ΑΘΗΝΑ
08:15
|
23.04.2024
Διαρκείς περιορισμοί και απαγορεύσεις προστίθενται κάθε τόσο στη διατροφή μας, με έναν τρόπο που δεν θυμίζει ανησυχία για την υγεία, αλλά μάλλον θρησκευτικό ζήλο.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Σε ένα πρόσφατο άρθρο γνωστού αμερικανικού lifestyle περιοδικού με τίτλο «Μήπως ήρθε η ώρα να κόψουμε τελείως τον καφέ;» μαθαίνουμε ότι ένας όλο και μεγαλύτερος κύκλος πρώην εθισμένων στον καφέ, προσπαθούν να μας ξυπνήσουν, δείχνοντάς μας τους κινδύνους της καφεΐνης. Το άρθρο δεν βασίζει τους ισχυρισμούς του σε κάποια ευρεία επιδημιολογική μελέτη, όπως θα περίμενε κανείς, λόγω του ευπειθούς επιστημονισμού που χαρακτηρίζει τέτοιους χώρους. Ούτε φυσικά εξετάζει τις πολύ αρνητικές συνέπειες της βιομηχανικής καλλιέργειας καφέ για τους φτωχούς αγροτικούς πληθυσμούς που διώχνονται από τη γη τους, για να έχουμε εμείς το ψεκασμένο με τόνους χημικών ρόφημά μας. Η επιχειρηματολογία του άρθρου για την πλήρη διακοπή του καφέ βασίζεται στην μία και μόνη περίπτωση ενός τύπου που εμφάνιζε σοβαρές διαταραχές ύπνου και επομένως προβλήματα υγείας, επειδή έπινε λίγο παραπάνω καφέ. Δέκα κούπες ημερησίως για την ακρίβεια. Ομολογουμένως εντελώς τυπική περίπτωση, πάνω στην οποία μπορεί να τεκμηριωθεί η γενικότερη απαγόρευση του κακοποιού αυτού κόκκου.

Δεν είναι δα και κάτι σπάνιο: η πάντα ενήμερη για τα τρέχοντα ρεύματα της ποπ κουλτούρας αναγνώστρια του «Κοσμοδρομίου» συχνά εκπλήσσεται με τους διαρκείς περιορισμούς και τις απαγορεύσεις που προστίθενται κάθε τόσο στη διατροφή μας, με έναν τρόπο που δεν θυμίζει ανησυχία για την υγεία, αλλά μάλλον θρησκευτικό ζήλο, που όλο και πιο πολύ θυμίζει τα περίεργα διατροφικά ταμπού διαφόρων θρησκειών. Και για το μεν κάπνισμα, για το οποίο δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι μια τρομερά επιζήμια για την υγεία εξάρτηση, η πλήρης απαγόρευσή του με ηθικούς όρους ίσως και να είναι εξηγήσιμη: το ηθικό μένος των ζηλωτών αντικαπνιστών, που βλέπουν τους καπνιστές ως βδελύγματα, είναι ένα είδος κοινωνικού ελέγχου, υπερβολικού βεβαίως, αλλά που έχει τουλάχιστον το θετικό επακόλουθο κάποιοι τρομοκρατημένοι καπνιστές να το σκεφτούν δύο φορές πριν ανάψουν τσιγάρο σε απαγορευμένο χώρο. Δεν μπορεί να πει κανείς το ίδιο για μια σειρά άλλους ιεραποστόλους των γεύσεων και των απολαύσεων, που υποστηρίζουν την πλήρη απαγόρευση κάποιων διατροφικών συνηθειών επί τη βάσει μη επιστημονικών, καθαρά φανταστικών επιχειρημάτων.

Δεν μιλάμε για πραγματικά επιχειρήματα, όπως το γεγονός ότι η βιομηχανική κτηνοτροφία είναι υπεύθυνη για περίπου 10 ως 15% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Η κατανάλωση κρέατος συμβάλλει στην καταστροφή του πλανήτη και επομένως πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να αλλάξουν μαζικά οι διατροφικές συνήθειες μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού και μάλιστα επειγόντως. Ούτε για το προφανές ηθικό ζήτημα των συνθηκών διαβίωσης και σφαγής των ζώων. Μιλάμε για τον ιεραποστολικό ζήλο με τον οποίο κάποιοι vegan θα προσπαθήσουν να προσηλυτίσουν τους κρεοφάγους στην χορτοφαγία, χρησιμοποιώντας αβάσιμα επιχειρήματα που έχουν να κάνουν λχ με τις επιπτώσεις της κατανάλωσης κρέατος στην υγεία. Σύμφωνα με τα ως τώρα δεδομένα, μια λελογισμένη διατροφή που περιλαμβάνει κρέας, μη επεξεργασμένα προϊόντα κρέατος και γαλακτοκομικά δεν κάνει κακό, δυστυχώς. Το «δυστυχώς» εδώ δεν έχει διάθεση ειρωνείας: τα πράγματα θα ήταν ίσως λίγο πιο εύκολα, αν το κρέας καθαυτό ήταν όντως ανθυγιεινό. Και προσοχή στο «λελογισμένο» της χρήσης. Αν τρώτε κάθε μέρα πέντε διπλά μπέργκερ, μην περιμένετε ότι θα παραμείνετε για πολύ υγιείς.

Αλλά ακόμα περισσότερο γίνεται φανερή η «θρησκευτική», ας πούμε, πλευρά των απαγορεύσεων σε κάποιες πιο ακραίες δίαιτες που κυκλοφορούν. Η πλήρης απαγόρευση της ζάχαρης και των γλυκαντικών ουσιών, η εξορία του αλατιού στην βαθιά θάλασσα και μακριά από το πιάτο μας ή η ωμοφαγία (η δίαιτα που απαγορεύει οτιδήποτε το μαγειρεμένο) αποτελούν προτιμήσεις καταφανώς παράλογες ή και οριακά επικίνδυνες για την υγεία (το μαγείρεμα σκοτώνει τα παθογόνα). Επίσης είναι σημαντικό το ενδιαφέρον για προϊόντα χωρίς γλουτένη των τελευταίων χρόνων, ενδιαφέρον που αυξάνεται δυσανάλογα λόγω των καταναλωτών που τα προτιμούν πιστεύοντας ότι είναι καλύτερα για την υγεία τους, χωρίς οι ίδιοι να έχουν διαγνωστεί με κοιλιοκάκη (δυσανεξία στην γλουτένη). Τέτοιες συμπεριφορές και δίαιτες εμφανίζονται διαρκώς και προωθούνται στα αγχωμένα μεσοαστικά ακροατήρια των lifestyle περιοδικών ως σωτήριες για την σωματική ή/και την πνευματική μας υγεία και το ευ ζην ή την ευεξία, όπως συχνά μεταφράζεται το πολύ μοδάτο αμερικανικό «wellness», μια ανερχόμενη βιομηχανία πολλών εκατομμυρίων.

Η βιομηχανία της wellness

Τυπικό παράδειγμα τέτοιας κερδοφόρου βιομηχανίας, που δεν ασχολείται όμως με τη διατροφή, είναι η Goop, η εταιρεία της ηθοποιού Γκουίνεθ Πάλτροου. Η εταιρεία ξεκίνησε το 2008 με την Paltrow να δίνει συμβουλές «wellness» υπό τη μορφή σύντομων προστακτικών σλόγκαν του στιλ «αστυνόμευσε τις σκέψεις σου», «απάλειψε τις άσπρες τροφές» και κυρίως το ιστορικό «Nourish the Inner Aspect», κάτι σαν «Θρέψε την Εσωτερική Πλευρά». Πρόκειται για κενολογίες, στις οποίες μπορείτε να προσθέσετε το νόημα που θέλετε. Η ίδια η Πάλτροου έχει πει για το όνομα της εταιρείας ότι έψαχνε μια λέξη που να μην σημαίνει τίποτα, αλλά να μπορεί να σημάνει τα πάντα. Είναι αυτό που στην γλωσσολογία και την ψυχολογία ονομάζεται κενό σημαινόμενο και που παραδοσιακά το χρησιμοποιούν οι μάγοι, οι καφετζούδες και οι χαρτορίχτρες, ρίχνοντας άδεια για να πιάσουν γεμάτα.

Σήμερα η Goop είναι μια εταιρεία που εκτιμάται στο μισό δισ. δολάρια και που οι αρχές έχουν συχνά κατηγορήσει για ανασφαλή προϊόντα, ψευδείς διαφημίσεις, αστήρικτους ισχυρισμούς για την βελτίωση της υγείας με την χρήση των προϊόντων της και πολλά άλλα. Η δημοφιλία της εταιρείας για την ώρα δεν φαίνεται να επηρεάζεται ούτε από όλα αυτά, ούτε από τις παράλογες τιμές των προϊόντων της που, ανακατωμένα με φεμινισμό, ανατολικές θρησκείες, υγιεινισμό και bullshit, αποτελούν την επιτομή της έκφρασης «φύκια για μεταξωτές κορδέλες». H Πάλτροου δεν φαίνεται να επηρεάζεται από όλες αυτές τις μικρότητες, αποδεικνύοντας ότι, αν και ατάλαντη ως ηθοποιός (αλλά αυτό είναι υποκειμενική εκτίμηση), είναι όμως εκπληκτικά ικανή ως επιχειρηματίας (αυτό είναι αντικειμενικό γεγονός που αποδεικνύεται από τα εκατομμύρια δολάρια).

Αν νομίζετε ότι όλα αυτά, η Goop, η wellness και ο υγιεινισμός είναι πρόσφατες εξελίξεις ενός παρακμάζοντος καπιταλισμού, ή έστω περίεργα καινοφανή φαινόμενα, ετοιμαστείτε για μια έκπληξη. Από την μία, το ελαφρό και επιπόλαιο ευ ζην είναι αρχαία ιδιότητα των πλούσιων και συνδέεται με την επίδειξη. Οι Rolls Royce και οι Ferrari για πλούσιους και μαφιόζους σκοπό δεν έχουν τη γρήγορη μετακίνηση, αλλά την επιδεικτική σπατάλη. Ομοίως, 75 δολάρια συν μεταφορικά για ένα αρωματικό κερί του Goop μπορούν να διαθέσουν μόνο τα υψηλά εισοδήματα. Αυτή η σπατάλη αποτελεί στοιχείο του τρόπου ζωής και της αυτοσυνείδησής τους. Ο μέσος Αφγανός με τα 50 δολάρια που βγάζει το μήνα ή ο μέσος κάτοικος της Γκάμπια με τα 70 δολάρια, δύσκολα θα αγόραζε ένα τέτοιο κερί· ακόμα και ο μέσος υπερήφανος Έλλην καταναλωτής θα δυσκολευόταν κάπως να δώσει ένα τέτοιο ποσόν, ακόμα και αν το όνομα του κεριού ήταν το πολιτικά ριζοσπαστικό «αυτό εδώ μυρίζει σαν τον κόλπο μου», όπως το υπερήφανα φεμινιστικό αυτό προϊόν της Goop.

Από την άλλη όμως, η επίδειξη είναι μάλλον δευτερεύον χαρακτηριστικό. Η Goop απευθύνεται σε αυτά τα τμήματα των ευκατάστατων στρωμάτων που θέλουν να συμβαδίζουν με τους καιρούς, ακολουθώντας μια πολιτισμική τάση που είναι κάτι ευρύτερο και διαφορετικό, κάτι που μπορούν να το ακολουθήσουν και οι μη πλούσιοι: έχουμε εδώ την (φαντασιακή) επιστροφή σε έναν λιτό και ουσιαστικό βίο, που συνοδεύεται από υγιεινή διατροφή και εστιάζει στα ουσιώδη μόνο, από τα οποία ο σύγχρονος τρόπος ζωής μας απομακρύνει διαρκώς. Η «λιτότητα» αυτή (ειδικά αν συνοδεύεται από χαλάκια γιόγκα των 600 δολαρίων) οδηγεί στην ευεξία και την αιώνια νεότητα.

Λοιπόν, η αρχαιολογία αυτής της κοσμοθεωρίας μας οδηγεί παραδόξως έναν αιώνα και κάτι πιο πριν, όταν δύο εντελώς διαφορετικά ιδεολογικά ρεύματα μας πέρασαν από τον βικτωριανό 19ο αιώνα στον μοντέρνο 20ό.

Αποχή από Αλκοόλ και Σεξ – Δημητριακά για πρωινό

Γύρω στα μισά του 19ου αιώνα στο ευρωπαϊκό και αμερικανικό κέντρο και την Ιαπωνία γεννήθηκαν και εξαπλώθηκαν μια σειρά μοντέρνες αιρέσεις, τα Νέα Θρησκευτικά Κινήματα, από τα οποία προήλθε πολύ αργότερα και η «Νέα Εποχή» (New Age). Πρόκειται για μια μεγάλη και ανομοιογενή σειρά από θρησκείες και ανορθολογικές στάσεις ζωής που συνδέονται με αυτό που ονομάστηκε ρεύμα του «Δυτικού Εσωτερισμού» ή Αποκρυφισμού.

Ειδικά η Αμερική του 19ου αιώνα συνταράχτηκε από το Δεύτερο Μεγάλο Ξύπνήμα, μια ριζική αναμόρφωση και έκρηξη της θρησκευτικότητας. Αυτή εκφράστηκε από τη μία με τον πολλαπλασιασμό των νέων δογμάτων που απευθύνονταν στους λευκούς και από την άλλη από την αποσύνδεση των μαύρων πληθυσμών από τις εκκλησίες των λευκών. Από τότε τα κατώτερα εργατικά στρώματα και κυρίως τα έγχρωμα κομμάτια του παγκόσμιου Νότου σε γενικές γραμμές τείνουν να πιστεύουν σε λαϊκά χριστιανικά χαρισματικά δόγματα που πρωτοεμφανίστηκαν στο Μεγάλο Ξύπνημα, δόγματα που σήμερα πλέον εμπορευματοποιούνται μέσω δορυφορικών καναλιών, γιγαντιαίων ναών όπου τυφλοί βρίσκουν το φως τους και ανάπηροι σηκώνουν τα κρεβάτια τους και περπατάνε, μια απλοποιημένη θεολογία απόλυτου προορισμού, μια μίξη με κρεολές θρησκείες όπως το Βουντού κλπ.

Αμέσως μετά, στα απόνερα του Μεγάλου Ξυπνήματος και κατά τη διάρκεια των κρίσεων που ταλάνισαν τον καπιταλισμό στο τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα, δημιουργήθηκαν κάποια συναφή κινήματα που χαρακτηριστήκαν αργότερα Clean Living Movements (Κινήματα Καθαρού Βίου), τα οποία συνδέονταν και αυτά με προτεσταντικά χιλιαστικά ρεύματα και που τα χαρακτήριζε μια ισχυρά πουριτανική ιδεολογία περί κάθαρσης ψυχής και σώματος. Επίσης το clean living περιείχε έντονο το στοιχείο της κοινωνικής προσφοράς. Οι κυρίες της μέσης-ανώτερης τάξης συνασπίζονταν σε φιλόπτωχες εταιρείες, οι οποίες επιχειρούσαν να διορθώσουν τα κακώς κείμενα μιας άνισης κοινωνίας, που για παράδειγμα έβλεπε τα φτωχότερά της τέκνα να σαπίζουν από τον αλκοολισμό. Τα κινήματα αυτά συνδέθηκαν με διαδοχικές εκστρατείες υγιεινισμού, γύρω στα 1830-1860 η πρώτη και στα 1890-1920 η δεύτερη. Η επίδρασή τους δεν πρέπει να υποτιμηθεί, αφού η ποτοαπαγόρευση, μια από τις πιο αποτυχημένες εκστρατείες ηθικής κοινωνικής μηχανικής στην ιστορία, ξεκίνησε από αυτά.

Τυπικό προϊόν αυτού του τύπου υγιεινισμού ήταν οι αδελφοί Κέλογκ. Ο πρώτος, ο γιατρός Τζον Χάρβι Κέλογκ, ήταν ο εφευρέτης των νιφάδων δημητριακών και ο δεύτερος, ο Κιθ, ήταν αυτός που τις εμπορευματοποίησε. Ο Τζον Χάρβι, ήταν μέλος των Αντβεντιστών της Εβδόμης Ημέρας, μιας από τις πιο επιτυχημένες χιλιαστικές προτεσταντικές αιρέσεις των ΗΠΑ με μεγάλο ρόλο σε κινήματα υγιεινής ζωής και διατροφής. Στο σανατόριό του στο Μίσιγκαν, ο Κέλογκ προώθησε τον πλήρη βιγκανισμό, εξ ου και οι νιφάδες δημητριακών που αναμόρφωσαν το αμερικανικό πρωινό, διώχνοντας τα αυγά και το μπέικον από το τραπέζι των πιο ευκατάστατων. Ήταν πρώιμος οπαδός της μικροβιακής θεωρίας των ασθενειών, που τότε ακόμα ήταν απλώς μια υπόθεση, η βασιμότητα της οποίας θα αποδεικνυόταν επιστημονικά πολλά χρόνια αργότερα. Ήταν επίσης πρωτοπόρος της σύνδεσης της εντερικής χλωρίδας με την υγεία, καθώς και ο επινοητής της «αποτοξίνωσης» και της υποτιθέμενης αναγκαιότητάς της, μιας ψευδοεπιστημονικής έννοιας περίεργα μοντέρνας: Για παράδειγμα, η πιο συχνή αναζήτηση στο σάιτ της Goop είναι για τον όρο «detox», δηλαδή αποτοξίνωση, η οποία πουλάει πολύ καλά.

Βέβαια, οι απόψεις του Κέλογκ για αυτά τα ζητήματα περισσότερο εμπίπτουν στην ειδικότητα του ψυχαναλυτή παρά του διατροφολόγου. Το κυριότερο μέτρο διατήρησης της καλής υγείας σύμφωνα με αυτόν ήταν βέβαια η αποτοξίνωση, αλλά με εφαρμογή εβδομαδιαίων κλυσμάτων (τακτική που ακολουθούσε απαρέγκλιτα και ο ίδιος). Δεν μπορούμε να το πούμε με βεβαιότητα, αλλά ίσως, είναι πιθανό, ο καλός γιατρός να πίστευε ότι τα κλύσματα ήταν αναγκαία, επειδή το άλλο κομβικό σημείο της υγιεινιστικής ιδεολογίας του ήταν η πλήρης αποχή από το σεξ, το οποίο, όπως όλοι ξέρουμε, ευθύνεται για την κατακόρυφη αύξηση των τοξινών. Επομένως, για να μην γεμίσει το σώμα μας τοξικότητα, όχι σεξ, μόνο κλύσμα. Σε αυτό το κλί(σ)μα, ο γιατρός εφηύρε τις νιφάδες δημητριακών την δεκαετία 1890 και τις πρόσφερε στους τροφίμους του σανατορίου δωρεάν ως φάρμακο, πιστεύοντας ότι έχουν ισχυρές αντι-αφροδισιακές ιδιότητες. Τις ιδιότητες αυτές οι νιφάδες δημητριακών κατά κάποιον μαγικό τρόπο αργότερα τις έχασαν, όταν ο άλλος αδελφός, ο Κιθ, έκλεψε τη συνταγή και τις βιομηχανοποίησε χωρίς την άδεια του γιατρού. Το σύγχρονο μάρκετινγκ νιφάδων δημητριακών δεν έχει ανακαλύψει ακόμα τον τρόπο να προωθεί προϊόντα με βάση τον αντι-αφροδισιακό χαρακτήρα τους…

Λεπτομέρεια: Από αυτήν την ηρωική εποχή επομένως προέρχεται η απίθανα χαζή ορολογία του συρμού που χρησιμοποιούν διεθνώς οι πολιτικές ελίτ μας, η «τοξικότητα» του πολιτικού κλίματος την οποία διασπείρουν οι εκάστοτε πολιτικοί αντίπαλοί μας. Η τοξικότητα ως έκφραση ξεκινά με τον Κέλογκ και τις αποτοξινώσεις του και η γιατρειά, την οποία ίσως θα ήταν σωστό να την προτείνουμε στους πολιτικούς μας ταγούς, μπας και αποτοξινωθούν και ηρεμήσουν κάπως ώστε να μας απαλλάξουν από την διαρκή τοξικότητά τους, είναι προφανώς τα τακτικά καθαρτικά κλύσματα. Μία φορά την εβδομάδα απαρεγκλίτως.

Lebensreform και Επιστροφή στην Φύση

Στο γύρισμα του 19ου προς 20ο αιώνα, ο Γερμανικός αστισμός βρισκόταν στο μέσο ενός τυφώνα. Εκείνη την εποχή η ιλιγγιώδης βιομηχανική ανάπτυξη της Γερμανίας την μετέτρεψε από μια ομοσπονδία υπανάπτυκτων αγροτικών μοναρχιών στο εργοστάσιο της Ευρώπης μέσα σε δύο με τρεις δεκαετίες. Η ιλιγγιώδης ανάπτυξη έφερε μαζί της και την ανάπτυξη της εκτεταμένης κατώτερης βιομηχανικής αστικής τάξης των Mittelständler, αυτής της τάξης που είναι υπεύθυνη για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που ακόμα και σήμερα χαρακτηρίζουν τον καπιταλισμό στον γερμανόφωνο κόσμο. Οι Mittelständler, αριθμητικά λίγοι, αλλά πολιτικά σημαντικοί, μαζί με την πανίσχυρη δημόσια διοίκηση πρωσικού τύπου με τα μικροαστικά στρώματα δημοσίων υπαλλήλων και καθηγητών που αυτή μισθοδοτούσε, βρέθηκαν όλοι σε ένα ορισμένο ιδεολογικό κενό λόγω ακριβώς της τρομερής ταχύτητας των αλλαγών και των διαρκών οξύτατων κρίσεων που διέκοπταν την ανάπτυξη.

Το κίνημα της Lebensreform (αναμόρφωση βίου) ήταν ένα πολυσχιδές κίνημα που διαμορφώθηκε σε αυτό το περιβάλλον με σκοπό την επιστροφή της καθημερινής ζωής σε λιγότερο πολύπλοκες, πιο «υγιείς» βάσεις, που θα αντιμετώπιζαν τα κακά αποτελέσματα της βιομηχανοποίησης και της αστικοποίησης. Οι οπαδοί του ευαγγελίζονταν έναν φυσικό τρόπο ζωής με απομάκρυνση από «τοξίνες», όπως το αλκοόλ, ο καφές και ο καπνός. Ήταν οι πρώτοι που έφεραν την «αποτοξίνωση» με τη σημερινή σχεδόν μυστικιστική της μορφή στην Ευρώπη. Επιπλέον ήταν χορτοφάγοι και ύθελαν οικολογική και βιολογική γεωργία, όρους που αυτοί ανακάλυψαν δεκαετίες πριν χρησιμοποιηθούν ευρύτερα.

Γενικά μια σειρά από μοντέρνα χαρακτηριστικά μπορούν να αποδοθούν σε αυτό το κίνημα. Η απλοποίηση των ρούχων, ώστε να επιτρέπεται στο σώμα να κινείται και η κατάργηση κορσέδων και κρινολίνων, ή η απλοποίηση της αρχιτεκτονικής σε ανθρώπινη κλίμακα και επικοινωνία με τη φύση, κίνημα που ήταν η βασική επιρροή αργότερα του Bauhaus, υπήρξαν δική τους συνεισφορά. Επίσης ανακάλυψαν την «Φυσικοπαθητική», μια σειρά από εναλλακτικές ιατρικές θεραπείες που επιτρέπουν την αυτοΐαση: βότανα για αποτοξίνωση, ομοιοπαθητική, διάφορες μορφές μασάζ και άλλα τέτοια που αποτελούν το εμπόρευμα επιχειρήσεων συναφών με το Goop σήμερα. Ήταν η πρώτη φορά στον καπιταλισμό που εμφανίστηκαν φυτοφαγικά κοινόβια που παρήγαν την τροφή που κατανάλωναν και μάλιστα σε αστικά περιβάλλοντα, λ.χ. στις γειτονιές του Βερολίνου, παράδοση που υπάρχει ακόμα στην Γερμανία. Γενικά παντού ξεφύτρωσαν διάφορες πρότυπες κοινότητες «επιστροφής στη φύση», όρος που περιλάμβανε τη λατρεία του σώματος, τον γυμνισμό και τη γυμναστική. Ταυτόχρονα αναζήτησαν μια ανατολικού τύπου πνευματικότητα, με την γιόγκα και τον Βουδισμό να εισάγονται για πρώτη φορά σε μαζική κλίμακα, ενώ και η Θεοσοφία θα γνώριζε πολύ μεγάλη επιτυχία. Τέλος, ήταν στα πλαίσια του Lebensreform που για πρώτη φορά εισάγεται η ορολογία του «Τρίτου Δρόμου», της αναζήτησης μιας εναλλακτικής για την οργάνωση της κοινωνίας, που να μην είναι ούτε καπιταλιστική ούτε σοσιαλιστική. Την ορολογία θα την χρησιμοποιούσαν έκτοτε πάμπολλες πολιτικές τάσεις, μεταξύ των οποίων φυσικά και όλα τα φασιστικά κινήματα, αλλά όχι μόνον αυτά.

Αρχικά τουλάχιστον, το κίνημα αυτό το στήριξε η Αριστερά σε όλο της το φάσμα, από διάφορες ελευθεριάζουσες ακροαριστερές και αναρχικές τάσεις ως την Σοσιαλδημοκρατία που μάλιστα ήταν υπεύθυνη για μια πληθώρα σχετικών περιοδικών και εντύπων. Η υποστήριξη μιας αναμορφωμένης ζωής και δίαιτας αρχικά ταίριαζαν και με το αίτημα της αγροτικής μεταρρύθμισης, ειδικά στην πρωσική ανατολή που βρισκόταν ακόμα υπό τον ημι-φεουδαρχικό έλεγχο των γαιοκτημόνων Γιούνκερ. Οι προσπάθειες όμως αυτές δημιουργίας δεσμών με την μικρή και μεσαία αγροτιά απέτυχαν παταγωδώς – αποτυχία που έμελε να έχει σημαντικότατες συνέπειες σε βάθος χρόνου. Τα πολυπληθή αγροτικά στρώματα (περίπου 25% του πληθυσμού) βρισκόταν υπό τη συνεχή επιρροή της συμμαχίας μικρών και μεγάλων ιδιοκτητών γης, μια αντιδραστική συμμαχία που οι πρόχειρες προτάσεις των Σοσιαλδημοκρατών δεν κατάφεραν ούτε να διασπάσουν, ούτε να μικρύνουν την επιρροή της στους εργάτες γης. Σύμφωνα με τον Α. Tooze, την δεκαετία του 1920, «το αγροτικό λόμπι ήταν μια ζωτική εκλογική δεξαμενή για όλα τα πολιτικά κόμματα εκτός από τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Κομμουνιστές, αφού κανείς από τους δύο δεν κατάφερε να διαμορφώσει ένα αξιόπιστο αγροτικό πρόγραμμα». Οι ανατολικές αγροτικές επαρχίες θα ήταν αυτές που θα έδιναν αργότερα στους ναζί τα μεγαλύτερα εκλογικά ποσοστά τους, μέχρι και 55%, μεγαλύτερα ακόμα και από πόλεις-φρούρια του ναζισμού, όπως το Μόναχο, ενώ ακόμα και σήμερα τα νεοναζιστικά ρεύματα έχουν ισχυρά ερείσματα εκεί.

Η αποξένωση της Αριστεράς από τα αγροτικά τμήματα είχε ως αποτέλεσμα και την απώλεια επαφής με ο,τιδήποτε δεν ήταν αυστηρά βιομηχανικό προλεταριάτο, άρα και τους μικροαστούς των πόλεων, δηλαδή το μεγαλύτερο τμήμα του κινήματος Lebensreform. Αυτοί είτε δεν είχαν ενεργό πολιτικό χαρακτήρα ή ανήκαν καθαρά στην φασιστικού τύπου ακροδεξιά, ειδικά τα κρατικά στελέχη, καθηγητές, αστυνομικοί κλπ. Στην γερμανική περίπτωση μάλιστα, τα μικροαστικά στρώματα των πόλεων τα είχε συνεπάρει ένας völkisch πνευματικός εθνικισμός που τόνιζε ότι η επιστροφή στην φύση είναι απαραίτητη κίνηση για να αναζωογονηθεί ο ιερός δεσμός του Γερμανού με την Γη, εξ ου και η εύκολη σύνδεση του Lebensreform με την ακροδεξιά. Δεδομένου ότι οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Κομμουνιστές θα έριχναν τις δυνάμεις τους αποκλειστικά στο παραδοσιακό εργατικό κίνημα και την κοινωνική επανάσταση, τελικά το Lebensreform θα χαρακτηριζόταν από αυτές τις υπερεθνικιστικές ρομαντικής καταγωγής τάσεις, που θα άφηναν έντονο το μυστικιστικό τους χνάρι στους μελλοντικούς απογόνους του κινήματος, οι οποίοι αγνοούν αυτή την κάπως σκοτεινή σελίδα του παρελθόντος τους.

Η αντιδραστική φύση των ιδεολογημάτων επιστροφής στη φύση φαίνεται για παράδειγμα σε ένα μανιφέστο μιας γυμνιστικής οργάνωσης το 1909, πολλά χρόνια πριν ιδρυθούν οι ναζί. Ανάμεσα στους σκοπούς του γυμνισμού, εκτός από την επιστροφή στη φύση και τη χαρά της ζωής ήταν και τα εξής:

  • Η πρόληψη των έκφυλων απογόνων μέσω της απαγόρευσης γάμων ή του ευνουχισμού στην περίπτωση των φρενοβλαβών, αλκοολικών, φθισικών, φορέων αφροδισίων, εγκληματιών κτλ.
  • Η διατήρηση της φυλετικής καθαρότητας μέσω της απαγόρευσης γάμων μεταξύ Γερμανικών φυλετικών τύπων και Λατινικών, Σλαβικών, Εβραϊκών κ.α. και με την απαγόρευση της μετανάστευσης Ιταλών, Τσέχων, Πολωνών, Εβραίων κλπ.
  • Η βελτίωση της Γερμανικής φυλής με την υιοθέτηση μιας αναπαραγωγικής πολιτικής που θα επιλέγει τους ξανθούς γαλανομάτηδες, περιλαμβάνοντας και τους Σκανδιναβούς.

Με αυτά και αυτά, αυτοί που κληρονόμησαν το Lebensreform όταν άρπαξαν την εξουσία ήταν οι ναζί. Ο Χίτλερ δεν ήταν βίγκαν, φιλόζωος και αντικαπνιστής από προσωπική ιδιαιτερότητα, αλλά επειδή ήταν υπαρκτό το ιδεολογικό αυτό ρεύμα σε όλα τα ακροδεξιά κινήματα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Οι ναζί θεσμοθέτησαν τον πρώτο φιλοζωικό νόμο της ιστορίας, ένα ευρύ και αυστηρό νομοθέτημα που με λίγες αλλαγές είναι ακόμα και σήμερα το βασικό νομικό καθεστώς για τα ζώα στην Γερμανία. Επίσης θεσμοθέτησαν αυτό που αργότερα θα γινόταν «προστατευμένες περιοχές» (λ.χ. δάση, βουνά, εθνικά πάρκα κλπ.), έχοντας αυτήν την μυστικιστική αντιδραστική αντίληψη για την ιερή γη που πρέπει να προστατευτεί. Οι αντικαπνιστικές εκστρατείες των ναζί ήταν ιδιαίτερα πρωτοποριακές και ο επιθετικά καταναγκαστικός τους χαρακτήρας έγινε αντικείμενο μίμησης από τις αντίστοιχες εκστρατείες, δεκαετίες αργότερα, στον αγγλοσαξωνικό κόσμο. Τέλος είχαν ιδιαίτερα ελευθεριάζουσες αντιλήψεις για το σεξ, αρκεί βέβαια να ίσχυαν κάποιες προϋποθέσεις: το σεξ (και η μοιχεία) ήταν δεκτό μόνο μεταξύ ετεροφυλόφυλων αρίων, και μόνο χωρίς προφυλάξεις. Σε κάθε άλλη περίπτωση η ποινή ήταν αυτό που θα περίμενε κανείς από ναζί. Το κράτος δεχόταν άμεσα και χωρίς ερωτήσεις να μεγαλώσει τα παιδιά σε κρατικά ιδρύματα, αν οι γονείς τους δεν τα ήθελαν. Ο καρπός του ελεύθερου έρωτα θα γινόταν πρώτης τάξεως υλικό για την πολεμική μηχανή θανάτου των ναζί.

Παλεύοντας με τα Κύματα: οι Σέρφερς και οι Πράσινοι

Η μικροαστική ιδεολογική ηγεμονία τόσο στα αμερικανικά υγειινιστικά Clean Living όσο και στο γερμανικό νεορομαντικό Lebensreform οδηγούσε σε μια ορισμένη εγγύτητα των στόχων τους, μετατρέποντάς τα τελικά σε κινήματα φυγής από την καπιταλιστική πραγματικότητα. Οι ομοιότητες επέτρεψαν την μίξη αυτών των δύο ρευμάτων στις κοινότητες των Γερμανών μεταναστών στις ΗΠΑ ήδη από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία πολλών υπόγειων ρευμάτων, κυρίως στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ, τα οποία μεταπολεμικά θα συνεισέφεραν στην αντικουλτούρα της δεκαετίας του 1960. Εξαιρετικά διαφωτιστική είναι η με πλούσιο φωτογραφικό υλικό εικονογραφημένη αφήγηση αυτής της μετανάστευσης από την Γερμανία στην Καλιφόρνια με τίτλο Children of the Sun: A Pictorial Anthology, from Germany to California 1883-1949. Ενώ καμία φωτογραφία δεν είναι νεότερη από το 1949, ο αναγνώστης είναι συνέχεια με την εντύπωση ότι βλέπει σκηνές από χίπικα κοινόβια ή την κουλτούρα των σέρφερς, αφού και το σέρφινγκ ήταν συνεισφορά ακριβώς αυτών των Γερμανών μεταναστών. Και σε δεύτερο χρόνο, τo Goop και ο καφές δολοφόνος είναι τμήμα του τρίτου Clean Living movement, που ξεκίνησε τη δεκαετία του ’70 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, ενός κινήματος που είναι το εγγόνι των Lebensreformer, των ακροδεξιών πράσινων αναμορφωτών.

Μια άλλη πλευρά που έλκει την καταγωγή της στον μυστικισμό του fin de siècle είναι τα πολύ διαδεδομένα παγανιστικά θρησκευτικά κινήματα, η (υποτίθεται φεμινιστική) θρησκεία Wicca, ο Βοντανισμός (Wodanism, λατρεία των αρχαίων γερμανικών θεοτήτων) και οι δικές μας αρχαιόπληκτες περικεφαλαίες που συνοδεύονται από ύμνους στον πατέρα Δία. Όλα αυτά είναι τέκνα του μεσευρωπαϊκού ρομαντικού υπερεθνικισμού, που συνοδευόταν από μπόλικη χλαμύδα, κράνη με κέρατα και όπερες του (επίσης völkisch εθνικιστή και λυσσασμένου αντισημίτη) Βάγκνερ.

Ενα τελευταίο αξιοπερίεργο κατάλοιπο αυτής της μεσοπολεμικής σύμφυσης Lebensreform και ακροδεξιάς είναι η αρχή της ιστορίας του γερμανικού κόμματος των Πρασίνων. Οι τελευταίοι μπορεί σήμερα να είναι το πιο φιλοπόλεμο δυτικοευρωπαικό κόμμα (μαζί με τους Βρετανούς Εργατικούς), αλλά είχαν ξεκινήσει ως ένα ειρηνιστικό, αντι-ΝΑΤΟϊκό, αντι-πυρηνικό, υπέρ της κοινωνικής δικαιοσύνης και της «περιβαλλοντικής σοφίας» κίνημα που υποστηρίζει μέχρι σήμερα την σεξουαλική απελευθέρωση, το δικαίωμα στην έκτρωση και τα δικαιώματα των μειονοτήτων.

Παρότι λοιπόν ιδρύθηκε στον απόηχο των κινημάτων της δεκαετίας του ’70, εντούτοις κουβάλαγε επίσης την παράδοση του «τρίτου δρόμου», αρνούμενο ρητά την κατάταξή του στο φάσμα αριστερά-δεξιά. Στο ιδρυτικό συνέδριο το 1980 συμμετείχαν εκτός από διάφορους ανένταχτους ακτιβιστές, δύο κυρίως οργανωμένες δυνάμεις, το GLU και η AUD. Στο GLU (Πράσινη Λίστα για το Περιβάλλον) συμμετείχαν κυρίως πρώην αριστεριστές (όπως λ.χ. ο μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών και μέγα γεράκι του ΝΑΤΟ, Γιόσκα Φίσερ). Η AUD όμως, η Ομάδα Δράσης Ανεξάρτητων Γερμανών, ήταν μια γκρούπα που κάτω από τη σημαία της τριτοδρομικής ουδετερότητας σκέπαζε διάφορους ακροδεξιούς ως νεοναζιστές πράσινους ακτιβιστές. Ετσι, ιδρυτικό μέλος των Πρασίνων ήταν ένας πρωτοπόρος πράσινος αγρότης και ακτιβιστής, πρώην περήφανος SS, ο Baldur Springmann. Δεν διαγράφηκε ποτέ από το κόμμα, αλλά αποχώρησε αργότερα οικειοθελώς, ώστε να ακολουθήσει απερίσπαστος την κλίση του, ήτοι να γίνει ένας μεγάλος θεωρητικός του οικοφασισμού και θρύλος του νεοναζισμού.

Το όνομά του το νεοσύστατο κόμμα το πήρε από μια μικρή εφημερίδα, “Die Grünen” που έγινε και το ημιεπίσημο όργανό του. Εκδότης της εφημερίδας ήταν ο August Haußleiter, ο οποίος αν και δεν είχε διατελέσει μέλος του ναζιστικού κόμματος, ήταν το λιγότερο συμπαθών, ενώ είχε συμμαζέψει στο AUD και την αφρόκρεμα των πράσινων νεοναζιστών της εποχής. Ο August Haußleiter είχε την τιμή να είναι ο πρώτος υποψήφιος του κόμματος για την καγκελαρία το 1980, μέχρι που αναγκάστηκε από τις αποκαλύψεις να αποσύρει την υποψηφιότητά του. Το κόμμα δεν τον διέγραψε ποτέ.

Σε ένα κοινό συνηθισμένο να συνδέει την προστασία του περιβάλλοντος με τον αντικαπιταλισμό και την Αριστερά, ίσως τα παραπάνω να ακούγονται περίεργα. Δεν είναι. Η βασική λειτουργία του μεσοπολεμικού φασισμού ήταν να μιμηθεί τον σοσιαλισμό σε αυτά που μπορούσε, για να τον χτυπήσει σε αυτά που έπρεπε. Το κόμμα των ναζί δεν λεγόταν εθνικο-«σοσιαλιστικό» κατά λάθος. Η μετατροπή της πάλης για αλλαγή της κοινωνίας σε πάλη για αλλαγή πλευρών της καταπίεσης είναι πάντα δυνατό να μετατραπεί στο αντίθετό της. Η προστασία του περιβάλλοντος μπορεί να γίνει ναζιστική προπαγάνδα. Το φαινόμενο του θερμοκηπίου μπορεί να γίνει ευκαιρία για κερδοφορία. Η υγεία των μαζών μπορεί να είναι ζήτημα ελέγχου και βιοπολιτικής μέσω θρησκευτικού τύπου ζηλωτισμού. Και η ισότητα των φύλων μπορεί να γίνει ένα κερί που μυρίζει σαν τον κόλπο μου και κοστίζει 75 δολάρια.

Η πολιτική, και μάλιστα η πολιτική της χειραφέτησης, ποτέ δεν ήταν πιο δύσκολη και πιο επείγουσα.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Δέκα νεκροί από σύγκρουση στρατιωτικών ελικοπτέρων στη Μαλαισία

Κορυφώνεται η μεταφορά αφρικανικής σκόνης

Η «έτσι»

Ο καιρός σήμερα: Λασποβροχές, σκόνη και ζέστη

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα