Η τεχνητή νοημοσύνη έχει κατηγορηθεί για πολλά άσχημα πράγματα, ενώ η κατάχρησή της από το καπιταλιστικό σύστημα και την ασύδοτη εξουσία έχει μεταφέρει τον εφιάλτη ενός βάρβαρου δυστοπικού μέλλοντος από τις σελίδες των βιβλίων επιστημονικής φαντασίας σε μια πραγματική ενδεχόμενη απειλή της ανθρωπότητας.
Υπάρχουν, όμως, μερικές περιπτώσεις που η τεχνητή νοημοσύνη, όταν βρίσκεται σε έντιμα και αξιόλογα χέρια δεν κάνει απλά θαύματα, αλλά μπορεί να βοηθήσει με ουσιαστικό πολιτικό τρόπο την κοινωνία.
Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί εκείνη του Αργεντινού καλλιτέχνη Σαντιάγκο Μπάρος, ο οποίος χρησιμοποιεί την τεχνητή νοημοσύνη για να σχεδιάσει και να παρουσιάσει ψηφιακές εικόνες με το πώς θα έμοιαζαν σήμερα ως ενήλικες τα παιδιά που εξαφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας της Αργεντινής.
«Βλέποντάς τους να σε κοιτούν στα μάτια, σε κάνει να αμφισβητείς, σου θυμίζει ότι ο τρόμος είναι ακόμα εκεί έξω, ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν ακόμα την πραγματική τους ταυτότητα και ότι ο αγώνας συνεχίζεται καθημερινά», τόνισε ο Μπάρος, ο οποίος δημοσιεύει τις φωτογραφίες από το έργο του στη σελίδα του στο Instagram.
Πέντε χρόνια διήρκησε η δικτατορία του στρατηγού Χόρχε Ραφαέλ Βιντέλα στην Αργεντινή, από το 1976 έως το 1981. Πέντε χρόνια ήταν αρκετά για τον διαβόητο δικτάτορα να βυθίσει τη χώρα της Λατινικής Αμερικής στο αίμα, στον πόνο και στην ανείπωτη εξαθλίωση. Ο Βιντέλα δεν ήταν μόνο ο μακελάρης της Αργεντινής, αλλά ένας από τους πιο αιμοσταγείς δικτάτορες στην παγκόσμια ιστορία.
Το καθεστώς του Βιντέλα φυλάκισε, βασάνισε, ακρωτηρίασε, δολοφόνησε και εξαφάνισε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, μεταξύ των οποίων μικρά παιδιά και βρέφη. Όπως και στη Χιλή του Πινοσέτ, έτσι και στην Αργεντινή του Βιντέλα, οι περισσότεροι «εξαφανισμένοι» («desaparecidos», όπως είναι ο ισπανικός όρος) ήταν αντιφρονούντες της χούντας, κυρίως προερχόμενοι από αριστερούς πολιτικούς χώρους. Το χουντικό καθεστώς δεν δίστασε να εξολοθρεύσει ορισμένες φορές ολόκληρες τις οικογένειες των πολιτικών αντιπάλων και αντιφρονούντων.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες και τα επίσημα αρχεία, περίπου 30.000 άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων περίπου 500 παιδιών και μωρών, σκοτώθηκαν ή εξαφανίστηκαν, σχεδόν όλοι άμαχοι.
Μετά την πτώση της αργεντίνικης χούντας το 1981, οι συγγενείς που έχασαν τους ανθρώπους τους ξεκίνησαν έναν τιτάνιο αγώνα να εντοπίσουν κάποιο ίχνος τους, να μάθουν κάτι για αυτούς, με τους περισσότερους να συνεχίζουν να αγωνίζονται μέχρι σήμερα, πάνω από 40 χρόνια από την αργεντίνικη μεταπολίτευση.
Μια τέτοια ομάδα, οι «Abuelas de Plaza de Mayo», οι «Γιαγιάδες της Πλατείας του Μαΐου», δεν έχουν σταματήσει να ψάχνουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους που εξαφανίστηκαν κατά την περίοδο της χούντας.
Το κίνημα πρωτοξεκίνησε στις 30 Απριλίου 1977, όταν 14 μητέρες -για αυτό και το κίνημα ονομάστηκε αρχικά «Μητέρες της Πλατείας του Μαΐου»– διαμαρτυρήθηκαν στην Plaza de Mayo (Πλατεία του Μαΐου), μπροστά στην Casa Rosada, το Προεδρικό Μέγαρο. Παρά τη διαταγή να διαλυθούν, οι θαρραλέες μητέρες ξεκίνησαν να περπατούν αργά, πιασμένες χέρι-χέρι και να κάνουν τον γύρο της πλατείας. Κάθε εβδομάδα, ολοένα και περισσότερες μητέρες εμφανίζονταν στη διαμαρτυρία, καθώς ολοένα και περισσότεροι αγωνιστές και εικαζόμενοι συνοδοιπόροι τους συνέχιζαν να «εξαφανίζονται».
Οι γυναίκες φορούσαν ένα χαρακτηριστικό λευκό μαντήλι στα μαλλιά τους, και παρά το γεγονός ότι οι δράσεις τους ξεπέρασαν τα σύνορα και απέκτησαν διεθνή διασημότητα, το καθεστώς του Βιντέλα δεν δίστασε να δολοφονήσει τρεις από τις πρωτοστάτριες της ομάδας. Τον Δεκέμβριο του 1977, οι Azucena Villaflor de Vincenti, Mary Ponce de Bianco και Esther Ballestrino de Careaga έπεσαν θύματα απαγωγής και, αφού βασανίστηκαν από τις αρχές της χούντας, πετάχτηκαν ζωντανές από αεροπλάνο. Άλλες μητέρες υπέστησαν ξυλοδαρμούς και φυλακίσεις χωρίς όμως να σταματήσουν την ειρηνική τους αντίσταση.
Τώρα η ομάδα, η οποία μέσα στο πέρασμα των ετών εντόπισε 132 εγγόνια που ήταν μέσα στα εξαφανισμένα παιδιά, ευχαρίστησε την πρωτοβουλία του καλλιτέχνη Σαντιάγκο Μπάρος για τις απεικονίσεις των χαμένων παιδιών, αλλά τόνισε ότι το τεστ DNA παραμένει η «μόνη αλάνθαστη» μέθοδος αναγνώρισης.
«Εκτιμούμε κάθε πράξη αλληλεγγύης που συνοδεύει την αναζήτηση, αλλά… είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι αυτή η πρωτοβουλία δεν είναι επιστημονική αλλά καλλιτεχνική-παιχνιδιάρικη», ανέφερε η οργάνωση σε ανακοίνωσή της.
Χρησιμοποιώντας την εφαρμογή MidJourney για να συνδυάσει φωτογραφίες των εξαφανισμένων μητέρων και πατεράδων από το δημόσιο αρχείο του ιστότοπου Abuelas, ο Σαντιάγκο Μπάρος δημιούργησε τα πιθανά πρόσωπα των παιδιών τους ως ενήλικες σήμερα. Για κάθε συνδυασμό, η εφαρμογή εμφανίζει μια γυναικεία και μια αρσενική πιθανή εικόνα.
Πάντα πίστευα ότι έπρεπε να φανταστώ αυτά τα εγγόνια ως ενήλικες, που έχουν ήδη ρυτίδες και γκρίζα μαλλιά, είπε ο Μπάρος.
Ο Εστεμπάν Ερέρα, ένα μέλος του Abuelas που αναζητά τον ετεροθαλή αδερφό του που γεννήθηκε στη φυλακή, είπε ότι πολλοί άνθρωποι ζήτησαν κατά λάθος από την ομάδα αντί από τον καλλιτέχνη να δημιουργήσει εικόνες AI.
«Είναι ένα άτομο που ήθελε να συνεργαστεί μαζί μας λόγω ενός καλλιτεχνικού οράματος», είπε ο Ερερα, ο οποίος προσχώρησε στην ομάδα-κίνημα, αφότου συνειδητοποίησε ότι η μητέρα του ήταν έγκυος όταν «εξαφανίστηκε» βίαια από τη χούντα.
AI imagines kids of victims kidnapped during Argentina dictatorship https://t.co/BJi4SpiJz5 pic.twitter.com/7XHuZElWJX
— Reuters (@Reuters) July 25, 2023
Από την πλευρά του, ο Μπάρος τόνισε ότι είχε πάντα στόχο να υποστηρίξει την αποστολή των Abuelas, χρησιμοποιώντας την τεχνητή νοημοσύνη ως έναν τρόπο για τις νεότερες γενιές να εξετάσουν τις φρικαλεότητες του παρελθόντος. Συμφώνησε πως «σίγουρα δεν αντικαθιστά τα δείγματα DNA ή καμία από τις μεθόδους Abuelas», όπως η διερεύνηση πιθανών παράνομων υιοθεσιών και η συλλογή δειγμάτων DNA.
Σε κάθε περίπτωση, είναι απίστευτα συγκινητικό αλλά και, συνάμα, τραυματικό να αποκτούν τα παιδιά που χάθηκαν ένα πρόσωπο, μια, έστω και ψηφιακή, υπόσταση.
Σίγουρα πολύ περισσότερο για τους ίδιους τους συγγενείς που εδώ και μισό αιώνα ζουν με την αγωνία να εντοπίσουν τα παιδιά που τους έκλεψε ο αιμοδιψής δικτάτορας, αλλά και για κάθε άνθρωπο που αγωνίζεται εναντίον του φασισμού.