Όλα ξεκίνησαν όταν η προσωπάρχης του προέδρου Γκουστάβο Πέτρο, Λόρα Σαράμπια, ανακάλυψε ότι επτά χιλιάδες δολάρια μετρητά είχαν κάνει φτερά από το σπίτι της. Η αστυνομία που ενεπλάκη στην έρευνα θεώρησε ως βασικές ύποπτες την νταντά και την οικιακή βοηθό που εργάζονταν στο σπίτι. Στην αρχή μάλιστα, με βάση την εικόνα που μετέφερε ένας μυστικός πληροφοριοδότης της αστυνομίας, οι δύο γυναίκες φέρονταν να εμπλέκονται με ένα από τα μεγαλύτερα καρτέλ διακίνησης ναρκωτικών της χώρας. Η περαιτέρω έρευνα της αστυνομίας δεν έδειξε καμία σύνδεση των υπόπτων με το καρτέλ, ούτε και απέδειξε ότι όντως οι δύο γυναίκες είχαν διαπράξει την κλοπή.
Η φαινομενικά αδιάφορη υπόθεση θα μπορούσε να έχει περάσει στο αρχείο με μοναδική χαμένη την προσωπάρχη που θα στερούνταν επτά χιλιάδες από την προσωπική περιουσία της. Όμως τα γεγονότα πήραν μια ανεξέλεγκτη τροπή που έμελλε να κλονίσει για πρώτη φορά την δημόσια εικόνα της νέας κυβέρνησης.
Η ανώτατη εισαγγελέας της χώρας, διορισμένη από τον προηγούμενο πρόεδρο Ιβάν Ντούκε, ξεκίνησε έρευνα εναντίον της Σαράμπια με την κατηγορία της κατάχρησης εξουσίας, καθώς φέρεται να χρησιμοποίησε ανιχνευτή ψεύδους για να υποβάλλει την γυναίκα σε τεστ αλήθειας. Ακόμα χειρότερα για την Σαράμπια, η εισαγγελία θέλει να εξακριβώσει αν η ίδια ενορχήστρωσε την παρακολούθηση των τηλεφωνικών συσκευών της ύποπτης από την αστυνομία χωρίς να συντρέχουν όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις.
Στην Κολομβία οι υποκλοπές είναι κάτι παραπάνω από γνώριμες στην πολιτική ζωή της χώρας. Στην 8ετή θητεία (2002-2010) του Αλβάρο Ουρίμπε, του προέδρου που κατέστησε την Κολομβία τον πιο στενό σύμμαχο των ΗΠΑ στην περιοχή, οι περισσότεροι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί είχε αποδειχθεί ότι παρακολουθούνταν από την κεντρική υπηρεσία πληροφοριών της χώρας. Στα χρόνια της προεδρίας του προκατόχου του Πέτρο, Ιβάν Ντούκε, η υπηρεσία πληροφοριών παρακολουθούσε ξανά στελέχη του δικαστικού μηχανισμού της χώρας, καθώς και πολιτικούς, δημοσιογράφους και κοινωνικούς ακτιβιστές. Η προσθήκη της κυβέρνησης Πέτρο στην λίστα των κυβερνήσεων που έχουν συσχετιστεί με σκάνδαλα υποκλοπών θολώνουν το ηθικό πλεονέκτημα που διατηρεί ο νυν πρόεδρος σε σχέση με το κυρίαρχο πολιτικό προσωπικό της χώρας.
Τα πράγματα όμως έμελλε να γίνουν ακόμα χειρότερα για την κυβέρνηση. Το εβδομαδιαίο περιοδικό Semana που αποκάλυψε την υπόθεση παρακολουθήσεων δημοσίευσε ηχητικά μηνύματα του πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Πέτρο, Αρμάντο Μπενεντέτι. Σε αυτά, ο Μπενεντέτι απειλούσε την Σαράμπια ότι θα μιλήσει δημόσια για οικονομικές ατασθαλίες στην προεκλογική καμπάνια ενώ υπαινίχθηκε μέχρι και ότι ο Πέτρο έλαβε χρηματοδότηση ύψους εκατομμυρίων δολαρίων από καρτέλ ναρκωτικών! Η οργή του Μπενεντέτι, σύμφωνα πάντα με τα δημοσιευμένα ηχητικά, οφειλόταν στο ότι η κυβέρνηση τον διόρισε πρέσβη στην Βενεζουέλα ενώ ο ίδιος φιλοδοξούσε να κεφαλαιοποιήσει την ομολογουμένως επιτυχημένη εκστρατεία του Πέτρο με μια υψηλότερη θέση στο κυβερνητικό σχήμα. Τα δύο στελέχη του κυβερνητικού στρατοπέδου παύθηκαν αμέσως από τα καθήκοντα τους με τον πρόεδρο να δηλώνει την απόλυτη διαθεσιμότητα του να συνεργαστεί με τις αρχές ώστε να διαλευκανθεί η υπόθεση.
Το σκάνδαλο ήταν το έναυσμα που περίμενε η Δεξιά αντιπολίτευση για να ανακτήσει το χαμένο έδαφος των προηγούμενων μηνών. Η στιγμή που ξέσπασε έμοιαζε σαν μάννα εξ ουρανού καθώς συμπίπτει με την προσπάθεια του Πέτρο να περάσει από το κοινοβούλιο μεταρρυθμίσεις στους τομείς της υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης και της εργασίας, όλες αναπόσπαστο τμήμα του φιλόδοξου προγράμματος που εκλέχθηκε για να εφαρμόσει. Το σύνολο των κυρίαρχων ΜΜΕ, που ελέγχονται από επιχειρηματικές οικογένειες που ηγεμονεύουν στους κυριότερους οικονομικούς τομείς της Κολομβίας, επιτέθηκαν στον Γκουστάβο Πέτρο απαιτώντας την παραίτηση του Προέδρου και όλης της κυβέρνησης. Από κοντά και τα κόμματα της αντιπολίτευσης που είδαν την ευκαιρία να απομακρύνουν την συζήτηση από τις λαοφιλείς μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης προς την κατεύθυνση μιας αποπολιτικοποιημένης σκανδαλολογίας που φθείρει περισσότερο την πλευρά που είχε υποσχεθεί να μείνει μακριά από τις σκοτεινές πρακτικές των προκατόχων της. Στις αρχές Ιουνίου, η πίεση του μιντιακού και πολιτικού κατεστημένου απέδωσε καρπούς, έστω προσωρινούς, παγώνοντας τις κοινοβουλευτικές συζητήσεις γύρω από τα τρία κεντρικά νομοσχέδια που επιχειρούσε να περάσει η κυβέρνηση. Το κόμμα του προέδρου «Ιστορικό Σύμφωνο» απάντησε με διεθνή εκστρατεία καταγγελίας που χαρακτήριζε τις συντονισμένες επιθέσεις εναντίον της κυβέρνησης «απόπειρα ήπιου πραξικοπήματος» κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την δημοκρατία στην Κολομβία. Ταυτόχρονα, κινητοποίησε την βάση των οπαδών του σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας καλώντας τα κινήματα και την λαϊκή βάση της κυβέρνησης να βρίσκεται σε επαγρύπνηση για την μαχητική υπεράσπιση του μεταρρυθμιστικού της προγράμματος.
Η αντίδραση της κυβέρνησης στο πρώτο σκάνδαλο που καλείται να διαχειριστεί είναι κρίσιμη για την πολιτική της επιβίωση. Οι κινήσεις της δείχνουν ότι έχει μελετήσει τις εμπειρίες άλλων αριστερών κυβερνήσεων που βρέθηκαν αντιμέτωπες με αντίστοιχες προσπάθειες αποσταθεροποίησης τους. Όταν έρχεται η στιγμή να υλοποιηθούν μεταρρυθμίσεις που μεταβάλλουν αισθητά το τοπίο εις βάρος των επιχειρηματικών κολοσσών που αντλούν υπερκέρδη από την νεοφιλελευθεροποιημένη οικονομία, η συμμαχία κυρίαρχων ΜΜΕ, επιχειρηματιών, δικαστικών λειτουργών και (ακρο)δεξιάς θα επιτεθεί σφοδρά σε κάθε ρήγμα που θα δημιουργηθεί στο κυβερνητικό μέτωπο. Για να απορροφηθεί η δυναμική αυτής της επίθεσης και να μην κλονιστεί σε μη αναστρέψιμο βαθμό η κυβερνητική επιρροή είναι ανάγκη να κινητοποιηθεί η λαϊκή βάση που έχει άμεσο συμφέρον από την υλοποίηση του κυβερνητικού προγράμματος. Η μαζική παρουσία του λαϊκού παράγοντα στις διαδηλώσεις που κάλεσε η κυβέρνηση στις αρχές Ιουνίου δεν απέτρεψε την προσωρινή παύση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, τόνωσε όμως τις κοινωνικές συμμαχίες του «Ιστορικού Συμφώνου» με τα εργατικά και ιθαγενικά κινήματα και έβαλε στην εξίσωση της κυβερνητικής προσπάθειας τις λαϊκές κινητοποιήσεις. Στις εβδομάδες που ακολουθούν, η προσωρινή παύση των συζητήσεων στο κοινοβούλιο θα αρθεί και τα μεταρρυθμιστικά νομοσχέδια θα τεθούν εκ νέου στην ατζέντα. Η έγκριση ή απόρριψη τους θα φανερώσει αφενός το βάθος του πλήγματος που δέχτηκε ο Πέτρο από το σκάνδαλο, αφετέρου το επίπεδο αποφασιστικότητας του να συγκρουστεί με το συστημικό μέτωπο που έχει ορκιστεί την ανατροπή του.