Διαδηλωτές στον Λίβανο επιτέθηκαν σε πολλά κτίρια τραπεζών, έστησαν φλεγόμενα οδοφράγματα με λάστιχα και έσπασαν τζαμαρίες, κατά τη διάρκεια οργισμένης διαδήλωσης, χθες Πέμπτη, σε προάστιο στα ανατολικά της Βηρυτού, οργισμένοι από τους περιορισμούς στις αναλήψεις μετρητών από τις καταθέσεις τους.
Στο στόχαστρο των διαδηλωτών που βγήκαν στους δρόμους μια μέρα αφότου το κοινοβούλιο του Λιβάνου –για 12η φορά– απέτυχε να εκλέξει πρόεδρο και να σπάσει ένα πολιτικό αδιέξοδο που έχει κυριεύσει τη χώρα εδώ και μήνες, βρέθηκαν υποκαταστήματα της Bank Audi, της Bank of Beirut και της Byblos Bank.
Άλλες ομάδες διαδήλωσαν μπροστά από το τζαμί Αλ-Αμίν στο κέντρο της Βηρυτού, ζητώντας άμεση πρόσβαση στις δεσμευμένες αποταμιεύσεις τους, κατηγορώντας το δικαστικό σώμα για διαφθορά και απαιτώντας να λογοδοτήσουν αξιωματούχοι που εμπλέκονται σε καταγγελίες για διαφθορά, συμπεριλαμβανομένου του διοικητή της κεντρικής τράπεζας Ριάντ Σαλαμέχ.
Η χώρα έχει μπει, από το 2019, σε έναν ατέρμονο κύκλο οικονομικής κρίσης, με την Παγκόσμια Τράπεζα να κάνει λόγο για μια από τις χειρότερες κρίσεις στη σύγχρονη ιστορία. Το νόμισμα της χώρας, η λίρα Λιβάνου, έχει χάσει περισσότερο από το 98% της αξίας του έναντι του δολαρίου ΗΠΑ τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Σύμφωνα με πολιτικούς και οικονομικούς αναλυτές, η κρίση έχει τις ρίζες της σε δεκαετίες διαφθοράς και κακοδιαχείρισης από μια πολιτική τάξη που κυβερνά τον Λίβανο από το τέλος του εμφυλίου πολέμου της περιόδου 1975-90.
Ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της χώρας Ριάντ Σαλαμέχ, είναι ένας μόνο από τους αξιωματούχους που ως μέλη της κυρίαρχης πολιτικής τάξης της χώρας έχουν βυθιστεί σε σκάνδαλα διαφθοράς και έχει κατηγορηθεί ως υπεύθυνος της βαθιάς κρίσης.
Τον περασμένο μήνα εκδόθηκε ειδοποίηση της Ιντερπόλ εναντίον του, αφού η Γαλλία εξέδωσε ένταλμα σύλληψης στο πλαίσιο της έρευνάς της για το εάν υπεξαίρεσε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια από δημόσιους πόρους, κατηγορίες που ο ίδιος αρνείται.