Μια από τις ειδήσεις που πέρασε στα «ψιλά» είναι αυτή για το εξάχρονο παιδί στη Θεσσαλονίκη («συμπρωτεύουσα», «ερωτική πόλη», επίκεντρο λογής υπερπατριωτών κλπ.), το οποίο πριν λίγες μέρες χτύπησε στο κεφάλι και το περιέφεραν από νοσοκομείο σε νοσοκομείο για τρεις ώρες έως ότου βρεθεί τομογράφος. Δεν συνέβη σε κάποιο νησί ή σε ορεινή περιοχή το περιστατικό. Εκεί ο κόσμος μπορεί και να πεθάνει περιφερόμενος, όπως άλλωστε συμβαίνει τελευταία. Συνέβη στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της πατρίδας μας.
Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς, ότι ως μια χώρα σε κρίση, είναι λογικό να μην έχουμε πολλά τέτοια μηχανήματα και άρα τέτοια περιστατικά να είναι κάπως αναμενόμενα. Ελάτε όμως που δεν είναι έτσι τα πράγματα. Σύμφωνα με τα διεθνή σχετικά, στοιχεία, η Ελλάδα το 2019 ήταν 5η στον στον κόσμο σε αριθμό μαγνητικών τομογράφων ανά εκατομμύριο κατοίκων, μετά την Ιαπωνία, τις ΗΠΑ, τη Γερμανία και την Κορέα, με 29,35 τομογράφους ανά εκατομμύριο. Μετά από 15 χρόνια κρίσης παραμένει μια υπερδύναμη στο συγκεκριμένο πεδίο. Μόνο που υπάρχει μια μικρή διαφοροποίηση: όταν κοιτούμε τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, ο αριθμός τομογράφων ανά εκατομμύριο κατοίκων στα δημόσια νοσοκομεία είναι μόλις 8. Με άλλα λόγια, τομογράφοι υπάρχουν, αλλά στον ιδιωτικό τομέα.
Τι σημαίνει αυτό; Πρώτον, ότι θα εξυπηρετηθούν πρώτοι εκείνοι οι οποίοι μπορούν να πληρώσουν. Δεύτερον, ότι η ιδιωτική υγεία λεηλατεί τον δημόσιο προϋπολογισμό με αδιανόητες υπερκοστολογήσεις και εύκολα παραπεμπτικά για τέτοια εξετάσεις, προκειμένου να αξίζει η επένδυση σε έναν τόσο μεγάλο αριθμό τόσο ακριβών μηχανημάτων. Τρίτον, ότι τα πλουσιότερα στρώματα των μεγάλων πόλεων έχουν σύγχρονες υπηρεσίες υγείας, ενώ τα φτωχότερα και η περιφέρεια (ιδίως δε τα νησιά) όχι. Κοινώς, οι ταξικές και γεωγραφικές ανισότητες και στον τομέα της υγείας καθιστούν την πατρίδα μας μη βιώσιμη.
Αυτή είναι μια εικόνα από την κατάσταση της δημόσιας υγείας, μετά από την εισαγωγή της ιδιωτικής περίθαλψης επί πατρός Μητσοτάκη, μετά από τρία μνημόνια (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ) και μετά από μια τετραετία Κυριάκου Μητσοτάκη, κατά τη διάρκεια της οποίας η υγεία υποτίθεται ότι βρέθηκε στο επίκεντρο λόγω πανδημίας. Αξίζει να σταθούμε σε αυτό: κατά τη διάρκεια της πανδημίας είχαμε ένα πανεθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού με άγνωστα κέρδη για το ολιγοπώλιο των πολυεθνικών που παρήγαγαν τα εμβόλια (σίγουρα πάντως ήταν τεράστια), ελλιπέστατη ενημέρωση ως προς πιθανές παρενέργειες των εμβολίων, περιορισμούς ατομικών δικαιωμάτων, διαθεσιμότητες και εκδικητικές συμπεριφορές εις βάρος υγειονομικών, τρομακτική αποτυχία των ΜΕΘ, τρομακτικό αριθμό ανθρώπων που πέθαναν επειδή δεν είχαν πρόσβαση στο ΕΣΥ, μηδενική σχεδόν συμβολή της ιδιωτικής υγείας, αλλά μόνο κέρδη λόγω της μετατροπής του ΕΣΥ σε μονοθεματικό μηχανισμό διαχείρισης του Covid και τελικώς ένα ΕΣΥ υπό κατάρρευση. Ο δε πρωθυπουργός τι μας είπε ακολούθως των θανάτων εν μέσω προεκλογικής περιόδου λόγω της κατάρρευσης του ΕΣΥ; «Συγγνώμη, θα ασχοληθώ με αυτό την επόμενη τετραετία»…
Βεβαίως, ο πρωθυπουργός συγγνώμη είχε ζητήσει και για τα Τέμπη, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τους μπράβους του από το να βγάλουν σηκωτή από προεκλογική του συγκέντρωση μια από τις επιζήσασες του σιδηροδρομικού δυστυχήματος. Είναι προφανές ότι οι θάνατοι από την ιδιωτικοποίηση της υγείας, όπως και από τα Τέμπη, δεν οφείλονται σε στιγμιαία λάθη, ώστε να ζητά κανείς συγγνώμη. Αποτελούν αιτιωδώς σχετιζόμενο αποτέλεσμα συνειδητών δολοφονικών πολιτικών, τις οποίες επιβάλλουν αντικοινωνικές ελίτ του πλούτου και τα πολιτικά τους όργανα. Είναι τεράστιο το φαγοπότι γύρω από την ιδιωτικοποίηση της υγείας, εξ ου και όχι μόνο θα συνεχιστεί, αλλά δε θα κουνηθεί βλέφαρο ακόμα και αν πεθαίνει σωρηδόν ο κόσμος λόγω της κατάστασης του ΕΣΥ, όπως και γίνεται. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και με την ιδιωτικοποίηση των υποδομών και όχι μόνο.
Η «ψήφος σταθερότητας» αυτού του αντικοινωνικού συστήματος είναι ψήφος αυτοκτονική για τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού. Είναι ψήφος την οποία θα κραδαίνουν εκείνοι που θα διαλύουν κάθε απομεινάρι μεταπολιτευτικής ευημερίας. Εμείς δεν έχουμε κανένα λόγο να κολακεύουμε τον λαό και το εκλογικό σώμα. Μια ψήφος σταθεροποίησης και άρα ισχυροποίησης και επιβράβευσης αυτού του κατεστημένου δεν θα είναι το πρώτο λάθος του λαού. Άλλωστε, η ψήφος δεν μας κάνει αλάνθαστους. Μας κάνει κατά ένα βαθμό υπεύθυνους. Σε αυτές τις εκλογές δεν κατατίθεται (τουλάχιστον με τρόπο εν δυνάμει πλειοψηφικό και ηγεμονικό) λύση στα προβλήματα της χώρας. Δυστυχώς δεν είναι αυτό το διακύβευμα. Το διακύβευμα είναι αν το κατεστημένο θα νιώσει πανίσχυρο, ώστε να αλέσει τον λαό ή αν θα του βάλουμε εμπόδια. Αυτή η τελευταία επιλογή δεν είναι πρόβλημα, είναι η αφετηρία της λύσης του προβλήματος της χώρας.