Ομιλία σε εκδήλωση της Κομματικής Οργάνωσης Αττικής του ΚΚΕ στο Πάρκο «Αντ. Τρίτσης» εκφώνησε απόψε ο Γενικός Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, με θέμα: «Πόσο πράσινη είναι η πράσινη ανάπτυξη; Αγώνας για την πραγματική προστασία του περιβάλλοντος».
Μεταξύ άλλων τόνισε ότι «η πραγματικότητα διαψεύδει πανηγυρικά τους ισχυρισμούς των κομμάτων του συστήματος» που αν τους έπαιρνε κανείς τοις μετρητοίς «θα έφθανε στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα με ένα φυσικό περιβάλλον που προστατεύεται, με κατοίκους που χαίρονται τις ομορφιές της ελληνικής φύσης». Έφερε ως παράδειγμα την κατάσταση που επικρατεί σε όλη την Αττική «την πλέον επιβαρυμένη οικιστικά περιοχής της χώρας» και στο κέντρο της Αθήνας.
«Ίσως μεγαλύτερη απόδειξη στην περιοχή της Αττικής, για την διαχρονική υποκρισία όλων των αστικών δυνάμεων όταν μιλάμε για το περιβάλλον, είναι το παράδειγμα του Ελληνικού που θυσιάζεται στον βωμό της τεράστιας κερδοφορίας ενός πανάκριβου Real Estate» ανέφερε χαρακτηριστικά. Αναφέρθηκε, επίσης, στην «επέλαση της λεγόμενης “πράσινης ενέργειας” σε όλα τα βουνά της πατρίδας μας» ενώ επισήμανε και την εμφάνιση ενεργειακών και τουριστικών επενδύσεων σε καμένα δάση.
Είπε ακόμα ότι «οι υποστηρικτές της κλιμάκωσης της πολεμικής σύγκρουσης του ΝΑΤΟ με την Ρωσία στην Ουκρανία, με τις τραγικές συνέπειες για τις ανθρώπινες ζωές και τη μακροχρόνια καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος υποδύονται τους ευαίσθητους οικολόγους», ενώ σημείωσε ότι «το ρυπογόνο αμερικανικό LNG, βαφτίστηκε σε μια νύχτα «πράσινο». Το ίδιο και τα πυρηνικά εργοστάσια παραγωγής ενέργειας με τα επικίνδυνα απόβλητα, καθώς και η εξόρυξη, διαχωρισμός και ρυπογόνα επεξεργασία των σπάνιων γαιών».
Ο Κουτσούμπας, τόνισε πως ο καπιταλισμός «χρησιμοποιεί το περιβάλλον σαν πρώτη ύλη, σαν οικονομικό έδαφος» προειδοποιώντας πως «για αυτό και δεν μπορεί παρά να το καταστρέφει».
Είπε ακόμα ότι «τα κόμματα του συστήματος που κυβέρνησαν και διεκδικούν σήμερα την ψήφο των εργαζόμενων δεν ενδιαφέρονται για το δικό μας φυσικό περιβάλλον, αλλά στόχος τους είναι η διασφάλιση της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου». Τόνισε:
«Το πρόβλημα που επιχειρεί να λύσει η λεγόμενη πολιτική της πράσινης μετάβασης είναι το πρόβλημα της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων των μεγάλων επιχειρήσεων που δεν μπορούν πλέον να επενδυθούν κερδοφόρα στη παραγωγική διαδικασία. Ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο ο καπιταλισμός αντιμετωπίζει αυτό το πρόβλημα είναι η καταστροφή ενός σημαντικού τμήματος του κεφαλαίου, προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί η μηχανή της καπιταλιστικής κερδοφορίας».
«Αν κλείσουμε τα λιγνιτικά εργοστάσια, αν πετάξουμε τα αυτοκίνητα που χρησιμοποιούν βενζίνη, αν αντικαταστήσουμε όλα τα σπίτια με νέα, ενεργειακά σπίτια, αν επιβάλουμε ρυθμίσεις σε όλες τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις, ώστε τάχα να προστατεύουν το περιβάλλον, εκτιμούν ότι θα δημιουργηθούν χρυσοφόρα πεδία κερδοφόρας τοποθέτησης των κεφαλαίων. Αυτή είναι και η ουσία της πολιτικής της πράσινης μετάβασης» πρόσθεσε.
Ανέφερε επίσης ότι «η πράσινη μετάβαση έχει τεράστιο κόστος για τα εργατικά λαϊκά στρώματα», εξηγώντας, μεταξύ άλλων, ότι «φαινόμενα αλλαγών του κλίματος, (για τα οποία οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμα συμφωνία και υπάρχει συζήτηση), αξιοποιούνται ως το πολιτικό εργαλείο για να πεισθούν οι εργαζόμενοι να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη:
- Να πληρώνουν την πράσινη ενέργεια.
- Να περιορίσουν ακόμα και τις μετακινήσεις τους.
- Να δεχθούν να επωμισθούν νέες δαπάνες για την ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων.
- Να περιορίσουν τη θέρμανση το χειμώνα και τον κλιματισμό το καλοκαίρι.
Και όλα αυτά «για να μπορέσουν να προκύψουν τα τεράστια κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων που επενδύουν στην πράσινη ενέργεια, στα σύγχρονα κτίρια, στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα».
«Αυτός είναι και ο πραγματικός χαρακτήρας της πολιτικής της ΕΕ και των αστικών κυβερνήσεων για την πράσινη μετάβαση» τόνισε.
Είπε ακόμη ότι η καπιταλιστική ιδιοκτησία στη γη και οι ανταγωνισμοί των ομίλων για τη χρήση της γης, καθιστούν ανέφικτο έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό πολιτικής προστασίας.
Ο Δ. Κουτσούμπας είπε ότι η κατάσταση θα ήταν εντελώς διαφορετική «εάν οι εργαζόμενοι, ο λαός είχαν τον έλεγχο της εξουσίας και της οικονομίας, αν οι αποφάσεις για το τι θα παραχθεί, πόσο, πού και με ποιο τρόπο, δεν λαμβάνονταν με βάση το καπιταλιστικό κέρδος, με βάση, δηλαδή, τις ανάγκες της άρχουσας τάξης, με βάση τις δεσμεύσεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ».
«Αυτή η ριζικά διαφορετική κατάσταση είναι η κοινωνική ιδιοκτησία των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο, το ριζικά διαφορετικό εργατικό – λαϊκό κράτος, η νέα κοινωνία του σοσιαλισμού, που μπορεί να εξασφαλίσει την ευημερία του λαού» υπογράμμισε, προσθέτοντας, μεταξύ άλλων, ότι «η εργατική εξουσία και η κοινωνική ιδιοκτησία της γης μπορούν να μεταμορφώσουν το φυσικό περιβάλλον από μια πηγή εκμετάλλευσης και κερδοσκοπίας σε ένα αναπόσπαστο στοιχείο της ανάπτυξης με βάση την κοινωνική ευημερία».