Ο σουδανικός στρατός και οι παραστρατιωτικές Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης (ΔΤΥ) συμφώνησαν να παρατείνουν την κατάπαυση του πυρός εν μέσω συνεχιζόμενης βίας στην πρωτεύουσα Χαρτούμ και στην περιοχή του δυτικού Νταρφούρ.
Τις τελευταίες ώρες της επανειλημμένα σπασμένης τριήμερης εκεχειρίας, που πρόκειται να λήξει τα μεσάνυχτα της Πέμπτης, ο στρατός είπε ότι θα παρατείνει την κατάπαυση του πυρός «για επιπλέον 72 ώρες» μετά από προσπάθειες μεσολάβησης της Σαουδικής Αραβίας και των ΗΠΑ.
Οι ΔΤΥ δήλωσαν ότι ενέκριναν την εκτεταμένη εκεχειρία, προσθέτοντας ότι η πρόταση προήλθε από δύο διπλωματικούς ομίλους που περιλαμβάνουν τις ΗΠΑ, τη Σαουδική Αραβία, τη Νορβηγία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Σε κοινή ανακοίνωσή τους που δόθηκε στη δημοσιότητα στην Ουάσιγκτον, τα μέλη της «Τετραμερούς» για το Σουδάν (Σαουδική Αραβία, ΗΑΕ, Βρετανία και ΗΠΑ), καθώς και η Αφρικανική Ένωση και ο ΟΗΕ, τόνισαν πως «καλωσορίζουν» την παράταση της κατάπαυσης του πυρός, απευθύνοντας έκκληση για την «πλήρη εφαρμογή» της και «την εξασφάλιση ανεμπόδιστης ανθρωπιστικής πρόσβασης».
Η βία πέρασε χθες Πέμπτη σε άλλο επίπεδο στο Σουδάν, με καταστροφές και λεηλασίες στο Νταρφούρ και εντατικούς βομβαρδισμούς στο Χαρτούμ, τη δέκατη τρίτη ημέρα του πολέμου ανάμεσα στον στρατό και τους παραστρατιωτικούς, που έχει στοιχίσει τη ζωή σε εκατοντάδες –αν όχι χιλιάδες– ανθρώπους.
Πολεμικά αεροσκάφη περιπολούσαν στα βόρεια προάστια της πρωτεύουσας καθώς μαχητές στο έδαφος αντάλλαξαν πυρά πυροβολικού και βαρέων πολυβόλων, δήλωσαν αυτόπτες μάρτυρες.
Η προηγούμενη κατάπαυση του πυρός δεν σταμάτησε τις μάχες, αλλά δημιούργησε αρκετή ηρεμία σε δεκάδες χιλιάδες Σουδανούς να καταφύγουν σε ασφαλέστερες περιοχές και στα ξένα έθνη να απομακρύνουν εκατοντάδες πολίτες τους από ξηρά και θάλασσα.
Προηγούμενες πρωτοβουλίες για να κηρυχθεί κατάπαυση ανάμεσα στα δυο μέρη, που ενεπλάκησαν σε πόλεμο την 15η Απριλίου, απέτυχαν.
Οι μάχες στις οποίες αναμετρώνται από τα μέσα του μήνα ο στρατός του στρατηγού Άμπντελ Φάταχ αλ Μπουρχάν και οι επίφοβες ΔΤΥ του στρατηγού Μοχάμεντ Χαμντάν Ντάγκλο, ή «Χαμέτι», έχουν στοιχίσει τη ζωή σε τουλάχιστον 500 ανθρώπους κι έχουν τραυματίσει χιλιάδες άλλους, σύμφωνα με τους –πιθανότατα υποτιμημένους– αριθμούς του σουδανικού υπουργείου Υγείας.
Σβήνοντας τις ελπίδες για τη μετάβαση της χώρας στη δημοκρατία, οι δυο στρατηγοί έδιωξαν μαζί τους πολίτες από την μεταβατική κυβέρνηση προχωρώντας στο πραξικόπημα το 2021, προτού εμπλακούν σε πόλεμο αυτόν τον μήνα, αφού δεν συμφώνησαν στους όρους της ενσωμάτωσης των παραστρατιωτικών στον τακτικό στρατό.
Στο Νταρφούρ, απομονωμένη περιοχή όπου η πρόσβαση είναι σήμερα αδύνατη, η βία κλιμακώθηκε, ειδικά στη Τζενέινα, την πρωτεύουσα του Δυτικού Νταρφούρ.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος του Νταρφούρ, μια οργάνωση για τα δικαιώματα, δήλωσε ότι τουλάχιστον 52 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε επιθέσεις από ένοπλες «πολιτοφυλακές» σε κατοικημένες γειτονιές στην πόλη Ελ Τζενέινα, καθώς και στο κύριο νοσοκομείο, την κύρια αγορά, κυβερνητικά κτίρια και πολλά καταφύγια για εσωτερικά εκτοπισμένους.
«Νοσοκομεία, δομές υγείας και δημόσια κτίρια υπέστησαν μεγάλες ζημιές και γίνονται λεηλασίες σε κάθε γωνιά δρόμου», είπε κάτοικος στην Τζενέινα.
Πολιτοφυλακές από νομαδικές αραβικές φυλές εισήλθαν στην Ελ Τζενέινα καθώς οι μάχες μεταξύ των ΔΤΥ και του στρατού δημιούργησαν ένα κενό ασφαλείας τις τελευταίες ημέρες, είπε ένας κάτοικος, ο οποίος ζήτησε να αποκρύψει το όνομά του λόγω φόβου ανταπόδοσης. Συναντήθηκαν με ένοπλα μέλη της φυλής Masalit, με τις συγκρούσεις να εκτείνονται σε όλη την πόλη, προκαλώντας νέο κύμα εκτοπισμού.
Η σύγκρουση περιόρισε τη διανομή τροφίμων στο αχανές έθνος, το τρίτο μεγαλύτερο της Αφρικής, όπου το ένα τρίτο των 46 εκατομμυρίων ανθρώπων βασιζόταν ήδη στην ανθρωπιστική βοήθεια.
Ο ΟΗΕ καταδίκασε προ ημερών τις «επιθέσεις εναντίον αμάχων» τις «λεηλασίες και τις πυρπολήσεις σπιτιών» και το ότι «διανέμονται όπλα» σε πολίτες, αλλά ο κορυφαίος αξιωματούχος της βοήθειας του ΟΗΕ στο Σουδάν, Αμπντού Ντινγ, δήλωσε ότι «πολύ λίγα μπορούν να γίνουν» όσον αφορά την ανθρωπιστική βοήθεια.
Οι συγκρούσεις κάνουν ακόμη πιο επισφαλή τη ζωή των κατοίκων της πολιτείας, μιας από τις φτωχότερες της χώρας, όπου 50.000 παιδιά που «υφίστανται οξύ υποσιτισμό» στερούνται την επισιτιστική βοήθεια αφού ο ΟΗΕ ανέστειλε τη δραστηριότητά του μετά τους φόνους πέντε εργαζομένων.
«Η βία, η διακοπή της λειτουργίας πολυάριθμων νοσοκομείων και ιατρικών κέντρων, η περιορισμένη πρόσβαση σε πόσιμο νερό, οι ελλείψεις τροφίμων και οι εξαναγκαστικοί εκτοπισμοί πληθυσμών» αποτελούν «τους μεγαλύτερους κινδύνους για την υγεία στο Σουδάν», προειδοποιεί ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ).
Οι εχθροπραξίες προκαλούν μαζική έξοδο στη χώρα των 45 εκατομμυρίων κατοίκων, μια από τις φτωχότερες στον πλανήτη.
Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι έφθασαν σε γειτονικές χώρες: στο Τσαντ στα δυτικά, στην Αιθιοπία στα ανατολικά, στο Νότιο Σουδάν και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία στα νότια και στην Αίγυπτο στα βόρεια.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής της Αφρικανικής Ένωσης, ο Μουσά Φακί Μααμάτ, απηύθυνε έκκληση στις γειτονικές χώρες και στη διεθνή κοινότητα να βοηθήσουν τους ανθρώπους που έφυγαν για να σωθούν από τις μάχες και στους αντιμαχόμενους να «συμφωνήσουν αμέσως σε κατάπαυση του πυρός για να διευκολυνθεί η διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας στους Σουδανούς που την έχουν ανάγκη».