Σοβαροί τριγμοί έχουν αρχίσει να εμφανίζονται ανάμεσα στην κυβέρνηση Μπάιντεν και στο καθεστώς Ζελένσκι στο Κίεβο, σύμφωνα με δημοσίευμα του Politico την περασμένη Κυριακή. Ένα από τα ζητήματα που προκαλούν τους τριγμούς είναι η τύχη του Μπαχμούτ (Αρτιόμοφσκ) στο Ντονμπάς, όπου Ρώσοι και Ουκρανοί συγκρούονται επί οκτώ μήνες με πάρα πολλές απώλειες ζωής και υλικές (σύμφωνα με τις τελευταίες υπάρχουσες πληροφορίες το ανατολικό τμήμα έχει πια καταληφθεί από τις ρωσικές δυνάμεις, που είναι κοντά στο σημείο να έχουν περικυκλώσει όλη την πόλη).
Κατά το δημοσίευμα η κυβέρνηση Μπάιντεν εκτιμά ότι η Ουκρανία έχει ξοδέψει υπερβολικά μεγάλους πόρους για την υπεράσπιση του Μπαχμούτ (Αρτιόμοφσκ) και εξακολουθεί να επιμένει στην υπεράσπισή του με νύχια και με δόντια, γεγονός που θα επηρεάσει την ικανότητά της να εξαπολύσει μια εαρινή αντεπίθεση. (Μια δυνατότητα που αμφισβητούν πάντως Ουκρανοί αξιωματούχοι που μίλησαν σχετικά στην Washington Post).
Να σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι, σύμφωνα με όσα δήλωσε Αμερικανός απόστρατος που επέστρεψε από την Ουκρανία όπου πολεμούσε, ο μέσος όρος ζωής των Ουκρανών στρατιωτών στην πρώτη γραμμή είναι τώρα τέσσερις ώρες. Τόσο ζουν οι στρατιώτες που στέλνονται εκεί. Τύφλα να ‘χει το Βερντέν δηλαδή.
Τώρα, το να λένε οι δυτικές κυβερνήσεις (μαζί και οι δικοί μας πολιτικοί) και το ΝΑΤΟ ότι υποστηρίζουν τους Ουκρανούς, συντηρώντας μια τέτοια «κρεατομηχανή», αποδεικνύει πέραν αμφιβολίας τον «ανθρωπισμό» τους (τον ίδιο «ανθρωπισμό» που έστειλε βοήθεια μετά τους σεισμούς στην Τουρκία, καμία όμως στη Συρία, την οποία μάλιστα οι Ισραηλινοί βομβαρδίζουν τακτικά έκτοτε!)
Κριμαία
Ένα άλλο σημείο διαφοροποίησης είναι η επιμονή του Ζελένσκι, προτού προσέλθει σε διαπραγματεύσεις, να καταλάβει την Κριμαία, πράγμα που σημαίνει πρακτικά να μην προσέλθει ποτέ. Η Κριμαία, που κατοικείται κατά πλειοψηφία από Ρώσους, ενσωματώθηκε στη Ρωσική Ομοσπονδία μετά την έγκριση αυτής της ενσωμάτωσης από τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού της χερσονήσου, όπως εκφράστηκε σε δημοψήφισμα το 2014.
Θυμίζουμε εδώ ότι η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού και του Ντονμπάς και της Κριμαίας είναι Ρώσοι, ενώ και μεταξύ του υπολοίπου πληθυσμού (σε όλη την Ουκρανία πλην της δυτικής), μεγάλο μέρος είναι ρωσόφωνοι ή/και νοσταλγοί της ΕΣΣΔ ή/και αποβλέπουν στο πολύ καλύτερο βιοτικό επίπεδο και κοινωνικές παροχές της Ρωσίας, συγκρινόμενης με την Ουκρανία. Η εξέγερση άλλωστε του Ντονμπάς εναντίον του made by USA πραξικοπήματος που ανέτρεψε τον Γιανουκόβιτς στο Κίεβο το 2014 είχε και σαφή αντιολιγαρχικά, κοινωνικά χαρακτηριστικά, με τους εργαζόμενους να καταλαμβάνουν και να λειτουργούν οι ίδιοι τις βιομηχανίες και τα ορυχεία.
Οι πληθυσμοί αυτοί, παρά το μάλλον παράλογο της ένταξής τους στην Ουκρανία, δεν την αμφισβήτησαν, προτού η εξουσία στο Κίεβο περιέλθει στα χέρια των φιλοαμερικανών πραξικοπηματιών, πρώτο μέτρο των οποίων ήταν η λήψη μέτρων εναντίον τους (αλλά και όλων των εθνικών μειονοτήτων της Ουκρανίας, περιλαμβανομένων των πολυάριθμων Ελλήνων) και προτού αρχίσει το όργιο τρομοκρατίας εναντίον τους από νεοναζιστικές πολιτοφυλακές.
Νούλαντ, Μπλίνκεν και Μπάιντεν
Την επιδίωξη του Κιέβου για κατάληψη της Κριμαίας έχει εμμέσως πλην σαφώς υποστηρίξει η υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Βικτόρια Νούλαντ, πρωθιέρεια του δυτικού «Κόμματος του Πολέμου», αρχιτέκτων μαζί με τους Μπρένερ (τότε αρχηγό της CIA) και τον Τζέφρι Πάιατ (πρέσβη των ΗΠΑ στο Κίεβο και μετά στην Αθήνα) του πραξικοπήματος στο Κίεβο, λέγοντας πρόσφατα ότι η χερσόνησος είναι νόμιμος στόχος των Ουκρανών. Άλλοι όμως αξιωματούχοι της αμερικανικής κυβέρνησης, όπως γράφει το Politico, θεωρούν ότι η επιμονή του Ζελένσκι να μην υπάρξουν συνομιλίες πριν την ανακατάληψη της Κριμαίας συνιστά τρόπο παράτασης επ’ αόριστον του πολέμου, έστω και αν δημοσίως υποστηρίζουν ότι το Κίεβο είναι μόνο αρμόδιο να καθορίσει τους όρους των διαπραγματεύσεων.
Πάντως, και ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν που συμβαδίζει συνήθως με τη Νούλαντ (και των δύο οι οικογενειακές ρίζες είναι μάλιστα ουκρανο-εβραϊκές) έχει διαφοροποιηθεί στο ζήτημα αυτό, υπογραμμίζοντας ότι η Κριμαία είναι «κόκκινη γραμμή» για τον Πούτιν (κωδικός τρόπος να πει ότι ανακατάληψη της Κριμαίας θα σήμαινε πυρηνικό πόλεμο).
Να παρατηρήσουμε βέβαια στο σημείο αυτό ότι η όλη αυτή συζήτηση δείχνει πόσο απομακρυσμένη από οποιονδήποτε ρεαλισμό και σοβαρότητα είναι η δυτική ρητορεία, καθώς δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι είναι δυνατή η κατάληψη της Κριμαίας από τους Ουκρανούς, κάτι που έχει επισημάνει και το ίδιο το αμερικανικό Πεντάγωνο. Η απομάκρυνση αυτή από τον ρεαλισμό δεν είναι χωρίς συνέπειες, ακόμα και αν οι δυτικοί πολιτικοί δεν πιστεύουν αυτά που λένε, γιατί εγκλωβίζει τη «συλλογική Δύση» σε ανέφικτες επιδιώξεις, καθιστά δυσχερή οποιαδήποτε ειρηνική λύση και διευκολύνει το έργο του δυτικού εξτρεμιστικού «Κόμματος του Πολέμου», η πολιτική του οποίου απειλεί όλη την ανθρωπότητα με πυρηνικό, ή/και κλιματικό, ή/και οικονομικό ολοκαύτωμα.
Δυσφορία με τον Ζελένσκι
Σύμφωνα με δύο αξιωματούχους του Λευκού Οίκου που μίλησαν στο Politico υπάρχουν εξάλλου «γκρίνιες» στην Ουάσιγκτoν για τα διαρκή παράπονα του Ζελένσκι ότι η βοήθεια που λαμβάνει δεν είναι αρκετή, την «αχαριστία» του και τα διαρκή αιτήματά του για νέα όπλα, τώρα για μαχητικά αεροσκάφη και πυραύλους μακρού βεληνεκούς.
Όπως πληροφορούμεθα από καλά ενημερωμένους διπλωματικούς παρατηρητές, επί του θέματος παροχής όπλων μεγαλύτερου βεληνεκούς φαίνεται ότι υπάρχουν διαφωνίες τώρα στην ηγεσία των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, όπου έχει επίσης εμφανισθεί μια (μειοψηφική) τάση «γερακιών» και μια πιο «πραγματιστική» τάση που λαμβάνει υπόψιν της αφενός το ανέφικτο μιας νίκης επί της Ρωσίας, αφετέρου τον κίνδυνο να πάμε σε πυρηνικό ολοκαύτωμα, όχι μόνο στην περίπτωση διαφαινόμενης ρωσικής ήττας (που είναι απίθανη), αλλά εξαιτίας σφάλματος, κακού υπολογισμού ή προβοκάτσιας.
Δημόσια, ο Μπάιντεν εξακολουθεί να λέει ότι θα υποστηρίξει την Ουκρανία «όσο χρειαστεί», αλλά υπάρχουν σημάδια ότι η Ουάσιγκτον ετοιμάζεται να περιορίσει την υποστήριξή της. Τον Ιανουάριο ο διευθυντής της CIA Ουίλιαμ Μπερνς επισκέφθηκε το Κίεβο και είπε στον Ζελένσκι ότι το Κογκρέσο ενδέχεται να μην εγκρίνει νέα μαζικά νομοσχέδια βοήθειας για τον πόλεμο. Το Κίεβο φοβάται ότι η κυβέρνηση μπορεί να χρησιμοποιήσει το Κογκρέσο ως πρόσχημα για να περιορίσει τη «βοήθεια» που παρέχει στην Ουκρανία.