Άδεια για τη λειτουργία διαλυτηρίου πλοίων σε έκταση της Σαλαμίνας στην Α’ Αρχαιολογική Ζώνη στην εταιρία Ναυπηγεία Κυνοσούρας Α.Ε. που συνδέονται με την οικογένεια Καραμανλή φέρεται πως έδωσε ο Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς (ΟΛΠ) μολονότι η περιοχή είναι εκτός δικαιοδοσίας του. Αυτό επισημαίνει έρευνα της δημοσιογραφικής ερευνητικής ομάδας του ομώνυμου διαδικτυακού περιοδικού Solomon.
Η έρευνα σε επιμέλεια της Ηλιάνας Παπαγγελή και Κωνσταντίνου Ζηργάνου-Καζολέα θέτει ενδιαφέροντα ερωτηματικά σε σχέση την υπόθεση κάνοντας λόγο για τη «σύγχρονη ναυμαχία της Σαλαμίνας» (όπως είναι και ο τίτλος του άρθρου).
«Πώς ο ΟΛΠ παραχώρησε έκταση στην οποία αμφισβητείται η δικαιοδοσία του, σε ναυπηγείο που συνδέεται με την οικογένεια Καραμανλή, το οποίο το 2020 πήρε έγκριση για τη λειτουργία διαλυτηρίου πλοίων εντός προστατευόμενης αρχαιολογικής ζώνης;» αναρωτιόνται οι συντάκτες της έρευνας αναφέροντας πως το τίμημα σε αυτή την δοσοληψία ήταν άνω του μισού εκατομμυρίου ευρώ.
Η ανανέωση της λειτουργίας ναυπηγείου και διαλυτηρίου πλοίων στον χερσαίο και ενάλιο αρχαιολογικό χώρο της Κυνόσουρας δόθηκε από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για άλλα 15 χρόνια με δυνατή την παράταση λειτουργίας ως το 2052.
Τονίζουν ότι η έγκριση της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων του ναυπηγείου από το ΥΠΕΝ, επί υπουργίας Κωστή Χατζηδάκη, εκδίδεται παρά το γεγονός ότι κατά το παρελθόν το αίτημα της εταιρείας είχε απορριφθεί από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ) και το πρώτιστα αρμόδιο υπουργείο Πολιτισμού.
Η εταιρεία που δραστηριοποιείται στη συγκεκριμένη έκταση, και έλαβε άδεια για τη λειτουργία διαλυτηρίου πλοίων, είναι η «Ναυπηγεία Κυνοσούρας Α.Ε.». Πρόκειται για τα λεγόμενα ναυπηγεία Διαμαντή, που όπως είχε κάνει γνωστό το 2020 σε σχετικό δημοσίευμα το Documento, σχετίζονται με την οικογένεια Καραμανλή: Η Νίκη Διαμαντή, κόρη του ενός εκ των δύο ιδρυτών του ναυπηγείου, είναι σύζυγος του Αχιλλέα Καραμανλή και μητέρα του βουλευτή ΝΔ και μέχρι πρότινος υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, Κώστα Αχιλλέα Καραμανλή.
Η παρουσία της εταιρείας στην περιοχή μετράει αρκετές δεκαετίες.
Σε πρακτικά συνεδρίασης του Δ.Σ. του ΟΛΠ από το 2007 που βρίσκονται στη διάθεσή του Solomon, προκύπτει ότι ήδη από το 1968 είχε χορηγηθεί άδεια από τον ΟΛΠ για επιχωμάτωση στο θαλάσσιο χώρο μπροστά από το ναυπηγείο.
Πρακτικά, ωστόσο, «ουδέποτε υπεγράφη σύμβαση και ουδέποτε τηρήθηκαν οι όροι και οι προϋποθέσεις που έθετε ο ΟΛΠ για την παραχώρηση της χρήσης του χώρου». Ως εκ τούτου, αναφέρει το ΔΣ του ΟΛΠ, «η χρήση του χώρου θεωρήθηκε αυθαίρετη».
Γι’ αυτό προβλέφθηκε αποζημίωση για τα χρόνια που η χρήση της γινόταν αυθαίρετα, και η καταβολή μισθώματος στον ΟΛΠ έκτοτε.
Το ενδιαφέρον ωστόσο ξεκινά το 2005, όταν απόφαση του Αρείου Πάγου, μετά από προσβολή των πρωτόκολλων αποζημίωσης από το ναυπηγείο, φαίνεται να μην αναγνωρίζει στον ΟΛΠ δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης του εν λόγω χώρου.
Σε κάθε περίπτωση, το ναυπηγείο Διαμαντή εμφανίζεται να μη σεβάστηκε ποτέ τον όρο για την προστασία του Τύμβου των Σαλαμινομάχων. Μετά την άδεια του 1977, εσωτερικές εκθέσεις του υπουργείου Πολιτισμού, που βρίσκονται στη διάθεση του Solomon, εμφανίζουν το ναυπηγείο να χρησιμοποιεί τον Τύμβο ως χώρο απορριμμάτων, αποθέτοντας εξαρτήματα πλοίων, λέμβους και λαμαρίνες, φορτία από κάρβουνο.
Το 1981, ο νεοδιορισθέντας αρχαιολόγος Άρης Τσαραβόπουλος επισκέπτεται με εντολή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας τον Τύμβο, προκειμένου να καταρτίσει τεχνική έκθεση και να τον ανασκάψει. Ο ίδιος υποστηρίζει πως, στην πραγματικότητα, στάλθηκε προκειμένου να αμελήσει – ως νέος και άπειρος – να καταγράψει την ιστορική σημαντικότητα του μνημείου, ανοίγοντας διάπλατο τον δρόμο για την κατασκευή καρβουνόσκαλας στην περιοχή.
Το 1982, η τότε υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη κηρύττει ιστορικό και αρχαιολογικό χώρο το σύνολο της Κυνόσουρας (όπου βρίσκεται το ναυπηγείο). Ωστόσο, η συστηματική απαξίωση του χώρου από το ναυπηγείο Διαμαντή συνεχίζεται.
Το 2001, στην Κυνόσουρα ορίζονται Ζώνες Α’ και Β’ προστασίας. Με βάση τους νέους όρους, το Ναυπηγείο Κυνόσουρας εμπίπτει ση Ζώνη Α’. Πλέον, οποιαδήποτε αδειοδότηση θα πρέπει να λάβει την έγκριση του υπουργείου Πολιτισμού και να περάσει από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ).
Η προσφυγή στο ΣτΕ
Οι συντάκτες της έρευνας επισημαίνουν επίσης πως τον περασμένο Ιανουάριο, εγκρίθηκε το «Master Plan» της κινέζικης εταιρίας Cosco που συνδιαχειρίζεται με τον ΟΛΠ το λιμάνι του Πειραιά, με σχετικό Προεδρικό Διάταγμα. Το Master Plan προβλέπει παραμονή των υφισταμένων ναυπηγείων, εντός της αρχαιολογικής ζώνης στην Κυνόσουρα όπου λειτουργούν σήμερα, μέχρι τη λήξη των συμβατικών τους υποχρεώσεων το 2050. Τότε θα πρέπει να μετεγκατασταθούν.
Ωστόσο, πριν από λίγες εβδομάδες αυτοδιοικητικοί, επιστήμονες, καθώς και κάτοικοι της Σαλαμίνας, του Πειραιά και της Αίγινας, προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά του Προεδρικού Διατάγματος για την έγκριση του Master Plan της Cosco, θεωρώντας πως ουσιαστικά επιχειρείται, δια της πλαγίας οδού, η νομιμοποίηση της παράνομης λειτουργίας ναυπηγικών μονάδων σε αρχαιολογικές ζώνες Α’ (απολύτου προστασίας) και της απόκτησης δικαιοδοσίας από τον ΟΛΠ σε χώρους που δεν του ανήκουν.