ΑΘΗΝΑ
09:52
|
05.11.2024
Ποιος ηθοποιός θα ήταν πιο κατάλληλος να θριαμβολογήσει σαρκαστικά μπροστά στους δημοσιογράφους;
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

«Η Δημοκρατία είναι τόσο υπερτιμημένη».
«Η εγγύτητα στην εξουσία κάνει κάποιους να νομίζουν πως την ασκούν».
«Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να εξουδετερώσεις μια στάλα αμφιβολίας από μια πλημμύρα γυμνής αλήθειας».

Παρακολουθώντας πριν μια εβδομάδα τον Κέβιν Σπέισι να κάνει δηλώσεις έξω από το Κακουργιοδικείο του Λονδίνου μετά την αθώωσή του για εννιά σεξουαλικά αδικήματα, σκέφτηκα πόσο ταιριαστό για την περίσταση θα ήταν να κοιτάξει τις κάμερες με ένα μειδίαμα και να απαγγείλει μια από τις παραπάνω ατάκες, από το πολιτικό θρίλερ του Netflix «House of Cards».

Οι ατάκες προς στην κάμερα ήταν το χαρακτηριστικό αφηγηματικό τέχνασμα του κεντρικού χαρακτήρα της σειράς, Φρανκ Άντεργουντ, τον οποίο ο Σπέισι ενσάρκωσε με τεράστια επιτυχία για πέντε χρόνια, πριν απολυθεί το 2017 με την δημοσιοποίηση της πρώτης καταγγελίας εναντίον του, και μόλις μέρες μετά το ντεμπούτο του hashtag #MeToo.

Ποιος ηθοποιός θα ήταν πιο κατάλληλος να θριαμβολογήσει σαρκαστικά μπροστά στους δημοσιογράφους; Τους ίδιους μάλιστα που εδώ και έξι χρόνια τον μετέτρεψαν σε μιαρό σύμβολο της κάθαρσης της βιομηχανίας του θεάματος από ισχυρούς άντρες;

Το casting του Σπέισι ως εγκληματία της πραγματικής ζωής ήταν πράγματι ιδανικό. Ο ηθοποιός έγινε διάσημος τη δεκαετία του ‘90 σε εμβληματικούς κινηματογραφικούς ρόλους ιδιοφυών villains που απέφευγαν τις επιπτώσεις των πράξεών τους (ο κατά συρροήν δολοφόνος του «Seven», ο μεγαλοαπατεώνας στους «ΣυνήθειςΥπόπτους»), αλλά και σε ρόλους αντι-ήρωα που πληρώνει με τη ζωή του μια τραγική παρεξήγηση (ο διεφθαρμένος ντετέκτιβ του «Λος Άντζελες Εμπιστευτικό», ο μεσοαστός οικογενειάρχης που ερωτεύεται τη συμμαθήτρια της κόρης του στο «American Beauty»).

Στον Φρανκ Άντεργουντ, όμως, ο Σπέισι φαινόταν να διασκεδάζει όσο ποτέ άλλοτε την ανηθικότητα ενός χαρακτήρα. Ο γερουσιαστής Άντεργουντ αναρριχάται στην προεδρία των ΗΠΑ αφού, μεταξύ άλλων, δολοφονήσει μια δημοσιογράφο, προκαλέσει διπλωματικό επεισόδιο με την Κίνα και στρατιωτικό επεισόδιο με τη Ρωσία στη Μέση Ανατολή, και αφού διαδώσει εικονικές τρομοκρατικές απειλές, για να διαβάλλει το αποτέλεσμα των εκλογών. Με την απρόσμενη άνοδο του Τραμπ στην εξουσία, ο χαρακτήρας απέκτησε ένα συμβολικό βάρος. Τα προοδευτικά μέσα ενημέρωσης τον επικαλούνταν για να υπονοήσουν πως ο Τραμπ συνιστούσε μακιαβελική απειλή για τη μάλλον υπερτιμημένη δημοκρατία των ΗΠΑ («Ποιος το είπε: o Άντεργουντ ή ο Τραμπ;» ρωτούσε τους αναγνώστες της η Guardian σε ένα κουίζ). Όταν μαζί με το σκάνδαλο του Χάρβεϊ Γουάινστιν, ξέσπασε και το σκάνδαλο Σπέισι, τα μέσα ενημέρωσης καλλιέργησαν την εντύπωση μιας πλημμύρας που θα εξουδετέρωνε την τελευταία στάλα αμφιβολίας πως τα ίδια αποτελούν τους ακριβοδίκαιους θεματοφύλακες της δημοκρατίας στην εποχή του Τραμπ και της δικαιοσύνης στην εποχή του #MeToo.

Ποια ήταν όμως τα εγκλήματα του Σπέισι; Ο πρώτος καταγγέλλων ηθοποιός Άντονι Ραππ, ισχυρίστηκε στη συνέντευξη που εξαπέλυσε την πλημμύρα (πριν ασκηθεί καν η πρώτη μήνυση), πως το 1986, όταν ήταν δεκατεσσάρων χρονών, ο τότε εικοσιεπτάχρονος Σπέισι τον σήκωσε στην αγκαλιά του, όντας μεθυσμένος μετά από ένα πάρτι στο σπίτι του, τον έριξε στο κρεβάτι και ξάπλωσε επάνω του, πριν ο Ραππ του ξεφύγει και αποχωρήσει. Την καταγγελία του Ραππ, ακολούθησαν δεκάδες άλλες, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Αγγλία, όπου ο Σπέισι ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου Old Vic. Νεαροί άντρες περιέγραφαν σχεδόν πανομοιότυπα περιστατικά, όπου ο Σπέισι τους χούφτωνε σε δημόσιους χώρους, και σε μια περίπτωση μέσα σε ένα εν κινήσει αυτοκίνητο, όπου άρπαξε τον καβάλο του οδηγού (μια πλήρης καταγραφή των καταγγελιών εδώ). Η πιο σοβαρή καταγγελία από έναν 23χρονο, πως το 2008 μετά από μια βραδιά στο διαμέρισμα του Σπέισι στο Λονδίνο, όπου κάπνισαν μαριχουάνα, ξύπνησε και βρήκε τον σταρ να του κάνει στοματικό έρωτα, έφερε την πιθανότητα ισόβιας κάθειρξης.

Οι περιγραφές συνέκλιναν στο ότι ο Σπέισι συμπεριφερόταν αλαζονικά και κτητικά («Αυτό υποδηλώνει ιδιοκτησία», φέρεται να είπε σε έναν άντρα ενώ των χούφτωνε), με μια αίσθηση απόλυτης ασυλίας, αλλά και αδιαφορίας για την προφανή ανισότητα εξουσίας σε θέατρα και κινηματογραφικά πλατό ανάμεσα σε σταρ και χαμηλόβαθμους εργαζόμενους. Πολύ απλά, ο Σπέισι ήταν κάτι σαν τον Άντεργουντ, αλλά όχι μόνο πίσω από κλειστές πόρτες.

Η μιντιακή πλαισίωση των καταγγελιών, όμως, ήταν κάθε άλλο παρά ψύχραιμη και αντικειμενική. Η μαζική καταδίκη του Σπέισι δεν έκανε διάκριση ανάμεσα στα περιστατικά. Καλλιεργούνταν έτσι η εντύπωση πως όποιος αρέσκεται στο χούφτωμα είναι ικανός και για βιασμό. Παρά δε το γεγονός πως από τις καταγγελίες απουσίαζε το στοιχείο της έντονης βίας και του εξαναγκασμού (ο Σπέισι δεν ζήτησε σεξ με αντάλλαγμα έναν ρόλο, ενώ φέρεται να έδιωχνε από το διαμέρισμά του όσους αρνούνταν να κάνουν σεξ μαζί του, αντί να τους επιβάλλεται με τη βία) ο σταρ παρουσιάστηκε ως παντελώς στερούμενος αναστολών. Η καταγγελία του Ραππ είχε ήδη δώσει στο σκάνδαλο το πιο απεχθές εφαλτήριο, αυτό της κακοποίησης ανηλίκων, με τον Σπέισι να στιγματίζεται ως «παιδόφιλος», και παρά το ότι τόσο o Ραππ όσο και άλλοι καταγγέλλοντες ήταν έφηβοι την περίοδο που τον γνώρισαν, όχι παιδιά. Η δε ομοφυλοφιλία του Σπέισι, κρυφό μυστικό που ο σταρ ανακοίνωσε για πρώτη φορά μετά την καταγγελία του Ραππ, λειτούργησε ενοχοποιητικά: ΛΟΑΤΚΙ ακτιβιστές και δημοσιογράφοι τον κατακεραύνωσαν για δήθεν προσπάθειά του να συνδέσει την ομοφυλοφιλία με την σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, την ίδια στιγμή που οι δικές τους διαμαρτυρίες τροφοδοτούσαν αυτούς τους άστοχους συνειρμούς.

Ταυτόχρονα, τηρήθηκε και ένας κανόνας της κάλυψης υποθέσεων του #MeToo: το θύμα είναι απόλυτα αθώο, ένα φαντασιακό ον χωρίς σεξουαλικές ορμές ή ιδιοτελή κίνητρα. Ο σκανδαλισμός για την αλαζονική συμπεριφορά του σταρ και την ηλικιακή διαφορά με τους καταγγέλλοντες, μετατράπηκε έτσι σε μαζικό αίτημα για άμεση και παραδειγματική τιμωρία, ως κάτι αυτονόητο.

Η εισαγγελία του Λονδίνου συγκέντρωσε τελικά εννιά κατηγορίες από τέσσερις άντρες σε μια και μόνο δίκη. Οι δίκες όμως δεν είναι ρεπορτάζ, ούτε hashtag. Η υπεράσπιση του Σπέισι έριξε μεθοδικά στάλες αμφιβολίας στο κατηγορητήριο. Η άσεμνη επίθεση στο προαναφερόμενο αυτοκίνητο, για παράδειγμα, τέθηκε σε αμφισβήτηση όταν ο Έλτον Τζον και ο σύζυγός του κατέθεσαν μέσω βιντεοκλήσης πως ο Σπέισι δεν είχε παρευρεθεί στο φιλανθρωπικό τους γκαλά τη χρονιά που ο καταγγέλλων ισχυρίστηκε ότι τον οδήγησε εκεί. Η υπεράσπιση παρουσίασε και τηλεφωνικά αρχεία που έθεσαν σε αμφισβήτηση την πιο σοβαρή καταγγελία σεξουαλικής επίθεσης. Ελλείψει άλλων επιβεβαιωτικών στοιχείων και μαρτυριών, οι ένορκοι δεν δέχτηκαν πέραν πάσης αμφιβολίας καμία κατηγορία. Η πίστη στην μαρτυρία του θύματος ως γυμνή αλήθεια δεν έφτασε λοιπόν για να στείλει τον Σπέισι στη φυλακή για το υπόλοιπο της ζωής του.

Της αθώωσης στο Λονδίνο, είχε προηγηθεί και το τέλος της δικαστικής περιπέτειας του Σπέισι στις ΗΠΑ. Εκεί, οι περισσότερες καταγγελίες δεν έφτασαν στα δικαστήρια, είτε λόγω παραγραφής του αδικήματος, είτε απόρριψης από τις εισαγγελικές αρχές. Σε μια περίπτωση, ο καταγγέλλων απέσυρε την μήνυση όταν στο δικαστήριο προέκυψε πως από το αρχείο του κινητού τηλεφώνου που παρέδωσε στις αρχές είχε σβηστεί υλικό. Στο αστικό δικαστήριο που τελικά εξέτασε το 2022 την μήνυση του Ραππ (με αίτημα αποζημίωσης 40 εκατομμυρίων δολαρίων), οι ένορκοι αποφάσισαν πως δεν αποδείχθηκε ότι ο Σπέισι είχε αγγίξει τον Ραππ σε ιδιωτικό μέρος του σώματος του – το στοιχείο της ανηλικότητας στο οποίο εστίασαν τα ρεπορτάζ του 2017, δεν στοιχειοθετούσε ντε φάκτο καταδίκη. Στο ίδιο δικαστήριο, κατέπεσε και άλλη μια κατηγορία, μιας και ο καταγγέλλων δεν δέχτηκε να αποκαλύψει την ταυτότητά του κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

Σε αντίθεση με την τεράστια προβολή του σκανδάλου το 2017 όμως, τα μέσα ενημέρωσης έδωσαν ελάχιστη έκταση σε εκείνες τις αποφάσεις, ενώ και την τελευταία εβδομάδα, περιορίζονται σε συγκρατημένα ρεπορτάζ και προβλέψεις για το μέλλον της καριέρας του ηθοποιού. Οι μιντιακές εξαγγελίες πως το #MeToo θα διόρθωνε τα κακώς κείμενα της σεξουαλικής βίας μέσω του ποινικού συστήματος είχαν ήδη κοπάσει. Αυτές τις μέρες, τα αμερικανικά μέσα είναι εξάλλου απασχολημένα με τις κατηγορίες συνομωσίας κατά του Ντόναλντ Τραμπ, και την επερχόμενη δίκη που θα τελειώσει όλες τις δίκες. Ενώ ο πρόεδρος Μπάιντεν παίζει πολύ πιο επικίνδυνα πολεμικά παιχνίδια με την Κίνα και τη Ρωσία ακόμα και από τον Φρανκ Άντεργουντ, η ποινικολαγνεία των δυτικών μέσων ενημέρωσης βρίσκει έδαφος σε ένα καινούργιο δικαστικό σίριαλ με έναν συνήθη ύποπτο στο εδώλιο.

Με την ανακοίνωση της απόφασης στο Λονδίνο, ο Σπέισι ξέσπασε σε κλάματα. Έξω από το δικαστήριο, αρκέστηκε στο να ευχαριστήσει τους ενόρκους και τους δικηγόρους του. Έχει όμως ακόμα πολλά να πληρώσει – για την ακρίβεια, 31 εκατομμύρια δολάρια στο ανεξάρτητο στούντιο MRC που κάνει την παραγωγή του «House of Cards». Το MRC μόλις κέρδισε μήνυση εναντίον του σταρ για αθέτηση ρήτρας του συμβολαίου του για σεξουαλική παρενόχληση στα γυρίσματα, μετά από δεκάδες καταγγελίες εργαζομένων αντρών. Ο Άντεργουντ είχε εν τω μεταξύ ήδη «πεθάνει» αμέσως μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου. Την προεδρία των ΗΠΑ ανέλαβε για μια μόνο σεζόν η σύζυγός του στη σειρά, ηθοποιός Ρόμπιν Ράιτ, που σε συνέντευξή της δήλωσε πως δεν ήξερε τον Σπέισι καλά εκτός γυρισμάτων. («Οι φίλοι», όπως θα έλεγε και ο Άντεργουντ, «είναι οι χειρότεροι εχθροί»).

Το Netflix, εν τω μεταξύ, προβάλλει σταθερά τη δουλειά του Σπέισι και καρπώνεται τα κέρδη. Με την απεργία ηθοποιών και σεναριογράφων να συνεχίζεται, τα στούντιο και οι μιντιακοί κολοσσοί που αρνούνται να πληρώσουν τους εργαζόμενους αξιοπρεπώς, αναλαμβάνουν την ηθική τους αποκατάσταση ενάντια σε ισχυρούς villains. Είναι ένα ιδιοφυές σεναριακό twist. Κανένας, φαίνεται, ούτε καν ένας μεγάλος σταρ, δεν πρέπει να νομίζει πως η εγγύτητα στην εξουσία σημαίνει πως την ασκεί, πόσο μάλλον με μερικά χουφτώματα στο πλατό.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Σεισμός μεγέθους 4,3 Ρίχτερ στα Καλάβρυτα

Ο καιρός σήμερα: Νεφώσεις με πιθανότητα ασθενών βροχών

Βρέθηκε και άλλος άνδρας νεκρός σε Αστυνομικό Τμήμα της Αθήνας

Σύλληψη 55χρονου με τσεκούρι στην Πάτρα

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα