Το άρθρο αυτό γράφεται με την ενσωμάτωση των αποτελεσμάτων των τουρκικών εκλογών να βρίσκεται στο 92% και με τον Ταγίπ Ερντογάν να λαμβάνει 49,8%, ενώ ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου πετυχαίνει ένα 44,4%. Παρά το διαφαινόμενο δεύτερο γύρο πρόκειται για μια νίκη του νυν προέδρου. Η διαφορά των δύο μονομάχων θα κλείσει μάλλον και άλλο, αλλά προς το παρόν δεν προκύπτει κάποια ανατροπή σε ό,τι αφορά την πρώτη θέση, εις βάρος του Ερντογάν. Ο τρίτος υποψήφιος Σινάν Oγάν και οι ψήφοι του θα αποδειχτούν καίριες, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι μπορεί σε δύο εβδομάδες από σήμερα να τις κατευθύνει κατά το δοκούν. Μετά από είκοσι χρόνια πρωταγωνιστικής παρουσίας στα πολιτικά πράγματα, μετά από τους καταστροφικούς σεισμούς και εν μέσω οικονομικής κρίσης, ο Τούρκος πρόεδρος παραμένει όχι απλώς ο πλέον δημοφιλής πολιτικός στην Τουρκία, αλλά και αυτός ο οποίος ηγεμονεύει τα πολιτικά πράγματα στη χώρα του. Είναι δύσκολο λοιπόν να μιλήσουμε μετά τον πρώτο γύρο για κάποιον άλλον ως νικητή. Αντιθέτως, η αντιπολίτευση φάνηκε να προχωρά με μια ετερόκλητη συμμαχία, η οποία απέτυχε (μέχρι σήμερα) να αναπτύξει δυναμική ανατροπής του Ερντογάν. Ο πολιτικός χρόνος των δύο εβδομάδων βεβαίως είναι μεγάλος και μένει να δούμε ποιες συνθήκες θα διαμορφωθούν ενόψει του δευτέρου γύρου.
Αυτό που έχει πολύ ενδιαφέρον είναι η στάση της αντιπολίτευσης. Μέρος των φιλικών της μέσων, οπαδοί της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης διακινούσαν αποτελέσματα μιας εναλλακτικής καταμέτρησης ψήφων, βάσει της οποίας ο Κιλιτσντάρογλου προηγούνταν στον πρώτο γύρο. Δεν είναι σαφές κατά πόσο θα επιμείνουν από τον πρώτο γύρο στην εν λόγω προσέγγιση ή ενδεχομένως θα την αναβιώσουν στο δεύτερο γύρο. Σε κάθε περίπτωση, υπονοούν εκτεταμένη νοθεία εις βάρος τους. Θα δούμε τις επόμενες ώρες αν θα φέρουν στο προσκήνιο και με εμφατικό τρόπο τέτοιες κατηγορίες περί νοθείας και κυρίως τι πρόκειται να πράξουν επ’ αυτού. Θα πορευθούν κανονικά ή έστω γκρινιάζοντας προς τον δεύτερο γύρο, όπου θα κινδυνεύσουν με μια καθαρή ήττα ή θα στήσουν σκηνικό αμφισβήτησης της νομιμότητας του Ερντογάν, μέσα από μια «πολύχρωμη επανάσταση» α λα τούρκα;
Το δίλημμα είναι μεγάλο. Τέτοιου είδους κινήσεις αμφισβήτησης προϋποθέτουν γενναία χρηματοδότηση από τις ΗΠΑ (η οποία μάλλον συνιστά το πλέον εύκολο τμήμα της υπόθεσης) και προσβάσεις στα σώματα ασφαλείας (κάτι που είναι δύσκολο στην περίπτωση της Τουρκίας μετά και το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016). Επιπλέον, προϋποθέτουν μια πολιτική στάθμιση από την πλευρά των ΗΠΑ: δεν είναι βέβαιο ότι ο Ερντογάν θα αποδειχτεί, αν επανεκλεγεί, τόσο ενοχλητικός όσο ήταν πριν από κάποιο διάστημα. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι ενοχλητικός και μάλιστα εν μέσω παγκοσμίου πολέμου. Θα αποπειραθούν λοιπόν να μεθοδεύσουν την ανατροπή του, με κίνδυνο ένα ρήγμα με την Τουρκία ή θα κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία, προσπαθώντας σταδιακώς να τον δελεάσουν κοντύτερα στις θέσεις τους; Η λογική των συμφερόντων των ΗΠΑ επιτάσσει το δεύτερο, αλλά στη Ουάσιγκτον οι φωνές της λογικής δεν περισσεύουν αυτές τις μέρες και οι τυχοδιωκτισμοί είναι άφθονοι. Δε θα πρέπει να αποκλείουμε ενορχηστρωμένες προσπάθειες για έναν Τούρκο Γκουαϊδό, ο οποίος βεβαίως θα κινδυνεύει να έχει τη μοίρα όχι του τελευταίου, που άλλωστε τρώει τα λεφτά των φορολογουμένων των ΗΠΑ με ασφάλεια, αλλά του Ναβάλνι.
Θα δούμε πολύ σύντομα τι πρόκειται να συμβεί. Κατά πόσο η UEFA καλά έκανε και έψαχνε για εναλλακτικό γήπεδο για τον τελικό του Champions League ή όχι (για να κλείσουμε το μάτι και στα σενάρια συνομωσίας). Άλλωστε οι ΗΠΑ βιάζονται για μια πιο πειθήνια Τουρκία. Ίσως κάποιοι να θέλουν να γίνουν και εκεί χρήσιμοι ηλίθιοι.