Το BREXIT, δηλαδή η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, φταίει για την αύξηση της ακρίβειας των τροφίμων κατά το ένα τρίτο από το 2019 σε ποσό που ανέρχεται σε τουλάχιστον 250 λίρες, αναφέρει έρευνα πανεπιστημιακών του London School of Economics (LSE) από το «Κέντρο Οικονομικής Επίδοσης» (CEP).
Όπως επισημαίνουν ο πληθωρισμός ενισχύεται μεταξύ άλλων από την υψηλότερη αύξηση της ακρίβειας στα τρόφιμα από το 1977, ενώ το 2022 ως σήμερα αυξήθηκαν πάνω από 19%.
Από τη μελέτη διαπιστώθηκε πως από τον Ιανουάριο 2022 ως το Μάρτιο 2023, η τιμή των προϊόντων τροφίμων, τα οποία ήταν εκτεθειμένα στο Brexit, αυξήθηκαν κατά περίπου 3,5 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από αυτά που δεν ήταν.
Όταν ληφθεί υπόψη ο αντίκτυπος στις τιμές των τροφίμων από το Δεκέμβριο του 2019, λίγο πριν η Βρετανία αποχωρήσει επισήμως από την ΕΕ, οι ερευνητές υπολόγισαν το κόστος του Brexit για τα βρετανικά νοικοκυριά σε 6,95 δισεκ. στερλίνες (8 εκατ. ευρώ) ή 250 στερλίνες ανά νοικοκυριό. Από το Δεκέμβριο 2019 ως το Μάρτιο 2023, σύμφωνα με τη μελέτη οι τιμές των τροφίμων στο Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν κατά σχεδόν 25 ποσοστιαίες μονάδες.
«Η ανάλυσή μας δείχνει πως, αν δεν υπήρχε το Brexit, ο αριθμός αυτός θα ήταν 8 ποσοστιαίες μονάδες (30%) χαμηλότερος», αναφέρει το CEP.
Προϊόντα με υψηλούς μη δασμολογικούς φραγμούς, όπως το κρέας και το τυρί που εισάγονται από την ΕΕ, κατέγραψαν αυξήσεις στις τιμές τους περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερες απ’ ό,τι παρόμοια προϊόντα που δεν ήταν εκτεθειμένα στο Brexit μετά τον Ιανουάριο 2021, όταν άρχισε η ισχύς η συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας (TCA) της Βρετανίας με την ΕΕ.
Την περασμένη εβδομάδα εκπρόσωπος του πρωθυπουργού Ρίσι Σούνακ ισχυρίστηκε πως η αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. δεν υπήρξε αποτυχία, αποκρούοντας επικρίσεις από εξέχοντες ευρωσκεπτικιστές πολιτικούς για τον τρόπο που εφαρμόσθηκε το Brexit.