Έκκληση για άμεση ανάληψη ειρηνευτικής πρωτοβουλίας από τη γερμανική κυβέρνηση απευθύνουν στον καγκελάριο Όλαφ Σολτς περίπου διακόσια μεγάλα στελέχη του κυβερνώντος σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας, κεντρικοί πρώην και νυν συνδικαλιστές και συνδικαλίστριες, καθώς και σημαίνουσες προσωπικότητες της χώρας.
Το κείμενο της έκκλησης υπογράφεται αρχικά από τον ιστορικό Πέτερ Μπραντ, γιο του ιστορικού ηγέτη της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, αρχιτέκτονα του ανοίγματος της τότε Δυτικής Γερμανίας, Βίλι Μπραντ και δημοσιεύτηκε την Κυριακή στις εφημερίδα του Βερολίνου «Berliner Zeitung» και της Φρανκφούρτης «Frankfurter Rundschau».
Την έκκληση υπογράφουν μεταξύ άλλων ο πρώην πρόεδρος του ομοσπονδιακού κοινοβουλίου Βόλφγκανγκ Τίρζε, ο πρώην πρωθυπουργός του κρατιδίου της Έσσης και ομοσπονδιακός υπουργός οικονομικών Χανς Άιχελ, η πρώην ομοσπονδιακή υπουργός Δικαιοσύνης Χέρτα Ντόιμλερ-Γκμέλιν, ο πρώην επίτροπος της Γερμανίας στην Ε.Ε. Γκίντερ Φερχόιγκεν, ο πρώην πρόεδρος του κόμματος και βουλευτής, Νόρμπερτ-Βάλτερ Μπόργιανς, γνωστός και στην Ελλάδα από την ομώνυμη λίστα με ύποπτους για φοροδιαφυγή πολιτικούς και μεγιστάνες, οι πρώην πρόεδροι της γερμανικής ομοσπονδίας συνδικάτων DGB Μίχαελ Ζόμερ και Ράινερ Χόφμαν, η πρώην επικεφαλής της Ευαγγελικής Εκκλησίας, Μάργκοτ Κέσμαν. Ο συνολικός αριθμός των υπογραφών ανέρχεται σε περίπου διακόσιες και εμπεριέχει πέρα από τους πρώην και πλήθος εν ενεργεία κομματικών, συνδικαλιστικών και πολιτικών στελεχών.
Το κείμενο της έκκλησης εκκινεί από την περιγραφή της παρούσας κατάστασης: «Ο πόλεμος διαρκεί ήδη έναν χρόνο. Κάθε μέρα σημαίνει για τους ανθρώπους που τον ζουν περισσότερο πόνο και καταστροφή, τραυματίες και νεκρούς. Κάθε μέρα αυξάνει ο κίνδυνος επέκτασης των εχθροπραξιών. Η σκιά του ατομικού πολέμου σκεπάζει την Ευρώπη. Ο κόσμος όμως δεν επιτρέπεται να γλιστρήσει σε έναν νέο μεγάλο πόλεμο, χρειάζεται ειρήνη». Έτσι, οι υπογράφοντες δηλώνουν πως το σημαντικότερο είναι να επιτευχθεί γρήγορα ανακωχή, να σταματήσει ο ρωσικός επιθετικός πόλεμος και να βρεθεί ο δρόμος για διαπραγματεύσεις. Οι συντάκτες εκτιμούν πως από αυτόν τον αιματηρό πόλεμο θέσεων υπάρχουν μόνο χαμένοι. «Ένα μεγάλο τμήμα των πολιτών μας δε θέλει να συνεχιστεί η δίνη της βίας χωρίς τέλος. Αντί για την κυριαρχία του στρατού χρειαζόμαστε τη γλώσσα της διπλωματίας και της ειρήνης.» Υπενθυμίζεται πως «χρωστάμε την γερμανική ενότητα και το τέλος των διαιρέσεων στην Ευρώπη στην πολιτική της ειρήνης και της ύφεσης και αυτή η πολιτική δεν είναι ξεπερασμένη». Και επικαλούνται τα λόγια Βίλι Μπραντ «πρέπει να αντιστεκόμαστε στο ρεύμα, αν αυτό πάει να χαλάσει την όχθη».
Θυμίζουν στη συνέχεια τη Συνθήκη του Ελσίνκι για το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας και τονίζουν πως ειρήνη μπορεί να γίνει μόνο στη βάση του διεθνούς δικαίου και μόνο με τη συμμετοχή της Ρωσίας. «Ο κόσμος μας έχει ανάγκη την αμοιβαιότητα, μόνο έτσι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της εποχής μας. Είναι καίριας σημασίας να σταματήσουμε την κλιμάκωση του πολέμου. Ενθαρρύνουμε τον ομοσπονδιακό καγκελάριο μαζί με τη Γαλλία να συμπεριλάβει σε μια διαμεσολάβηση για μια γρήγορη ανακωχή ιδιαίτερα τη Βραζιλία, την Κίνα, την Ινδία και την Ινδονησία. Αυτό θα ήταν αναγκαίο βήμα ώστε να σταματήσει ο σκοτωμός και να διερευνηθούν δυνατότητες ειρήνης. Μόνο έτσι μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για μια κοινή τάξη ασφάλειας στην Ευρώπη».
Αντιδράσεις
Με τη δημοσιοποίηση της έκκλησης αντέδρασε με έντονο και καθόλου διπλωματικό τρόπο το Κίεβο, μέσω του πρώην πρεσβευτή και νυν αναπληρωτή υπουργού εξωτερικών του καθεστώτος Ζελένσκι, Αντρέι Μέλνικ, ο οποίος αφού χαρακτήρισε τις ιδέες των υπογραφόντων ως «ξεμωραμένες» και «κυνικές» τους έγραψε στο twitter να πάνε στο διάολο («ScherteuchzumTeufel!»). Κριτική εξάλλου ήρθε και από τον Σοσιαλδημοκράτη πολιτικό, Μίχαελ Ροτ, ο οποίος ασχολείται με θέματα Εξωτερικής Πολιτικής. Ο Ροτ ζήτησε να μην χρησιμοποιείται η επίκληση στο όνομα του Βίλι Μπραντ, ο οποίος πέθανε το 1992, σε θέματα της τωρινής πολιτικής. «Κι εγώ θέλω να κάνω ειρήνη» έγραψε στο twitter, «αλλά μια δίκαιη ειρήνη. Μια ανακωχή χωρίς πλήρη απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων ωφελεί μόνο τον Πούτιν».
Από πλευράς Χριστιανοδημοκρατών αντέδρασε επίσης στο twitter ο πρώην βουλευτής Ρούπρεχτ Πόλεντς: «Εκκλήσεις ειρήνης που απευθύνονται κυρίως σε αυτούς που δέχονται επίθεση βοηθούν τον Πούτιν, ο οποίος θα μπορούσε να σταματήσει τον πόλεμο αύριο». Πάντως μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν έχουν υπάρξει επίσημες αντιδράσεις από τα κόμματα της συγκυβέρνησης, τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους, ούτε από την αντιπολίτευση.
Τομή στη γερμανική πολιτική;
Υποστήριξα πριν μια εβδομάδα μιλώντας στο ραδιόφωνο πως η γερμανική σοσιαλδημοκρατία αποτελεί τον αδύναμο κρίκο για το νεοφιλελεύθερο δόγμα στη Γερμανία και στην Ευρώπη. Η πρωτοφανής κρίση που διατρέχει την γερμανική κοινωνία σε όλους τους τομείς και οι τεκτονικές αλλαγές παγκοσμίως συνταράσσουν το οικοδόμημα που είχε στηθεί από το 1990 και μετά. Οι παραγωγικές τάξεις στη χώρα αυτή βιώνουν τα δομικά προβλήματα που έφερε ο νεοφιλελευθερισμός, η προσκόλληση στο αμερικανικό και βρετανικό νατοϊκό άρμα και νιώθουν το διακύβευμα της αποκοπής από τη Ρωσία για την εξυπηρέτηση αλλότριων και χρηματοπιστωτικών συμφερόντων.
Ταυτόχρονα η τριπλή κρίση της πανδημίας, της ενέργειας και του πληθωρισμού ανέδειξε τις δομικές αδυναμίες της γερμανικής οικονομίας. Η σοσιαλδημοκρατία αναδεικνύεται σε αδύναμο κρίκο και για το νατοϊκό πλέγμα. Δεν είναι τυχαίο, είναι πλήρως συνειδητό, πως η έκκληση καλεί σε συνεννόηση με τρεις ασιατικές και μια νοτιοαμερικανική χώρα, αφήνοντας απ’ έξω τις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Λείπει βέβαια η Αφρική: προφανώς έχουν να μάθουν κι άλλα οι Γερμανοί πολιτικοί για τον κόσμο. Πάντως, η Γερμανία είναι σε δίλημμα. Προσκόλληση στο περιθώριο των εξελίξεων με σταδιακή πλανητική περιθωριοποίηση μέσα στο ατλαντικό πλέγμα ή εκ νέου άνοιγμα στον παγκόσμιο Νότο με νέους όρους;