Το αποτέλεσμα των εκλογών της στη Χιλή για την ανάδειξη των 50 μελών της Συντακτικής Επιτροπής για το νέο Σύνταγμα αποδεικνύει πως η διαδικασία αλλαγής του Καταστατικού Χάρτη της χώρας αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα του προέδρου Γκαμπριέλ Μπόριτς. Ταυτόχρονα αποτελεί και μία ευχάριστη ρεβάνς για τον ακροδεξιό αντίπαλό του στις προεδρικές εκλογές Αλβέρτο Κατς, του οποίου το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα πρώτευσε με 36%, αφήνοντας πολύ πίσω του τον συνασπισμό αριστερών κομμάτων του Μπόριτς με 28,2% των ψήφων και εκτός Επιτροπής το άλλο μπλοκ κεντροαριστερών δυνάμεων με 9,02%. Ένα αποτέλεσμα που εάν συνδυασθεί με το 21,2% των παραδοσιακών δεξιών και κεντροδεξιών κομμάτων, δίνει συντριπτική πλειοψηφία 33 εδρών στην Επιτροπή των δυνάμεων που δεν ήθελαν το προηγούμενο κείμενο. Ενώ αντίθετα, ο Μπόριτς με 17 έδρες, δεν φθάνει τις 21 που θα του έδιναν τη δυνατότητα να ασκήσει βέτο στη σύνταξη κάποιου άρθρου.
Με προηγούμενο ότι τόσο στις προεδρικές εκλογές, όσο και στο δημοψήφισμα για το Σύνταγμα του περασμένου Σεπτεμβρίου, ο Μπόριτς είχε στηρίξει την εκδοχή του προηγούμενου κειμένου, στην τωρινή αναμέτρηση ο Πρόεδρος είχε τηρήσει αποστάσεις. Χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα. Η ήττα της Κυριακής έρχεται να προστεθεί στην αποτυχία του Σεπτεμβρίου, όπου το προτεινόμενο Σύνταγμα απορρίφθηκε από τη λαϊκή ψήφο με το εντυπωσιακό πλέον του 62% ποσοστό και συνάμα αποτελεί ισχυρή ένδειξη πως η δημοφιλία του έχει καταρρακωθεί σε μέγιστο βαθμό και μαζί και οι ελπίδες για μία ουσιαστική αλλαγή στη χώρα. Πλέον το πολιτικό σκηνικό έχει αλλάξει και η εκλογική και κοινωνική δυναμική έχει μετατοπιστεί προς τα δεξιά: κι ακόμη χειρότερα προς τα ακροδεξιά.
Το νέο Συνταγματικό Συμβούλιο θα έχει 50 μέλη και τα άρθρα θα χρειάζονται πλειοψηφία τριών πέμπτων για να εγκριθούν και να συμπεριληφθούν στη νέα πρόταση, η οποία θα υποβληθεί σε δημοψήφισμα στις 17 Δεκεμβρίου. Τα μέλη της Επιτροπής θα ξεκινήσουν τις εργασίες τους τον Ιούνιο με βάση ένα προσχέδιο που έχουν ετοιμάσει από τον Μάρτιο 24 ειδικοί, που διορίστηκαν από το Κογκρέσο.
Πλέον το πάνω χέρι στην όλη διαδικασία της σύνταξης των άρθρων και μάλιστα δίχως δυνατότητα να τα εφεσιβάλει κανείς το έχει πλέον η ακροδεξιά του Καστ. Ενός Καστ, που αισθάνθηκε δικαιωμένος: στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών είχε τις περισσότερες ψήφους, όμως το φόβητρο της ακροδεξιάς οδήγησε πολλούς κεντρώους ψηφοφόρους να επιλέξουν στον β΄γύρο τον Μπόριτς. Τώρα, με την εκλογική πυξίδα να έχει μετατοπισθεί είναι εκείνος που είχε το δικαίωμα να θριαμβολογήσει: «Μπορούμε να αναπνεύσουμε λίγο πιο ήρεμα και με μεγαλύτερη ανακούφιση. Σήμερα είναι η πρώτη μέρα ενός καλύτερου μέλλοντος, μιας νέας αρχής για τη Χιλή. Η Χιλή νίκησε μια αποτυχημένη κυβέρνηση», τόνισε στις επινίκιες δηλώσεις του.
Ο Κατς μπορεί να αισθάνεται πλέον ο ισχυρός άνδρας της χιλιανής πολιτικής σκηνής. Η νίκη του αυτή δεν πτοεί μονάχα τον Μπόριτς, αλλά και όποιον άλλον αντίπαλό του στο δεξιό στρατόπεδο. Κανένα από τα παραδοσιακά κόμματα -Renovación Nacional (RN), Unión Demócrata Independiente (UDI) και Evópoli, που στον συνασπισμό τους πήραν το 21% και 11 έδρες- από μόνο του δεν κατόρθωσε να συγκεντρώσει πάνω από 10%, με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα να έχει από μόνο του τριπλάσια δύναμη από το καθένα. Ωστόσο, παρόλο που τον Σεπτέμβριο είχαν ταχθεί κατά του νέου Συντάγματος, δεν είναι βέβαιο πως οι 11 εκλεγμένοι του στην Συντακτική Επιτροπή θα συνταχθούν με τις απόψεις του κόμματος του Κατς.
Εν μέρει, το αποτέλεσμα της Κυριακής 7 Μαΐου ενταφιάζει τις ελπίδες για ουσιαστική αλλαγή του Συντάγματος, που χρονολογείται από την εποχή και το πνεύμα του δικτάτορα Αουγκούστο Πινοτσέτ. Μία διαδικασία που ξεκίνησε στα τέλη του 2019, ύστερα από μια περίοδο έντονων διαδηλώσεων στους δρόμους, που έθρεψε την αυταπάτη της αλλαγής. Το 2020 σχεδόν το 80% των Χιλιανών ψήφισε υπέρ ενός νέου Συντάγματος, όμως τον Σεπτέμβριο του 2022 οι ψηφοφόροι άλλαξαν γνώμη. Σε μία διαδικασία με ιστορική συμμετοχή ψηφοφόρων, σχεδόν 63% οι ψηφοφόροι είπαν όχι στο προτεινόμενο κείμενο. Εκείνο το πρώτο σχέδιο είχε συνταχθεί κατά κύριο λόγο από ανεξάρτητους και αριστερούς εκλεγμένους στη Συντακτική Συνέλευση. Επικεντρωνόταν κυρίως σε γενικά κοινωνικά οφέλη, περιβαλλοντικά δικαιώματα, την ισότητα των φύλων και δικαιώματα των αυτοχθόνων, μεταξύ άλλων θεμάτων.
Ο πρόεδρος Μπόριτς, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του τον Μάρτιο του περασμένου έτους, ήλθε στην εξουσία μέσα σε ένα κύμα αισιοδοξίας για ραγδαίες μεταρρυθμίσεις. Όμως το πολιτικό του κεφάλαιο μειώθηκε έκτοτε με γοργό ρυθμό. Ο πρόεδρος που τρεις φορές αναγκάσθηκε να αλλάξει το υπουργικό του συμβούλιο δεν κατόρθωσε να αντιμετωπίσει επαρκώς την επιβράδυνση της οικονομίας, την αύξηση του πληθωρισμού και της εγκληματικότητας, ενώ και η χρήση αυταρχικών τρόπων για να επιλύσει έκτακτες καταστάσεις -πχ την απεργία των φορτηγατζήδων τον Ιανουάριο- έχει στοιχίσει στην αξιοπιστία του και επιβεβαιώνει τις αρχικές ενδείξεις πως η κυβέρνησή του από πολύ νωρίς στερείται πλέον της ευρείας λαϊκής αποδοχής.
Μετά τη βαριά πολιτική ήττα του Σεπτεμβρίου, ο Μπόριτς τήρησε αποστάσεις: τόνισε πως η «κυβέρνηση δεν θα παρέμβει στη διαδικασία και θα σεβαστούμε πλήρως την αυτονομία του οργάνου στις συσκέψεις του», διαβεβαιώνοντας πως η κυβέρνηση θα ενεργήσει ως εγγυητής και θα στηρίξει τις προτάσεις της νέας Επιτροπής. «Ως χώρα έχουμε μια ιστορική ευκαιρία να συμφιλιωθούμε μετά τις ρήξεις που βιώσαμε. Αυτή τη φορά δεν υπάρχει περιθώριο λάθους», πρόσθεσε.
Ενδεικτικό της φυγόκεντρης και ταραχώδους κατάστασης στο εσωτερικό της κυβέρνησης είναι πως τα κόμματα που συνεργάζονται σε αυτήν κατήλθαν διχασμένα στις εκλογές της Κυριακής. Από τη μία, το επίσημο ψηφοδέλτιο με το Κομμουνιστικό Κόμμα (8,07% την Κυριακή), τις παρατάξεις που συνθέτουν το Ευρύ Μέτωπο (12,28%) και το Σοσιαλιστικό Κόμμα (5,96%), ενώ το το κόμμα PPD του πρώην προέδρου Ρικάρδο Λάγος και της νυν υπουργού Εσωτερικών Καρολίνα Τόα, αποφάσισε να συνταχθεί σε κοινό μπλοκ με το παραδοσιακό Ριζοσπαστικό Κόμμα και τη Χριστιανοδημοκρατία, που δεν είναι μέρος της κυβέρνησης. Το στοίχημα δεν λειτούργησε: το κεντροαριστερό μπλοκ Todo por Chile (Όλα για τη Χιλή) δεν κατόρθωσε να εκλέξει εκπροσώπους. Αυτή η διχαστική κίνηση όμως κράτησε την κυβερνητική παράταξη στις 17 έδρες.
Η έσχατη έκπληξη από τα αποτελέσματα των εκλογών της Κυριακής ήταν και το «ξεφούσκωμα» του λαϊκιστικού Κόμματος του Λαού του Φράνκο Παρίσι, ο οποίος είχε έλθει τρίτος στον α΄ γύρο των προεδρικών εκλογών το 2021. Την ώρα που πολλοί ανέμεναν πως θα παρέμβαινε δυναμικά στις εκλογές της Κυριακής και θα εξέλεγε τρεις με πέντε αντιπροσώπους, το κόμμα του Παρίσι έμεινε στο 5,49% και δεν εξέλεξε κανέναν κι έμεινε εκτός νυμφώνος της Συντακτικής Επιτροπής. Μάλιστα, ο Παρίσι αναχώρησε από τη Χιλή από το απόγευμα της Κυριακής κιόλας για τις ΗΠΑ, όπου από το 2021.
Όμως η συντριπτική έκπληξη κι ίσως αυτή που αποδεικνύει τρανότερα την εκλογική και κατά συνέπεια πολιτική κατάρρευση του Μπόριτς -που δεν κατορθώνει πλέον ούτε να πείθει, ούτε να συσπειρώνει ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας- ήταν το υψηλό ποσοστό των άκυρων ψήφων, που ουσιαστικά εκμηδένισε την ιστορικά μεγάλη προσέλευση στις κάλπες (80%). Τα άκυρα ψηφοδέλτια έφθασαν το 16,9% (όταν στο προηγούμενο δημοψήφισμα του Σεπτεμβρίου ήσαν μόλις 1,64%)! Εάν σε αυτά προστεθεί και το ποσοστό των λευκών το ποσοστό τους φθάνει το ιστορικό 21,49%, δηλ. τις 2.500.000 ψήφους. Ποσοστό που ξεπερνά αυτό όλων των κομμάτων, πλην της ακροδεξιάς!