ΑΘΗΝΑ
09:00
|
14.11.2024
Με τη δογματική συνδρομή του Αμβρόσιου, η Εκκλησία βρήκε άλλο ένα πρόσχημα για να επιτεθεί σε έναν λαϊκό θεσμό, με τον οποίο έχει πολλά προηγούμενα.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Οι τελευταίες αμετροεπείς (τουλάχιστον) δηλώσεις του πρώην Μητροπολίτη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιου, που ουσιαστικά προσβάλλουν και σκυλεύουν τη μνήμη των νεκρών στα Τέμπη, δεν αποτελούν μόνον μία προσπάθεια να μετακυλισθεί μία συγκεκριμένη εγκληματική ανθρώπινη παράλειψη (στα όρια της προθεσιακότητας) σε μία υπερβατική, θεϊκή, τιμωρητική παρέμβαση για μία πιθανολογούμενη αμαρτία των προσώπων που χάθηκαν. Μιλά για μία αφηρημένη και απειλητική πράξη Θεοδικίας, που δεν ακουμπά τους ανθρώπινους υπεύθυνους για τον θάνατο τόσων προσώπων, το τυπικό κακό, αλλά τα ίδια τα θύματα, ως άφρονες κατοίκους των Γομόρρων, που η θεία δίκη τους τιμωρεί.

Πέρα από τη δογματική συνδρομή του Αμβρόσιου στην πολιτική ηγεσία, το δυστύχημα στα Τέμπη δίνει στην Εκκλησία άλλο ένα πρόσχημα για να επιτεθεί σε έναν λαϊκό θεσμό, με τον οποίο έχει πολλά προηγούμενα. Η παρέμβαση του πρώην Μητροπολίτη, έρχεται να προστεθεί σε πολλές άλλες δογματικές κρούσεις της Εκκλησίας κατά του καρναβαλιού. 

Όλοι θα θυμόμαστε την περίπτωση του θρησκόληπτου ιερέα που κατέστρεφε καρναβαλικά άρματα ή όταν το 2005, επί αλήστου μνήμης Χριστοδούλου, η Εκκλησία της Ελλάδος συνυπέγραφε την αγωγή του πρωτοψάλτη Ακρίδα κατά των βέβηλων και μυσαρών τραγουδιών της Αποκριάς. Τα δείγματα του πρόσφατου παρελθόντος (εκκλησιασμοί αντί για αργίες, πρωτοβουλίες για τις αμβλώσεις, μάθημα θρησκευτικών, ομοφοβικές δηλώσεις κλπ.) φανερώνουν πόσο συνειδητά η θρησκόληπτη μισαλλοδοξία και αρωγός της πολιτικής ιδεολογίας, με οχήματα πολιτικά υποκείμενα όπως η νυν υπουργός Παιδείας, πασχίζουν να διαβρώσουν την προσωπική βούληση του δρώντος υποκειμένου, αλλά και την προαιώνια έχθρα τους όχι μόνον στα νέα ήθη, αλλά απέναντι στη ζωντανή και ως εκ τούτου μη εξ ολοκλήρου χειραγωγίσιμη λαϊκή παράδοση.

Η έμμεση επίθεση κατά του καρναβαλιού από τον Αμβρόσιο, αποτελεί ένα νεότερο επεισόδιο στη διακαή προσπάθεια της θρησκευτικής συντήρησης να διαπλάσει το συλλογικό ασυνείδητο «αποκαθαίροντάς» το από κάθε συμπεριφορά, που δεν θα ελέγχονταν και κυρίως δεν θα εκπορευόταν από εκείνην. Αυτή η προσπάθεια προσέκρουε πάντοτε στα έθιμα της Αποκριάς, το απαραμείωτο κληροδότημα της διονυσιακής λατρείας, που ακόμη και η «πολιτειακή θρησκεία» των Αρχαίων Ελλήνων προστάτευε ως θέσμιο της πόλεως. Η εκτόνωση, μέσω της μυσταγωγίας του διονυσιακού πόθου και πάθους, των καταπιεσμένων συναισθημάτων του λαού, μεταλλάχθηκε στους αιώνες σε μοναδική έκφραση των καταπιεσμένων χωρικών και δουλοπάροικων κατά των ισχυρών και της Εκκλησίας, που τους αφαίμασσαν.

Δεν είναι απροσδιόνυσο που σε όλα τα καρναβάλια, ένα από τα κύρια διακωμωδούμενα πρόσωπα είναι οι ιερείς. Παντού και πάντα το καρναβάλι συνιστά την έκφραση μίας «κριτικής υποκουλτούρας» (όχι βεβαίως με την έννοια της περιθωριοποιημένης κουλτούρας, αλλά της μη επισήμως αποδεκτής, της «εναλλακτικής» εάν προτιμάτε), η οποία μέσα από την μπουφόνικη αντίδραση και την κατάργηση κάθε κρατούντος συναισθήματος και νόμου, απελευθερώνει όλα τα καταπνιγμένα ένστικτα του καταπιεσμένου από τις οικονομικές συνθήκες, την ιδεολογική ασφυξία και την εκκλησιαστική ηθικολογία, καταργώντας για λιγοστές ώρες τα πλαίσια λειτουργίας του κοινωνικού πλαισίου τους.

Το καρναβάλι, όπως όλες οι εκδηλώσεις μαζικής εκτόνωσης λειτουργεί πάντα ως μία κοινωνική «βαλβίδα ασφαλείας», τροφοδοτώντας, επιτρέποντας και νομιμοποιώντας – έστω και για τα περιορισμένα χρονικά και τοπικά όρια – μία ιεροτελεστία, που καθιστά δυνατόν να ασκηθούν ορισμένες πράξεις και να εκφρασθούν συναισθήματα απαγορευμένα στην καθημερινή ζωή. Εκεί όλα επιτρέπονται. Όλες οι συνήθεις απαγορεύσεις αίρονται, πρακτικές που σε κανονικές συνθήκες θα είχαν επισύρει τιμωρίες γίνονται -εάν όχι νόμιμες- αποδεκτές. Συναισθήματα καταπιεσμένα έχουν τη δυνατότητα να εξωτερικευθούν. Άνθρωποι άγνωστοι μεταξύ τους αδελφώνονται, συναντιούνται, επικοινωνούν και συμμερίζονται γνώμες, αισθήματα, σκέψεις. Ανέχονται έξαλλες παραστάσεις, γιατί εκείνη τη στιγμή ακριβώς  κι εκείνοι αφήνονται να τους παρασύρει το κύμα της γενικότερης παραφοράς.

5.1.3

Στο καρναβάλι αναδύεται η συσσωρευμένη αποδοκιμασία των θεσμών και εκφράζεται με τρόπο ειρηνικό και όχι στασιαστικό, όπου η σοβαρότητα μετασχηματίζεται στην άσκηση της θεσμικής εξουσίας και οι θρησκευτικές ιεροτελεστίες σε καρικατούρα. Η προτροπή για σωματικό και πνευματικό «ασκητισμό» της κοσμικής και εκκλησιαστικής εξουσίας, γίνεται άκρατη σωματικότητα, τρυφή και κατάχρηση. Η έννοια της «υγείας» και της ορθότητας, που προάγουν οι θεσμοί, αντικαθίσταται από το ένστικτο και την εικόνα του θανάτου. Η ανάγκη του λαού για ξεπέρασμα για όλο και μεγαλύτερο ξέσπασμα, είναι εκείνο το πολιτισμικό γνώρισμα που μαζί με μία σειρά από άλλες κουλτούρες, π.χ. του αθλητισμού, της εν είδει παραβατικής υποκουλτούρας, αποτελούν εν μέρει εναλλακτικές μορφές της κυρίαρχης κουλτούρας.

Στους καιρούς μας, που οι περίοδοι της κρίσεις εναλλάσσονται ταχύτατα, είναι όσο ποτέ άλλοτε αναγκαίες τέτοιες συχνές βαλβίδες ασφαλείας, που θα απελευθερώνουν το άτομο από τις κοινωνικές πιέσεις. Τα αθλητικά γεγονότα προσφέρουν τη δυνατότητα ελεγχόμενης έξαρσης των συναισθημάτων, που βοηθούν το ίδιο το κοινωνικό σύστημα να ελέγξει την ροή και την περίσσεια της δυσαρέσκειας, διοχετεύοντάς την σε άλλες εκφράσεις της, μακράν της κοινωνικής κριτικής. Αποφεύγεται έτσι η επικίνδυνη συσσώρευση επιθετικότητας, μνησικακίας, δυσαρέσκειας.

Μέσα στο καρναβάλι, όπως το ορίζει κι ο Μ. Μπαχτίν, ανατρέπεται η ασκητική και ιδεαλιστική κουλτούρα της εξουσίας. Όλα ρευστοποιούνται και γίνονται σχετικά και κύριο στοιχείο είναι πάντοτε η αμφισημία: το ιερό και το ανόσιο συμβαδίζουν, το υψηλό και το χυδαίο συνταιριάζονται, η ζωή κι ο θάνατος ενώνονται, το αιώνιο συνταυτίζεται με το στιγμιαίο. Η παράδοση ποδοπατείται και προβάλλεται η διάρκεια και το μέλλον (ποιος δεν πιστεύει πως η επιτυχία της εθνικής δεν θα επαναληφτεί και στο μέλλον και για πάντα;). Η αμφισημία της τρελής χαράς δεν αποδέχεται την αυθεντία: κανένας αντίπαλος δεν μπορεί να νικήσει την εθνική, καμία διαιτησία, ή δυνατός παράγοντας μπορεί να τη σταματήσει. Η μεμψιμοιρία και η επίσημη «θεολογία» ξεπερνιούνται με μία γελοιογραφική πάντοτε σύζευξη του θανάτου με τη γέννηση, που συμβολίζει την ευκταία άρνηση του παλιού και την ανάδυση του καινούργιου.

Η επίθεση κατά του καρναβαλιού, στην ουσία αποτελεί άλλη μία ευκαιρία για την Εκκλησία να ασκήσει την υποβολιμαία δράση της στα αυθεντικά θεμέλια του λαϊκού πολιτισμού, μέσα από μία «ιδιώνυμη ποινικοποίηση» κάθε αντισυμβατικής συμπεριφοράς. Για την Εκκλησία υπάρχει μία ντετερμινιστική και αναπόσπαστη σύνδεση λαϊκού πολιτισμού και θρησκείας. Σαν τον ιερέα στη Νάπολη του Μπαρόκ, που προέτρεπε τον κόσμο, που χάζευε μία παράσταση commedia dell’ arte στον δρόμο, να μπει μέσα στην εκκλησία : «γιατί εκεί, με τον Ιησού, είναι το πραγματικό θέαμα».

Η προϊστορία της προσπάθειας της Εκκλησίας να χειραγωγεί τη δημώδη φωνή είναι ακατάπαυστη, από την εποχή της πτώσης του Βυζαντίου – οπότε η Εκκλησία ήταν de facto και de jure (με οθωμανικά φιρμάνια) η μόνη συντεταγμένη εξουσία των «ραγιάδων» – μέχρι το αποκορύφωμά της με την ίδρυση του νέου Ελληνικού Κράτους. Όχι τυχαία τα μόνα δημοτικά που η Εκκλησία αποδέχθηκε ήταν εκείνα που υπέθαλπαν τον ιδεολογικό και θρησκευτικό αλυτρωτισμό. Τα υπόλοιπα, όπως τα Καρναβαλικά σκώμματα, η «συντεταγμένη» διανόηση φρόντισε να τα «διορθώσει», να τα κωδικοποιήσει σε πρωτεύουσες, ομοειδής, μορφές, με απάλειψη των παραλλαγών και την αφαίρεση όσων στοιχείων θεωρήθηκαν οθνεία, ή αντιεξουσιαστικά και αντι-ηθικολογικά.

Εκείνο που θα έπρεπε να στιγματίσει ο Αμβρόσιος δεν είναι το καρναβάλι, αλλά η αδιαφορία του Κράτους και των κυβερνώντων του να καλλιεργήσει τα ταλέντα, που η σπατάλη τους θεωρείται βαρύ αμάρτημα και στην Αγία Γραφή. Και ακόμη περισσότερο να ονειδίσει κι ελεεινολογήσει όχι τα θύματα ως παραδομένα σε ανορθόδοξες παραδόσεις, αλλά τους ιθύνοντες για την απόλυτα αντιχριστιανική και αργυρώνητη αδιαφορία τους, τον κτηνώδη φαρισαϊσμό και κυνισμό τους, την κακόβουλη κερδοσκοπική και εγωιστική πρόθεσή τους.

Η προσπάθεια του Αμβρόσιου να μεταθέσει το τυπικό κακό της ανθρώπινης ενέργειας σε μία ανυπόστατη ευθύνη των θυμάτων, αποτελεί με θεολογικούς όρους επίσης αμάρτημα, που η αυτοεπίγνωση των λόγων του το καθιστά ακόμη βαρύτερο -τόσο στα μάτια του Θεού, όσο και των ανθρώπων.                                

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Προαστιακός: Διακοπή στα δρομολόγια από Πειραιά έως Αεροδρόμιο

Πορφύριος: Ο διάλογος μεταξύ των θρησκειών δεν είναι προσηλυτισμός

51η επέτειος του Πολυτεχνείου: Από Παρασκευή 15 Νοεμβρίου οι τριήμερες εκδηλώσεις

Μπιλογορότγκας Σιλβέστρος: «Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία: δέκα χρόνια δοκιμασιών (2014-2024)»

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα