν με την εισβολή, για να το θέσουμε κομψά.

Και εδώ βλέπουμε μια διαφορά στους στρατηγικούς σχεδιασμούς των δύο πλευρών. Ούτε το σχέδιο των Αμερικανών, ούτε όμως και το σχέδιο των Ρώσων πήγε όπως το είχαν προβλέψει. Όταν όμως το αρχικό τους σχέδιο για ουκρανική κατάρρευση και άμεσες διαπραγματεύσεις απέτυχε, γρήγορα και χωρίς πολλή φασαρία οι Ρώσοι γύρισαν στον εναλλακτικό σχεδιασμό της σταδιακής καταστροφής του ουκρανικού στρατού μέσω πολέμου φθοράς, σχέδιο το οποίο και εφαρμόζουν πιστά και με μεγάλη, κατά τις ενδείξεις, επιτυχία επί του πεδίου. Είναι πραγματικά απίστευτο ότι στον έναν χρόνο από τις 24 Φεβρουαρίου και μετά, η αμερικανατοϊκή πλευρά εφαρμόζει ένα «σχέδιο» εντελώς πιραντελικό: Απόψε αυτοσχεδιάζουμε…

Οι δυτικοί σχεδιασμοί αλλάζουν ανά δεκαπενθήμερο. Πότε τα δελτία γεμίζουν με εκτιμήσεις επισήμων περί «αιφνιδιαστικών» αντεπιθέσεων· πότε επιστρέφει η ρητορική για την φθορά μέχρι εξαφάνισης των Ρώσων α λα Αφγανιστάν. Στην αρχή, όπως είπαμε, υπήρχε η τάση να ποντάρουν στους διάφορους Ναβάλνι (αν και αυτό το σχέδιο τέλειωσε νωρίς, ύστερα από την ανυπαρξία μαζικών διαδηλώσεων στη Μόσχα). Μόνη σταθερά η αποστολή οπλισμού στην Ουκρανία.

Τα οπλικά συστήματα τώρα, είναι κερδοφόρα μόνο όταν είναι περίπλοκα και ακριβά. Η τεράστια πολεμική βιομηχανία των ΗΠΑ (και της Ευρώπης) έχει προσανατολιστεί σε αυτά ακριβώς τα ακριβά συστήματα. Τα νατοϊκά πολεμικά δόγματα περιστρέφονται βασικά γύρω από την ανάγκη κερδοφορίας των ομίλων: ο πόλεμος του μέλλοντος θα είναι αεροπορικός, δικτυακός και γρήγορος, λένε, όπως στην Γιουγκοσλαβία. Οι Ρώσοι σε αυτήν τη σύγκρουση απόδειξαν ότι καλά μεν τα νέα συστήματα και τα stealth αεροσκάφη και τα σμήνη από drones, αλλά ο πόλεμος εξακολουθεί να διεξάγεται στη βάση της κατοχής εδάφους. Και αν έχεις καταφέρει να αρνηθείς πρόσβαση σε αεροπορία, ο αποδοτικότερος τρόπος κατοχής εδάφους είναι ο πόλεμος φθοράς με χρήση του παλιού καλού πυροβολικού και ίσως φτηνών drones των λίγων χιλιάδων δολαρίων, ακριβώς δηλαδή των σχετικά φτηνότερων και επομένως, δυστυχώς για τους Αμερικάνους, των λιγότερο κερδοφόρων όπλων. Ο βιομηχανικός πόλεμος, που τον κερδίζει αυτός που έχει την αποτελεσματικότερη και φτηνότερη βιομηχανική βάση, εξακολουθεί να ισχύει. Το πυροβολικό, με τις λίγες εκατοντάδες ρούβλια ανά οβίδα, είναι σε θέση να καταστρέφει οπλισμό εκατομμυρίων.

Στην Ουκρανία έχουν εισρεύσει από τη Δύση μέχρι στιγμής πάνω από 150 δισ. δολάρια και σε μετρητά (για να χρησιμοποιεί η κυβέρνηση) και σε εξοπλισμό, ενώ οι σύμμαχοι έχουν υποσχεθεί και άλλα. Το ρευστό έχει ήδη τελειώσει. Οι πρόσφατες εκκαθαρίσεις λόγω διαφθοράς διαφόρων δευτεροκλασάτων μελών της κυβέρνησης Ζελένσκι δείχνουν ότι τα περιθώρια υπομονής ως προς τη διασπάθιση αυτών των χρημάτων δεν είναι τελικά άπειρα. Οι αγανακτισμένοι Ουκρανοί αξιωματούχοι πάντως απορρίπτουν μετά βδελυγμίας την κατηγορία περί διαφθοράς. Η κατηγορία είναι αναμφισβήτητα αληθής, αλλά από μία ορισμένη πλευρά είναι επίσης κάπως αστεία: ο πρόεδρος των ΗΠΑ είναι αυτός που παλιότερα είχε πιέσει την ουκρανική κυβέρνηση να διορίσει τον γιό του στο Δ.Σ. της κρατικής εταιρίας πετρελαίων, μια ιστορία με το δικό της εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Αλλά σημαντικότερη είναι η φθορά του πολεμικού υλικού (οι απώλειες σε ζωές ελάχιστα ενδιαφέρουν προφανώς τους ηγέτες μας). Και αυτό γιατί τα αποθέματα πολεμικού υλικού εξαντλούνται. Δεν υπάρχουν πολλά ακόμα όπλα που μπορούν να υποσχεθούν οι σύμμαχοι. Πόσο άσχημα είναι τα πράγματα; Ο Μπάιντεν έχει ως τώρα στείλει πολλές δεκάδες δισεκατομμύρια στην Ουκρανία. Το μικρότερο από όλα τα πακέτα που είχε ως πρόσφατα ανακοινώσει ήταν 10 δισ. δολάρια. Και όμως, στην επίσκεψή του στο Κίεβο, στην οποία θα περιμέναμε να ανακοινώσει κάποιο πολύ μεγάλο ποσόν (πρώτη του επίσκεψη άλλωστε), υποσχέθηκε «μόλις» μισό δισεκατομμύριο δολάρια. Το ποσόν αυτό είναι αστείο· με βάση τις ως τώρα ανάγκες των Ουκρανών αντιστοιχεί σε δύο με τρεις μέρες πολέμου. Κρίνοντας από αυτό και άλλα αντίστοιχα (μείωση παρεχόμενου οπλισμού και σε ποιότητα και σε ποσότητα κλπ.), βγαίνει το συμπέρασμα ότι το ΝΑΤΟ βρίσκεται αντιμέτωπο με κάποια αντικειμενικά όρια.

Ο Πρόεδρος πρέπει να φύγει

Οι σπασμωδικές κινήσεις των ΗΠΑ δεν αρέσουν σε τμήματα του βαθέος κράτους που κατανοούν τη δυναμική της ηγεμονίας που οφείλει να εξασκεί η υπερδύναμη, και επομένως κατανοούν ότι για να κερδίσεις έναν πόλεμο μπορεί να χρειαστεί να χάσεις μια μάχη, ή ότι μπορεί και να ήταν λάθος το σαμποτάζ του Nord Stream. Τα ίδια τμήματα κατανοούν ότι οι κυρώσεις στη Ρωσία (που επιβλήθηκαν στις 22 Φεβρουαρίου 2022, πριν δηλαδή την εισβολή), η κατάσχεση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων και η αποβολή από το SWIFT (το αμερικανικό σύστημα διεθνών διατραπεζικών διακανονισμών), δεν είναι σωστές κινήσεις, αφού υπονομεύουν την κανονιστική για τον καπιταλισμό θέση της υπερδύναμης. Το αυτό πιστεύουν και η FED με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που θεωρούν τις κυρώσεις αντιπαραγωγικές.

Ο Ρόμπερτ Γκέιτς δεν είναι τυχαίος. Είχε διατελέσει για χρόνια διευθυντής της CIA και ήταν υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ και επί Μπους και επί Ομπάμα (άρα και επί Μπάιντεν αντιπροέδρου), είχε δηλαδή διακομματική συναίνεση. Πρόσφατα έκανε τους Ρεπουμπλικάνους ευτυχείς, δηλώνοντας ότι ο Μπάιντεν, «αν και τίμιος», κατά τη διάρκεια της καριέρας του «κατάλαβε πολλά πράγματα λάθος στην εξωτερική πολιτική», το οποίο εννοούσε βασικά ότι δεν καταλαβαίνει τίποτα από πολιτική και δρα παρορμητικά. Με άλλα λόγια εξέφρασε το φόβο του βαθέος κράτους και των μυστικών υπηρεσιών ότι, βάζοντας την επανεκλογή του πάνω από το «εθνικό συμφέρον», ο Μπάιντεν έχει γίνει απρόβλεπτος και επομένως επικίνδυνος.

Για την ώρα φυσικά το σχέδιο «Ουκρανία» συνεχίζει σαν κανονικά. Αλλά τα χρονικά περιθώρια στενεύουν. Οι εκκαθαρίσεις λόγω «διαφθοράς» ήταν μια προειδοποίηση ότι η Αμερική θα κλείσει την κάνουλα, αν δεν υπάρξουν γρήγορα αποτελέσματα στο πεδίο και γρήγορα. Είναι πολύ πιθανό ο κύκλος εξουσίας γύρω από τον Μπάιντεν να πιέζει αυτή τη στιγμή τους Ουκρανούς να βγουν στην επίθεση, ώστε να υπάρξει ένα κύμα συσπείρωσης στις ΗΠΑ εν όψει των εκλογών, κάτι που βρίσκει αντίθετους τους στρατηγούς του Πενταγώνου – και είδαμε πόσο πιστοί στις πεποιθήσεις τους είναι και πόσο τσεκουράτα τα λένε αυτοί.

Η ανησυχία στο βαθύ κράτος έχει να κάνει και με το γεγονός ότι τον Μπάιντεν δεν μπορούν να τον ξεφορτωθούν εύκολα. Γιατί αντιπρόεδρος είναι η Κάμαλα Χάρις, αν την θυμάστε, η πιο αποτυχημένη αντιπρόεδρος στην ιστορία του θεσμού, η οποία κρύβεται αυτή τη στιγμή για να μην ρίξει κι άλλο τα ήδη χαμηλά ποσοστά του προέδρου – τόσο αγαπητή είναι.

Όλοι αυτοί οι παράγοντες έχουν το αποτέλεσμα σταδιακά τους τελευταίους μήνες να έχει αρχίσει να συζητιέται σοβαρά για πρώτη φορά το ανήκουστο ενδεχόμενο της ήττας. Κανείς δεν ξέρει τι πρόκειται να γίνει σε περίπτωση ήττας, αφού κανένας σχεδιασμός δεν υπάρχει. Και εδώ φτάνουμε στην στρατηγική αδυναμία της αμερικανικής πλευράς. Η αδυναμία έχει να κάνει με τη χαλαρή, ασχεδίαστη και, αν μας επιτρέπεται ο όρος, συναισθηματική εμπλοκή στον πόλεμο. Δεν υπάρχουν διατυπωμένες ούτε κόκκινες γραμμές, ούτε δυνατότητες συμβιβασμού και εξόδου από την κρίση, χαρακτηριστικά που έχει η ρώσικη πλευρά. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει γίνει για τους νεοσυντηρητικούς και προσωπικά τον Μπάιντεν υπαρξιακό ζήτημα επιβίωσής τους, ζήτημα που το ανάγουν σε υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας. Η ρωσική πλευρά έχει διευκρινίσει ρητά ότι το θεωρεί επίσης υπαρξιακό ζήτημα, αλλά τα τεκμήρια είναι ότι και ο Πούτιν να έφευγε, θα παρέμενε τέτοιο.

Η αντιπαράθεση δύο δυνάμεων με πυρηνικά γύρω από τέτοια ζητήματα όταν η μία τουλάχιστον από αυτές δρα ασχεδίαστα και με βάση μικροπολιτικούς τακτικισμούς, δεν προκαλεί αισθήματα σιγουριάς για το μέλλον. Αντίθετα, είμαστε σε μια περίοδο που ακόμα και το κατεστημένο της Ουάσιγκτον φοβάται. Αυτό κανονικά θα έπρεπε να μας χαροποιεί. Βάλτε όμως δίπλα σε αυτή την ανησυχία και την μοναδική σημαντική αποστροφή του Πούτιν στον λόγο του της 21ης Φεβρουαρίου, την μερική αποχώρηση δηλαδή της Ρωσίας από την συνθήκη ελέγχου των πυρηνικών όπλων START (στην οποία δεν συμμετέχει πλέον ούτε η Αμερική) και ίσως η ανησυχία των υπερατλαντικών φίλων μας γίνει και δική μας ανησυχία…

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Κόσοβο: Σύγκρουση ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων με Σέρβους διαδηλωτές

Βρετανία: Σειρά των δημοσίων υπαλλήλων να απεργήσουν

Χαμενεΐ: το Ιράν είναι θετικό στην αποκατάσταση των σχέσεων με την Αίγυπτο

Ένας θρίαμβος, μια ήττα, μια σύγκριση

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα