Σε απόγνωση βρίσκονται οι κάτοικοι των περιοχών που επλήγησαν από τον σεισμό στο Αρκαλοχώρι της Κρήτης. Μετά τις δεσμεύσεις των λογαριασμών που περιείχαν τα ποσά της κρατικής αρωγής και την εγγραφή πληγεισών κατοίκων και επαγγελματικών χώρων στο Υποθηκοφυλακείο προς κατάσχεση, πλέον καλούνται να αντιμετωπίσουν και την άρνηση του συνόλου των συστημικών τραπεζών να χρηματοδοτήσουν την αποκατάσταση των ιδιοκτησιών τους.
Όσο απίστευτο και αν ακούγεται, οι σεισμόπληκτοι ύστερα από τη μακρά προσπάθεια να συντάξουν και να υποβάλουν τους απαραίτητους φακέλους ώστε να εκδώσουν τις απαραίτητες οικοδομικές άδειες, βρήκαν κλειστές τις πόρτες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία έπρεπε να τους παράσχουν το προβλεπόμενο από τη νομοθεσία άτοκο δάνειο προκειμένου να προχωρήσουν στις αποκαταστάσεις.
Την ίδια ώρα η κυβέρνηση μοιάζει να παρακολουθεί ως θεατής τα τεκταινόμενα 1,5 χρόνο μετά τον σεισμό που συντάραξε την περιοχή, ενώ και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και βρέθηκε δύο φορές στο νομό Ηρακλείου το τελευταίο διάστημα, απέφυγε να συναντηθεί με τα μέλη του Συλλόγου των Σεισμοπλήκτων Μινώα Πεδιάδας, που αγωνίζονται εδώ και τουλάχιστον 17 μήνες να προχωρήσει η ανάταξη του τόπου τους.
Το προηγούμενο διάστημα, όπως αναλυτικά έχει γράψει το «Έθνος», οι σεισμόπληκτοι πέρασαν στην κυριολεξία «από σαράντα κύματα» βρίσκοντας διαρκώς εμπόδια και αδιέξοδα μπροστά τους. Τώρα, και αυτοί οι λίγοι που κατάφεραν να τα ξεπεράσουν και να φτάσουν στο κατώφλι των τραπεζών προκειμένου να αποκαταστήσουν τα οικήματά τους, εισέπραξαν αδιαφορία και άρνηση από τις τράπεζες.
Υπενθυμίζεται ότι πριν από περίπου ένα μήνα, ο Σύλλογος ανακάλυψε ότι στο Υποθηκοφυλακείο είχαν καταχωριστεί κατασχετήρια ακόμα και για κατοικίες σεισμοπλήκτων στο Ηράκλειο της Κρήτης. Και αυτό περίπου ένα μήνα μετά τις καταγγελίες που είχαν προηγηθεί για δέσμευση έως και του ποσού της κρατικής αρωγής αρκετών σεισμοπαθών από τις Τράπεζες παρά το γεγονός ότι τα ποσά αυτά είναι ακατάσχετα. Και όλα αυτά την ώρα που περίπου 700 άτομα υπολογίζεται ότι εξακολουθούν να ζουν ξεχασμένα μέσα σε κοντέινερς χωρίς να προχωρούν οι σχετικές άδειες. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Συλλόγου, από τους 1.200 φακέλους που έχουν κατατεθεί, έχουν εγκριθεί μόλις οι 8, ενώ περίπου 8.000 είναι οι φάκελοι που δεν έχουν κατατεθεί ακόμα.
Όπως εξηγεί στο «Έθνος» ο πρόεδρος του Συλλόγου, Κώστας Γκαντάτσιος, ύστερα και από τις τελευταίες καταγγελίες που αφορούσαν στην άρνηση τραπεζών να χορηγήσουν άτοκα δάνεια, ο Σύλλογος αναγκάστηκε να στις 25 Απριλίου να στείλει επιστολή στην Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, η οποία έως σήμερα παραμένει αναπάντητη.
Στην επιστολή υπενθυμίζουν ότι σύμφωνα με την απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών προβλέφθηκε η παροχή εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για τη χορήγηση δανείων σε φυσικά προσωπα προς αποκατάσταση κτιριακών ζημιών στις περιοχές της Περιφερειακής Ενότητας Ηρακλείου όπως αυτές οριοθετήθηκαν με Κοινή Υπουργική Απόφαση.
«Τα πιστωτικά ιδρύματα αρχικά δηλωσαν άγνοια και αδιαφορία μετεπειτα δε και άρνηση συμμετοχής στο πρόγραμμα δανειοδότησης σεισμοπλήκτων για την αποκατάσταση των ζημιών που έχουν υποσεί τα κτιριά τους από τον σεισμό της 27ης Σεπτεμβρίου 2021», αναφέρουν χαρακτηριστικά ζητώντας ενημέρωση ως προς το εάν τα πιστωτικά ιδρύματα είναι ενημερα καθως επίσης πόσα και ποια απ΄αυτά συμμετέχουν στο πρόγραμμα χορήγησης δανείων σε φυσικά πρόσωπα για την αποκατάσταση των ζημιών τους. Ο Σύλλογος μάλιστα υπενθυμίζει και τη δημόσια δέσμευση της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών στις 28 Σεπτεμβρίου 2021, όταν οι τράπεζες δήλωναν πως «…θα σταθούμε αρωγοί με κάθε πρόσφορο τρόπο στις απώλειες που υπέστησαν καταναλωτές και επιχειρήσεις από τις σεισμικές δονήσεις στο νομό Ηρακλείου».
«Είναι επιτακτική η ανάγκη να βρεθεί λύση έτσι ώστε όλοι οι πληγέντες δικαιούχοι να μπορούν να πάρουν τα άτοκα δανεια», λέει ο κ. Γκαντάτσιος, ο οποίος προσθέτει ότι τα προσκόμματα που θέτει η Πολιτεία στους πληγέντες αφορούν και άλλους σεισμόπληκτους και όχι μόνο τους ίδιους. Κι αυτό γιατί τα πράγματα προχωρούν με ιδιαίτερα αργούς ρυθμούς τόσο στη Σάμο όσο και στη Μυτιλήνη και την Ελασσόνα. Οι σεισμοπαθείς της Κρήτης σκέφτονται πλέον τη δημιουργία ενός δικτύου που θα περιλαμβάνει το σύνολο των πληγέντων από φυσικές καταστροφές σε όλη την επικράτεια.
Παράλληλα εξετάζουν και το ενδεχόμενο μαζικών προσφυγών στη δικαιοσύνη προκειμένου να επιταχυνθούν οι ρυθμοί αποκατάστασης των βλαβών στην περιοχή τους. Ειδικά σε ό,τι αφορά την άρνηση των τραπεζών για τη χορήγηση άτοκων δανείων, ο κ. Γκαντάτσιος σημειώνει πως όσοι δεν καταφέρουν να τα λάβουν ώστε να αποκαταστήσουν τις ζημιές, κινδυνεύουν να κληθούν να επιστρέψουν και τη χρηματοδότηση που τους έχει εγκριθεί.
«Αποτελεί ένα ακόμα πλήγμα στην προσπάθεια οικιστικής ανασυγκρότησης της περιοχής. Πολλοί σεισμόπληκτοι αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε μια εξαιρετικά δεινή κατάσταση, καθώς, ενώ πέρασαν από χίλια κύματα για να εγκριθεί η οικονομική ενίσχυση της αρωγής βρίσκονται αντιμέτωποι με την άρνηση των τραπεζών να τους ενισχύσουν με δάνειο, οι οποίες δεν δείχνουν καμία προθυμία».
Όπως εξηγεί ο ίδιος, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, για πληγέντες από φυσικές καταστροφές, το πλαίσιο της αποζημίωσης προβλέπει ότι θα πρέπει να ενισχύονται οικονομικά από την κρατική αρωγή σε ένα ποσοστό 80% και το υπόλοιπο 20% θα πρέπει να δίδεται από τράπεζες. Η απροθυμία των τραπεζών να χορηγήσουν τα δάνεια εντείνει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα που υφίσταται και αφορά το ύψος της κρατικής αρωγής, το οποίο δεν είναι εναρμονισμένο με τις πραγματικές τιμές της αγοράς: «Αυτό σημαίνει ότι αν οι σεισμόπληκτοι δε λάβουν τα δάνεια, δε θα μπορέσουν να αποκαταστήσουν τις ιδιοκτησίες τους».